Κυριακή 14 Μάη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ ως το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο

Ηπερίοδος αυτή έχει ως βασικό, πρωταρχικό πρόβλημα την εξάλειψη της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, τη σχεδιασμένη αντιμετώπιση κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων που κληροδότησε ο καπιταλισμός και όξυνε η ιμπεριαλιστική περικύκλωση και επέμβαση.

Από την Οκτωβριανή Επανάσταση μέχρι την έκρηξη του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, η ΕΣΣΔ πραγματοποίησε ένα άλμα πρωτοφανές στην ιστορία της κοινωνικής εξέλιξης. Διέτρεξε ταχύτατα το μεγαλύτερο μέρος της απόστασης, που τη χώριζε από τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.

Η ΕΣΣΔ υποχρεώθηκε να εξασφαλίσει παραγωγική αυτάρκεια, ώστε να αντιμετωπίσει τη διεθνή απομόνωση. Είχε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των πηγών ενέργειας, να αναπτύξει τη σιδηρουργία και τη βιομηχανία όπλων, λόγω της διεθνούς κατάστασης, χωρίς να διαθέτει χημική βιομηχανία και ισχυρή μεταλλουργία. Μέσα σε δύσκολες, ανομοιόμορφες κλιματολογικές και εδαφικές συνθήκες, έπρεπε να αναπτύξει τη βαριά βιομηχανία και εκμηχανισμένη αγροτική οικονομία.

Ηταν ανάγκη να συγκροτηθεί ισχυρός κεντρικός σχεδιασμός και συγκεντρωτική καθοδήγηση για ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο κεντρικός σχεδιασμός συντέλεσε αποφασιστικά, ώστε να σταθεί η ΕΣΣΔ στα πόδια της, να καλύψει αποστάσεις αιώνων στην κοινωνικοπολιτική και πολιτιστική ανάπτυξη, να αντιμετωπίσει στην πορεία τη χιτλερική φασιστική επίθεση και να συμβάλει αποφασιστικά στη διεθνή νίκη κατά του φασισμού.

Η σοβιετική εξουσία ήταν υποχρεωμένη να υλοποιεί την αρχή της κοινωνικοποίησης βασικών μέσων παραγωγής, φροντίζοντας ταυτόχρονα για την ανάπτυξη της συμμαχίας της εργατικής τάξης με την αγροτιά, σε συνθήκες όξυνσης της ταξικής πάλης.

Το νέο καθεστώς επέλεξε, από την αρχή, να αντιμετωπίσει με μέτρα οικονομικού χαρακτήρα την έλλειψη μηχανισμού κατανομής και εφοδιασμού, την κυριαρχία της σκόρπιας, καθυστερημένης μικρής παραγωγής. Επέλεξε δηλαδή να κινηθεί στο πνεύμα της Νέας Οικονομικής Πολιτικής. Η επιλογή αυτή ήταν υποχρεωτική στη μεταβατική περίοδο, όπου η νέα εξουσία έπρεπε να οικοδομήσει τις βάσεις του σοσιαλισμού στο έδαφος των καπιταλιστικών σχέσεων. Η επέμβαση και η απομόνωση, όμως, υποχρέωσαν γρήγορα στην εγκατάλειψη αυτής της επιλογής και οδήγησαν στην εφαρμογή της πολιτικής του "πολεμικού κομμουνισμού", δίχως την οποία δεν ήταν δυνατή η υπεράσπιση της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Το ΚΚΣΕ δεν ήθελε και δεν είχε κανένα συμφέρον η ταξική πάλη, που εντάθηκε την περίοδο εκείνη, να πάρει τη μορφή εμφύλιου πολέμου. Αυτός επιβλήθηκε, γιατί οι οπαδοί της ταξικής κοινωνίας δεν υποχωρούν εύκολα και προπάντων σιωπηλά.

Την πολιτική του "πολεμικού κομμουνισμού" τη διαδέχτηκε η "Νέα Οικονομική Πολιτική" (ΝΕΠ) και αργότερα η πολιτική της "επίθεσης του σοσιαλισμού ενάντια στον καπιταλισμό" και της "ολοκληρωτικής συνεταιριστικής οργάνωσης της αγροτικής οικονομίας".

