Κυριακή 19 Δεκέμβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ Ι.Β. ΣΤΑΛΙΝ"
ΑΦΙΕΡΩΜΑ
Ο ΣΤΑΛΙΝ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Βολοσίλοφ, Μολότοφ, Στάλιν τον Απρίλη του 1937
Βολοσίλοφ, Μολότοφ, Στάλιν τον Απρίλη του 1937
Το όνομα του Στάλιν, που σχεδόν 30 χρόνια ήταν στο τιμόνι της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, ακόμη και σήμερα αποτελεί θερμό σημείο της ιδεολογικής διαπάλης. Ο Ι. Στάλιν έπαιξε διαπρεπή ρόλο στη δημιουργία της μεγάλης χώρας σε δυσκολότατη περίοδο, από άποψη εξωτερικών και εσωτερικών συνθηκών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης....

Στην περίοδο παλινόρθωσης του καπιταλισμού εμφανίστηκε σε τεράστια ποσότητα πληρωμένη ρεβιζιονιστική - προσαρμοστική αντισταλινική βιβλιογραφία, ανάλογη με τα γραπτά του Ντ. Βολκογκόνοφ, γεμάτη από κακίες και ψεύδη για τον Στάλιν. Ομως, και αυτού του είδους η «προσοχή» άθελά της τονίζει το ρόλο του μεγάλου ανθρώπου, αν και η ψευδοεπιστημονική μαυρίλα αυτού του είδους έχει σαν σκοπό μόνο τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας.

Το μέγεθος της προσωπικότητας και ο ρόλος του Στάλιν, τα αποτελέσματα όσων έγιναν υπό την καθοδήγησή του μας επιτρέπουν να μη δίνουμε προσοχή σε όλα τα ψέματα των σημερινών ιστορικών «σοφών». Ομως, ταυτόχρονα, αυτός ο ρόλος δεν επιτρέπει και τον εξωραϊσμό της ιστορικής πραγματικότητας ή τα κενά λόγια. Αντίθετα, είναι απαραίτητο να δούμε τις άκρως σύνθετες συνθήκες της δραστηριότητάς του, όταν - χωρίς να υπάρχουν ιστορικά ανάλογα - ήταν αναγκαίο να εξευρεθούν οι δρόμοι επίλυσης, από πρώτη ματιά, ανεπίλυτων αντιφάσεων.

Εργοστάσιο κατασκευής τρακτέρ στην ΕΣΣΔ
Εργοστάσιο κατασκευής τρακτέρ στην ΕΣΣΔ
Εννοείται πως μια προσωπικότητα τέτοιου μεγέθους, όπως ο Στάλιν, δεν εμφανίζεται από μόνη της, ούτε με «θεϊκό διορισμό», αλλά σαν ιστορική αναγκαιότητα, σαν προσωπικότητα που εκφράζει το ριζικό συμφέρον της κοινωνικής ανάπτυξης στη συγκεκριμένη περίοδο και εκπληρώνει τη δραστηριότητά της, όχι από διαίσθηση, αλλά υπολογίζοντας τη συγκεκριμένη ιστορική κατάσταση, το πραγματικό κοινωνικό περιβάλλον, από κοινού με τους συναγωνιστές του, σε επαφή με πλήθος ειδικών και λοιπά. Πολύ περισσότερο, που ο μαρξισμός ορίζει σαν κινητήρια δύναμη του ιστορικού προτσές τα συμφέροντα και την ενέργεια των μαζών, χωρίς να αρνείται το ρόλο της προσωπικότητας σε αυτό το προτσές.

Ανάμεσα στις διάφορες πλευρές της δημιουργικής δραστηριότητας του Στάλιν, ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί ο ρόλος του στην ανάπτυξη της σοβιετικής οικονομικής επιστήμης. Σήμερα το ενδιαφέρον σε αυτή την πλευρά της πολύπλευρης δραστηριότητάς του μπορεί να έχει σχέση με το γεγονός ότι το 1999 συμπληρώθηκαν 45 χρόνια από την έκδοση του εγχειριδίου της Πολιτικής Οικονομίας, το οποίο για πρώτη φορά περιείχε τμήμα για το «σοσιαλιστικό τρόπο παραγωγής». Ακριβώς σε αυτό το τελευταίο βρισκόταν η ιδιαιτερότητα αυτού του εγχειριδίου (αν και εγχειρίδια Πολιτικής Οικονομίας προετοιμάστηκαν και προηγούμενα από διάφορα ιδρύματα), όπως επίσης ότι το προτσές επεξεργασίας του εγχειριδίου έγινε υπό την καθοδήγηση του Κόμματος και σημαντικό στάδιο γι' αυτό αποτέλεσε η αντιπροσωπευτική οικονομική συζήτηση, που διοργανώθηκε από την ΚΕ του ΚΚΣΕ το Νοέμβρη του 1951, όπου συζητήθηκε η μακέτα του εγχειριδίου. Ο Στάλιν με μεγάλη προσοχή παρακολουθούσε την πορεία της έκδοσης, διαβάζοντας τα χειρόγραφα, συζητώντας με τους συμμετέχοντες (συμπεριλαμβανομένου και του καθοδηγητή της κολεκτίβας των συγγραφέων της μακέτας του εγχειριδίου, ακαδημαϊκού Κ. Β. Οστροβιτιάνοβ) και ανταποκρίθηκε στην πορεία της συζήτησης με την έκδοση της μπροσούρας «Οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ» (1952).

Υδροηλεκτρικός σταθμός στην ΕΣΣΔ
Υδροηλεκτρικός σταθμός στην ΕΣΣΔ
Λόγος γίνεται για πολύ περισσότερο απ' ό,τι απλά η δημιουργία εγχειριδίου, γι' αυτό και αυτή η συζήτηση, σαν βασικό στάδιο της γενικής συζήτησης 1936-1954, είναι αναμφίβολα ενδιαφέρουσα από πολλές απόψεις, ιδιαίτερα μάλιστα και από την άποψη της ιστορίας της παγκόσμιας οικονομικής σκέψης, και για την κατανόηση της ιστορικής κατάστασης της περιόδου εγκαθίδρυσης της πρώτης στον κόσμο σοσιαλιστικής κοινωνίας και από αυτήν την άποψη, και για το πώς οι διαμορφωθείσες τότε θεωρητικές θέσεις εκφράστηκαν αργότερα στην πρακτική της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Σωστή και μια τέτοια μικρογραφία της ανάλυσης, που θα μπορούσε να οριστεί σαν ανάλυση του σταλινικού σταδίου ανάπτυξης της οικονομικής θεωρίας με το συνυπολογισμό της τεράστιας επιρροής της δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης και της θεωρητικής, του Ι. Στάλιν, σε όλες τις πλευρές της ζωής της σοβιετικής κοινωνίας στις δεκαετίες από το '30 μέχρι τις αρχές του '50.

Τα υλικά της συζήτησης έχουν ενδιαφέρον και για τον ορισμό των προγραμματικών προσανατολισμών κατά την αποκατάσταση της σοσιαλιστικής πολιτικής για την κοινωνική ανάπτυξη.

