Κυριακή 23 Νοέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Περί διαμάχης Χριστόδουλου - Βαρθολομαίου

Παπαγεωργίου Βασίλης

Εφτασε στην εφημερίδα μας η παρακάτω επιστολή - άρθρο κληρικού για το θέμα που έχει προκύψει με τη διαμάχη Χριστόδουλου - Βαρθολομαίου. Λόγω της επικαιρότητας του θέματος, αλλά και του γεγονότος ότι το συγκεκριμένο άρθρο καταδεικνύει τους προβληματισμούς και τη θεωρητική διαπάλη που εξελίσσεται μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας, κρίνουμε σκόπιμο, παρά τις όποιες διαφορετικές απόψεις μας σε θέματα που θίγονται στο άρθρο, να το δημοσιεύσουμε αυτούσιο.

Η Συντακτική Επιτροπή του «Ρ»

Κληρικοί και λαϊκοί παρακολουθούμε με θλίψη και αγανάκτηση τις τελευταίες εξελίξεις στην Εκκλησία, η οποία, όπως φαίνεται, πολύ απέχει από το να είναι του Χριστού. Προσωπικές φιλοδοξίες και αντιλήψεις, που θέλουν την Εκκλησία να αντλεί λόγο ύπαρξης από την υποστήριξη των όποιων εθνικών (διάβαζε ταξικών) συμφερόντων, ευθύνονται για την τραγική κατάσταση, στην οποία έχουμε περιέλθει.

Η εκάστοτε άρχουσα τάξη, ανάλογα με τον τόπο και το χρόνο, επιδιώκει το «διαίρει και βασίλευε» ή το «συνένωνε» για την ευκολότερη καταλήστευση της εργατικής δύναμης των ελαχίστων αδελφών μας και του φυσικού πλούτου των πατρίδων τους. Οι κεφαλαιοκράτες, που δε γνωρίζουν άλλο θεό από το υλικό κέρδος, θέλουν και την Εκκλησία, την όποια Εκκλησία, θρησκεία και πίστη, συνεργάτη και συνένοχο σ' αυτήν την πολιτική.

Στην Εκκλησία δεν αρμόζει η πυραμιδοειδής διοίκηση, αυτή η αρχή, όμως, έχει ξεχαστεί εδώ και δεκαεπτά περίπου αιώνες και έχει επικρατήσει ο αντίποδάς της. Η πιο άκαμπτη πυραμίδα και ο πιο αδίστακτος και σκληρός συγκεντρωτισμός απαντάται στον τρόπο διοίκησης της Εκκλησίας. Στην κορυφή αυτής της πυραμίδας, η μπουρζουαζία πάντοτε φροντίζει να υπάρχουν δικοί της άνθρωποι. Οι διοικούντες την Εκκλησία μπορεί να προέρχονται από το λαό, δεν υπηρετούν όμως, εκτός ελαχίστων και λαμπρών εξαιρέσεων, τα συμφέροντα του λαού. Το ότι επίσκοποι (δεσποτάδες) και παπάδες δεν ανήκουν στο αυτό μισθολόγιο σημαίνει απλά ότι η θέση των επισκόπων είναι πολιτική, γι' αυτό η άρχουσα τάξη «συγχώρεσε» τη συμμετοχή των παπάδων στην Εθνική, κατά των κατακτητών και των ντόπιων συμμάχων τους, Αντίσταση, όχι, όμως, και των επισκόπων, τους οποίους θεωρεί ακόμη και σήμερα προδότες των συμφερόντων της.

Προσωπική αντιπαράθεση προσώπων περιβεβλημένων με πολιτική εξουσία είναι και η ρήξη στις σχέσεις των αδελφών Χριστόδουλου και Βαρθολομαίου. Από Προεδρικά Διατάγματα και νόμους του κόσμου αντλούν και οι δύο την εξουσία τους. Εξωθεν - και όχι άνωθεν - τους έχει δοθεί η δύναμη, τουτέστιν από την κρατική εξουσία, η οποία, όμως, είναι πάντοτε ταξική. Δεν έχω το δικαίωμα ως χριστιανός και κληρικός να κρίνω, πόσο μάλλον να κατακρίνω κανένα. Δεν μπορώ παρά να πιστεύω ότι οι προθέσεις και των δύο, παρά τις όποιες ανθρώπινες αδυναμίες, είναι αγνές, πρέπει όμως να αντιληφθούν ότι η αντιπαράθεσή τους δημιουργεί το αναγκαίο υπόστρωμα για την ανάπτυξη παρασίτων και ζιζανίων, που τείνουν να «πνίξουν» τον αγαθό λαό του θεού.

