Τετάρτη 30 Απρίλη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
Θέατρο
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Σκηνική πολυφωνία

«Ιδιωτικές ζωές», στο «Αμόρε»
«Ιδιωτικές ζωές», στο «Αμόρε»
Ολο και περισσότερες θεατρικές ομάδες, όλο και περισσότερες παραστάσεις, όλο και περισσότεροι πρωτοεμφανιζόμενοι, ξένοι κυρίως αλλά και Ελληνες συγγραφείς, συνθέτουν το πληθωρικό -αν όχι πληθωριστικό- θεατρικό μας «πρόσωπο» τα τελευταία χρόνια. Παρότι η χειμερινή περίοδος βαίνει προς το τέλος της, η στήλη θεωρεί χρέος της να αναφερθεί -κατ' ανάγκη συνοπτικά- σε αξιόλογα θεατρικά γεγονότα (νέων θιάσων, ρεπερτορίου, σκηνοθεσίας, ερμηνείας).

«Το δάσος» στο «Πορεία»

Ο δημιουργός του θιάσου «Δόλιχος», Δημήτρης Τάρλοου, συνεχίζοντας τους ποιοτικούς στόχους του, επέλεξε -μεταφράζοντάς το, μάλιστα, εξαιρετικά ο ίδιος- «Το δάσος» του Ντέιβιντ Μάμετ. Εργο αντίθετο από τον κριτικό κοινωνικό ρεαλισμό άλλων έργων του Μάμετ, το οποίο αποτελεί ένα παράξενο κράμα αλληγορικού μυστικισμού, ποίησης και ψυχανάλυσης. Θέματά του η γενεσιουργός σχέση ανθρώπου και φύσης, η αποκοπή του σύγχρονου ανθρώπου, κυρίως του άνδρα, από τη φύση, οι συνέπειες του τρόμου του απέναντι στα στοιχεία μιας παρθένας φύσης στις ερωτικές του σχέσεις και στον ψυχισμό του και η ερημία του στη «ζούγκλα» των πόλεων. Μέσα στον υποβλητικό «υγρό» τόπο που δημιούργησε το θαυμάσιο σκηνικό του Αντώνη Δαγκλίδη, υπέροχα φωτισμένο από τον Λευτέρη Παυλόπουλο, η σκηνοθεσία του Γρηγόρη Καραντινάκη, με το ρεαλιστικό μέτρο και τη χαμηλόφωνη, ποιητική «μουσικότητά» της είχε σαν καθοδήγηση τις αψεγάδιαστες, ψυχογραφικής αλήθειας και απλότητας ερμηνείες της Ταμίλλα Κουλίεβα και του Δημήτρη Τάρλοου.

«Ιδιωτικές ζωές» στο «Αμόρε»

Οταν υπάρχει σκηνοθετικό ταλέντο, ακόμα και ένα μπουλβάρ μπορεί να μεταμορφωθεί σε έργο βαθύτερης δραματουργικής ουσίας. Αυτό συνέβη με τη σκηνοθεσία των «Ιδιωτικών ζωών» του Νόελ Κάουαρντ από τον Γιάννη Χουβαρδά. Ο Κάουαρντ, δεινός μάστορας του εμπορικού θεάτρου, έγραψε μια σπινθηροβόλα, με ελαφρές δόσεις κομψεπίκομψης ειρωνείας, αλλά και αρκετά φαρσικά στοιχεία, μια ερωτική κωμωδία, ταιριαστή στο βίο και στην «κουλτούρα» -και τη θεατρική- των Αγγλο-αμερικάνων αστών. Θέμα της ο θυελλώδης χωρισμός του πρωταγωνιστικού αντρόγυνου, ο δεύτερος, εκατέρωθεν γάμος τους με άλλα πρόσωπα και το επίσης θυελλώδες ξανασμίξιμό τους, καθώς ανακαλύπτουν ότι όσο κι αν μαλώνουν, παραμένουν ερωτευμένοι και δεν μπορούν να ζήσουν χώρια ο ένας από τον άλλο. Ο Γ. Χουβαρδάς, διαθέτοντας τη λεπταίσθητα πληθωρικού χιούμορ μετάφραση της Χριστίνας Μπάμπου - Παγκουρέλη και το λειτουργικό, μοντερνιστικής αισθητικής σκηνικό της Λίλης Πεζανού, έστησε μια άκρως ενδιαφέρουσα παράσταση. Με ευρηματικότητα, σαρκαστική διάθεση, παιγνιώδες χιούμορ, με κριτική αντίληψη για το είδος του μπουλβάρ, αξιοποίησε το ίδιο το έργο για να σχολιάσει το είδος και το κοσμοπολίτικο, ψευτοευδαιμονικό, εύπεπτο περιεχόμενό του, καθώς και την αποπλανητική αισθητική του εμπορευματικού αμερικάνικου θεάτρου. Ο σχολιασμός του υπήρξε εύστοχος, στέρεος, δραστικότατος και ταυτόχρονα απολαυστικός, καθώς στηρίχτηκε σε ερμηνείες ταλαντούχων ηθοποιών. Η Αννα Μάσχα δεν είναι απλώς μια ταλαντούχα νέα ηθοποιός. Είναι ασκημένο, εύστροφο, ευφυές, με νεύρο, μέτρο, αίσθηση του χιούμορ, προσωπικότητα, υποκριτικό «όργανο». Ηταν έξοχη στην, κατά Γ. Χουβαρδά, Αμάντα, έχοντας για ερωτικό αντίποδά της τον επίσης ταλαντούχο, ασκημένων μέσων, δοκιμασμένο επιτυχώς με δυσκολότερους ρόλους, εύπλαστο, «νευρώδη», απλό και αληθινό Ακύλλα Καραζήση. Ελπιδοφόρα θεατρικά δείχνει να είναι η νέα ηθοποιός, Ιωάννα Παππά. Διαθέτει υποκριτική αμεσότητα και φυσικότητα, σκηνικό «νεύρο» και αίσθηση του χιούμορ. Φωνητικά, όμως, χρειάζεται άσκηση, για να καταπολεμήσει τη μονότονα υψηλότονη οξύτητα της φωνής της. Ερμηνευτικά αρμόζων στο «δορυφορικό», μπαλαντέρ ρόλο του παρατημένου συζύγου ήταν ο Ιερώνυμος Καλετσάνος.

