Κυριακή 21 Ιούλη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 15
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Ταυτίζεται πολιτικά με την κυβέρνηση

Είναι γεγονός ότι κάθε πολιτική δύναμη κρίνεται και πρέπει να κρίνεται από το πρόγραμμά της, την τρέχουσα πολιτική και τακτική της, τη δράση της. Αυτά είναι τα βασικά στοιχεία που προσδιορίζουν ποια συμφέροντα υπηρετεί αυτή η πολιτική δύναμη. Και σ' αυτή την κοινωνία με τις τεράστιες και συνεχώς διευρυνόμενες κοινωνικές ανισότητες ανάμεσα στο λαό και τα μονοπώλια, την άρχουσα τάξη, η προπαγάνδα των κομμάτων που υπηρετούν τα συμφέροντά της, επιδιώκει να συγκαλύψει την ταξική ουσία του προγράμματος και της πολιτικής τους, προκειμένου να εγκλωβίζει μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης, των άλλων λαϊκών στρωμάτων, στη δική τους πολιτική. Τη δική του συμβολή σ' αυτή την υπόθεση έχει και η λειτουργία του αστικού κοινοβουλευτικού συστήματος, που δημιουργεί την κάλπικη πραγματικότητα της εναλλαγής των αστικών κομμάτων στην κυβερνητική εξουσία, σπέρνοντας αυταπάτες ότι όταν το ένα αστικό κόμμα είναι στην κυβερνητική εξουσία το άλλο ασκεί αντιπολίτευση, υποτίθεται στην κυβέρνηση προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων.

Σ' αυτή τη θέση βρίσκεται σήμερα η ΝΔ, η οποία πασχίζει να εμφανίζεται ως το κόμμα που ασκεί την πιο αδυσώπητη κριτική στην κυβέρνηση, γιατί η πολιτική της «υπονομεύει το μέλλον της χώρας». Την κατηγορεί για παντελή ανικανότητα να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της εποχής, να εφαρμόσει τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές και τις υποδομές που χρειάζεται ο τόπος. Της προσάπτει επίσης την κατηγορία της ανικανότητας, αφού εμφανίζεται υποχώρηση της αναπτυξιακής δυναμικής, η Ελλάδα έχει την τελευταία θέση στην Ευρώπη στην ανταγωνιστικότητα, ότι αυξάνεται η ανεργία, έχουμε έξαρση της ακρίβειας σε βασικά είδη διατροφής, υπερδανεισμό των νοικοκυριών, ότι έχουν διευρυνθεί οι περιφερειακές και κοινωνικές ανισότητες κλπ.

Αν βεβαίως μείνει κάποιος στην επιφάνεια αυτής της προπαγάνδας, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ΝΔ κάνει πράγματι αντιπολίτευση στην κυβέρνηση και μάλιστα δείχνει ενδιαφέρον για τα λαϊκά στρώματα, προτείνοντας μια άλλη πολιτική, η οποία θα αντιμετωπίσει βασικά τους προβλήματα. Ετσι θέλει και έτσι πρέπει να δείχνει. Αυτή την τακτική τη χρειάζεται το αστικό πολιτικό σύστημα προκειμένου να μπορεί να λειτουργεί εγκλωβίζοντας λαϊκές μάζες στην αντιλαϊκή πολιτική. Γιατί η πολιτική της ΝΔ ουσιαστικά δε διαφέρει, πέρα από τις φραστικές αντιπολιτευτικές κορόνες, από την κυβερνητική πολιτική. Ας θυμηθούμε μόνο ότι στη συνεδρίαση της Βουλής που ψήφισε το νόμο για την κατεδάφιση της Κοινωνικής Ασφάλισης, με την εργατική τάξη στους δρόμους του απεργιακού αγώνα και των διαδηλώσεων, η ΝΔ φρόντισε να ντύσει την ουσία της θέσης της με οξύτατο ύφος που συνοδεύτηκε ακόμη και με τη θορυβώδικη, θεαματική αποχώρησή της από τη Βουλή. Ποια ήταν αυτή η ουσία; Ο Κ. Καραμανλής είπε πως όταν η ΝΔ αναλάβει την κυβερνητική εξουσία δεν πρόκειται να καταργήσει το νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση. Για ποια αντιπολίτευση λοιπόν γίνεται λόγος;

Αν ανατρέξουμε στο πρόγραμμά της και συγκρίνουμε τις επεξεργασίες της μ' αυτές του προγράμματος του ΠΑΣΟΚ είναι εύκολο να αντιληφθούμε ότι τα δυο κόμματα της άρχουσας τάξης όχι μόνο ταυτίζονται στρατηγικά στις επιλογές τους, αλλά συναγωνίζονται ποιο από τα δύο υπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης, σε συνδυασμό με την υποταγή των λαϊκών στρωμάτων στο σύστημα.

