Τετάρτη 5 Φλεβάρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Μερικά ζητήματα για τον ιμπεριαλισμό

Οταν ο Λένιν διαπίστωνε την ποιοτική μετάβαση του καπιταλισμού σε ένα ανώτερο στάδιο ανάπτυξης, τότε η κοινωνία, πράγματι, βίωνε αυτή την αλλαγή σε όλες τις εκφάνσεις της. Ηταν αρχές μιας νέας εποχής και το στάδιο του ιμπεριαλισμού είχε αρχίσει, ήδη, να κάνει αισθητή την παρουσία του από τα τέλη του 19ου αιώνα. Πιο συγκεκριμένα τοποθετείται ως συμβολικό ορόσημο ο αμερικανοϊσπανικός πόλεμος του 1898.

Σ' όλη αυτή την πολύχρονη διαδρομή, μέχρι και σήμερα, ο ιμπεριαλισμός ανδρώθηκε, ωρίμασε και πέρασε από διάφορες φάσεις. Μολονότι, όμως, διάνυσε ένα διάστημα άνω του ενός αιώνα και, παρότι, ειπώθηκαν και γράφτηκαν πολυάριθμες αράδες γι' αυτόν, στις μέρες μας η ενασχόληση μαζί του θεωρείται από κάποιους ως αναχρονιστική και αντιεπιστημονική! Παράλληλα, επικρατεί μία σύγχυση (τις περισσότερες φορές τεχνηέντως) και μια λανθασμένη εικόνα γύρω από τη σημασία και το πραγματικό περιεχόμενο της λέξης ιμπεριαλισμός.

Ακροβατώντας μέσα σ' αυτόν τον κυκεώνα παρερμηνειών, θα επιχειρήσουμε μία συμπυκνωμένη εμβάθυνση της έννοιας του όρου, με ταυτόχρονη αναφορά και πρόσδεση στο παροντικό γίγνεσθαι.

Το 1916 ο Λένιν δημοσίευσε ένα ολοκληρωμένο έργο1 σχετικά με την εξέλιξη του παγκόσμιου καπιταλισμού, αποκαλύπτοντας τα νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά του στις άμεσα μεταβαλλόμενες συνθήκες της εποχής του. Ετσι, οριοθετώντας τα στοιχειοθετημένα συμπεράσματά του, καθορίστηκαν τα θεμελιακά γνωρίσματα του ιμπεριαλιστικού σταδίου. Εν συντομία είναι τα εξής: 1) Συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου, σε τόσο υψηλά επίπεδα, ώστε να δημιουργούνται μονοπώλια. 2) Συγκρότηση και κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου. 3) Δυσανάλογα μεγαλύτερη και σπουδαιότερη η εξαγωγή κεφαλαίου από εκείνη των εμπορευμάτων. 4) Οργάνωση διεθνών μονοπωλιακών ενώσεων και μοίρασμα αγορών. 5) Εχει ολοκληρωθεί το εδαφικό μοίρασμα του κόσμου μεταξύ των μεγάλων κεφαλαιοκρατικών δυνάμεων2.

Μονοπώλιο, ανταγωνισμός, κέρδος

Πρώτη προϋπόθεση για τη γέννηση του ιμπεριαλισμού υπήρξε η καθοριστική ενδυνάμωση των μονοπωλιακών εταιριών, εξαιτίας της διαρκούς ισχύος του νόμου της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης κεφαλαίου και παραγωγής. Ο ολοένα και ασφυκτικότερος εναγκαλισμός των μονοπωλίων με την κρατική μηχανή επέδρασε καταλυτικά στην υπερβολική διόγκωσή τους, κατά το πλέιστον ακόμη και στην ίδια τη διατήρησή τους. Είναι κρίσιμο, ουσιαστικό να αντιληφθούμε ότι το καπιταλιστικό κράτος συνιστά (εκτός των άλλων) ένα μηχανισμό αποφασιστικής ενίσχυσης της δράσης του μονοπωλιακού κεφαλαίου, κάθε εναλλακτικό τρόπο και μορφή. Αξιόλογες οικονομικές μελέτες που διεξάγονται, κατά καιρούς, διαπιστώνουν πως ακόμη και στις σημερινές, διευρυμένες μονοπωλιακές καταστάσεις, αυτές οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να υπόκεινται στη λειτουργία των δυνάμεων της αγοράς. Διαχρονικά, δηλαδή, τόσο η εξισωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους συνεχίζει να υφίσταται, όσο και ο ανταγωνισμός μεταξύ των κεφαλαίων διαρκώς εντείνεται3. «...το μονοπώλιο δεν μπορεί να εμποδίσει την παλίρροια του ανταγωνισμού, στην πραγματικότητα αυτό το ίδιο εκτρέφει τον ανταγωνισμό»4. Τα ποσοστά κέρδους των μονοπωλιακών επιχειρήσεων δεν είναι α priori και συνεχώς μεγαλύτερα από εκείνα των μικρών εταιριών. Εκεί όπου οι πρώτες κατ' εξοχήν υπερτερούν είναι στο σύνολο της μάζας κερδών και όπως ήδη ελέχθη στην προνομιακή κρατική αντιμετώπιση. Ετσι, συνάγεται ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις δε διατηρούν πάντα τη δύναμη επί των συνθηκών της αναπαραγωγής τους και, βεβαίως, αδυνατούν να ελέγξουν το ύψος του ποσοστού κέρδους τους. Ακριβώς γι' αυτό παρεμβαίνει το κράτος και αναδιανέμει με κάθε μέσο την υπεραξία υπέρ του μονοπωλιακού κεφαλαίου, λειαίνοντας το δρόμο της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης και αναπαραγωγής. Η διαδικασία αυτή, από την άλλη, πολλαπλασιάζει και οξύνει τα κρισιακά φαινόμενα. Με άλλα λόγια, ουδείς δύναται να θέσει φραγμούς στην ακατάπαυστη λειτουργία των οικονομικών νόμων του συστήματος. Η σύγχρονη, άλλωστε, ιστορία βρίθει από παραδείγματα επιχειρηματικών κολοσσών που κατέρρευσαν σαν χάρτινοι πύργοι5.

