1. Η διαδοχή των θεματικών κεφαλαίων στο κείμενο των Θέσεων βοηθά όλους μας, τα κομματικά μέλη, αλλά και τους οπαδούς και φίλους του Κόμματος να αντιληφθούμε τη συνθήκη που διανύουμε, τη συνθετότητα των εξελίξεων, να κατανοήσουμε γιατί η δράση του Κόμματος σ' αυτές τις συνθήκες πρέπει οπωσδήποτε να αντιστοιχείται στον κατακτημένο - προγραμματικά και καταστατικά - επαναστατικό του χαρακτήρα, γιατί και με ποιους όρους πρέπει να διευρύνεται και να δυναμώνει το επαναστατικό ρεύμα στην εργατική τάξη και στη νεολαία.
Το δεύτερο κεφάλαιο ανοίγει σε κάθε σύντροφο τον ορίζοντα της πιο βαθιάς σκέψης και του προβληματισμού, έτσι ώστε να κατανοηθεί σε μεγαλύτερο βάθος ότι ναι μεν δρούμε σε συνθήκες μη επαναστατικής κατάστασης, αλλά ταυτόχρονα πρόκειται για συνθήκες όξυνσης των αντιθέσεων και ανταγωνισμών, να αφομοιωθεί ακόμη πιο βαθιά ότι η δουλειά μας σήμερα στην πραγματικότητα προετοιμάζει τις αυριανές ακόμη μεγαλύτερες αναμετρήσεις, ότι τα χαρακτηριστικά της ατομικής και συλλογικής κομμουνιστικής συγκρότησης, της αντοχής, της μαχητικής στράτευσης, της αταλάντευτης στάσης, της κομμουνιστικής ηθικής σφυρηλατούνται καθημερινά και ο καθένας μας κρίνεται αδιάλειπτα για το κομματικό του «ανάστημα».
2. Στις ειδικές επισημάνσεις και διαπιστώσεις των Θέσεων της ΚΕ για τις αδυναμίες της καθοδηγητικής δουλειάς, καθρεφτίζονται αδυναμίες και ελλείψεις, όπως για παράδειγμα ότι δεν έχουμε κατακτήσει ο σταθερός προσανατολισμός στη λειτουργία των ΚΟΒ, στην καθημερινή τους δράση, στην υλοποίηση του σχεδιασμού τους να είναι αποτέλεσμα ή καλύτερα να συνδέεται άρρηκτα με την ανάπτυξη της ιδεολογικοπολιτικής συζήτησης, μελέτης, επεξεργασίας και εξαγωγής συμπερασμάτων για τη δουλειά μας στον χώρο ευθύνης μας ως περιεχόμενο στην ίδια τη συνεδρίαση της ΚΟΒ και στην προετοιμασία της. Πιστεύω ότι οι Θέσεις δίνουν μεγάλη ώθηση και αποτελούν κυριολεκτικά εργαλείο για το ξεπέρασμα της συγκεκριμένης αδυναμίας, αφού αναλύουν τους όρους και τις προϋποθέσεις για το κομμουνιστικό ατσάλωμα, για το Κόμμα των συνειδητών επαναστατών, την ιδεολογικοπολιτική ικανότητα του Κόμματος.
3. Είναι γεγονός βέβαια ότι έχουμε μετρήσει σημαντικά βήματα -όπως και στη δική μας Τομεακή Οργάνωση - να μελετάμε τα ιδεολογήματα του αντιπάλου που «ανθίζουν» στον χώρο ευθύνης μας, να δουλεύουμε - με βάση τις επεξεργασίες μας - στην απόκρουσή τους, γεγονός μάλιστα που απάλλαξε τη σκέψη μας από «βαρίδια» του παρελθόντος περί του ενιαίου δικηγορικού «σώματος», του δικηγόρου ως «συλλειτουργού» της Δικαιοσύνης, της πιστής στοχοπροσήλωσης στην τήρηση του νόμου στον χειρισμό υποθέσεων του εργατικού ταξικού κινήματος, αναπτύσσοντας πλέον από την πλευρά μας την ικανότητα να «αξιοποιούμε» και να υποτάσσουμε - όσο γίνεται - τον νομικό κανόνα στην κάθε φορά ταξική απαίτηση, απαλλαγμένοι από το «άγχος» ότι θα καταδειχθούμε από συναδέλφους και δικαστές, ως άσχετοι επιστημονικά κ.λπ.
4. Επίσης, μετρήσαμε βήματα στον τομέα της εξειδίκευσης στον χώρο ευθύνης μας, γεγονός που αντικειμενικά τροφοδοτεί την ιδεολογικοπολιτική μας «φαρέτρα». Ταυτόχρονα γίνονται αντικειμενικά όλο και πιο επιτακτικές και οι ίδιες οι ανάγκες της διαπάλης και της διαρκούς προσπάθειάς μας να αποσπούμε κάθε φορά κόσμο - ακόμη και της δικής μας επιρροής - που εύκολα όμως αποπροσανατολίζεται ή και παγιδεύεται από την επίδραση του αντιπάλου - όποια μορφή κι αν έχει κάθε φορά (σοσιαλδημοκρατία, οπορτουνισμός κ.λπ.) - σε σχέση με τις εξελίξεις στη Δικαιοσύνη, το «κράτος δικαίου», τον ρόλο των θεσμών του αστικού κράτους, τις αλλαγές στους Κώδικες, τον ρόλο της Ευρωεισαγγελίας, την ταξική διάσταση στα οφέλη της Τεχνητής Νοημοσύνης και της ψηφιακής μετάβασης στη Δικαιοσύνη κ.λπ.