Μπροστά στα νέα κοινωνικοοικονομικά καθήκοντα

Οπως είναι γνωστό, η προεπαναστατική και μετεπαναστατική θεωρητική εργασία του Στάλιν δεν ήταν προσανατολισμένη άμεσα στην επεξεργασία οικονομικών προβλημάτων. Τα θεωρητικά του ενδιαφέροντα πριν την επανάσταση είχαν σχέση με το εθνικό ζήτημα (κάτι που το έφερε αργότερα στη δουλιά στο Λαϊκό Επιτροπάτο των Εθνοτήτων) και στη συνέχεια με οργανωτικές και στρατιωτικές εργασίες. Στην έρευνα της αμιγούς οικονομικής προβληματικής, ο Στάλιν υπολειπόταν όχι μόνον από τον Β. Ι. Λένιν, αλλά και από άλλους κομματικούς παράγοντες, για παράδειγμα από τους Ν. Μπουχάριν, Ε. Πρεομπραζένσκι, Λ. Κράσιν και άλλους. Ομως, ακριβώς τα οικονομικά ζητήματα έγιναν γι' αυτόν βασικά μετά το θάνατο του Λένιν, στο βαθμό που εδραιωνόταν σαν επικεφαλής του Κόμματος και του κράτους.

Σε φαρμακευτική βιομηχανία της ΕΣΣΔ
Σε φαρμακευτική βιομηχανία της ΕΣΣΔ
Τα οικονομικά και για την ακρίβεια τα κοινωνικο-οικονομικά ζητήματα ορθώνονταν καθημερινά μπροστά του, αν και ο αναμφισβήτητος ρόλος του στην επίλυσή τους δεν ήταν πάντα ειδικά ντοκουμενταρισμένος. Με αυτήν την έννοια, επισημαίνουμε την τεράστια και σύνθετη εργασία για την οργάνωση του νέου οικονομικού μηχανισμού και πρώτα από όλα στη δημιουργία του άγνωστου στον κόσμο μοχλού διεύθυνσης, του λαϊκο-οικονομικού σχεδιασμού. Εως το 1925, το ΓΚΟΣΠΛΑΝ, σύμφωνα με μαρτυρία του ακαδημαϊκού Σ. Γκ. Στρουμίλιν, επεξεργαζόταν μόνο τα προγράμματα ξεχωριστών κλάδων. Το οικονομικό έτος 1925-1926 είχαν επεξεργαστεί δείκτες ελέγχου που εξέφραζαν την ιδέα του ολοκληρωμένου ενιαίου σχεδίου (για ένα έτος). Στις αρχές του 1926 εμφανίστηκε ένα πρόχειρο πενταετές σχέδιο, που η ιδέα του στηριζόταν στις κατευθύνσεις του 14ου Συνεδρίου του Κόμματος. Η διαδικασία δημιουργίας του σχεδίου ήταν διαδικασία οξείας διαπάλης μεταξύ των επεξεργαστών του (μεταξύ των οποίων ήταν και αστοί οικονομολόγοι). Και όλη η διαδικασία επεξεργασίας του σχεδιαστικού εργαλείου διεξαγόταν σε συνθήκες οξείας πάλης. Ηταν διαμάχες για τους κατευθυντήριους σκοπούς, για τους ρυθμούς ανάπτυξης, για την εκβιομηχάνιση και ακόμα διαμάχη για το «πεντάχρονο ή δίχρονο». Εξωτερικά φαινόταν πως ο Στάλιν δε συμμετείχε σε αυτήν τη διαμάχη. Ομως, αφού οι αποφάσεις παίρνονταν στο Κόμμα, ο Στάλιν βρισκόταν στο κέντρο αυτών των εργασιών. Το 15ο Συνέδριο του Κόμματος (Δεκέμβρης 1927) επικύρωσε τις κατευθύνσεις για τη διαμόρφωση του σχεδίου και από αυτό το σημείο ξεκίνησε νέα ποιοτικά ζώνη για το σχεδιασμό. Και ήδη το πρώτο πεντάχρονο εξασφάλισε οικονομικό άλμα της ΕΣΣΔ και εν μέρει «έκλεισε» το πρόβλημα της ανεργίας. Για άλλη μια φορά πρέπει να επισημάνουμε ότι όλες αυτές οι επιτυχίες στο σχεδιασμό (συμπεριλαμβανομένης και της αξιοζήλευτης ταχύτητας στην επεξεργασία του πρώτου πεντάχρονου σχεδίου) δεν υλοποιήθηκαν βεβαίως χωρίς τον Στάλιν, που ήταν επικεφαλής του Κόμματος. Είχε την άποψή του για την πλειοψηφία των ζητημάτων. Και, για παράδειγμα, στην Ολομέλεια της Μοσχοβίτικης Επιτροπής του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (μπ) [ΜΕ ΠΚΚ (μπ)], το 1928, με στοιχεία τοποθετήθηκε ενάντια στην πρόταση του Ρίκοφ να επεξεργαστούν, παράλληλα με το πεντάχρονο σχέδιο της λαϊκής οικονομίας, και δίχρονο σχέδιο ανάπτυξης της αγροτικής οικονομίας.

Ναυπηγείο στην ΕΣΣΔ
Ναυπηγείο στην ΕΣΣΔ
Ως μια από τις ιδιαίτερα βασικές κοινωνικο-οικονομικές θέσεις του Στάλιν, που είχαν επαναστατική σημασία για την ανάπτυξη της οικονομίας της ΕΣΣΔ, πρέπει να καταμετρήσουμε και τη θέση του, το 1929, για την αποφασιστική στροφή της αγροτικής παραγωγής στη σοσιαλιστικοποίηση του χωριού.

Μεταξύ της πληθώρας των προβλημάτων για την αποκατάσταση της οικονομίας και την οικοδόμηση του νέου καθεστώτος, το πρόβλημα του χωριού ήταν κύριο, αφού η αγροτιά αποτελούσε την απόλυτη πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας και παρέμενε και μετά την επανάσταση ιδιωτικός «τομέας», στα χέρια της οποίας βρισκόταν η εξασφάλιση της χώρας με τρόφιμα.

Ο αγροτικός συνεταιρισμός (ακόμα και οι κομμούνες) εμφανίστηκε στην αρχή σαν αυθόρμητο από τα κάτω και μόνο αργότερα αναγνωρίστηκε σαν στρατηγική γραμμή (κατ' αρχάς σαν σύνθημα). Τα πρώτα χρόνια της ΝΕΠ ήταν χρόνια ειρήνης, επιστροφής των ανδρών στο χωριό, χρόνια ολόπλευρης βοήθειας προς τους αγρότες από το προλεταριακό κράτος με την αγορά γι' αυτούς αρότρων και με τη γρήγορη αποκατάσταση της βιομηχανίας. Αυτά τα γεγονότα, σε συνδυασμό με τις σχετικά καλές καιρικές συνθήκες, οδήγησαν σε ελπιδοφόρα αποτελέσματα. Μερικώς ξεπεράστηκε η πείνα από τη μειωμένη σοδειά του 1921. Ομως, ταυτόχρονα, άρχισαν να ενισχύονται και οι κουλάκοι και η ανθρωποφάγα εξουσία τους στο χωριό. Και το κύριο ήταν ότι αυτή η πραγματικότητα δεν είχε προοπτική, κάτι που στην πράξη εμφανίστηκε αρκετά σύντομα.