Το ΚΚΣΕ έδινε βάρος στην άνοδο της παραγωγικότητας του μικρού και μεσαίου νοικοκυριού, στον τεχνολογικό εξοπλισμό. Η εθνικοποίηση της γης δεν ερχόταν σε αντίθεση με το δικαίωμα της γαιοκτησίας από τους μικρούς και μεσαίους αγρότες.Η στάση απέναντι στο μικρό αγροτικό νοικοκυριό, τη μικρή παραγωγή ήταν σχέση βοήθειας και όχι πάλης. Απέρριπτε την εκμηδένιση της κατώτερης οργάνωσης της παραγωγής στο όνομα της μεγαλύτερης. Ταυτόχρονα πρόβαλλε τα πλεονεκτήματα των κολχόζ και σοβχόζ. Η επιδίωξη για ολοκληρωτική οργάνωση της οικονομίας ξεκίνησε με πολιτικό στόχο να κατανικήσει ορισμένα τμήματα των κουλάκων στο χωριό και στη συνέχεια να εξαλείψει την κουλάκικη τάξη στο χωριό.

Γενικά η σοβιετική εξουσία αντιμετώπισε με επιτυχία τα προβλήματα ανόρθωσης της βιομηχανίας, της αγροτικής παραγωγής και των μεταφορών. Εθεσε τις βάσεις της σοσιαλιστικής παραγωγής με θεαματικούς ρυθμούς ανάπτυξης και σε συνθήκες όξυνσης της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις σοσιαλιστικές και τις καπιταλιστικές δυνάμεις (κουλάκοι και τμήμα της διανόησης, που προέρχεται από την κυρίαρχη τάξη).

To οικονομικό έτος 1920-27 υπήρξε αύξηση του εθνικού εισοδήματος πάνω από 11% σε σύγκριση με εκείνο του προηγούμενου έτους. Ενώ στις αναπτυγμένες χώρες του καπιταλισμού -ΗΠΑ, Αγγλία, Γερμανία- δεν ξεπερνούσε το 2-4%. Για το ίδιο οικονομικό έτος σημειώθηκε αύξηση της παραγωγής στη μεγάλη βιομηχανία κατά 18% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. (Ιστορία του ΚΚΣΕ, σελ. 446, έκδ."ΣΕ").

Οι συγκεκριμένες συνθήκες (περικύκλωση, απειλή πολέμου σε συνδυασμό με τη μεγάλη καθυστέρηση) επέβαλαν ταχύτατους ρυθμούς στην προώθηση της κολεκτιβοποίησης, που σε ορισμένες περιοχές προκάλεσαν κοινωνικές τριβές και δυσκολίες στη συμμαχία της εργατικής τάξης και της μεσαίας αγροτιάς κατά του καπιταλισμού. Κομματικές αποφάσεις και ομιλίες του Ι. Στάλιν κάνουν λόγο για προβλήματα και λάθη στον υπολογισμό της ποικιλομορφίας κάθε περιοχής. Υποκαθίσταται σε ορισμένες περιπτώσεις η προκαταρκτική δουλιά προετοιμασίας με τη γραφειοκρατική επιβολή του κινήματος, με αποφάσεις στα χαρτιά για την ανάπτυξη κολχόζ σε χώρους που δεν υπάρχουν ακόμα στην πραγματικότητα.

Τα προβλήματα, που εμφανίστηκαν στην πορεία της συνεταιριστικοποίησης όξυναν τις αντιθέσεις της εργατικής τάξης με τη μικρή και μεσαία αγροτιά. Παρά τις διορθωτικές αποφάσεις στην εφαρμογή της συνεταιριστικοποίησης, παρέμειναν προβλήματα.

Τα αρνητικά φαινόμενα αξιοποιούνται για να προβληθούν διαφορετικές απόψεις και διαφωνίες, που υπερβαίνουν τη διαφωνία για τους ρυθμούς κολεκτιβοποίησης. Θίγουν την ίδια την αναγκαιότητα να συνεχιστεί η ταξική πάλη κατά των κουλάκων, οι οποίοι αντιδρούσαν και παρεμπόδιζαν την οικοδόμηση των σοσιαλιστικών σχέσεων στο χωριό. Η εσωκομματική πάλη έμπαινε εμπόδιο στην πρόοδο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης (Ομάδα Μπουχάριν και Τρότσκι-Ζινόβιεφ).

Η αρχική φάση οικοδόμησης του σοσιαλισμού προσφέρεται για παραπέρα μελέτη. Δίνει πείρα για τη σχέση οικονομίας και πολιτικής στην περίοδο που η νέα εξουσία προσπαθεί να βάλει τις βάσεις της σοσιαλιστικής οικοδόμησης με την εμπέδωση και στερέωση της συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα μεσαία στρώματα της πόλης και του χωριού.