Στο «κυβερνητικό πρόγραμμα» της ΝΔ, που ψήφισε το 5ο Συνέδριό της στο 2001, αναφέρονται τα εξής:

«Η ΝΔ πιστεύει σε ένα κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό σύστημα που να εξασφαλίζει ίσες ευκαιρίες σε όλους τους πολίτες, αλλά να τους αφήνει ελεύθερους στην επιδίωξη των ατομικών στόχων. Ο βασικός μηχανισμός κατανομής των οικονομικών πόρων ενός τέτοιου συστήματος δεν μπορεί να είναι άλλος από την ελεύθερη αγορά. Το κράτος πρέπει να εξασφαλίζει το ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο που επιτρέπει στις αγορές να λειτουργούν κάτω από ανταγωνιστικές συνθήκες».

Σ' αυτό το απόσπασμα του προγράμματός της, που περικλείεται η ουσία της πολιτικής την οποία επαγγέλλεται ότι θα εφαρμόσει όταν γίνει κυβέρνηση, αλλά την προπαγανδίζει σήμερα ως αντιπολίτευση, διατυπώνεται χωρίς περιστροφές και με απόλυτη καθαρότητα η νεοφιλελεύθερη διαχείριση, αφού οι νόμοι αγοράς, οι ανταγωνιστικές συνθήκες, οι ατομικοί στόχοι, δηλαδή η ιδιωτική πρωτοβουλία, η δημιουργία ίσων ευκαιριών, σε συνδυασμό με την προσωπική ευθύνη καθενός για την αξιοποίησή τους, προκειμένου να ευημερήσουν, θεωρούνται τα θεμέλια αυτής της διαχείρισης.

Σ' αυτά τα βασικά ζητήματα δεν υπάρχει ίχνος διαφοροποίησης από τη διαχειριστική πολιτική του ΠΑΣΟΚ και δε θα μπορούσε άλλωστε. Μια προσεχτική ματιά στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ πείθει για «του λόγου το αληθές».

«Ως κοινωνία, συλλογικά και συναινετικά, πρέπει να διαμορφώσουμε τις παραμέτρους της νέας αναπτυξιακής πορείας του τόπου. Πρέπει να διασφαλίσουμε το ρόλο της αγοράς ως μηχανισμού παραγωγής, διανομής και διακίνησης προϊόντων και υπηρεσιών... Ο επιχειρηματικός χαρακτήρας του κράτους (με τις αποκρατικοποιήσεις) μετατρέπεται σε προγραμματικό κι επιτελικό. Το κράτος αναπτύσσει έντονη δραστηριότητα για τη δημιουργία ενός σύγχρονου εποπτικού και ρυθμιστικού πλαισίου που διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, προστατεύοντας ταυτόχρονα το κοινωνικό συμφέρον» (από το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ που ψήφισε στο 5ο Συνέδριό του το 2001).

Τι λένε, λοιπόν, τα ντοκουμέντα των δύο κομμάτων; Υποστηρίζουν την αγορά σαν το βασικό παράγοντα που καθορίζει την κατανομή των πόρων ανάμεσα στις κοινωνικές δυνάμεις, δηλαδή την οικονομική κατάσταση των ανθρώπων, ενώ το κράτος καθορίζει τους κανόνες αυτής της κατανομής, ώστε να λειτουργεί ο ανταγωνισμός. Μόνο που όλ' αυτά σημαίνουν ισχυροποίηση της άρχουσας τάξης σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων.

Αυτό αποδεικνύεται καθαρά και από άλλο σημείο του προγράμματος της ΝΔ, στο οποίο αναφέρονται τα εξής:

«Η οικονομική ανάπτυξη είναι μια σύνθετη κι ευαίσθητη διαδικασία. Απαιτεί τη δημιουργία ενός κλίματος που να βοηθά τις επενδύσεις κυρίως τις ιδιωτικές... Η ΝΔ θα διασφαλίσει τις προϋποθέσεις ώστε να υπάρξει ένα κλίμα σιγουριάς στην απόδοση των επενδύσεων... Το κράτος εξασφαλίζει και διαφυλάσσει την παροχή ενός ελάχιστου, κοινωνικά αποδεκτού βιοτικού επιπέδου, μέσω εισοδηματικών ενισχύσεων και κοινωνικών παροχών. Ολοι πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο παροχών αναφορικά με τα βασικά αγαθά ασφαλείας, παιδείας, υγείας και κοινωνικής ασφάλισης. Οι έντονες κοινωνικές αδικίες στην παροχή βασικών αγαθών πρέπει να εκλείψουν».