Αυτό που κατορθώνεται μέσα από την αναγκαιότητα σύμφυσης κράτους και μονοπωλίων είναι μία αντιφατική, γεμάτη παθογένεια, παρεμβατικότητα, χάρη όμως στην οποία επιβιώνει το σύστημα έως σήμερα. Υπό αυτές τις συνθήκες φαίνεται υποκριτικό και άκρως παραπλανητικό το αίτημα των θιασωτών του νεοφιλελευθερισμού για λιγότερο κράτος. Αποδεδειγμένα, όσο πιο ακραιφνή νεοφιλελεύθερα μοντέλα εφαρμόζονται (π.χ. ΗΠΑ, χώρες Λατινικής Αμερικής), τόσο πιο βαθιά και ισχυρή γίνεται η διαπλοκή ιμπεριαλιστικού κράτους και μονοπωλιακών ενώσεων.

Ιμπεριαλιστική δόμηση

«Ο ιμπεριαλισμός (...) είναι το εποικοδόμημα πάνω στον (...) καπιταλισμό»6 και δη στον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό. Αποτελεί το όχημα της κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγής, παρεισφρέοντας σε όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής, ανεξάρτητα από πολιτική συγκρότηση και μοντέλο διακυβέρνησης.

Ο Αμερικανός καθηγητής Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Georgetown της Ουάσιγκτον, Norman Birnbaum, συμπεραίνει αποκαλυπτικά: «Οι οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές παρεμβάσεις (των ΗΠΑ εννοεί) σε ολόκληρο τον κόσμο, η χειραγώγηση των συμμαχικών κρατών, ήταν πρακτικές τις οποίες εφάρμοζαν και οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Δημοκράτες. Και αν το δούμε εκ των υστέρων, όλες εκείνες οι διαφορές που νομίζαμε ότι τους χωρίζουν, μοιάζουν τελικά εντελώς ασήμαντες»7.

Στο σημείο αυτό οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε το εξής: Πρωτογενή κύτταρα του ιμπεριαλιστικού σταδίου είναι οι μονοπωλιακές επιχειρήσεις, πολυεθνικές και μη, όλες δημιουργήματα και επακόλουθα της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Συνεκτικός ιστός και απαραίτητο σημείο αναφοράς, με όλα τα παραπάνω, εξακολουθεί, βεβαίως, να είναι το καπιταλιστικό έθνος - κράτος. Κάθε μορφής ιδεολόγημα περί της εξασθένισης ή, πολύ περισσότερο, της εξαφάνισής του δεν ικανοποιεί παρά ένα μύθο. Ο ιμπεριαλισμός, άρα, δρα, μορφοποιείται κι εξελίσσεται διά μέσω των ιμπεριαλιστικών κρατών, των σχημάτων και των ενώσεών τους (π.χ ΕΕ, ΝΑΤΟ κ.α.).

Η συνεχής ωρίμανση και εξέλιξή του σφραγίζει τη διαλεκτική σχέση του με την κεφαλαιοκρατική βάση, ενώ συμπυκνώνει τα δεδομένα κάθε συγκεκριμένης ιστορικής συγκυρίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Λένιν υπογραμμίζει πως παρότι το εδαφικό μοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις έχει τελεστεί στην εποχή του, ο διαρκής αγώνας (υφέρπων ή ανοιχτός) της αναδιανομής εδαφών και αγορών μεταξύ των ιμπεριαλιστικών χωρών ολοένα και θα βαθαίνει. Κάτι τέτοιο είναι αληθές, εντάσσεται στα βασικά χαρακτηριστικά της φύσης του ιμπεριαλισμού, απορρέει από τη νομοτελειακή εκδήλωση της ανισόμετρης οικονομικής ανάπτυξης και του αυξανόμενου ανταγωνισμού.