«Πέτρες στις τσέπες του»
στο «Ιλίσια Βολανάκης»

«Το δάσος», στο «Πορεία»
«Το δάσος», στο «Πορεία»
Κατάλληλο να παίζεται μόνο από δυο δαιμόνιους κωμικούς μίμους είναι το έργο της Μ. Τζόους «Πέτρες στις τσέπες του» που ανέβασαν στο θέατρο «Ιλίσια Βολανάκης», σε χυμώδη, με πολλά γλωσσοπαίγνια διασκευή - μετάφραση της Μιμής Ντενίση, οι Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης και Δημήτρης Λιγνάδης, σε σκηνοθεσία του δεύτερου, ο οποίος επιβεβαιώνει όχι μόνο την υποκριτική του ευχέρεια να κινείται σε όλα τα είδη -από το κλασικό έως το σύγχρονο ρεπερτόριο, από το δράμα έως τη φάρσα, από τους ρολίστικους ρόλους έως τους καρατερίστικους και επιθεωρησιακούς τύπους, αλλά και τη σκηνοθετική του ικανότητα. Τόση, που να καταστήσει σκηνοθετικά και ερμηνευτικά ευφρόσυνο, απολαυστικότατο ένα έργο που δεν επιδέχεται και πολλής κριτικής. Πρόθεση του έργου ήταν να σατιρίσει το Χόλιγουντ, τον -κάθε καρυδιάς καρύδι- κόσμο του, τις σαχλές και ατάλαντες σταρ, τις ανούσιες ταινίες που γυρίζει, τους σκηνοθέτες ψώνια, και τους υποχείριους βοηθούς τους, τα όνειρα των μεροκαματιάρηδων φουκαράδων κομπάρσων να κατακτήσουν μια ανώτερη θέση στο «στερέωμά» του, λ.χ. ως σεναριογράφοι ή ηθοποιοί. Πρόσωπα του έργου είναι -όλο κι όλο- δυο φουκαράδες κομπάρσοι, οι οποίοι «αλληλοεκθέτουν» το «ψώνιο» τους, τα εργασιακά προβλήματά τους, τους καλλιτεχνικούς πόθους, τις ερωτικές ψευδαισθήσεις τους, θυμούνται και μιμούνται πρόσωπα του τόπου τους, των παιδικών και νεανικών τους χρόνων, αλλά και βγάζουν το άχτι τους μιμούμενοι χλευαστικά πρόσωπα του εργασιακού τους περιβάλλοντος. Η σκηνοθεσία του Δ.Λιγνάδη ευφυώς αντιμετώπισε το έργο σαν χολιγουντιανού τύπου επιθεωρησιακό σκηνικό παιχνίδι για δυο νουμερίστες μίμους. Η ιδέα του εξυπηρετήθηκε με το σκηνικό και τα κοστούμια της Ελλης Παπαγεωργακοπούλου, ευδοκίμησε με τους στίχους και τη μουσική επιλογή του ίδιου και του Κ. Μαρκουλάκη και τελικώς κάλπασε σε ένα πληθωρικά γελαστικό, γοργόρυθμο, σφιχτοδεμένο σκηνικό παιχνίδι, που οφείλεται στις αλλεπάλληλες, απόλυτης ελευθερίας, οργιαστικές κωμικές υποκριτικές μεταμορφώσεις του ίδιου και του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη.


«Τσέπες στις τσέπες του», στο «Ιλίσια Βολανάκης»
«Τσέπες στις τσέπες του», στο «Ιλίσια Βολανάκης»

ΘΥΜΕΛΗ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