Τρίτη 2 Δεκέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Ο σουγιάς με το λουρί...

Χαιρέκακη και γεμάτη σαρκασμό, μου ερχόταν, προχτές, από την άλλη άκρη του σύρματος, η φωνή του φίλου μου του Γιώργου.

«Τα μαθαίνεις, ασφαλώς, τα μαντάτα, για τους Αμερικάνους στο Ιράκ. Για το "Σινούκ" και για τ' άλλα, τα πιο φρέσκα. Δυο δυο τους τα ζουπακιάζουν εκεί οι μάγκες, οι Ιρακινοί, τα ελικόπτερά τους».

«Και βέβαια τα μαθαίνω, Γιώργο. Και όχι μόνο τα μαθαίνω», είπα, για να ρίξω λάδι στη φωτιά της συζήτησης, «αλλά και τα ακούω και τα βλέπω με τα μάτια μου».

«Ετσι, μπράβο!», είπε ο Γιώργος, και πήρε φόρα. «Βρήκαν, που λες, το σουγιά με το λουρί τα Αμερικανάκια, που νόμιζαν ότι θα κάνουν περίπατο. Τώρα που τα βρίσκουν μπαστούνια, που τους ήρθε το αγγούρι στον... να το πω έτσι λαϊκά, και τους φέρνουν πίσω ντουζίνες ντουζίνες τα παιδιά τους μέσα στα φέρετρα, τώρα ζητάει βοήθεια ο Τζορτζ από τ' άλλα συνεταιράκια του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Βοηθάτε, λέει, γιατί χανόμαστε. Ελάτε, να... ελευθερώσουμε μαζί το Ιράκ. Και οι άλλοι, οι Γερμανοί και οι Γάλλοι, του λένε, "μπριτς!, που θα στείλω εγώ τους δικούς μου να σκοτωθούν, να έχω και πολιτικό κόστος, και το πετρέλαιο να το παίρνουν, όλο, οι δικοί σου οι πετρελαιάδες. Αν είναι να συνεργαστούμε, έλα κάτσε κάτω, να το συζητήσουμε, για να γίνει... τίμια η μοιρασιά της λείας"».

«

Εγώ, να πω την αλήθεια, σύντροφε», συνέχισε ο Γιώργος, «από τη μια τον λυπάμαι κι αυτόν τον κοσμάκη. Τις μανάδες τους προπαντός, αλλά κι αυτούς τους ίδιους τους στρατιώτες, που πήγαν - εθελοντές φονιάδες - να σκοτώνουν και να σκοτώνονται στο Ιράκ ή στο Αφγανιστάν, για ξένα νιτερέσα. Αλλά, κι από την άλλη, τους φχαριστιέμαι, τους καθίκηδες. Νόμισαν ότι με τα όπλα, με τον πόλεμο και τις σφαγές αμάχων και αθώων ανθρώπων, θα τρομοκρατήσουν τους λαούς. Οτι θα μας κάνουν να υποκύψουμε και να τους δεχτούμε στο σβέρκο μας σαν παγκόσμιους κοσμοκράτορες. Αλλά, η δύναμη των λαών, φίλε, και η θέλησή τους να ζήσουν ελεύθεροι, είναι ανώτερη από τη δύναμη των όπλων. Αρκεί να το καταλάβουμε και, προπαντός, να το αποφασίσουμε.

Τελικά, τι κόσμος είναι ετούτος που ζούμε, σύντροφε...», έκλεισε τη συζήτηση ο φίλος μου, με μια δόση πίκρας και απογοήτευσης στη φωνή του. «Τι ωκεανός άπατος, από αίμα και λάσπη, κι από βρωμιά ανυπόφορη... Τι να πούμε στα παιδιά μας και στα εγγόνια μας, που τα φέρνουμε να ζήσουν σ' έναν τέτοιο κόσμο - φονιά, όπως τον λες σ' εκείνο το ποίημά σου: "Πού να σε φέρω γιόκα μου, πού να σε ακουμπήσω/ σ' αυτόν τον κόσμο το φονιά και τον αιματοπότη./ Η πείνα, η διαφθορά, η μούχλα κι η σαπίλα/ άγρια σκυλιά παραφυλάν πότε να ξεπροβάλεις/ απ' τη ζεστή τη μήτρα σου, να σε κατασπαράξουν...".

Αλλά, η αισιοδοξία και η δύναμη δε θα λείψει ποτέ από εμάς, σύντροφε. Επισκευή και γιατρειά άλλη, εκτός από το γκρέμισμα αυτού του χαλασμένου κόσμου, δεν υπάρχει. Γι' αυτό, θα παλέψουμε. Με νύχια και με δόντια, και με την καρδιά όρθια. Ωσπου να νικηθεί το σκοτάδι του ιμπεριαλισμού και να ανατείλει για ολόκληρη την ανθρωπότητα της Δικαιοσύνης ο ήλιος».


Βασίλης ΦΥΤΣΙΛΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