Στις αρχές της 10ετίας του '30 η σοβιετική εξουσία αντιμετώπισε νέα προβλήματα στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού, όπως η αντίθεση ανάμεσα στην εξάλειψη της ανεργίας και στην καθυστέρηση της προσπάθειας για εκτεταμένη εκμηχάνιση της παραγωγής, που εκδηλώνεται με έλλειψη ειδικευμένης εργατικής δύναμης και μια ισοπεδωτική αντίληψη για την πολιτική μισθών. Το κόμμα είδε την ανάγκη να καθοριστούν "νέα καθήκοντα της οικονομικής οικοδόμησης στη νέα κατάσταση". Συνειδητοποίησε την ανάγκη να αυξηθούν οι ρυθμοί ανάπτυξης σε σύγκριση με τους αντίστοιχους ρυθμούς ανάπτυξης του καπιταλισμού.

Στα ντοκουμέντα του Κόμματος διαπιστώνονταν ορισμένα συμπτώματα χαλάρωσης της φυσιογνωμίας και των χαρακτηριστικών του, όπως γραφειοκρατία, εφησυχασμός, κατάχρηση εξουσίας. Γεγονός που οδηγεί σε απόφαση "εκκαθάρισης των γραμμών του". Οι στρεβλώσεις που εμφανίζονται, αποδίδονται κυρίως στο πρόβλημα της ανάδειξης στελεχών. Στη θέση των στελεχών, που είχαν πέσει θύματα των αντισοσιαλιστικών δυνάμεων κατά την περίοδο του εμφυλίου των πρώτων χρόνων της σοβιετικής εξουσίας, αναδείχτηκαν αντικαταστάτες χωρίς πείρα και απαιτούμενη ιδεολογική και πολιτική μόρφωση.

Σε εισήγηση του Ι.Β. Στάλιν, (Απαντα, τόμος 12, σελ. 56-88), σε σύσκεψη οικονομικών στελεχών, αναδεικνύεται το πρόβλημα της αρνητικής στάσης οικονομικών και συνδικαλιστικών στελεχών στην αποκατάσταση της σοσιαλιστικής αρχής στις αμοιβές, το πρόβλημα της καθυστέρησης στην ικανοποίηση νέων υλικών και πολιτιστικών αναγκών των εργατών. Επισημαίνεται η ανάγκη να αναπτύσσεται η σοσιαλιστική συνείδηση με βάση την ικανοποίηση νέων αναγκών. Τίθεται το ζήτημα να εφαρμοστεί η αρχή της οικονομικής ιδιοσυντήρησης των επιχειρήσεων, η διεύρυνση των πηγών της σοσιαλιστικής συσσώρευσης με την κινητοποίηση των εσωτερικών πόρων της βιομηχανίας, η εισαγωγή και σταθεροποίηση της αρχής της οικονομικής ιδιοσυντήρησης σε όλες τις επιχειρήσεις, η ουσιαστική μείωση του κόστους παραγωγής, η αύξηση της βιομηχανικής συσσώρευσης σε όλους ανεξαιρέτως τους βιομηχανικούς κλάδους. Η ηγεσία του Κόμματος έχει εκτιμήσει ότι η πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης θα κριθεί από την επίλυση αυτών των προβλημάτων, προκειμένου να εξασφαλιστεί αμείωτη η υπεροχή του σοσιαλισμού στους ρυθμούς ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων συγκριτικά με τον αναπτυγμένο καπιταλισμό.

Η νέα κατάσταση απαιτούσε νέο τρόπο αντιμετώπισης της κομματικής δουλιάς, και στα πλαίσια αυτά το Κόμμα υπογράμμιζε την ανάγκη να διευρυνθεί η εσωκομματική δημοκρατία και να αντιμετωπιστούν φαινόμενα διοικητικού τρόπου επίλυσης των προβλημάτων, παραβίασης της αρχής της αιρετότητας των κομματικών, καθώς δεν πραγματοποιούνταν, αδικαιολόγητα, οι προβλεπόμενες καταστατικές διαδικασίες των συνδιασκέψεων.

