Ενόψει του ότι μια τέτοια εκδήλωση έχει ήδη αποφασιστεί από την Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας στο συνέδριό της, το Δεκέμβρη του 1888 στο Σεντ Λούις για την 1η του Μάη 1890, η μέρα αυτή γίνεται δεκτή σαν η μέρα για τη διεθνή εκδήλωση. Οι εργάτες των διαφόρων χωρών θα πρέπει να οργανώσουν την εκδήλωση με τρόπο ανάλογο προς τις συνθήκες της χώρας τους» (Φίλιπ Φόνερ: «Εργατική Πρωτομαγιά 1886- 1986», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 55 και Ουίλιαμ Φόστερ: «Η Ιστορία των τριών Διεθνών», Αθήνα 1975, σελ. 175).
Μ' αυτήν την απόφαση, που πάρθηκε στις 20 Ιουλίου 1889, το ιδρυτικό συνέδριο της Δεύτερης Διεθνούς όρισε τη 1η Μάη ως τη διεθνή μέρα αγώνα των εργατών. Στην ιστορία όμως έμεινε το 1886 ως το έτος, στο οποίο γεννήθηκε η Εργατική Πρωτομαγιά. Ας δούμε αναλυτικότερα το γιατί.
Η «ημέρα των εργατών» δεν προέκυψε τυχαία και, φυσικά, δεν απασχόλησε το εργατικό κίνημα μόνο προς το τέλος του 19ου αιώνα. Στην αρχαιότητα και στο μεσαίωνα υπήρχαν, σε διάφορα μέρη του κόσμου, συγκεκριμένες ημέρες, κατά τις οποίες τιμούνταν η χειρωνακτική εργασία. Αργότερα, κατά τη γαλλική επανάσταση, ορίστηκε μια ειδική μέρα του Σεπτέμβρη που θεωρούνταν εργατική αργία, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες από τη δεκαετία του 1790 άρχισε να γιορτάζεται η 4η Ιούλη κάθε έτους ως η μέρα των εργατών και των καταπιεσμένων, κατά την οποία διεκδικούσαν τα δικαιώματά τους. Η παράδοση αυτή, να γιορτάζεται δηλαδή η 4η Ιούλη ως μέρα των εργατών, κράτησε στις Ηνωμένες Πολιτείες ως τη δεκαετία του 1880 και στη συνέχεια επισκιάστηκε από την «Ημέρα της Εργασίας» - που γιορταζόταν την πρώτη Δευτέρα του Σεπτέμβρη κάθε έτους - και από την Πρωτομαγιά.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο χρόνος εργασίας στις βιομηχανίες του τότε ανεπτυγμένου κόσμου έφτανε τις 12 και 14 ώρες ημερησίως, ενώ κατά την περίοδο των Ναπολεόντειων Πολέμων ανέβηκε κατά 4 έως 6 ώρες επιπλέον. Γενικά πάντως, δεν υπήρχε σταθερός χρόνος εργασίας κι αυτό ήταν ένα ουσιαστικό πρόβλημα άμεσα συνδεδεμένο με το γενικότερο πρόβλημα των όρων πώλησης της εργατικής δύναμης. Ετσι, στις Ηνωμένες Πολιτείες από τη δεκαετία του 1790 άρχισαν οι πρώτοι εργατικοί αγώνες για την καθιέρωση της δεκάωρης εργασίας με πρόσθετη πληρωμή για τις υπερωρίες. Η πάλη για το θέμα αυτό υπήρξε αρκετά σκληρή κατά τα επόμενα χρόνια και μόνο κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα κατορθώθηκε να γίνει το δεκάωρο η κανονική εργάσιμη μέρα για τους περισσότερους ειδικευμένους Αμερικανούς τεχνίτες. Για την πλειοψηφία των εργατών, όμως, το πρόβλημα παρέμενε και μόνο γύρω στο 1860 οι ώρες εργασίας μειώθηκαν στις 11. Εχει, πάντως, ξεχωριστή σημασία να σημειώσουμε πως σ' όλο το διάστημα που διεξαγόταν ο αγώνας για το δεκάωρο πρωτοπόροι εργατικοί ηγέτες, καθώς και εργατικές οργανώσεις άρχισαν να διατυπώνουν το αίτημα για την καθιέρωση της οχτάωρης εργασίας (Βλέπε: Φ. Φόνερ, στο ίδιο, σελ. 9 - 16 και «Κοινωνιολογικόν και Πολιτικόν Λεξικόν», εφημερίδα «Ανεξάρτητος», τόμος 13, Ιανουάριος 1935, σελ. 2562).