Οι υποστηρικτές του αδελφού Χριστόδουλου προέρχονται κυρίως από την τάξη των μικροαστών. Εμποροι, βιοτέχνες, ιδιοκτήτες περιορισμένης δυνατότητας εγχώριων βιομηχανικών μονάδων, μικροεφοπλιστές, μεγαλοαγρότες κλπ., οι οποίοι, κινδυνολογώντας, συμπαρασύρουν και μεγάλο μέρος άλλων, ήδη προλεταριοποιημένων, εργαζομένων, έχουν την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να διατηρήσουν ή ακόμη και να βελτιώσουν την κοινωνική τους θέση με την εσωστρέφεια και την προστασία της κρατικής εξουσίας. Γίνονται έτσι θιασώτες και υποστηρικτές ενός μικροαστικού εθνικισμού, που φαίνεται να τον συναντούν στο πρόσωπο και τις απόψεις του Χριστόδουλου.

Ο μεταφυσικός τρόπος, με τον οποίο ερμηνεύουν τα πράγματα, τους οδηγεί να διαχωρίζουν την καπιταλιστική ολοκλήρωση, γνωστή ως παγκοσμιοποίηση, σε καλή και κακή. Το σύνθημα που αναγραφόταν στην εξέδρα, απ' όπου μιλούσε ο αρχιεπίσκοπος στο συλλαλητήριο των Αθηνών για τις ταυτότητες, αυτήν ακριβώς την αδυναμία ερμηνείας υποδηλώνει. «Ναι στην οικονομική, όχι στην πολιτιστική ένωση», έγραφε, σε ευθεία αντίθεση με την επιστημονική - διαλεκτική ερμηνεία των πραγμάτων. Μόνον όσοι μπορούν να αντιληφθούν ότι η οικονομία αποτελεί τη βάση του εποικοδομήματος, στο οποίο ανήκει και ο πολιτισμός, αντιλαμβάνονται ότι οποιαδήποτε αλλαγή στην οικονομική βάση επηρεάζει και διαμορφώνει και τις πολιτιστικές σχέσεις.

Στηρίζουν τον καπιταλισμό, αλλά τον θέλουν σε νηπιακή μορφή και εξασθενημένο. Αντί να αγωνιστούν για την ανατροπή του, προσπαθούν να τον βάλουν στο ψυγείο. Επιμένουν στη διατήρηση, στη συντήρηση (εξ ου και συντηρητικοί) ενός πρώιμου, περιορισμένου στα σύνορα μιας χώρας, καπιταλισμού. Φοβούνται δικαιολογημένα τον ιμπεριαλισμό, αλλά δεν τον αντιμάχονται. Κλείνονται όπως οι χελώνες στο καβούκι τους ή, στην καλύτερη περίπτωση, δείχνουν όπως οι ακανθόχοιροι τα αγκάθια του μικροαστικού τους εθνικισμού, τα οποία, όμως, δεν μπορούν να τους προστατεύσουν. Σ' αυτήν τους την προσπάθεια φαίνεται να τους προδίδει ο Χριστόδουλος, που με εκείνο το «ναι στην οικονομική ένωση» μάλλον προς τη στήριξη των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου αλληθωρίζει.