Σε γαλακτοβιομηχανία της ΕΣΣΔ
Σε γαλακτοβιομηχανία της ΕΣΣΔ
Ο γενικός θεωρητικός δρόμος για τους συνεταιρισμούς στην αγροτική οικονομία ήταν λίγο - πολύ ξεκάθαρος υπό το φως του λενινιστικού άρθρου «Για τους συνεταιρισμούς». Στα επόμενα 4-5 χρόνια, οι συνεταιρισμοί ακολούθησαν φυσικούς, αργούς ρυθμούς. Στα μέσα του 1928 είχαν συνεταιριστικοποιηθεί το 1,7% των αγροτικών νοικοκυριών. Σε ένα κολχόζ αντιστοιχούσαν 13 νοικοκυριά. Τα 15 χιλιάδες κολχόζ και τα χίλια πεντακόσια σοβχόζ παρέμειναν σταγόνα στον ωκεανό ανάμεσα σε 25 εκατομμύρια ατομικά νοικοκυριά. Σαν αποτέλεσμα, η χώρα βρέθηκε στα όρια της κρίσης.

Ο Στάλιν στην οξεία ενδοκομματική διαπάλη πήρε τη μοναδικά σωστή απόφαση και δυναμικά έστρεψε το τιμόνι στην πλευρά της σοσιαλιστικοποίησης του χωριού (δεν ήταν μόνο η συνεταιριστικοποίηση, αλλά και η οικοδόμηση εργοστασίων τεχνολογίας της αγροτικής οικονομίας, η οργάνωση μηχανοτρακτερικών σταθμών (ΜΤΣ), η οργάνωση προμηθειών και η αποθήκευση προϊόντων αγροτικής οικονομίας).

Θεωρητικά ήταν καθαρό ότι τα μικρά αγροτικά νοικοκυριά δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες, δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την αγροτεχνολογική πρόοδο. Ομως, οι αλλαγές τραβούσαν σε μάκρος, λόγω της δυσκολίας του ζητήματος και η αναγκαιότητά τους ολοφάνερα αυξανόταν. Ετσι, για παράδειγμα, σύμφωνα με στοιχεία του στατιστικού δελτίου της Μόσχας και του Κυβερνείου της Μόσχας το 1927 (εκδόθηκε το 1928), στο Κυβερνείο της Μόσχας από το 28,5% των αγροτικών νοικοκυριών είχαν ζώα εργασίας μόνο 18,6% (το 1917 είχαν 45,1%) και αγελάδες (το 1917 το 32%). Κατά μέσον όρο ένα νοικοκυριό είχε 2 εκτάρια καλλιεργήσιμης γης και το 30% των νοικοκυριών είχαν από 0,1 έως 1 εκτάριο. Η παραγωγή σίκαλης ανά εκτάριο ήταν 8,4 μετρικούς στατήρες, της πατάτας ήταν 6,6 τόνοι. Τα υποδειχθέντα 30% των νοικοκυριών ήταν φυσικά «αυτοτρεφόμενα», τα οποία δεν μπορούσαν να θρέψουν ούτε τους εαυτούς τους ούτε τις πόλεις.

Μεγάλη κλωστοϋφαντουργική μονάδα στην ΕΣΣΔ
Μεγάλη κλωστοϋφαντουργική μονάδα στην ΕΣΣΔ
Η παραγωγή στα μικρά αγροτικά νοικοκυριά, αν και ήταν απελευθερωμένη από το ζυγό των τσιφλικάδων, δεν είχε προοπτικές και οι ελλείψεις σε ψωμί έμπαιναν σαν εμπόδιο για την εκβιομηχάνιση, για την εξασφάλιση της αναγκαίας αύξησης του αριθμού των εργαζομένων στη βιομηχανία και την οικοδόμηση. Εκείνη την περίοδο, η αργοπορημένη σοσιαλιστικοποίηση του χωριού οδήγησε στη λεγόμενη «κρίση των προμηθειών σε ψωμί» του 1927 - 1928. Απαιτείτο να βγουν τα σωστά συμπεράσματα, τα οποία αργοπορούσαν λόγω της διαφορετικής εκτίμησης των αιτιών της κρίσης. Στην πραγματικότητα, αυτό ήταν μια κρίση της ιδιωτικής χρήσης της γης και της οικιακής οικονομίας. Αύξηση της εμπορικότητας (του περισσεύματος, πάνω από την κατανάλωση του χωριού) δεν έγινε, μια και το μεγαλύτερο μέρος των σιτηρών το κατανάλωναν οι ίδιοι οι αγρότες για να «αυτοτραφούν». Το μικρό νοικοκυριό δεν έδινε προοπτικές και στην ανάπτυξη της παραγωγικότητας. Το σιτάρι του εμπορίου, όσο υπήρχε, έμενε στα χέρια των κουλάκων προσανατολισμένο μόνο για κέρδος (από εδώ και η άνοδος των τιμών). Ο μηχανισμός προμηθειών σε ψωμί ήταν αναγκασμένος να ψάξει για «έκτακτα μέτρα», αλλά η απειλή της πείνας για την ανθηρή πόλη (βιομηχανία) αυξήθηκε και η πολιτική πίεση των κουλάκων που κρατούσαν το ψωμί ενισχύθηκε.

Πλατφόρμα άντλησης πετρελαίου στην ΕΣΣΔ
Πλατφόρμα άντλησης πετρελαίου στην ΕΣΣΔ
Η επιλογή του Στάλιν (και των συνεργατών του) υπέρ της επιτάχυνσης της σοσιαλιστικοποίησης του χωριού ήταν αντικειμενικά προσδιορισμένη και τεκμηριωμένη (όπως μας έδειξαν και τα χρόνια του Μεγάλου Πατριωτικού πολέμου και η αύξηση της κατανάλωσης των προϊόντων διατροφής στην ΕΣΣΔ, που προπορευότανε σε πολλούς δείκτες ακόμα και από τις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες), χωρίς να παραβλέπουμε ότι η δυσκολότατη διαδικασία συνεταιριστικοποίησης, σαν αποτέλεσμα της απαραίτητης βιασύνης, δεν μπορούσε να μη συνοδευτεί από λάθη και ατοπήματα. Μπορούμε να σημειώσουμε ότι η πρόοδος στην αγροτική οικονομία που ακολούθησε, στην οποία ώθηση έδωσε η σοσιαλιστικοποίηση, θα μπορούσε να ήταν ακόμα ψηλότερα, εάν δεν υπήρχαν οι τεράστιες απώλειες του Μεγάλου Πατριωτικού πολέμου και ακόμα και το ότι τα μέσα για την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας δεν παραδίνονταν εξ ολοκλήρου. Στην ΕΣΣΔ, παρά την τεράστια βοήθεια στην αγροτική παραγωγή, υπήρχαν σημαντικά λιγότερα τρακτέρ και κομπάιν ανά εκτάριο αγροτικού νοικοκυριού, λιγότερα λιπάσματα από ό,τι στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.

