«Η καλύτερη και ενισχυμένη διασυνδεσιμότητα είναι απαραίτητη για την ΕΕ - για να μειώσει τις τιμές Ενέργειας για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις μας και για να εξασφαλίσει την ενεργειακή μας ανεξαρτησία», είπε ο Γιόργκενσεν, ενώ χαρακτήρισε «εποικοδομητική» τη συνάντηση με τους δύο υπουργούς, εξηγώντας ότι αυτή ασχολήθηκε και με τον «Great Sea Interconnector», τον οποίο όπως ισχυρίστηκε ο επίτροπος «η ΕΕ υποστηρίζει σθεναρά».
Την ίδια στιγμή, αν και οι επιφυλάξεις για το συγκεκριμένο επενδυτικό σχέδιο παραμένουν (όπως έχουν εκφράσει ρητά και μια σειρά παράγοντες στη Λευκωσία), πληθαίνουν ρεπορτάζ που αν μη τι άλλο καταγράφουν πόσο διευρύνεται το ενδιαφέρον αμερικανικών μονοπωλίων για επενδύσεις στη γειτονιά μας. Δημοσίευμα της «Καθημερινής» αναφερόταν στον κεντρικό ρόλο που θα μπορούσε να αποκτήσει με μοχλό και τον GSI η US International Development Finance Corporation (DFC), χρηματοπιστωτικός οργανισμός που χρησιμοποιεί η Ουάσιγκτον για επενδύσεις στρατηγικών υποδομών σε περιοχές όπου υπάρχει έντονη κινεζική παρουσία.
Παράλληλα, μία ακόμα κατάρριψη - και μάλιστα πολύ σύντομα - των κάλπικων προσδοκιών που καλλιεργούσαν τα αστικά επιτελεία για την εκλογή Ερχιουρμάν στα κατεχόμενα της Κύπρου έδωσαν χτες η πρώτη επίσημη επίσκεψή του στο εξωτερικό και η συνάντηση του με τον Τούρκο Πρόεδρο.
Ο Ρ. Τ. Ερντογάν επανέλαβε την προκλητική θέση του για διχοτόμηση της Κύπρου, δηλώνοντας ότι «η πιο ρεαλιστική λύση στο Κυπριακό είναι να έχουμε δύο κράτη στο νησί».
Ο Ερντογάν κατηγόρησε ακόμα την ελληνοκυπριακή πλευρά ότι «θεωρεί λύση την υποβάθμιση των Τουρκοκυπρίων σε μειοψηφία σε ένα κράτος εταιρικής σχέσης που πλέον δεν υφίσταται». Πρόσθεσε πάντως πως διατηρεί την πεποίθηση ότι «υπάρχει μια φόρμουλα με την οποία οι δύο πλευρές θα μπορούν να ζήσουν ειρηνικά στο νησί».
Από την πλευρά του ο Τουφάν Ερχιουρμάν τόνισε ότι «όλα τα μέρη πρέπει να αντλήσουν διδάγματα από τις μεθόδους του παρελθόντος που δεν απέδωσαν αποτελέσματα ή κατέληξαν σε αποτυχία». Υπογράμμισε ότι «ο τουρκοκυπριακός λαός είναι ένας από τους δύο ιδρυτικούς εταίρους του νησιού και αυτή η ιδιότητα δεν είναι ανοιχτή σε συζήτηση, διαπραγμάτευση ή ανταλλαγή», ενώ αναφέρθηκε και στα κυριαρχικά δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων σε ολόκληρο το νησί, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειακών πόρων και υδρογονανθράκων, σε άλλη μια επιβεβαίωση ότι οι ενεργειακοί σχεδιασμοί των ΗΠΑ - ΕΕ στην περιοχή πάνε πακέτο και με τις επικίνδυνες διευθετήσεις, ενώ ανοίγουν την πόρτα στα σχέδια οριστικής διχοτόμησης του νησιού. Ο Ερχιουρμάν ήταν κατηγορηματικός, δηλώνοντας ότι «κανείς δεν πρέπει να περιμένει από εμάς να ακολουθήσουμε μια πορεία που έχει δοκιμαστεί πολλές φορές στο παρελθόν και δεν οδήγησε πουθενά», για να προσθέσει πως «δεν έχει νόημα να γίνουν συνομιλίες αν η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν είναι πρόθυμη να διερευνήσει ειλικρινά μια λύση».
Η ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας ειδικά σε τομείς όπως η Ενέργεια και οι Μεταφορές απασχόλησε και τη συνάντηση που είχαν οι υπουργοί Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, και της Αιγύπτου, Μπαντρ Αμπντελάτι, στην Αγκυρα, με φόντο παζάρια που φουντώνουν για τη διαμόρφωση και νέων σχημάτων συνεργασίας, όπως η «5μερής» που προωθούν οι ΗΠΑ μέσω της ελληνικής κυβέρνησης, ενώ εκτός από τη σχετική πρόταση Μητσοτάκη αντίστοιχες προτροπές έχει καταθέσει στο πρόσφατο παρελθόν και η Τουρκία.
Μετά τη συνάντηση ο Τούρκος ΥΠΕΞ τόνισε ότι έχει ενισχυθεί και η στρατιωτική συνεργασία με την Αίγυπτο, μιλώντας ακόμα για «κοινή βούληση για προώθηση του διαλόγου σε θέματα άμυνας και ασφάλειας, μέσω αμοιβαίων επισκέψεων και ασκήσεων». Ξεχωρίζει επίσης η πολεμική βιομηχανία, για την οποία αναφέρθηκε ότι έχει ρόλο «σημαντικό και πολλά υποσχόμενο» στη διεύρυνση της διμερούς συνεργασίας.
Σημειωτέον, στο πλαίσιο της επίσκεψης Αμπντελάτι στην Αγκυρα συναντήθηκε και η Κοινή Ομάδα Σχεδιασμού Τουρκίας - Αιγύπτου, ενόψει και της δεύτερης συνάντησης του Ανώτατου Συμβουλίου Στρατηγικής Συνεργασίας που θα φιλοξενηθεί στο Κάιρο το 2026. Στις συνομιλίες συζητήθηκαν και οι διμερείς εμπορικές σχέσεις, που ήδη είναι σημαντικές. Σήμερα η Αίγυπτος αποτελεί τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Τουρκίας στην Αφρική, με το διμερές εμπόριο να φτάνει τα 9 δισ. δολάρια το 2024 και στόχος να είναι η αύξηση στα 15 δισ. δολάρια. Μεταξύ άλλων τονίστηκε ότι η ενίσχυση της εμπορικής ανάπτυξης αποτελεί κοινή προτεραιότητα.
Επίσης συζητήθηκαν οι εξελίξεις σε όλα τα καυτά μέτωπα της περιφέρειας και υπογραμμίστηκε η σημασία της διμερούς συνεργασίας σε περιφερειακά ζητήματα (Γάζα, Σουδάν, Συρία κ.λπ.).