Οι μικροαστοί αγωνιούν για τη συνοχή του έθνους και γι' αυτήν, κατά τη γνώμη τους, ανασταλτικός παράγων είναι η ύπαρξη εντός του εδάφους της ελληνικής επικράτειας πολλών εκκλησιαστικών «καθεστώτων», γι' αυτό υποστηρίζουν τις προς αυτήν την κατεύθυνση απόψεις του Χριστόδουλου. Πιστεύουν ότι ένα ισχυρό έθνος θα τους σώσει από τα νύχια των μεγαλοαστών, που τους οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην προλεταριοποίηση. Μακριά από αγώνες οι ίδιοι έχουν ανάγκη από εγκόσμιους Μεσσίες. Ετσι αποδίδουν στο έθνος μεσσιανικά χαρακτηριστικά, που εκ φύσεως δεν έχει, γιατί δεν υπάρχουν άλλοι Μεσσίες πλην του Χριστού, ο οποίος, όμως, μας κάλεσε για τη σωτηρία μας σε αγώνες και θυσίες. Επιπλέον, το έθνος δεν είναι κάτι ενιαίο, αλλά έχει ταξική διάρθρωση και η μεσαία τάξη βρίσκεται μεταξύ σφύρας και άκμονος, ανάμεσα στο μεγάλο κεφάλαιο και την εργατική τάξη, τα συμφέροντα της οποίας πρέπει να στηρίξει, αν θέλει και η ίδια να σωθεί.

Η οικονομικά ασθενέστερη μερίδα των μικροαστών και το τμήμα της εργατικής τάξης, που παραπλανημένο τους ακολουθεί, εκδηλώνουν ένα μεταφυσικό φόβο έναντι της τεχνολογίας, που θυμίζει τις καταστροφές των μηχανών στα μέσα του 18ου αιώνα κυρίως στη Γαλλία. Ο φόβος τους είναι ερμηνεύσιμος, αφού πράγματι, με την ανάπτυξη της σύγχρονης τεχνολογίας, αυξάνεται η ανεργία και επιπλέον οι μεγάλες πολυεθνικές, που μπορούν να χρησιμοποιούν αυτήν την τεχνολογία, πλεονεκτούν στο πεδίο του ανταγωνισμού. Αναζητούν οι μικροαστοί την ασφάλεια στα συντηρητικότερα πολιτικά σχήματα και σε απόψεις όπως του Χριστόδουλου, ακριβώς γιατί δε θέλουν να αντιληφθούν ότι τα μέσα παραγωγής είναι ηθικά ουδέτερα, σημασία έχει το ποιος τα κατέχει.

Φόβος απέναντι στην τεχνολογία και ξενοφοβία συμβαδίζουν, θέλουν μια Ελλάδα Ελλήνων και Χριστιανών και γνωρίζουν πολύ καλά οι υποστηρικτές του Αθηνών τις απόψεις, που αυτός εξέφραζε όταν ήταν Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού, καθώς και το πόσο μελετηρός ήταν κατά τη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας, γεγονός που τον εμπόδιζε να συμπαρασταθεί στο λαό, που στέναζε κάτω από το ανελεύθερο αμερικανοκίνητο εκείνο καθεστώς. Το «έξω οι ξένοι» δεν έχει λεχθεί ευθέως από τον Αθηνών, η στάση του όμως απέναντι στο λεγόμενο δημογραφικό πρόβλημα, η ενίσχυση χριστιανικών οικογενειών με τρία παιδιά στη Δυτική Θράκη (για να μη μας «φάνε» οι Τούρκοι) και περισσότερο όλων η εικόνα, που έχουν δημιουργήσει γι' αυτόν τα ΜΜΕ, τον κάνουν προσφιλές πρόσωπο στον κάθε ξενόφοβο. Θα μπορούσε ο ίδιος να αναστρέψει τα πράγματα, αν ήθελε, με μια δήλωση λίγων γραμμών, με την οποία θα περιέγραφε την αντικειμενική πραγματικότητα. Η αλήθεια είναι ότι την οικονομική μετανάστευση τη δημιουργεί ο ιμπεριαλισμός και την εκμεταλλεύονται όλοι οι οικονομικά ισχυρότεροι των μεταναστών. Για την ανεργία δεν ευθύνονται οι οικονομικοί πρόσφυγες, αλλά η απληστία των κεφαλαιοκρατών και, τέλος, κανένα επιστημονικό στοιχείο δεν υπάρχει, που να συνδέει την αύξηση της εγκληματικότητας με τους μετανάστες.

