Κυριακή 13 Φλεβάρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Εκτιμήσεις για 9 εκατομμύρια ανέργους

Αστυνομικοί στην είσοδο του «γραφείου εργασίας» για να αντιμετωπίσουν τις διαμαρτυρίες

Associated Press

Αστυνομικοί στην είσοδο του «γραφείου εργασίας» για να αντιμετωπίσουν τις διαμαρτυρίες
Από διαφορετικές πλευρές υπογραμμίστηκε ότι τα επίσημα στοιχεία των 5,4 εκατομμυρίων ανέργων στη Γερμανία δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Στις πρώτες αντιδράσεις ανθρώπων, που λόγω ασχολίας έπρεπε να γνωρίζουν αυτό που δηλώνουν δημόσια, οι εκτιμήσεις για την ανεργία έφταναν τα 7-8 εκατομμύρια. Ομως, τώρα και αυτόν τον πρωτοφανή αριθμό-ρεκόρ τον αμφισβητεί ένας ειδικός - ο Ούλριχ Μπλουμ, πρόεδρος του Ινστιτούτου Ερευνών (IWH) της πόλης Χάλης. Είπε: «Ο ακριβής αριθμός είναι εννέα εκατομμύρια άνθρωποι που ζητάνε εργασία».

Ο Ού. Μπλουμ φαίνεται ότι εκτός από τις προσωπικές του έρευνες και αναλύσεις, στηρίχτηκε και στα συμπεράσματα του συναδέλφου του Χέρμαν Σερλ, ειδικού για θέματα Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Ερλανγκεν - Νυρεμβέργης. Ο καθηγητής με τη σειρά του πήρε σαν βάση τη δήλωση του υπουργού Οικονομίας, Βόλφγκανγκ Κλέμεντ (σοσιαλδημοκράτη), που παραδέχτηκε ότι «μαζί με όσους απασχολούνται στα (προσωρινά) κρατικά "μέτρα προμήθειας εργασίας" ο αριθμός των ανέργων είναι περί τα 6,5 εκατομμύρια» (Δήλωση στο 2ο Κανάλι ZDF). Στον αριθμό του υπουργού πρέπει όμως να προστεθούν μεταξύ άλλων και τα 1,8 εκατομμύρια που επιθυμούν να εργαστούν, αλλά παρά την αναζήτηση δε βρίσκουν εργασία. Σ' αυτή την κατηγορία ανήκουν γυναίκες που μετά από μακρά διακοπή, για διάφορους λόγους, θέλουν να επιστρέψουν στην επαγγελματική ζωή. Είναι επίσης οι άνθρωποι ηλικίας 55 χρόνων και άνω που είναι ικανοί για εργασία και θέλουν να εργαστούν, αλλά δεν προσέρχονται στα «πρακτορεία εξεύρεσης εργασίας» επειδή γνωρίζουν ότι είναι ματαιοπονία στην ηλικία τους να τρέχουν αναζητώντας εργασία.

Ετσι, με αυτούς τους πρόσθετους αριθμούς φτάνουμε στην εκτίμηση του Ούλριχ Μπλουμ για τα 9 εκατομμύρια πραγματικών ανέργων.

Η θέση των γυναικών

Η Ούλα Γιέπκε ήταν βουλευτής του ΚΟΔΗΣΟ στην προηγούμενη θητεία του Μπούντεσταγκ. Αυτό το αριστερό αλλά μη μαρξιστικό κόμμα στις εκλογές του 2002 δεν πέτυχε να στείλει στην εθνική Βουλή παρά μόνο 2 αντιπροσώπους - δύο γυναίκες. Η Γιέπκε δεν ανήκε σ' αυτές και έκτοτε δημοσιογραφεί στην ημερήσια εφημερίδα του Βερολίνου «Γιούνγκε Βελτ».

Οι πληροφορίες από την πένα της («Junge Welt», 4/2) για την κατάσταση των ανέργων γυναικών στη Γερμανία είναι προκλητικά ανησυχητικές. Γράφει: «Η ανεργία των γυναικών στην ΟΔΓ ανήλθε από το Γενάρη 2004 έως το Γενάρη 2005 επίσημα κατά 13,8%. Τώρα φθάνει τα 2,2 εκατομμύρια και μετέχει με το ύψιστο ποσοστό του 44% στο συνολικό αριθμό των ανέργων... Στα ανατολικο-γερμανικά κρατίδια (ΓΛΔ) οι άνεργες τώρα είναι 810.075 (6,4%). Χειρότερη είναι η κατάσταση στο Βερολίνο. Εδώ η ανεργία των γυναικών αυξήθηκε, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, κατά 15,4%. Καταστροφική είναι η εξέλιξη στα παλιά ομοσπονδιακά κρατίδια (Δυτ. Γερμανία). Η αύξηση εδώ είναι 18,5%.