Η γνώση της οικονομίας, των μηχανισμών λειτουργίας της, οι ιδιαιτερότητές της στην ΕΣΣΔ, καθώς και οι προτεραιότητες της σοσιαλιστικής πολιτικής επέτρεψαν στον Ι. Στάλιν να παίρνει τεκμηριωμένες θέσεις, ακόμα ίσως και για στενά, ειδικά ζητήματα. Ο γηραιός Λαϊκός Επίτροπος Οικονομικών Α. Γκ. Ζβεριόβ θυμόταν αργότερα ένα τέτοιο επεισόδιο. Γινόταν λόγος για τη λεγόμενη «πιστωτική μεταρρύθμιση», σχέδιο της οποίας παρουσίασε στο Συμβούλιο Λαϊκών Επιτρόπων η Κρατική Τράπεζα (πρόεδρος ήταν εκείνο τον καιρό ο Ν. Α. Μπουλγκάνιν). Σύμφωνα με αυτό προτεινόταν, εν μέρει, να εισαχθεί το βραχυπρόθεσμο εμπορικό δάνειο και οι συναλλαγματικές. Οι τέτοιου είδους πράξεις των επιχειρήσεων ήταν αναγκασμένες να προσπερνούν το Λαϊκό Επιτροπάτο των Οικονομικών, το οποίο μέσω του προϋπολογισμού διενεργούσε τον έλεγχο της διαδικασίας για τη γενική - σε κρατικό επίπεδο - συσσώρευση αποθεμάτων και στη συνέχεια για τη σκόπιμη κατανομή τους. Στην προτεινόμενη «μεταρρύθμιση», για την τεκμηρίωση της οποίας προσκλήθηκαν ειδικοί επιστήμονες από την πιστωτικο-οικονομική επιστήμη και η οποία είχε τη στήριξη μερικών μελών του Πολιτικού Γραφείου, ορθωνόταν η αυτοτέλεια των οικονομικών πράξεων στην κυκλοφορία και στην περίπτωση που δεν επαρκούσαν τα μέσα κυκλοφορίας θα έπρεπε να «βαρύνεται» ο προϋπολογισμός παραπάνω από το σχέδιο. Στη συνεδρίαση του γραφείου του Συμβουλίου των Λαϊκών Επιτρόπων στις αρχές του 1941, την πλειοψηφία των ειδικών ερωτήσεων τις έκανε ο Στάλιν και στη συνέχεια τοποθετήθηκε και με γνώση του ζητήματος έδειξε ότι η «πιστωτική μεταρρύθμιση» δε θα εξυπηρετήσει την ενίσχυση της οικονομίας του σοσιαλισμού και ότι μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στην εμφάνιση χρηματιστηρίων. Η συγκεντροποίηση θα αδυνάτιζε με την εμφάνιση του χάους των συναλλαγματικών. Στο σύνολό της η «μεταρρύθμιση» δεν πραγματοποιήθηκε αν και μεμονωμένες προτάσεις της Κρατικής Τράπεζας (ειδικά για την τραπεζική πίστωση) έγιναν αποδεκτές. Με ξεκάθαρες μαρξιστικές θέσεις προσέγγιζε ο Στάλιν και τις τοποθετήσεις στην περίοδο της οικονομικής συζήτησης. Και γι' αυτό οι εκτιμήσεις είναι συχνά πιστότερες από ό,τι των ειδικών - πρακτικιστών, οι οποίοι φαίνεται ότι μόνο ανάγνωση έκαναν την οικονομία. Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι την ίδια χρονική περίοδο ο Στάλιν εργαζόταν στο πραγματικά υπάρχον επιστημονικο-κατηγορικό επίπεδο.

Βιομηχανία μηχανοκατασκευών στην ΕΣΣΔ
Βιομηχανία μηχανοκατασκευών στην ΕΣΣΔ
Ετσι, είναι φυσικό ότι στο έργο του 1938 ο Στάλιν δίνει προσοχή στο πρόβλημα της ιδιοκτησίας. Επισημαίνουμε ότι το ζήτημα της βάσης των σχέσεων παραγωγής είναι λίγο περιορισμένο, όπως και σε άλλους Σοβιετικούς συγγραφείς. Εξετάζεται μόνο η «ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής». Κατ' αυτόν τον τρόπο εμφανίστηκε σαν νομική «παρέκκλιση» στην κατανόηση της βάσης του καθεστώτος των σχέσεων. Τότε - και πολύ αργότερα - σαν βάση, σαν βασική σχέση της σοσιαλιστικής οικονομίας ήταν αποδεκτή η παλλαϊκή (στην πράξη - κρατική) ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Αυτό τότε ήταν μια παράδοση που την αποδέχτηκε και ο Στάλιν. Αξίζει να δώσουμε προσοχή, σε αυτό το σημείο, με την έννοια ότι το συγκεκριμένο μεθοδολογικό «αμάρτημα» δεν είναι κάτι που προέρχεται από τον Στάλιν, αλλά ήταν κοινά αποδεκτή θέση, η οποία διατηρείται και μέχρι σήμερα. Ο Στάλιν βρισκόταν στο περιβάλλον της γενικής αντίληψης της εποχής του.

Μεταξύ των άλλων, ακόμη και ο Κ. Μαρξ στην κριτική του Προυντόν (υπενθυμίζουμε τον αφορισμό του Προυντόν: «Η ιδιοκτησία είναι κλοπή») υποδείκνυε τη μη «κατανόηση της βασικής σχέσης, η οποία συνενώνει όλες τις μορφές της αστικής παραγωγής». Η ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής είναι η βασικότατη ποιότητα του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος, όμως παρ' όλα αυτά, σαν ιδιαίτερη βάση του καπιταλισμού ο Μαρξ έβλεπε τη σχέση «κεφάλαιο - μισθωτή εργασία». Σε άλλες περιπτώσεις οι θεμελιωτές του επιστημονικού κομμουνισμού έγραφαν για το ρόλο της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας: «Η σχέση μεταξύ κεφαλαίου - μισθωτής εργασίας είναι ο άξονας, γύρω από τον οποίο περιστρέφεται το κοινωνικό μας σύστημα». Υπάρχουν και πολλές άλλες υποδείξεις των κλασικών, εκ των οποίων συνάγεται ότι, τουλάχιστον: 1) η ιδιοκτησία δε ανάγεται στην κατοχή μέσων παραγωγής, 2) πάντα υπάρχει μια μορφή ιδιοκτησίας που προσδιορίζει το δεδομένο σύστημα.