Οι υποστηρικτές του αδελφού Βαρθολομαίου παρουσιάζονται πιο ανοικτοί στον κόσμο και λιγότερο ανασφαλείς, κάτι που είναι φυσικό, αφού ανήκουν κυρίως στην άρχουσα τάξη ή έχουν συνδέσει το μέλλον τους μ' αυτήν. Τα εθνικά συμφέροντα (διάβαζε τα μεγαλοαστικά συμφέροντα των Αγγελόπουλων, των Λάτσηδων κλπ.), κατά τη γνώμη τους, θα υπηρετηθούν καλύτερα με κέντρο την Κωνσταντινούπολη, την οποία δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό να αποκαλέσουν και Ισταμπούλ ή Βυζάντιο, ανάλογα με το πώς τους συμφέρει. Το μεγάλο κεφάλαιο, όπως έχει λεχθεί, δεν έχει ούτε θρησκεία ούτε πατρίδα. Στην εποχή του ιμπεριαλισμού, εμποδίζεται από τα σύνορα στην οικονομία, θέλει ελευθερία κίνησης, θέλει τη λεγόμενη παγκοσμιοποίηση και ο Βαρθολομαίος δείχνει ανοικτός σ' αυτή. Μιλούν για την προσφορά του Πατριαρχείου στο έθνος και στην ανάγκη να στηριχτούμε ξανά σ' αυτό, ενώ στην ουσία επιδιώκουν και διά του Βαρθολομαίου την προσέγγιση των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας, με την είσοδο και της δεύτερης στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Στα εν πλω συνέδριά του, ο Βαρθολομαίος ποτέ δε μίλησε για αλλαγή των ιδιοκτησιακών σχέσεων ως αναγκαία προϋπόθεση για την προστασία του περιβάλλοντος. Ποτέ δεν είπε ότι όσο ο τρόπος παραγωγής θα ορίζεται από τον καπιταλισμό το κέρδος θα μπαίνει πάντοτε πάνω από τον άνθρωπο και το περιβάλλον θα θυσιάζεται για την ικανοποίηση της απληστίας των κεφαλαιοκρατών. Φυσικά, δε θα μπορούσε να πει κάτι τέτοιο, έπρεπε να σεβαστεί τους κανόνες φιλοξενίας, που δεν του επέτρεπαν να στενοχωρήσει τον πλοιοκτήτη του κρουαζιερόπλοιου, που τον φιλοξενούσε. Δεν μπορεί να καταδικάσει το μεγάλο κεφάλαιο για την πείνα και τη φτώχεια στον κόσμο, γιατί τότε θα πικράνει αυτούς που αποκαλεί μεγάλους ευεργέτες του οικουμενικού Πατριαρχείου (αλήθεια, γιατί ξεχνά το δίλεπτο της χήρας;), καθώς και αυτούς που συχνά τον φιλοξενούν στα κότερά τους και προσφέρουν τα ιδιωτικά τους αεροσκάφη για τη μεταφορά του.

Ο απομονωτισμός του Χριστόδουλου δεν αρέσει στους υποστηρικτές του Βαρθολομαίου. Αυτοί έχουν το βλέμμα στραμμένο στην ΕΕ, στο άκουσμα του ονόματος της οποίας οι σιελογόνοι τους αδένες παθαίνουν ό,τι και εκείνοι των σκυλιών του Παβλώφ, όταν άκουγαν θορύβους, που προμήνυαν φαγητό. Παραπλανούν το λαό, υποστηρίζοντας ότι η ΕΕ είναι ένωση των λαών της, ενώ στην πραγματικότητα είναι ληστρική ένωση των κεφαλαιοκρατών κατά των λαών.

Χριστόδουλος και Βαρθολομαίος, αν αλλάξουν πολιτική θέση, θα κατανοήσουν ότι η στήριξη, που τους προσφέρεται, πηγάζει από οικονομικά συμφέροντα, θα δουν τότε τους υποστηρικτές τους να αλλάζουν εν μια νυκτί στρατόπεδο. Υπάρχουν φυσικά και άλλα κίνητρα, που κατατάσσουν κάποιους στους υποστηρικτές του ενός ή του άλλου, όπως προσωπικές πικρίες ή συμπάθειες, φιλοδοξίες, εγωισμοί κλπ. Μπορούμε να δούμε μικροαστούς στο πλευρό του Βαρθολομαίου και μεγαλοαστούς στο πλευρό του Χριστόδουλου και επειδή οι διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των τάξεων δεν είναι σαφείς και ευδιάκριτες, αλλά και γιατί πολλές φορές τα συμφέροντα μιας επιχείρησης ή ενός προσώπου συμβαίνει να υπηρετούνται τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή από πολιτική διαφορετική απ' αυτήν που ευνοεί ως σύνολο την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκει. Με τα ΜΜΕ στη διάθεσή τους, οι παραπάνω προσπαθούν να συμπαρασύρουν με το μέρος τους όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων, οι οποίοι όμως τίποτε δεν έχουν να κερδίσουν απ' αυτήν τη σύγκρουση, αντίθετα θα ωφεληθούν τα μέγιστα από την ανατροπή της όλης κατάστασης.