Εδώ και μια δεκαετία εξελίσσονται ραγδαία νέες πιο ποιοτικές και αδηφάγες μορφές εκδήλωσης του ιμπεριαλιστικού εποικοδομήματος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής αποτελούν τον κύριο μοχλό των κινήσεων και το μηχανισμό της νέας πορείας. Αυτό βέβαια ερμηνεύεται στη βάση της κυριαρχίας των παραγωγικών, υλικών και τεχνολογικών τους δυνάμεων, καθώς και στην πολιτικοστρατιωτική τους ηγεμονία στο διεθνές περιβάλλον. Σ' αυτό το περιβάλλον, εκτός από τις ΗΠΑ, συνδράμουν και οι έτεροι ιμπεριαλιστικοί πόλοι (Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία, Ιαπωνία) στην τροφοδότηση της αυξανόμενης ρευστότητας.

Η προωθητική γραμμή αναπροσαρμογής και επαναδιάταξης θεσμών, στρατηγικών επιλογών και σχεδιασμών κατευθύνεται μεθοδικά τα τελευταία χρόνια από τον αμερικανικό παράγοντα, όσο και από τις υπόλοιπες δυνάμεις. Οι παρελθούσες παραδοσιακές διεθνείς σχέσεις αναπροσαρμόζονται σε άλλα δεδομένα, ενώ νέα αμυντικά και επιθετικά δόγματα κάνουν την εμφάνισή τους. Η κύρια πτυχή της νέας κατάστασης άπτεται της άμεσης επιδίωξης των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, με προεξέχουσες τις ΗΠΑ, να ακινητοποιήσουν τη διεθνή κοινότητα, να παραλύσουν πλήρως τον ΟΗΕ, να παραμερίσουν κάθε έννοια διεθνούς νομιμότητας βασισμένη σε παλιότερες συμβάσεις και συμφωνίες. Η αμερικανική εξωτερική πολιτική πράττει κατά το δοκούν, διαρρηγνύει τις παραδοσιακές της συμμαχίες (Σαουδική Αραβία, Αίγυπτος, ΕΕ), χτίζοντας εφήμερες, καλλιεργώντας και διαχέοντας την αντίληψη ότι εφεξής τίθεται στην απόλυτα διακριτική της ευχέρεια η διευθέτηση των γεωπολιτικών - οικονομικών ζητημάτων. Ταυτόχρονα, νέες (Ρωσία) και παραδοσιακές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αναζητούν τον επαναπροσδιορισμένο ρόλο τους.

Οι μόλις προηγηθείσες διαπιστώσεις δε θα πρέπει να μας οδηγήσουν στην, κατά κόρον, λαθεμένη επιφανειακή θεώρηση του ιμπεριαλισμού. Ο ιμπεριαλισμός δεν ορίζεται μόνο ως μία επεκτατική εξωτερική πολιτική ενός ή πολλών κρατών. Δεν είναι απλώς ένα σύστημα διεθνών σχέσεων που απλά αποτελεί μορφή εκδήλωσης μιας πτυχής ενός όλου. Η ολότητα, δηλαδή το ίδιο το ιμπεριαλιστικό στάδιο, εκφράζει ένα σύμπλεγμα νομοτελειακών προϋποθέσεων της καπιταλιστικής ωρίμανσης και του ανάλογα προσαρμοσμένου κρατικού εποικοδομήματος. Δίχως να λαμβάνουμε αυτά υπόψη μας, χάνουμε το δάσος, παρατηρώντας ανήμποροι το δέντρο. Ετσι, η πιο κυνικά επιθετική μορφή που πήρε ο ιμπεριαλισμός στις μέρες μας μεταφράζεται σαν επιταγή προσαρμοστικότητάς του στις αδυσώπητες αντιθέσεις της ίδιας του της φύσης.

Σε αντιδιαστολή, η εργατική τάξη επιβάλλεται να κατανοήσει πως «δεν πρόκειται (η ίδια) να πραγματοποιήσει ιδανικά, αλλά να ελευθερώσει μονάχα τα στοιχεία της νέας κοινωνίας που καταρρέει» 8.

1. «Ο ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού».

2. Βλ. Β. Ι. Λένιν, «Ο ιμπεριαλισμός...», «Απαντα», ελληνική έκδοση, τόμος 22, σ. 27.

3. Βλ. Λ. Τσουφλίδης, Π. Τσαλίκη, «Συγκέντρωση κεφαλαίου στην ελληνική βιομηχανία και πολιτικές συνέπειες», Πρακτικά Συνεδρίου Σ. Καράγιωργα, Αθήνα, 2000, σ. 707-723.

4. Σπ. Μαγκλιβέρας, «Ο κρατικός τομέας της οικονομίας στην Ελλάδα και η κρίση», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1987, σ. 351.

5. Βλ. «Enron», «Worldcom», «AT&T» και πλήθος άλλες.

6. Β. Ι. Λένιν, «Εισήγηση για το πρόγραμμα του Κόμματος» 19 του Μάρτη, «Απαντα», τόμος 38, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, σ. 154-155.

7. N.Birnbaum, Αρθρο στη «Le Monde diplomatique», «Στις ρίζες του σκληρού αμερικανικού εθνικισμού», Νο 247, 3-11-2002.

8. Κ. Μαρξ, «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2000, σ. 76.


Κυριάκος ΚΑΤΣΑΡΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