Οπως προαναφέραμε, μετά τον αμερικανικό εμφύλιο, η πάλη για ο οχτάωρο πήρε εκρηκτικές διαστάσεις στις ΗΠΑ. Σε πολλές Πολιτείες, έγινε δυνατή ακόμη και η νομοθετική του κατοχύρωση, αλλά οι νόμοι που θεσπίστηκαν περιείχαν πολλά παραθυράκια, τα οποία και αξιοποιούσαν οι εργοδότες για να αυξάνουν το χρόνο εργασίας κατά πώς ήθελαν. Στη διάρκεια, μάλιστα, της οικονομικής ύφεσης 1873 - 1879, η εργάσιμη μέρα μεγάλωσε αισθητά σε πολλούς χώρους εργασίας και το αμερικανικό εργατικό κίνημα υποχρεώθηκε να δώσει σκληρούς αγώνες για την προστασία των δικαιωμάτων και των κατακτήσεών του.
«Σκοπεύουμε ν' αλλάξουμε τα πράγματα.
Οχι πια να μοχθούμε απ' τα χαράματα.
Ισα - ίσα μόνο για να ζούμε,
Να μην έχουμε ποτέ μια ώρα για να σκεφτούμε.
Θέλουμε να νιώσουμε τον ήλιο,
Θέλουμε να μυρίσουμε τ' άνθη
Είμαστε σίγουροι πως είναι θέλημα θεού
Και τ' αποφασίσαμε να έχουμε οχτάωρο.
Καλούμε τις δυνάμεις από
Ναυπηγεία κι εργοστάσια:
Οχτώ ώρες για εργασία, οχτώ ώρες για
ανάπαυση
κι οχτώ ώρες για ό,τι θέλουμε»
Στην πρωτομαγιάτικη απεργία του 1886, στις ΗΠΑ, γύρω στο μισό εκατομμύριο εργάτες παράτησαν τη δουλιά τους και συνενώθηκαν στους δρόμους του αγώνα. Σημαντικές απεργίες και διαδηλώσεις έγιναν στις περισσότερες από τις μεγάλες πόλεις, αλλά και στις μικρές πόλεις και κωμοπόλεις. Επίκεντρο, όμως, του αγώνα αναδείχτηκε το Σικάγο, με 90.000 διαδηλωτές στους δρόμους. Ηταν τόσο μεγάλη και τόσο επιβλητική η κινητοποίηση της εργατικής τάξης του Σικάγου, που οι καπιταλιστές θεώρησαν πως έπρεπε να επιβληθούν δυναμικά. Ετσι, πραγματοποίησαν ένα από τα πιο επαίσχυντα εγκλήματά τους σε βάρος των εργατών. Στις 3 Μάη, η αστυνομία πυροβόλησε εν ψυχρώ εναντίον εργατών που διαδήλωναν - κατά των απεργοσπαστών - έξω από το εργοστάσιο θεριστικών μηχανών «Μακ Κόρμικ». Το αποτέλεσμα ήταν να δολοφονηθούν εν ψυχρώ 4 διαδηλωτές και να τραυματιστούν αρκετοί. Την επομένη, 4 Μάη, η εργατική τάξη του Σικάγου πραγματοποίησε διαδήλωση διαμαρτυρίας στο Χέιμαρκετ, όπου κάποιος προβοκάτορας έριξε βόμβα, σκοτώνοντας έναν και τραυματίζοντας πάνω από 70 αστυνομικούς. Οι υπόλοιποι αστυνομικοί ανασυγκροτήθηκαν κι άρχισαν να πυροβολούν εναντίον του πλήθους, προκαλώντας πλήθος τραυματιών και τουλάχιστον ένα νεκρό. Τις επόμενες μέρες, πέθαναν άλλοι έξι τραυματίες αστυνομικοί, αλλά ο θάνατός τους ήταν συνέπεια τραυματισμών που υπέστησαν από τους αδιάκριτους πυροβολισμούς των συναδέλφων τους.