Ουσιαστικά εδώ προβάλλει την ανάγκη της ολοένα και μεγαλύτερης ενίσχυσης των μεγαλοεπιχειρηματιών (ιδιωτικές επενδύσεις), ενώ για να υφαρπάξει τη λαϊκή έγκριση στην πολιτική της πασχίζει να «χρυσώσει το χάπι» με την απατηλή προπαγάνδα του λεγόμενου ελάχιστου βιοτικού επιπέδου (αλήθεια με ποια κριτήρια καθορίζεται και πώς θα εξαλειφθούν «οι έντονες κοινωνικές αδικίες», όταν επιδιώκεται οι πλούσιοι να γίνουν πλουσιότεροι;), ρίχνοντας στάχτη στα μάτια της εργατικής τάξης των άλλων λαϊκών στρωμάτων περί των προθέσεών της. Βεβαίως εδώ φαίνεται ότι επιδιώκει να διαχειριστεί την ακραία φτώχεια των πιο εξαθλιωμένων τμημάτων από τα λαϊκά στρώματα, προκειμένου να αμβλύνει την οξύτητα που προσλαμβάνουν οι κοινωνικές αντιθέσεις απο τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και τις εν δυνάμει πιθανότητες ανάπτυξης και ενίσχυσης των κοινωνικοπολιτικών αγώνων.

Αν δούμε αντίστοιχα το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ για το ίδιο ζήτημα, θα παρατηρήσουμε ακριβώς την ίδια ουσία στην πολιτική του, τις ίδιες επιδιώξεις.

«Η διεύρυνση των ευκαιριών για το σύνολο του επιχειρηματικού κόσμου της χώρας μέσα από την απελευθέρωση των αγορών και τη νέα ρύθμιση των αγορών κεφαλαίου, προϊόντων και εργασίας πρέπει να διασφαλίζει παράλληλα την υγιή κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα, την αναδιανομή του παραγόμενου προϊόντος σε όφελος των εργαζομένων... Πρέπει να θεσμοθετήσουμε και να εδραιώσουμε τους μηχανισμούς που ελέγχουν και περιορίζουν τις ανισότητες και προστατεύουν τις ασθενέστερες και ευπαθείς τάξεις» (από το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ που ψήφισε στο 5ο Συνέδριό του το 2001).

Υπάρχει πράγματι ταύτιση πολιτικής τόσο στο ζήτημα της ενίσχυσης του κεφαλαίου, όσο και στη διαχείριση της φτώχειας.

Απ' όλα τα παραπάνω γίνεται φανερή όχι μόνο η στρατηγική ταύτιση της ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ, αλλά αποκαλύπτεται και η κάλπικη αντιπολίτευσή της προς την κυβέρνηση, αφού προσπαθεί να δημιουργήσει υποτιθέμενες, αλλά ανύπαρκτες αντιθέσεις, (ανικανότητα, ασυνέπεια, συμβολή στη διεύρυνση κοινωνικών ανισοτήτων κλπ.), όταν πρεσβεύει την ίδια ακριβώς πολιτική. Γι' αυτό και η εργατική τάξη, τ' άλλα λαϊκά στρώματα, όχι μόνο πρέπει να κλείσουν τ' αυτιά τους στις «αντιπολιτευτικές σειρήνες» της ΝΔ, αλλά να απεγκλωβιστούν από την πολιτική και των δύο κομμάτων των μεγαλοεπιχειρηματιών, να τα καταδικάσουν στη συνείδησή τους, αλλά και έμπρακτα, με τη συσπείρωσή τους στην πολιτική του ΚΚΕ, την ισχυροποίησή του, την οργάνωση της κοινής κοινωνικοπολιτικής τους πάλης, στην κατεύθυνση της οικοδόμησης του δικού τους μετώπου για τη λαϊκή εξουσία. Η επερχόμενη μάχη των δημοτικών και νομαρχιακών εκλογών δίνει τη δυνατότητα, και πρέπει ο λαός να την αξιοποιήσει, για καταδίκη των συνδυασμών και των δύο κομμάτων ενιαία και στους δύο γύρους, που σημαίνει καταδίκη της πολιτικής τους, και την ενίσχυση των αγωνιστικών συνδυασμών συμπαράταξης των κομμουνιστών με τις άλλες ριζοσπαστικές δυνάμεις. Θα 'ναι ένα μεγάλο βήμα στην κατεύθυνση αλλαγής του συσχετισμού δυνάμεων, ενίσχυσης των προϋποθέσεων για το Μέτωπο, ισχυροποίηση των δυνατοτήτων ανάπτυξης της πάλης για όλα όσα τους ανήκουν.


Σ. Κ.

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Φυσικές ανισότητες(2017-12-29 00:00:00.0)
Μια συνταγή του ΟΟΣΑ που θολώνει τη λαϊκή προοπτική(2014-12-25 00:00:00.0)
Λαϊκή ψήφος και πολιτική χειραφέτηση(2004-05-25 00:00:00.0)
Ενα το κρατούμενο η συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής(2004-03-14 00:00:00.0)
Μέτωπο στο μέτωπο(2002-08-03 00:00:00.0)
Ο βασιλιάς είναι «γυμνός»(2000-10-24 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