Αξιοποίηση ηλιακής ενέργειας
Αξιοποίηση ηλιακής ενέργειας
Από εδώ μπορούμε να βγάλουμε σημαντικά συμπεράσματα, συμπεριλαμβανομένου και του αβάσιμου «της περεστροϊκής διατύπωσης» - για «πολύμορφες μορφές ιδιοκτησίας» - που απέκρυπτε την παλινόρθωση του καπιταλισμού, την αντεπανάσταση. Ακόμα και στα τελευταία σοβιετικά εγχειρίδια της πολιτικής οικονομίας δεν ήταν εμφανές αυτό το ζήτημα. Πολύ περισσότερο δεν ήταν ξεκάθαρο στη συζήτηση του 1951, όταν στην αγροτική συνεταιριστική ιδιοκτησία δε διαφαινόταν η τάση συγχώνευσης με την παλλαϊκή, όπως αυτή εμφανίστηκε μετά από 20 χρόνια.

Αυτή η μεθοδολογική ανακρίβεια, στην περίοδο της οικονομικής συζήτησης το Νοέμβρη του 1951, επέτρεψε να εμφανιστούν μερικές ασάφειες στη θέση για τις εμπορευματο - χρηματικές μορφές. Στο οικονομικό καθεστώς, στα ουσιαστικά χαρακτηριστικά του, σαν να μεταφερόταν η νομοθετικά κατοχυρωμένη από το Σύνταγμα θέση για τις δύο μορφές σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας, της κρατικής και κολχόζνικης - συνεταιριστικής. Η διατύπωση αυτών των δύο μορφών δικαίου ήταν υπαρκτή, όπως και η διατύπωση κάθε άλλου δικαίου. Ομως, από οικονομικής πλευράς κάθε τρόπος παραγωγής έχει μία κυρίαρχη μορφή ιδιοκτησίας, δηλαδή μορφή σύνδεσης των παραγόντων της παραγωγής. Για το σοσιαλισμό (κομμουνισμό) αυτό είναι η παλλαϊκή ιδιοκτησία στα βασικά μέσα παραγωγής, που έχει τη μορφή της κρατικής ιδιοκτησίας.

Στις συζητήσεις για το εγχειρίδιο Πολιτικής Οικονομίας

Η σοβιετική οικονομική επιστήμη μετά την επανάσταση αναπτύχθηκε αρκετά δυναμικά, στηριζόμενη στις πηγές των προεπαναστατικών μαρξιστικών επεξεργασιών, αν και αντιμετώπιζε αρκετά άγνωστα καθαρά πρακτικά προβλήματα. Εγινε μεγάλος αριθμός πρακτικο-οικονομικών και υψηλών θεωρητικών συζητήσεων. Στις θεωρητικο-οικονομικές διαδικασίες συμμετείχαν όχι μόνο μαρξιστές, αλλά και οικονομολόγοι-συνοδοιπόροι. Σε σημαντικό βαθμό κυκλοφορούσαν τα παλιά προεπαναστατικά εγχειρίδια της πολιτικής οικονομίας, οι εργασίες του αντιμαρξιστή σοσιαλιστή Μ. Τουγκάν - Μπαρανόφσκι, του μενσεβίκου Π. Μασλόφ, του αστού ειδικού Λ. Γιουρόφσκι και άλλων. Μεταξύ των πολλών συζητήσεων στα τέλη της δεκαετίας του '20 έγινε και η συζήτηση για το αντικείμενο της πολιτικής οικονομίας. Σε αυτή διατηρήθηκε η «παράδοση» του περιορισμού του αντικειμένου της πολιτικής οικονομίας στον καπιταλισμό. Για πολλά χρόνια τα νέα εγχειρίδια της πολιτικής οικονομίας είχαν παράρτημα με την ονομασία «Θεωρία της σοβιετικής οικονομίας» (ή ξεχωριστά διδασκαλία οικονομικής πολιτικής).

Το φυσικό αέριο, οικονομική πηγή ενέργειας
Το φυσικό αέριο, οικονομική πηγή ενέργειας
Εγινε συζήτηση για την παραγωγική και μη παραγωγική εργασία. Μεγάλη θεωρητική και πρακτική σημασία είχε η συζήτηση για τους ρυθμιστές της σοβιετικής οικονομίας. Στην πραγματικότητα η συζήτηση αυτή ήταν για τον οικονομικό μηχανισμό της σοσιαλιστικής οικονομίας (ή συντομότερα ακόμη για τη μεταβατική οικονομία) και ταυτόχρονα ήταν η πρώτη συζήτηση για τη χρησιμοποίηση των εμπορευματικο-χρηματικών μορφών. Σύμφωνα με αυτή, οι ρυθμιστές κατανοούνταν με διαφορετικό τρόπο, συμπεριλαμβανομένης και της θέσης για τους δύο ρυθμιστές με τη μορφή «σχέδιο και αγορά».

Σε αυτό το φόντο και με τον υπολογισμό της ανακήρυξης του τέλους της μεταβατικής περιόδου (οικοδόμηση του σοσιαλισμού κατά βάση) εμφανίστηκε η πρακτική και η ιδεολογική αναγκαιότητα για τη συστηματοποίηση των επεξεργασιών για την οικονομία του σοσιαλισμού, για την επεξεργασία της θεωρίας της πολιτικής οικονομίας του σοσιαλισμού.

Εννοείται πως στην εξεταζόμενη περίοδο, στη βάση των θεωρητικών επεξεργασιών των ειδικών, που στέκονταν στην πλευρά της σοσιαλιστικής προόδου, βρισκόταν η θεωρία του μαρξισμού και που αναπτύχθηκε πρώτ' απ' όλους από τον Β. Ι. Λένιν. Ομως ο ίδιος ο Μαρξ θεωρούσε χωρίς αντικείμενο να «περιγράψει» το μελλοντικό οικονομικό σύστημα, περιοριζόμενος στον ορισμό των βασικών αντικειμενικών χαρακτηριστικών της ιστορικής του προοδευτικότητας. Δεν «προέτρεξε» μακριά μπροστά και ο Β. Ι. Λένιν. Επίσης, η μεθοδολογία της μαρξιστικής θεωρίας μπορούσε υπό ορισμένες συνθήκες να προσεγγιστεί με διαφορετική σημασία. Στην πράξη υπήρχε επίσης η εμπειρία της μεταβατικής περιόδου στο σοσιαλισμό, που απαιτούσε θεωρητική περίσκεψη με συμπεράσματα για το μέλλον.

Στην ΚΕ του ΚΚΣΕ έφταναν ζητήματα και προτάσεις για τη συστηματοποίηση των οικονομικών γνώσεων. Εφταναν από τα κάτω και εν μέρει από τους διδάσκοντες (από εδώ και το ζήτημα «για το εγχειρίδιο»). Πραγματικά, η διασπορά απόψεων και προσεγγίσεων στον τομέα των οικονομικο-θεωρητικών γνώσεων ήταν όχι απλά μεγάλη, αλλά ακουμπούσε και τέτοια θεμελιακά σημεία όπως η ύπαρξη νομοτελειών στην ανάπτυξη του σοσιαλισμού. Τέτοιες ήταν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις στην επεξεργασία των θεωρητικών προβλημάτων, που κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του '30 πήραν τη μορφή του ζητήματος για τη δημιουργία εγχειριδίου (Βλ. Απόφαση της ΚΕ του ΠΚΚ(μπ) «Για την ανασυγκρότηση της διδασκαλίας της πολιτικής οικονομίας» του 1936).