5. Συνολικά στο Κόμμα αλλά και στον δικό μας χώρο ευθύνης και ενόψει και της πρωτοβουλίας για τη συγκρότηση του Συλλόγου αυτοαπασχολούμενων δικηγόρων, άμεσα συνδεδεμένο με τη μαζική δουλειά μας πρέπει να είναι το καθήκον για αταλάντευτα σταθερό μέτωπο στον οπορτουνισμό. Γιατί όσο δυνάμεις θα προσεγγίζουν και θα ακούνε το Κόμμα, τόσο θα δυναμώνουν και οι ιδεολογικές πιέσεις, γιατί οι δυνάμεις που θα μας προσεγγίζουν έχουν εδραιωμένες αντιλήψεις, είναι άπειρες, ευάλωτες στην προπαγάνδα του αντιπάλου - του οπορτουνισμού και αναζητούν - με μικροαστική ανυπομονησία - άμεσες λύσεις.
6. Ειδικά έχει σημασία να σταθούμε, λόγω και τη φύσης του επαγγέλματός μας, στην ειδική αναφορά στις Θέσεις για τη στάση των κομμουνιστών επιστημόνων, απαίτηση με την οποία πρέπει να αναμετριόμαστε καθημερινά χωρίς εκπτώσεις και παζάρια, διαθέτοντας με ταξική «λύσσα» την επιστημονική μας γνώση και εμπειρία στις ανάγκες του ταξικού κινήματος, του Κόμματος, στοιχείο σύμφυτο της κομμουνιστικής συγκρότησης. Πτυχή αυτής της πλευράς είναι και η ιδεολογική μας θωράκιση απέναντι στα νέα ρεύματα του υποκειμενικού ιδεαλισμού, των θεωριών περί απροσδιοριστίας, ρευστότητας φύλου, του ιδεολογικού μετώπου απέναντι στον ατομικό «δικαιωματισμό» και τη «συμπεριληπτικότητα», που καλλιεργούνται για να συγκαλύψουν την ταξική διάσταση όλων των πλευρών της κοινωνικής ζωής.
7. Είναι κατά τη γνώμη μου κρίσιμο, στον αντίποδα του ατομισμού και του ωχαδερφισμού που συνειδητά - άλλοτε απροκάλυπτα και φανερά και άλλοτε «υπόγεια» - καλλιεργεί η βαρβαρότητα του καπιταλισμού, να χτίζουμε δεσμούς λαϊκής - ταξικής - συντροφικής αλληλεγγύης. Η αποξένωση, η αδιαφορία, η υποτίμηση του προβλήματος του συντρόφου μας, του οπαδού, του φίλου του Κόμματος οδηγεί σε λογικές άμβλυνσης της οικοδόμησης ουσιαστικών συντροφικών δεσμών και ανοίγει μονοπάτια για να βαδίσουν οι αξίες του αντιπάλου και όχι να σφυρηλατούνται οι πιο όμορφες αξίες και αρχές της κομμουνιστικής ηθικής.
8. Το ζήτημα της οικοδόμησης και ισχυροποίησης του Κόμματος θα αποκτήσει νέα δυναμική αντιμετωπίζοντας αποφασιστικά εντοπισμένες καθοδηγητικές αδυναμίες, αλλά και ενισχύοντας την - «ασθενή» κάποιες φορές - πίστη μας ότι η σοσιαλιστική επανάσταση είναι ζήτημα του παρόντος και όχι του μακρινού μέλλοντος, και άρα η συγκέντρωση δυνάμεων δεν μπορεί να μετατίθεται στο μέλλον.
Γράφει λοιπόν ο Σαντόρ Φέκετε στο βιβλίο «Η Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση»: «Πώς φτάσαμε μέχρι εδώ; Από τη μέθη της τελετής στέψης μέχρι τον φρικιαστικό ήχο της πτώσης της γκιλοτίνας; (...) Από τον νεαρό σπουδαστή που καλωσόριζε τον βασιλιά έως τον βουλευτή που απαιτούσε την εκτέλεσή του;
Για να βρούμε τη σωστή απάντηση, χρειάζεται ν' αναρωτηθούμε πότε πραγματικά αρχίζει η "καταιγίδα". Οταν ακουστεί η πρώτη βροντή; 'Η όταν μαζευτούν τα πρώτα σύννεφα;
Πολύ νωρίτερα! Οταν ο ήλιος λάμπει ακόμα και οι περισσότεροι άνθρωποι απολαμβάνουν αμέριμνα το φως και τη ζεστασιά, έρχεται η στιγμή που μετατοπίζεται ο δείκτης του βαρόμετρου και ...αυτό είναι που αποτελεί την προαναγγελία της επερχόμενης καταιγίδας».
Ζήτω το 22ο Συνέδριο του Κόμματός μας, που θα ανεβάσει ακόμη ψηλότερα το μπόι μας, ώστε από ακόμη καλύτερη θέση να μπορούμε να αντιλαμβανόμαστε τους όρους της ιστορικής «καταιγίδας» και άρα την επιτακτική αναγκαιότητα της επαναστατικής προετοιμασίας και ετοιμότητας, της διαφύλαξης της οργανωτικής, ιδεολογικής, πολιτικής και οικονομικής αυτοτέλειας του Κόμματος σε κάθε φάση.