Κυριακή 7 Σεπτέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΚΘΕΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Ψηφοθηρούν με τα ποσοστά ανεργίας - επιδόματος

Μόνο 47.300 άνεργοι έπιασαν δουλιά τα τελευταία πέντε χρόνια και για αυτούς είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν απασχολούνται σε θέσεις εργασίας πλήρους και σταθερής απασχόλησης, που να τους εξασφαλίζουν τα στοιχειώδη για την επιβίωσή τους. Από την άλλη η κυβέρνηση, σύμφωνα με τις πρόσφατες δηλώσεις του πρωθυπουργού, ανακοίνωσε χωρίς ντροπή ότι αυξάνει το επίδομα ανεργίας κατά 10% ή αλλιώς κατά ένα ευρώ ημερησίως, ενώ δε δίστασε να ισχυριστεί μείωση της ανεργίας κατά το β΄ τρίμηνο του 2003 συγκριτικά με το β΄ τρίμηνο του 2002, κατά 0,7% (από 9,6% σε 8,9%), χρησιμοποιώντας στοιχεία που η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία ανακοίνωσε την ημέρα των δηλώσεων του πρωθυπουργού - 28 ημέρες νωρίτερα από την προγραμματισμένη ημέρα ανακοίνωσής τους.

Είναι φανερό ότι στο ήδη πολύ χαμηλό επίδομα ανεργίας η αύξησή του κατά ένα ευρώ αποτελεί καθαρή κοροϊδία. Στην πραγματικότητα, ο πρωθυπουργός, παίζοντας με τη γλώσσα των ποσοστών, προσπαθεί να πατήσει στις ανάγκες των ανέργων για να αλιεύσει ψήφους. Το πόσο χαμηλό είναι το επίδομα ανεργίας φαίνεται και από το νόμο 2224 που η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ πέρασε το 1994. Ο νόμος αυτός προβλέπει ότι το επίδομα ανεργίας πρέπει να αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 66,33% του κατώτερου ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη, το οποίο σήμερα είναι 23,29 ευρώ. Δηλαδή, το επίδομα ανεργίας θα έπρεπε να ήταν σήμερα 15,52 ευρώ, πάλι πολύ μικρότερο για κάλυψη των αναγκών του ανέργου. Ομως, αυτό είναι μόλις 11,32 και αντιστοιχεί στο 48,6% του κατώτερου ημερομισθίου. Αν συνυπολογίσουμε την αύξηση, που υποσχέθηκε ο Κ. Σημίτης, το επίδομα ανεργίας φθάνει στα 12,45 ευρώ, δηλαδή το 53,45% του κατώτερου ημερομισθίου. Δηλαδή, δεν εφαρμόζεται ούτε ο νόμος που οι ίδιοι ψήφισαν.

Το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα θέτει μεταξύ άλλων ως αίτημα το επίδομα ανεργίας να φθάνει στο 80% του κατώτερου ημερομισθίου, δηλαδή 18,63 ευρώ με βάση τα σημερινά δεδομένα.

Σε ό,τι αφορά τα ποσοστά ανεργίας, στατιστικά στοιχεία - διαφορετικά από αυτά που χρησιμοποίησε ο πρωθυπουργός - της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, που βρίσκονται στην ιστοσελίδα της, ανατρέπουν την ωραιοποιημένη εικόνα που επιχειρεί να παρουσιάσει η κυβέρνηση. Σύμφωνα με αυτά από το β΄ τρίμηνο του 1998 έως το β΄ τρίμηνο 2003, παρουσιάζεται μείωση της ανεργίας κατά 86.300 άτομα. Η μείωση αυτή οφείλεται εν μέρει στο ότι ένα μεγάλο τμήμα των ανέργων (το 45%) αποσύρθηκε από την αγορά εργασίας (κυρίως γιατί δε βρίσκουν δουλιά ύστερα από μακρόχρονες περιόδους αναζήτησης εργασίας) και όχι γιατί βρήκε εργασία. Ενώ είναι αξιοσημείωτο ότι ο μέσος όρος της απασχόλησης το 1998 ανερχόταν σε 3.953.000 εργαζόμενους και το 2002 σε 3.940.000 εργαζόμενους, δηλαδή πρόκειται για απώλεια 13.000 θέσεων εργασίας.

Σε ό,τι αφορά τη σύγκριση μεταξύ του β΄ τριμήνου του 1998 με το β΄ τρίμηνο του 2003 υπάρχουν τα εξής στοιχεία: Το β΄ τρίμηνο του 1998 το εργατικό δυναμικό ανερχόταν στα 4.445.700 άτομα και στο β΄ τρίμηνο του 2003 στα 4.406.700 άτομα. Δηλαδή, αποσύρθηκαν από το εργατικό δυναμικό 39.000 άτομα. Σε ό,τι αφορά στους απασχολούμενους από 3.967.200 που ήταν το β΄ τρίμηνο του 1998 έφθασαν τα 4.014.500 το β΄ τρίμηνο του 2003, δηλαδή αυξήθηκαν μόνο κατά 47.300. Ετσι, από το άθροισμα του αριθμού των ατόμων που αποσύρθηκαν από το εργατικό δυναμικό και αυτών που βρήκαν «εργασία» προκύπτει η «πτώση» της ανεργίας κατά 86.300.

Ομως ακόμα και αυτοί οι 47.300 είναι αμφίβολο αν εργάζονται πραγματικά, καθώς η κυβέρνηση εντάσσει σε αυτούς όσους απασχολούνται έστω και μια ώρα την εβδομάδα.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