Τα προβλήματα αυτά προβλήθηκαν και αποτέλεσαν αντικείμενο κριτικής κατά την Ολομέλεια του Φλεβάρη - Μάρτη 1937 της ΚΕ του ΠΚΚ (μπ.) που συζήτησε το ζήτημα της προετοιμασίας των κομματικών οργανώσεων για τις εκλογές του Ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ. Η ΚΕ αποφάσισε να καθιερωθεί η κλειστή, δηλαδή μυστική ψηφοφορία και να εξαλειφθεί η πρακτική της πρόσληψης στα κομματικά όργανα. Δόθηκε ιδιαίτερη σημασία στην κοινή δράση και συμμαχία κομμουνιστών και εξωκομματικών για την ανάδειξη κοινών υποψηφίων βουλευτών, ώστε να εκδηλωθεί έμπρακτα η πρόοδος στην ενότητα της σοσιαλιστικής κοινωνίας.

Η μελέτη της περιόδου αυτής και των σχετικών ντοκουμέντων μαρτυρούν ότι υπήρχε απόσταση και απόκλιση από τις αποφάσεις. Παρά τα μέτρα για την ανάπτυξη της εσωκομματικής δημοκρατίας και της συλλογικότητας εμφανίστηκαν φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας, αυθαιρεσιών.

Η κριτική που άσκησε το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956) σ' αυτή την περίοδο δε συνιστούσε ολόπλευρη και αντικειμενική εξέταση της πορείας οικοδόμησης του σοσιαλισμού στις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Η συζήτηση επικεντρώθηκε στο θέμα της προσωπολατρίας, ζήτημα που από μόνο του δεν μπορεί να δώσει ολοκληρωμένες απαντήσεις για τα προβλήματα της περιόδου, όπως και για αρνητικά φαινόμενα στη λειτουργία και δράση του Κόμματος.

Το πιο σοβαρό είναι ότι το 20ό συνέδριο καταδίκασε τη σωστή θέση- για τη συγκεκριμένη εκείνη ιστορική φάση- ότι οξυνόταν η ταξική πάλη. Στην προπολεμική περίοδο, (οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μια χώρα σε συνθήκες περικύκλωσης) η εκμηδένιση της δράσης των εκμεταλλευτριών τάξεων, των ερεισμάτων και υπολειμμάτων τους δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Ηταν αναγκαία και επιβεβλημένη η επαγρύπνηση απέναντι στις μηχανορραφίες του καπιταλισμού που συναντούσαν την απήχηση και τη στήριξη στο εσωτερικό της χώρας, ανάμεσα σε δυνάμεις που είχαν συμφέρον να παρεμποδίσουν την οικοδόμηση των βάσεων του σοσιαλισμού. Ηταν υποχρεωτικός- στη συγκεκριμένη περίοδο- ο συγκεντρωτικός τρόπος διεύθυνσης της οικονομίας, και ως ένα σημείο οι επιδράσεις του στο πολιτικό εποικοδόμημα.

Η κριτική που άσκησε το 20ό Συνέδριο αξιοποιήθηκε για να εξαπολυθεί μια μηδενιστική και συκοφαντική επίθεση εναντίον του σοσιαλισμού από εκείνους που δεν ενδιαφέρονταν, βεβαίως, να μελετήσουν τα λάθη και να τα καυτηριάσουν, αλλά στο όνομα των λαθών να χτυπήσουν στη ρίζα της την κομμουνιστική θεωρία και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Με τη "σταλινολογία" ο ιμπεριαλισμός έδειξε όλο το ταξικό μίσος του για τη διαμόρφωση του σοσιαλιστικού συστήματος μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Ενα συμπέρασμα είναι ότι το Κόμμα και στις πιο σύνθετες και δύσκολες στιγμές της σοσιαλιστικής οικοδόμησης δεν πρέπει να υποτιμά ότι πέρα από το κύριο και το βασικό, που είναι η αντεπαναστατική απειλή, ελλοχεύει και ο κίνδυνος να γίνονται καταχρήσεις εξουσίας και αυθαιρεσίες από στελέχη και όργανα. Είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να συγχέεται και να ταυτίζεται η αντισοσιαλιστική κριτική και δράση με την κριτική πραγματικών λαθών και παρεκκλίσεων.

Η τελευταία λέξη για τα πραγματικά προβλήματα, τη συνολική πείρα και τις αρνητικές πλευρές της περιόδου αυτής δεν έχει ειπωθεί. Απαιτείται βαθύτερη μελέτη της περιόδου, ώστε να βγουν ολοκληρωμένα και αντικειμενικά ιστορικά συμπεράσματα για την αρχική φάση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, να αναδειχτούν οι θετικές αλλά και αρνητικές πλευρές στις πραγματικές διαστάσεις τους.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