Το συμφέρον του λαού, μέρος του οποίου είμαστε και οι κληρικοί και οι λαϊκοί, είναι ο άμεσος χωρισμός Εκκλησίας και κράτους, της οποίας άλλωστε αποτέλεσμα είναι η ύπαρξη εξουσιών στην Εκκλησία. Το κράτος είναι πάντοτε ταξικό και δεν επιτρέπεται η Εκκλησία να ταυτίζεται με την εκάστοτε άρχουσα τάξη, μόνον η αταξική κοινωνία μπορεί να θεωρηθεί πιστή εικόνα της πολιτείας του θεού.

Κληρικοί και λαϊκοί πρέπει να αγωνιστούν για την άμεση δημοκρατία στην Εκκλησία. Διάκονοι, πρεσβύτεροι και επίσκοποι πρέπει να εκλέγονται με άμεση και καθολική ψηφοφορία και να είναι ισότιμοι. Δεν επιτρέπεται το σώμα του Χριστού να μοιράζεται σε επικράτειες. Αυτοκεφαλίες και αρχιεπίσκοποι, νέες χώρες, αυτονομίες και ημιαυτονομίες, πατριάρχες, πάπες και πατριαρχεία κλπ. σχίζουν τον άραφο χιτώνα του Χριστού. Εμείς γνωρίζουμε ότι η παρακαταθήκη του Κυρίου μας θέλει να γίνουμε ένα, κατά συνέπεια η Εκκλησία Του θα έπρεπε να είναι μία και αδιαίρετη, όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως. Φυσικά, για την ευκολότερη πνευματική διαποίμανση, είναι αναγκαία η κατάτμηση σε επισκοπές και ενορίες, η ενότητα όμως πρέπει να διαφυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού διά του συνοδικού θεσμού. Σύνοδος, που δε συγκροτείται από πραγματικά ισότιμους και ελεύθερους επισκόπους, που είναι φορείς όχι δικών τους πεποιθήσεων, αλλά του λαού που διακονούν, δεν μπορεί να είναι χριστιανική και ουδεμία ισχύ έχουν οι αποφάσεις της.

Χριστόδουλος και Βαρθολομαίος, αν θέλουν το καλό της Εκκλησίας και αν αγωνιούν πραγματικά να ακολουθήσουν τη διδασκαλία του Χριστού, σ' αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να στρέψουν το σκάφος της Εκκλησίας. Είναι ναύτες της και κάνουν βάρδια στο τιμόνι. Αν δεν το κατανοήσουν αυτό, μόνο δεινά μπορούν να προκαλέσουν. Η εντολή του Κυρίου, όπως εκφράζεται από το σώμα της Εκκλησίας, είναι πορεία προς την ενότητα. Δεν επιτρέπεται η μία πίστη να γίνεται εργαλείο διαίρεσης των εργαζομένων. Δεν επιτρέπεται να ακούμε ότι υπό τη σκέπη της Παναγίας οι φαντάροι πολεμούσαν τους Ιταλούς που πολεμούσαν υπό τη σκέπη της Μαντόνας ή τους Βούλγαρους, που πολεμούσαν υπό τη σκέπη επίσης της Παναγίας. Χριστόδουλος και Βαρθολομαίος είναι, όπως, δήλωσαν, έτοιμοι για πόλεμο, αλήθεια υπό τίνος τη σκέπη και για ποιων τα συμφέροντα θα αλληλοσφαγούν;


Ενας κληρικός


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