Η, από κάθε άποψη, τραγωδία του Χέιμαρκετ έδωσε την ευκαιρία στο αστικό κράτος να προχωρήσει σε συλλήψεις εργατών ηγετών. Συγκεκριμένα, συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν σε σκηνοθετημένη δίκη οχτώ άνθρωποι, που είτε δε βρίσκονταν στην πλατεία του Χέιμαρκετ, όταν ρίχτηκε η βόμβα, είτε δεν ήταν σε θέση, έμμεσα ή άμεσα, να έχουν την παραμικρή εμπλοκή σ' αυτήν την υπόθεση. Τελικά, από τους 8, οι Πάρσανς, Σπάις, Φίσερ και Εγκελ απαγχονίστηκαν στις 11 Νοέμβρη 1887, ο Λιγκ βρέθηκε νεκρός στο κελί του και οι Νιμπ, Σουάμπ και Φίλντεν καταδικάστηκαν σε πολλά χρόνια καταναγκαστικά έργα. (Ουίλ. Φόστερ: «Ιστορία του Παγκόσμιου Συνδικαλιστικού Κινήματος», τόμος Α` σελ. 144 - 145, Φ. Φόνερ, στο ίδιο σελ. 37 - 52 και Γ. Κορδάτου: «Η Κόκκινη Πρωτομαγιά», περιοδικό «ΝΕΟΙ ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΙ» Απρίλης 1932).
Η πρωτομαγιάτικη απεργία του 1886 είχε ως αποτέλεσμα 185.000 εργάτες να κερδίσουν το 8ωρο και τουλάχιστον 200.000 εργάτες να μειώσουν το χρόνο εργασία τους από τις 12 στις 10 και 9 ώρες. Σε πολλές, επίσης, περιοχές, κερδήθηκε η ημιαργία του Σαββάτου, ενώ αρκετές βιομηχανίες σταμάτησαν την κυριακάτικη εργασία. Ηταν λογικό, επομένως, να υιοθετηθεί η Πρωτομαγιά ως η παγκόσμια μέρα της εργατικής τάξης. Αρχισε δε να γιορτάζεται ως τέτοια από το 1890. Εκείνη ακριβώς τη μέρα, την 1η Μάη του 1890, ο Ενγκελς σημείωνε, ανάμεσα σε άλλα, στον πρόλογο της γερμανικής έκδοσης του Κομμουνιστικού Μανιφέστου: «Σήμερα που γράφω αυτές τις γραμμές, το προλεταριάτο της Ευρώπης και της Αμερικής επιθεωρεί τις δυνάμεις του, που για πρώτη φορά κινητοποιούνται σε μια στρατιά, κάτω από μια σημαία και για έναν άμεσο σκοπό: Για το νομοθετικό καθορισμό της κανονικής οχτάωρης εργάσιμης ημέρας, που διακηρύχτηκε ακόμα από το 1866, από το Συνέδριο της Διεθνούς στη Γενεύη και ξανά ύστερα από το Εργατικό Συνέδριο του Παρισιού στα 1899. Και το θέαμα της σημερινής μέρας θα δείξει στους καπιταλιστές και στους γαιοχτήμονες όλων τω χωρών ότι οι προλετάριοι όλων των χωρών είναι σήμερα πραγματικά ενωμένοι.
Ας ήταν ο Μαρξ πλάι μου να το 'βλεπε αυτό με τα ίδια του τα μάτια!».