Η επίσημη στατιστική καταγράφει 1,4 εκατομμύρια άνεργες γυναίκες. Το θλιβερό ρεκόρ το έχει η Βρέμη (με σοσιαλδημοκράτη κυβερνήτη) με αύξηση της ανεργίας κατά 60,3%, ακολουθούμενη από το Σλέσβιγκ-Χολστάιν με κυβέρνηση σοσιαλδημοκρατών-Πράσινων. Αλλά και η Κάτω Σαξονία, με κυβέρνηση CDU (Χριστιανοδημοκρατών) και Φιλελεύθερων (FDP), έχει υψηλό αριθμό ανέργων γυναικών - 29,9%». Παρόμοια είναι η εικόνα στα άλλα δυτικογερμανικά κρατίδια.

Η αρθρογράφος εφιστά την προσοχή και στο φαινόμενο της ανισοτιμίας των γυναικών. Σημειώνει σχετικά: «Ο συνυπολογισμός των εσόδων των παρτενέρ πλήττει σκληρά τις γυναίκες. Λόγω εργασίας των ανδρών ή των συντρόφων της ζωής τους πολλές γυναίκες χάνουν την αξίωσή τους στο επίπεδο ανεργίας (Χαρτζ ΙΙ) και στην παροχή υποστήριξης εργασίας. Αυτές οι γυναίκες εξαρτώνται από τη "συζυγική συντήρηση" ή σπρώχνονται σε μαύρη εργασία και σε επικίνδυνες σχέσεις απασχόλησης... Θα προσπαθήσουν να καλλωπίσουν τους αριθμούς (ανέργων) από τη Νυρεμβέργη, εξαναγκάζοντας τις γυναίκες σε εργασίες του ενός ευρώ την ώρα... Θα προσπαθήσουν να βελτιώσουν τη στατιστική με απασχολήσεις όπως μαγείρεμα, καθάρισμα, περιποίηση κήπων, φροντίδα για παιδιά και γέρους. Σ' αυτούς τους τομείς θα υπάρχουν μελλοντικά σχεδόν αποκλειστικά μίνι απασχολήσεις ώστε να βρουν εργασία χιλιάδες γυναίκες χωρίς Κοινωνική Ασφάλιση. Αυτή η σημαντική διεύρυνση του τομέα των χαμηλών ημερομισθίων δε θα βοηθήσει τις γυναίκες, αλλά την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, που θα μπορεί να εξαγγείλει φαινομενικούς αριθμούς επιτυχιών».

«Πόλεμος στο εσωτερικό» και η ηγεσία των συνδικάτων

Αυτοί οι απίθανοι αριθμοί ανεργίας αναφέρονται στον Τύπο και επαναλαμβάνονται από τα συνδικάτα μονότονα. Αυτό που κάνει εντύπωση είναι ότι πέρα από τις δηλώσεις δε σημειώνονται ανάλογες αντιδράσεις - τουλάχιστο από τα λεγόμενα αριστερά κόμματα και ιδιαίτερα από τις ηγεσίες των συνδικάτων που είναι, ή πρέπει να είναι, οι εκπρόσωποι των συμφερόντων των εργαζομένων και ανέργων.

Ετσι, καταγράφτηκε στις 6 αυτού του μήνα στα γερμανικά ηλεκτρονικά μέσα ότι ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας των Γερμανικών Συνδικάτων (DGB), Sommer, δήλωσε ότι ο υπουργός Κλέμεντ πρέπει να καλέσει στο ίδιο τραπέζι «όλους τους υπεύθυνους» και ότι θα είναι παρόντες εκεί και αυτοί «αν όλοι συζητήσουν σοβαρά για το πώς θα δημιουργήσουμε πάλι σ' αυτή τη χώρα νέες θέσεις εργασίας». Συζήτηση λοιπόν και πάλι και με τους ίδιους «υπεύθυνους», όπως πάντα - τους εκπροσώπους του μεγάλου κεφαλαίου. Με αποτέλεσμα ευχολόγια και υποσχέσεις και καμιά μείωση της ανεργίας, καμιά βελτίωση της θέσης των εργαζομένων και ανέργων, των πλατιών λαϊκών στρωμάτων γενικά. Αυτή η δήλωση του συνδικαλιστή ηγέτη έρχεται λίγες ώρες μετά τη δημοσιευθείσα «πρόθεση» της Γερμανικής Τράπεζας (Deutsche Bank) να απολύσει άλλους 6.400 απασχολούμενους σ' αυτή και τη στιγμή που τα κέρδη της (δημοσιεύσεις στο γερμανικό Τύπο) αυξήθηκαν κατά 87%, φθάνοντας το θεόρατο ποσό των 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Τι ειρωνεία πραγματικά να διαβάζει κανείς στον Τύπο ότι «ανεξάρτητα από κόμματα είναι όλοι αγανακτισμένοι» για την πρόθεση της Γερμανικής Τράπεζας. Το αυτί της δεν ιδρώνει. Ετσι τραβάνε την προσοχή οι διαπιστώσεις ενός βετεράνου συνδικαλιστή - του Μαγκ Βόμπελ - που όπως συμπεραίνεται από όσα είπε στη «Συνδιάσκεψη Ρόζας Λούξεμπουργκ» και αναδημοσιεύονται στη «Γιούνγκε Βελτ» (26 του Γενάρη), έχει μετάσχει και συνομιλήσει σε διεθνείς συνδικαλιστικές συναντήσεις.

