Παραμονές εκλογών η κυβέρνηση παρουσίασε για δέκατη φορά ...«δέμα» με αυξήσεις μισθών, συντάξεων, αναδρομικά, επιδόματα κ.ο.κ.
Σκηνές ακραίου λαϊκισμού και κλιμάκωσης της κοροϊδίας σε βάρος των εργαζομένων θύμισαν οι χτεσινές κυβερνητικές ανακοινώσεις, μέσω του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, για χορήγηση αυξήσεων σε μισθούς, συντάξεις, διάφορα επιδόματα - που μέχρι τώρα έχουν εξαγγείλει δεκάδες φορές - λίγες βδομάδες πριν από τις εκλογές. Παράλληλα, ο Ν. Χριστοδουλάκης, δημαγωγώντας ακατάσχετα, δήλωσε ότι η «Χάρτα Σύγκλισης» αποτελεί πλαίσιο διαλόγου, που μπορεί να ανανεωθεί, να ενσωματώσει νέα μέτρα και προτάσεις, για να προσθέσει με νόημα ότι μετά το ...2005, όταν η χώρα θα έχει απαλλαγεί από το βάρος χρηματοδότησης των Ολυμπιακών Αγώνων, θα υπάρξει δυνατότητα να δοθούν και νέες παροχές... Τόσο όμως ο ίδιος, όσο και ο πρωθυπουργός, τον προηγούμενο Σεπτέμβρη, όταν είχε εκδηλωθεί το κύμα κινητοποιήσεων διαφόρων κλάδων του δημόσιου τομέα, είχαν αρνηθεί να ικανοποιήσουν κάθε αίτημα, στέλνοντας το μήνυμα «ό,τι δώσαμε δώσαμε με τη Χάρτα Σύγκλισης».
Από τη μια η κυβέρνηση ψηφοθηρεί, επιχειρώντας να εξαγοράσει την ψήφο όλων αυτών που οι βαθύτατα ταξικές πολιτικές της επιλογές τούς ώθησαν στο περιθώριο, ενώ παράλληλα προσπαθεί να δημιουργήσει αυταπάτες στα λαϊκά στρώματα για την επομένη των εκλογών. Οπως και στις εκλογές του 2000, όταν ο Σημίτης, δύο μέρες πριν τις εκλογές, έδωσε τις περίφημες «προσωπικές δεσμεύσεις» για εφαρμογή φιλολαϊκής πολιτικής και αμέσως μετά ο υπουργός Εργασίας, Τ. Γιαννίτσης, εξήγγειλε τις περιβόητες αποφάσεις-«σοκ» για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις Χριστοδουλάκη, η επιχείρηση εξαπάτησης των λαϊκών στρωμάτων και εξαγοράς της ψήφου τους ξεκινά από το τέλος του Γενάρη και ολοκληρώνεται το τελευταίο δεκαήμερο του Φλεβάρη. Ορισμένα από τα πασίγνωστα μέτρα θα υλοποιηθούν στο διάστημα αυτό:
Ο υπουργός, στη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, επικαλέστηκε και τα στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν πρόσφατα στη δημοσιότητα για την ελληνική οικονομία. Σύμφωνα με αυτά, οι Ελληνες εργαζόμενοι θα πρέπει να νιώθουν ευτυχείς, επειδή ο μέσος μισθός στην Ελλάδα, εκφρασμένος σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, ως προς το μέσο κοινοτικό μισθό, αυξήθηκε από το 72,3% το 1994, σε 80,1% το 2000, ενώ το 2004 προβλέπεται να φτάσει στο 88,4%. Τα άλλα δύο στοιχεία που αφορούν στο ΑΕΠ ανά απασχολούμενο (παραγωγικότητα της οικονομίας) και στο κατά κεφαλή ΑΕΠ της χώρας, ως προς τα μέσα κοινοτικά επίπεδα, απλώς επιβεβαιώνουν την ένταση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και την αύξηση του παραγόμενου πλούτου τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, η παραγωγικότητα της οικονομίας από το 78,5% της μέσης κοινοτικής παραγωγικότητας το 1994, ανήλθε στο 81,8% το 2000, ενώ εκτιμάται ότι θα φτάσει στο 94,2% το 2004. Το δε κατά κεφαλή ΑΕΠ αυξήθηκε αντίστοιχα από 66,6% το 1994 σε 75,5% το 2004. Αν και ρωτήθηκε, αρνήθηκε να δώσει στοιχεία για την εξέλιξη των κερδών, αν και είναι γνωστό ότι το επίπεδο κερδοφορίας στην Ελλάδα είναι το υψηλότερο μεταξύ των χωρών-μελών της ΕΕ.
Οσο για την προσπάθεια αποενοχοποίησης όσων εμπλέκονται στο σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου το 2000, κάτι που επιχειρήθηκε να γίνει προχτές με την προώθηση προς ψήφιση στη Βουλή του Κώδικα της Κεφαλαιαγοράς, μετά τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης η κυβέρνηση αναδιπλώθηκε. Ετσι, χτες ο Ν. Χριστοδουλάκης, στην προσπάθειά του να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, δήλωσε ότι σε καμιά περίπτωση με τον προς ψήφιση Κώδικα η κυβέρνηση δεν επιχειρεί αμνήστευση κακουργηματικών πράξεων που σχετίζονται με χρηματιστηριακές δραστηριότητες.