Κυριακή 13 Μάρτη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΑΡΙΝΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΚΟΡΥΦΗΣ ΤΗΣ ΕΕ
Μέτρα για το δυνάμωμα των μονοπωλίων

Εκδηλη είναι η αγωνία των παραγόντων της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την υστέρηση της ευρωπαϊκής οικονομίας έναντι της αμερικανικής, βλέποντας τους φιλόδοξους στόχους της «Συμφωνίας της Λισαβόνας» να συντρίβονται στο πεδίο του διεθνούς ανταγωνισμού και των εσωτερικών, ενδοενωσιακών αντιθέσεων. Η αγωνία αυτή αποτυπώνεται και στο «Μανιφέστο Μπαρόσο», την παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη Σύνοδο Κορυφής, στις 22 και 23 Μαρτίου, στις Βρυξέλλες. Που μπορεί κάποιες σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις να το χαρακτήρισαν «άκρως νεοφιλελεύθερο», αλλά είναι μόνο για τους δικούς τους προπαγανδιστικούς σκοπούς, αφού δεν κάνει τίποτε διαφορετικό από την προσπάθεια επιβολής μέτρων για την προώθηση της «Συμφωνίας της Λισαβόνας», στρατηγικός σκοπός και των σοσιαλδημοκρατών.

Πέντε χρόνια μετά τη σύναψη της «Συμφωνίας της Λισαβόνας», ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Χοσέ Μανουέλ Μπαρόσο, εκτιμά ότι «οι στόχοι της Λισαβόνας ήταν σε γενικές γραμμές σωστοί, αλλά η υλοποίησή τους ανεπαρκής». Και πράγματι μαζί με τις ενδοενωσιακές αντιθέσεις που καθυστερούν την εφαρμογή μέτρων, εμπόδια παρεμβάλλει και το εργατικό κίνημα με τους όποιους αγώνες αναπτύσσονται ενάντια στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, γεγονός που δείχνει και το δρόμο των λαών κατά της αντεργατικής λαίλαπας που ετοιμάζει το «Εαρινό Συμβούλιο» της ΕΕ.

Υπενθυμίζουμε ότι κεντρικός στόχος αυτής της Συμφωνίας ήταν να γίνει η οικονομία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μέχρι το 2010, η πιο ανταγωνιστική στον κόσμο. Φυσικά, ένας τέτοιος στόχος απηχεί τις επιδιώξεις του ευρωπαϊκού μονοπωλιακού κεφαλαίου που διεκδικεί δεσπόζουσα θέση στην παγκόσμια οικονομία σε αντιπαράθεση με το αμερικανικό κεφάλαιο.

Η «Συμφωνία της Λισαβόνας» επενδύθηκε με μια απατηλή υπόσχεση για αύξηση του ποσοστού απασχόλησης στο 70%. Μια απ' τις επιδιώξεις της Συμφωνίας ήταν να δημιουργήσει την εντύπωση ότι τα συμφέροντα του κεφαλαίου και των εργαζομένων μπορούν να συμφιλιωθούν στην «κοινή» προσπάθεια για την «ανταγωνιστικότητα». Επιδίωξη που βρήκε ανταπόκριση από τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις αλλά και ένα σημαντικό τμήμα της ρεφορμιστικής ηγεσίας του συνδικαλιστικού κινήματος. Στην Ελλάδα προς αυτή την κατεύθυνση κινήθηκαν το ΠΑΣΟΚ, η Νέα Δημοκρατία, ο ΣΥΝ και οι δυνάμεις τους στη ΓΣΕΕ, στην ΑΔΕΔΥ, και σε σειρά άλλων συνδικάτων.

Ενίσχυση των μονοπωλίων

Μπορεί στο επίπεδο των διακηρύξεων, το «Μανιφέστο Μπαρόσο» να επιμένει ότι στόχος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της αναπροσαρμογής της «Συμφωνίας της Λισαβόνας» παραμένει «η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και η δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων απασχόλησης», αλλά όταν φτάνει στο «διά ταύτα» δεν μπορεί να κρύψει το βαθύτατα αντιλαϊκό, ταξικό του χαρακτήρα.