Είναι ολοφάνερο ότι αρχικά το καθήκον δε φαινόταν και τόσο δύσκολο. Φαινόταν πως μέσα σε δύο μήνες θα μπορούσαν να δημιουργηθούν δύο εγχειρίδια: ένα εκλαϊκευμένο υπό την καθοδήγηση του Α. Α. Λεόντιεφ (σύμφωνα με κάποια δεδομένα το έγραψε μόνος του) και ένα από τους επαγγελματίες υπό την καθοδήγηση του Κ. Β. Οστροβιτιάνοφ. Μετά επήλθε επαναπροσδιορισμός του ζητήματος και στα 1938 προσκόμισαν στον Στάλιν την εκδοχή (στη συνέχεια συνήθως τις ονόμαζαν «μακέτες») του εγχειριδίου με την ονομασία «Πολιτική Οικονομία. Σύντομη διδασκαλία», υπό τη σύνταξη των Λ. Λεόντιεφ και Α. Στέτσκι.

Η εκδοχή του εγχειριδίου που έφθασε στα χέρια του Στάλιν το 1938 (και μου φαίνεται και σε άλλους που γνωρίστηκαν με το κείμενο) δεν του άρεσε και πάρθηκε η απόφαση να συνεχιστεί η επεξεργασία της μακέτας υπό την καθοδήγηση του Λ. Λεόντιεφ. Τον Απρίλη του 1940 ήταν έτοιμη νέα εκδοχή της μακέτας, η οποία απεστάλη σε μερικούς επιστήμονες οικονομολόγους (μέρος των οποίων αργότερα μπήκαν στην κολεκτίβα των συγγραφέων: Κ. Β. Οστροβιτιάνοφ, Α. Ι. Πασκόφ, Γκ. Ι. Κοσιατσένκο). Ο Στάλιν σε κάποια σημεία διόρθωνε ο ίδιος, κάνοντας συμπληρώσεις. Το Δεκέμβρη του 1940 εμφανίστηκε η διορθωμένη εκδοχή (σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του Α. Ι. Πασκόφ συζητήθηκε η μακέτα που την έκανε μόνος του ο Λ. Λεόντιεφ), η οποία έγινε αντικείμενο συζήτησης κατά τη συνάντηση του Στάλιν (συμμετείχαν οι Β. Μ. Μολότοφ και Ν. Α. Βοζνεσένσκι) με την κολεκτίβα των συγγραφέων και μια σειρά άλλους προσκεκλημένους ειδικούς. Ολόκληρη η μακέτα κατακρίθηκε.

Οπως βλέπουμε, η εργασία γινόταν συλλογικά με την προσωπική συμμετοχή του Στάλιν. Ο πόλεμος, βεβαίως, διέκοψε αυτή την εργασία. Ομως το 1943 στο περιοδικό «Υπό τη σημαία του μαρξισμού» (Νο 7-8, 1943) εμφανίστηκε το άρθρο της σύνταξης «Μερικά ζητήματα της διδασκαλίας της πολιτικής οικονομίας», όπου ήταν ολοφάνερος ο υπολογισμός των παρατηρήσεων του Στάλιν, που έγιναν το 1941 (τη συγγραφή του άρθρου ο Λ. Λεόντιεφ την κατέγραφε στον εαυτό του, αν και μετά τη συζήτηση στο γραφείο του Στάλιν φαίνεται ότι δεν ήταν ήδη στην κολεκτίβα των συγγραφέων, της οποίας επικεφαλής ήταν ο Κ. Β. Οστροβιτιάνοφ). Οι υποδείξεις και παρατηρήσεις του Στάλιν στη συζήτηση στην πραγματικότητα αποτελούσαν ήδη άμεση συμμετοχή του στη θεωρητική εργασία των οικονομικών προβλημάτων. Πριν από αυτό δε συμμετείχε άμεσα στις διάφορες οικονομικές συζητήσεις που δημοσιεύτηκαν στον Τύπο στις δεκαετίες του '20 και του '30. Μετά από αυτή τη συζήτηση, μαζί με όλες τις άλλες διευκρινίσεις, η ερμηνεία των εμπορευματικο-χρηματικών μορφών στο σοσιαλισμό απέκτησε νέα μορφή. «Ως το 1941 εμείς, οι Σοβιετικοί οικονομολόγοι, όπως είναι γνωστό, με επιμονή επιβεβαιώναμε ότι το εμπόρευμά μας δεν είναι εμπόρευμα, τα χρήματά μας δεν είναι χρήματα και ότι ο νόμος της αξίας στο σοσιαλισμό δε λειτουργεί. Μας διόρθωσαν», έτσι χαρακτηρίζει το αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης ο Α. Ι. Πασκόφ στο βιβλίο του «Οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού».

Κατά τη γνώμη μου, ο κυριότερος νεωτερισμός του άρθρου της σύνταξης του περιοδικού «Υπό τη σημαία του μαρξισμού», που υπενθυμίσαμε παραπάνω, ήταν η αναγνώριση ότι ο νόμος της αξίας λειτουργεί στο σοσιαλισμό, όμως σαν «μεταμορφωμένος νόμος», σαν «νόμος σε μεταμορφωμένη μορφή». Στην πραγματικότητα ο μεταμορφωμένος αυτός νόμος της αξίας ερμηνευόταν από υπολογιστική άποψη (υπολογισμός των εξόδων, των δαπανών) και όχι βεβαίως ως ρυθμιστής της παραγωγής. Πολύ περισσότερο η αναγνώριση του νόμου της αξίας ως υπαρκτού (αναγνώριση με την παραπομπή ότι τυχόν άρνησή του «βρίσκεται σε ολοφάνερη αντίθεση με τις πολυάριθμες (!) υποδείξεις των κλασικών» και με παραπομπές για τη συμβολή στη θεωρία που έγινε από τον Ι. Στάλιν, ο οποίος έδωσε το ότι «δεν μπορούσε να προβλεφτεί όχι μόνο από το Μαρξ αλλά ακόμη και από το Λένιν»), κρίνοντας από το κείμενο του άρθρου, ακόμη δε σήμαινε αναγνώριση της εμπορευματικής παραγωγής στο σοσιαλισμό (σε κάθε περίπτωση, γι' αυτό δεν ειπώθηκε τίποτε). Μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι αυτό το ζήτημα για το συγγραφέα (τους συγγραφείς) αυτού του άρθρου δεν ήταν ξεκάθαρο.