Σημειώνουμε περιληπτικά μερικές από τις παρατηρήσεις του για την κατάσταση στη Γερμανία. Είπε:

1) Η τωρινή επίθεση του κεφαλαίου κατά των μισθοβίωτων είναι η μεγαλύτερη από τη μέρα της σύστασης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας και ότι την αρχή της (της επίθεσης) την έκανε ο σοσιαλδημοκράτης Βίλι Μπραντ.

2) Το συνδικαλιστικό κίνημα έχει πολύ περιορισμένη «πελατεία», δηλαδή ενδιαφέρεται μόνο για τους ακόμη εργαζόμενους, τους ειδικευμένους εργάτες, όχι όμως και για τους ανθρώπους με περιορισμένη προθεσμία εργασίας και καθόλου για τους άνεργους και τους μετανάστες.

3) Το κοινωνικό κράτος έχανε από τη δεκαετία του '70 βαθμιαία το σοβά του και έπαιρνε από τότε ήδη καταπιεστικό χαρακτήρα. Τότε ακόμη έλεγαν ότι όποιος είναι άνεργος ευθύνεται ο ίδιος. Αυτό δεν το έλεγαν μόνο οι επικεφαλής των συνδικάτων, αλλά «δυστυχώς έως σήμερα η πλειοψηφία των εργαζομένων».

Ο βετεράνος συνδικαλιστής μιλάει στη συνέχεια για τις αρνητικές συνέπειες αυτής της νοοτροπίας και θεωρεί αναγκαίο ότι το ενδιαφέρον πρέπει να στραφεί στην ποιότητα της ζωής και στα δικαιώματα που απορρέουν απ' αυτό.

Το συμπέρασμα απ' όλα αυτά καταγράφεται από το συνδικαλιστή περιληπτικά ως εξής:

«Από τις αρχές του 2003 έχουμε έναν πόλεμο προς τα μέσα, που συγκαταλέγεται στον πόλεμο προς τα έξω. Από τότε είχαμε τουλάχιστο δύο αποκορυφώματα αντίστασης, τη μεγάλη διαδήλωση τη 1η του Νοέμβρη 2003 στο Βερολίνο και τώρα την κινητοποίηση "Τέρμα στο Πρακτορείο" (σ.σ. μεσολάβησης για εργασία). Και για τα δύο δεν περιμέναμε τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, ούτε και χρειαζόταν. Αυτό ήταν μια απίστευτα σημαντική γνώση... Απ' αυτό συμπεραίνω ότι πρέπει να έχουμε περισσότερη αυτοπεποίθηση... Να εργαστούμε και ενάντια στις μεγάλες οργανώσεις. Στην Επιτροπή Χαρτζ αυτές εργάστηκαν εναντίον μας. Αυτοοργάνωση δε σημαίνει απαραίτητα παραίτηση από οργάνωση σε κεντρική μορφή, αλλά πρέπει απαραίτητα να εργαζόμαστε αποκεντρωτικά. Δε χρειαζόμαστε πια κεφαλές και κεντρικές επιτροπές... Η κινητοποίηση "Τέρμα στο Πρακτορείο" έδειξε ότι αυτό λειτουργεί πολύ καλά. Σ' αυτό βλέπω πολλά σημεία εκκίνησης για να μπορέσουμε να εναντιωθούμε καλύτερα και συνειδητότερα στη μεγάλη συμμαχία του κεφαλαίου, της κυβέρνησης, των κομμάτων της αντιπολίτευσης, αλλά δυστυχώς και των μεγάλων συνδικάτων».


Θανάσης ΒΟΡΕΙΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