Ενα σημαντικό χαρακτηριστικό των προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τη Σύνοδο Κορυφής είναι η ανάγκη μεγαλύτερου συντονισμού μεταξύ των κυβερνήσεων και ο κεντρικός έλεγχος στην πορεία υλοποίησης των αποφάσεων. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται, η κάθε κυβέρνηση να ορίσει έναν εκπρόσωπο ο οποίος θα αναλάβει ειδικά την ευθύνη για την υλοποίηση της «Συμφωνίας της Λισαβόνας». Τα μέτρα αυτά δείχνουν την αποφασιστικότητα με την οποία οι κυβερνήσεις και τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα κινηθούν για την εφαρμογή της πολιτικής αυτής. Αποκαλύπτουν όμως και τις σοβαρές αντιθέσεις μεταξύ των «εταίρων» αλλά και μερίδων του κεφαλαίου με διαφορετική στόχευση και αντιτιθέμενα στρατηγικά συμφέροντα.

Σημαντικό μέρος του «Μανιφέστου Μπαρόσο» αφορά στην ανάγκη να αρθούν όποια εμπόδια παραμένουν στην εφαρμογή των «τεσσάρων ελευθεριών», δηλαδή της ελευθερίας κίνησης κεφαλαίων, προϊόντων, εργατικού δυναμικού και υπηρεσιών. «Να εξασφαλίσουμε ανοιχτές και ανταγωνιστικές αγορές εντός και εκτός Ευρώπης», αναφέρεται χαρακτηριστικά. Επίσης, με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων προτείνεται «μια ενοποιημένη φορολογική βάση για τις επιχειρήσεις». Εννοείται, ότι η σύσταση αυτή «μεταφράζεται» σε μείωση των φορολογικών συντελεστών του κεφαλαίου και των κερδών του. Για τη διευκόλυνση των επενδυτών προτείνεται «η βελτίωση της ευρωπαϊκής και της εθνικής κανονιστικής νομοθεσίας ώστε να μειωθεί το βάρος των διοικητικών δαπανών».

Εντοπίζοντας τη μεγάλη καθυστέρηση στους τομείς της Ερευνας και της Τεχνολογίας και της ενσωμάτωσής τους στην παραγωγή, προτείνεται μια μεγάλη αύξηση της σχετικής δαπάνης, ώστε αυτή να φτάσει το 3% του ΑΕΠ. Ουσιαστικά, με τις προτάσεις για την «εδραίωση των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας», όπως και την «προώθηση της ανάπτυξης καινοτομίας», το σύνολο του επιστημονικού προσωπικού και του δυναμικού της έρευνας (περιφερειακών κέντρων, πανεπιστημίων, δημόσιων οργανισμών) τίθεται στην υπηρεσία των επιχειρήσεων και της «ανταγωνιστικότητας». Γίνεται φανερό πως πρόκειται για επιδίωξη ακόμη μεγαλύτερης συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, συγχώνευσης επιχειρήσεων, προκειμένου να μεγαλώσουν οι διαστάσεις των μονοπωλίων για να ανταπεξέρχονται στον ανταγωνισμό και στην πάλη για μεγαλύτερα μερίδια στη διεθνή αγορά.

Αλλά αυτό απαιτεί ταυτόχρονα και φτήνεμα της εργατικής δύναμης. Ετσι, τα αποκαλυπτήρια της αντεργατικής ουσίας της «Συμφωνίας της Λισαβόνας» ολοκληρώνονται στο κεφάλαιο του «Μανιφέστου Μπαρόσο» για την απασχόληση. Στο κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνεται η πρόταση για «αύξηση της προσαρμοστικότητας των εργαζομένων και των επιχειρήσεων, καθώς και της ευελιξίας των αγορών εργασίας αίροντας τα υφιστάμενα εμπόδια που αφορούν την κινητικότητα του εργατικού δυναμικού». Στο ίδιο κεφάλαιο διατυπώνεται και η πρόταση για «προσέλκυση περισσοτέρων ατόμων στην αγορά εργασίας, κυρίως μέσω ενεργειών που θα στοχεύουν στη μείωση της ανεργίας των νέων (Ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τη νεολαία) και στον εκσυγχρονισμό των συστημάτων κοινωνικής προστασίας».

Οι προτάσεις αυτές σε συνδυασμό με την «Εκθεση Κοκ» όπου γίνεται αναλυτικότερη παράθεση των μέτρων για την ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας», σηματοδοτούν μια αυστηροποίηση της πολιτικής των «αναδιαρθρώσεων» και των «μεταρρυθμίσεων» στην αγορά εργασίας και στο σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης. Οι κυβερνήσεις, λοιπόν, εντέλλονται να προωθήσουν τη μερική απασχόληση, τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, τη μείωση (ή κατάργηση) των επιδομάτων ανεργίας και τη μεταφορά πόρων από την ενίσχυση των ανέργων στην επιδότηση των εργοδοτών, την ανασφάλιστη εργασία των νέων, την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης...


Δ. Π.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