Σε ποιο βαθμό η θέση για τη λειτουργία του μεταμορφωμένου νόμου της αξίας στο σοσιαλισμό άλλαζε τις παλιότερες αντιλήψεις σε αυτό το ζήτημα; Μπορούμε να πούμε ότι αυτές οι αλλαγές περιεκτικά (όχι ως προς την ορολογία) ήταν πολύ λίγο ουσιαστικές (αν και η εισαγωγή της λέξης «νόμος» επιβεβαίωνε την αντικειμενικότητα των αντίστοιχων μορφών). Αυτό μπορούμε να το δούμε για παράδειγμα στον Ν. Α. Βοζνεσένσκι: «Ο περισσότερο στοιχειώδης νόμος των δαπανών παραγωγής και της κατανομής των προϊόντων είναι ο μεταμορφωμένος στη σοβιετική οικονομία νόμος της αξίας... ο νόμος αυτός σημαίνει την αναγκαιότητα να εισαχθεί ο χρηματικός και όχι απλά ο φυσικός υπολογισμός και η σχεδιασμένη δαπάνη παραγωγής, δηλαδή τα έξοδα της κοινωνικής εργασίας στην παραγωγή του κοινωνικού προϊόντος».

Μετά τον πόλεμο ο Στάλιν και πάλι παρότρυνε την εργασία πάνω στο εγχειρίδιο της πολιτικής οικονομίας. Σύμφωνα με τον Λ. Οπένκιν, το 1946 υπό την καθοδήγηση του Λ. Λεόντιεφ έγινε νέα επεξεργασία του και η ΚΕ του Κόμματος απέστειλε το κείμενο για γνώμη σε περισσότερους από 40 οικονομολόγους. Ομως δεν επιτεύχθηκε συμφωνία και το 1947 στην ΚΕ του ΠΚΚ (μπ) δημιουργήθηκε πλατιά επιτροπή, όχι μόνο από οικονομολόγους. Σε αυτή συμμετείχαν και φιλόσοφοι, και ιστορικοί. Σαν αποτέλεσμα, σύμφωνα με τον Λ. Οπένκιν, εμφανίστηκαν δύο εκδοχές του εγχειριδίου (σύμφωνα με μαρτυρίες του Μ. Ντζιμπούτι, η εκδοχή του 1950 ήταν μια), όμως ο συγγραφέας του παρόντος άρθρου είδε δύο-τρεις ανώνυμες μακέτες εκείνου του καιρού, φτιαγμένες τυπογραφικά. Φαίνεται ότι ήταν ενδιάμεσες εκδοχές.

Το Φεβρουάριο του 1950 έγινε συνεδρίαση των συγγραφέων στο γραφείο του Στάλιν. Αποτέλεσμα αυτής της συνεδρίασης ήταν να δημιουργηθεί επιτροπή, στη σύνθεση της οποίας ήταν οι Γ. Μ. Μάλενκοφ, Λ. Α. Λεόντιεφ, Κ. Β. Οστροβιτιάνοφ και Π. Φ. Γιουντίν. Αργότερα η επιτροπή διευρύνθηκε.

Σύμφωνα με τον Λ. Οπένκιν, η κατάσταση συζητήθηκε και πάλι με τους συγγραφείς στο γραφείο του Στάλιν τον Απρίλιο του 1950. Ο Στάλιν έκανε την παρατήρηση: «Είναι κακό ότι στην επιτροπή δεν υπάρχει αντιπαράθεση ούτε λογομαχία για θεωρητικά ζητήματα». Και ανακοίνωσε ότι με το που θα είναι έτοιμο το εγχειρίδιο «θα το θέσουμε στην κρίση της κοινής γνώμης». Μιλώντας διαφορετικά, ο Στάλιν προσέγγιζε την εργασία για το εγχειρίδιο με μεγάλη υπευθυνότητα και βεβαίως δεν έτεινε να πάρει όλη την ευθύνη.

Τον Ιούλιο του 1951 το κείμενο του εγχειριδίου ήταν έτοιμο και το απέστειλαν σε περίπου 250 επιστήμονες, καθηγητές, κομματικούς και οικονομικούς εργαζόμενους με συνοδευτική επιστολή με το ακόλουθο περιεχόμενο:

«Κατόπιν ανάθεσης της ΚΕ του ΠΚΚ (μπ), ομάδα σοβιετικών οικονομολόγων (σ.σ. Λάπτεφ Ι. Ντ., Λεόντιεφ Λ. Α., Οστροβιτιάνοφ Κ. Β., Πάσκοφ, Α. Ι., Σεπίλοφ Ι. Ντ., Γιουντίν Π. Φ.) προετοίμασε το εγχειρίδιο της πολιτικής οικονομίας (σχέδιο).

Η ΚΕ δίνει μεγάλη σημασία στη δημιουργία ολοκληρωμένης διδασκαλίας της πολιτικής οικονομίας. Τέτια μαθήματα είναι ουσιαστικά αναγκαία για να βελτιωθεί η υπόθεση της μαρξιστικο-λενινιστικής διαπαιδαγώγησης της σοβιετικής διανόησης και να βοηθηθούν τα στελέχη μας επιτυχώς να λύνουν τα πρακτικά καθήκοντα...

Εχοντας υπόψη ότι το προετοιμασμένο κείμενο χρειάζεται σοβαρές βελτιώσεις, η ΚΕ του ΠΚΚ (μπ) θεωρεί απαραίτητο να πραγματοποιήσει με το παρουσιαζόμενο εγχειρίδιο ελεύθερη συζήτηση... Αποστέλλοντάς σας αντίγραφο της μακέτας του εγχειριδίου η ΚΕ του ΠΚΚ (μπ) σας προσκαλεί να λάβετε μέρος στη συζήτηση που θα πραγματοποιηθεί στη Μόσχα...».

Η συζήτηση ξεκίνησε στις 10 Νοέμβρη 1951 στο κτίριο της ΚΕ του Κόμματος (στο πανό που υπήρχε στην αίθουσα ήταν γραμμένο: «Η επιστήμη δεν μπορεί να αναπτυχθεί και να προχωρήσει χωρίς πάλη των απόψεων, χωρίς ελευθερία της κριτικής»). Η συζήτηση διήρκεσε με διαλείμματα ως τις 8 Δεκέμβρη. Εγιναν 21 συνεδριάσεις σε Ολομέλεια, επίσης γίνονταν συνεδριάσεις σε τρία τμήματα. Στις συνεδριάσεις παρευρίσκονταν ως 240 άτομα και μίλησαν συνολικά 119 άτομα. Προήδρευσαν της συζήτησης ο Γκ. Μ. Μάλενκοφ (μίλησε εισηγητικά καλώντας σε ελεύθερη συζήτηση και συγκεκριμένες προτάσεις στο σχέδιο-κειμένου του εγχειριδίου) και ο Μ. Α. Σουσλώφ. Τα υλικά της συζήτησης αποτέλεσαν 38 τόμους τα οποία δυστυχώς δε δημοσιεύτηκαν (εκτός από την ομιλία στη συζήτηση του Κ. Β. Οστροβιτιάνοφ που δημοσιεύτηκε στη «Συλλογή έργων» του), αν και αυτό το ζήτημα το έθεσε ο συγγραφέας του παρόντος πολλές φορές στο Τμήμα Οικονομικών της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ. Μεταξύ των άλλων, αυτά τα υλικά περιέχουν πολλά διδακτικά.

Η συζήτηση ήταν πραγματικά ανοικτή και οξεία, ακόμα και όταν γινόταν αναφορά στο Στάλιν ή όταν εμφανίστηκαν και αιχμές για ανεπαρκείς συνθήκες ελεύθερης ανταλλαγής απόψεων, όμως ο Γκ. Μ. Μάλενκοφ δεν αντιδρούσε σε αυτό. Από πλευράς περιεχομένου στη συζήτηση μπήκαν πληθώρα θεωρητικών, μεθοδολογικών και πρακτικών ζητημάτων. Τα βασικότερα από αυτά φωτίζονται επαρκώς στην «Παγκόσμια ιστορία οικονομικής σκέψης» (τ. 6).

Με την ολοκλήρωση της συζήτησης το Φλεβάρη του 1952, ο Στάλιν έγραψε την εργασία «Παρατηρήσεις στα οικονομικά ζητήματα, που σχετίζονται με τη συζήτηση του Νοέμβρη του 1951». Αρχικά ο Στάλιν δε σκόπευε να τη δημοσιεύσει, αλλά μάλλον να την απευθύνει στην κολεκτίβα των συγγραφέων και έχοντας υπόψη τις προετοιμαζόμενες - είναι ολοφάνερο, με εντολή του - μετά τη συζήτηση «Πληροφορίες για τα ζητήματα διαμάχης» και τις «Προτάσεις για τη βελτίωση της Πολιτικής Οικονομίας». Πιθανόν, αυτές οι «Παρατηρήσεις» να εξυπηρέτησαν την προετοιμασία της συνάντησης με τους συμμετέχοντες στη συζήτηση το Φλεβάρη του 1952. Το γεγονός της συνεδρίασης της 15ης Φλεβάρη 1952 επιβεβαιώνεται στην προαναφερθείσα «Παγκόσμια ιστορία της οικονομικής σκέψης». Γι' αυτή τη συνάντηση έγραψε ο Ντ. Βαλαβόι στο βιβλίο «Η οικονομία σε ανθρώπινη διάσταση» (1988), αναφέροντας μια σειρά από απαντήσεις του Στάλιν στα ζητήματα που τέθηκαν. Στο Στάλιν προσωπικά απεστάλησαν επιστολές με κριτική στη μακέτα του εγχειριδίου ή με την παράκληση να ξεκαθαρίσει κάποια ζητήματα. Σαν αποτέλεσμα, από ό,τι φαίνεται, ο Στάλιν άλλαξε την αρχική του σκέψη και το Νοέμβρη του 1952 οι «Παρατηρήσεις» μαζί με τις απαντήσεις του Στάλιν δημοσιεύτηκαν με τον κοινό τίτλο «Οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ».

Αντί επιλόγου

Τέτια ήταν, σε συντομία, η προσωπική συμβολή του Στάλιν στην επεξεργασία της πολιτικής οικονομίας του σοσιαλισμού. Σαν αποτέλεσμα, το 1954 εκδόθηκε υπό την αιγίδα του Ινστιτούτου Οικονομίας της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ το εγχειρίδιο της Πολιτικής Οικονομίας, που διαδραμάτισε μεγάλο ρόλο στην οικονομική μόρφωση όχι μόνο στην ΕΣΣΔ, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες. Η ίδια η συζήτηση και η εργασία του Στάλιν όρθωσαν μεγάλο κύκλο θεωρητικών προβλημάτων, τα οποία δε βρήκαν όλα τη λύση τους, όμως σηματοδότησαν τα «σημεία που πονούσε» η θεωρία και η πρακτική.

Βεβαίως, το ίδιο το εγχειρίδιο είναι ένα εγχειρίδιο, είναι το ελάχιστο των απαραίτητων μαρτυριών το οποίο πρέπει να συμπληρωθεί, να «γεμίσει», να εμβαθυνθεί με τη δημιουργική αυτοτελή εργασία αυτών οι οποίοι επιθυμούν να ασχοληθούν με τα προβλήματα της πολιτικής οικονομίας. Αυτή η υπόθεση στα εκπαιδευτικά μας ιδρύματα δεν τέθηκε στην πράξη με τον καλύτερο πάντα τρόπο. Αν και θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι την ικανότητα για θεωρητική σκέψη δεν τη διαθέτει ο καθένας, ακόμα - και αυτό δεν είναι παράδοξο - και εργαζόμενοι στο χώρο της επιστήμης.

Επίσης, εννοείται ότι το εγχειρίδιο, που δημιουργήθηκε με την ενεργητική συμμετοχή του Στάλιν, έκφραζε το επίπεδο της θεωρητικής σκέψης της οικονομίας του σοσιαλισμού το οποίο υπήρχε στη («θυελλώδικη») δεκαετία του '40. Και οι όποιες σημερινές απαιτήσεις μας προς αυτό θα πρέπει να γίνονται με υπολογισμό εκείνων των καιρών και εκείνης της εμπειρίας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης...

Αξίζει ιδιαίτερα να τονίσουμε ότι ο Ι. Στάλιν, στην πράξη, υπερασπίστηκε στις νέες συνθήκες τις λενινιστικές θέσεις για την αναγκαιότητα της πολιτικής οικονομίας του σοσιαλισμού σαν επιστήμη, μια που συνεχίζουν να υπάρχουν απόψεις που ανασύρουν τον ισχυρισμό του Μπουχάριν για το «θάνατο» αυτής της επιστήμης, λόγω της «διαφάνειας» των οικονομικών σχέσεων στο σοσιαλισμό και του κυρίαρχου ρόλου της οικονομικής πολιτικής...

Ο Στάλιν, βεβαίως, και είχε «Δική του ματιά στο σοσιαλισμό», όμως η «Δική του ματιά» δεν είναι οπωσδήποτε και θεωρητικά συστηματοποιημένη αντίληψη. Και σύμφωνα με αυτό, είναι ολοφάνερο ότι δεν ήταν οριστικά πεισμένος για όλες τις θέσεις και γι' αυτό δεν περιοριζόταν στις συμβουλές των «κορυφαίων», των «πλησιεστέρων» οικονομολόγων και αποφάσισε να κάνει πλατιά συζήτηση για να γνωρίσει όλο το φάσμα των απόψεων. Εννοείται ότι θα έπρεπε να προσδιοριστεί σε όλη την ποικιλομορφία των απόψεων και ο Στάλιν μπορούσε να το κάνει αυτό επαγγελματικά. Αντίθετα, η επόμενη κομματική καθοδήγηση για τους οικονομικούς νεωτερισμούς συνήθως καλούσε τον «πλησιέστερο κύκλο» και σαν αποτέλεσμα εμφανιζόταν κάτι που έφερνε κακό, κάτι σαν την οικονομική μεταρρύθμιση του 1965...


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