Οσον αφορά τις κλαδικές Οργανώσεις, συμφωνώ ότι ο στόχος πρέπει να είναι η οικοδόμηση και η διάταξη των Οργανώσεων σε επιχειρησιακό επίπεδο. Είναι η διάταξη που μπορεί η ΚΟΒ να λειτουργήσει, να σχεδιάσει, να αποτιμήσει και να συζητήσει σε βάθος όλα τα ζητήματα που διαπερνούν την καθημερινότητα του Κόμματος και τη στρατηγική του. Φυσικά, δεν είναι μόνο το ζήτημα της διάταξης και του χώρου ευθύνης μιας ΚΟΒ που παίζει ρόλο, αλλά μια τέτοια διάταξη μπορεί να βοηθήσει περισσότερο από κλαδικές ΚΟΒ με μεγάλο αριθμό συντρόφων που πολλές φορές εργάζονται σε διαφορετικές επιχειρήσεις του κλάδου, μικρότερες και μεγαλύτερες, πόσο μάλλον όταν μέσα στην ΚΟΒ υπάρχουν και παραπάνω από ένας κλάδος της οικονομίας. Αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, που εγώ θα ξεχωρίσω και θα αναφέρω δύο:
Το βασικό που πρέπει να μας απασχολήσει σε κάθε περίπτωση είναι το ζήτημα του συγκεκριμένου περιεχομένου της πολιτικής δράσης της ΚΟΒ, που τις περισσότερες φορές απουσιάζει ή καλύπτεται από ένα γενικό κεντρικό καθήκον της περιόδου. Αυτό οδηγεί πολλές φορές στο να πιέζονται οι δυνάμεις μας, εφόσον δεν έχουν ξεκάθαρο το τι πρέπει να κάνουν, αλλά και η λειτουργία και η συζήτηση της ΚΟΒ να είναι γενικόλογη, χωρίς ουσιαστική πολιτική στόχευση, αμελώντας τις αποφάσεις που έχουμε συλλογικά πάρει, και με το να κυριαρχούν καθοδηγητικές οδηγίες του στυλ «να βρούμε τον περίγυρό μας». Αυτές είναι αδυναμίες που ξεκινάνε από έναν εμπειρισμό και απαιτείται να εξαλειφθούν άμεσα.
Το σχέδιο της κλαδικής ΚΟΒ, ιδιαίτερα αυτών που έχουν όλο τον κλάδο στην ευθύνη τους ή πολλές επιχειρήσεις του κλάδου, πρέπει να παίρνει υπόψη μια σειρά από παράγοντες όπως:
Με βάση αυτά, για παράδειγμα στον κλάδο της Ενέργειας θα βοηθούσε μια έκδοση μπροσούρας που να περιγράφει τις μεγάλες αλλαγές του κλάδου τα τελευταία χρόνια, τι επέδρασε σε αυτές και πώς επέδρασαν αυτές στην ελληνική κοινωνία. Δηλαδή εξελίξεις στο ενεργειακό μείγμα τις τελευταίες δεκαετίες, πορεία των κυρίαρχων μονοπωλίων και μεταξύ τους ανταγωνισμοί, ο ρόλος τους στους διεθνείς ανταγωνισμούς και τι σημαίνουν όλα αυτά για τον ελληνικό λαό. Και με βάση αυτό να καταλήγουμε στην πρότασή μας, στο πώς θα είναι ο κλάδος της Ενέργειας στον σοσιαλισμό, έστω στους βασικούς άξονες. Αυτό μπορεί να δώσει περιεχόμενο και στη ζωή των ΚΟ που έχουν αναφορά στον κλάδο, αλλά και σε ευρύτερες εδαφικές Οργανώσεις. Επίσης μπορεί να απασχολήσει αρκετά τις βοηθητικές επιτροπές, όπως την Ιδεολογική Επιτροπή και την Ομάδα Οικονομίας. Σε αυτό το σχέδιο μπορεί να ενταχθεί η παρέμβαση για τα διυλιστήρια της περιοχής, για τα ζητήματα των Βιομηχανικών Ατυχημάτων Μεγάλης Εκτασης, της περιβαλλοντικής ρύπανσης, της γειτνίασής τους με κατοικημένες περιοχές. 'Η η παρέμβαση για το ηλεκτρικό δίκτυο της πόλης, με τις συνεχείς βλάβες και την ανάγκη αναβάθμισης του δικτύου ΔΕΔΔΗΕ - ΑΔΜΗΕ.
Είναι ζητήματα που διαρκώς ξεφεύγουν από τον προσανατολισμό μας και μας «παίρνει η μπάλα» της καθημερινότητας. Σε αυτό παίζει κρίσιμο ρόλο ο Γραμματέας της ΚΟΒ και η ΤΕ. Κατά πόσο δηλαδή θα οργανώνει τη δουλειά με βάση αυτά, και άρα η βοήθεια που πρέπει να λαμβάνει από το παραπάνω καθοδηγητικό όργανο πρέπει να είναι σε αυτόν τον άξονα. Δεν πρέπει όμως να υποτιμάμε και μια σειρά από αντικειμενικές δυσκολίες που εμφανίζονται όταν ο Γραμματέας αναλαμβάνει ο ίδιος, όταν δεν υπάρχει ο κατάλληλος καταμερισμός στην ΚΟΒ, απαραίτητα καθήκοντα όπως «κλεισίματα» κομματικού τύπου ή οικονομικών, τα οποία μπορούν να βάλουν επιπλέον εμπόδιο στην ουσιαστική καθοδήγηση της ΚΟΒ.
Το ζήτημα της πολυχρέωσης ορισμένων στελεχών, που αναφέρεται και στις Θέσεις, είναι ζήτημα που πρέπει να επιλυθεί και απαιτεί πολλή σκέψη. Για παράδειγμα, δεν θεωρώ ότι πέφτουν απαραίτητα πολλά σε κάποιον που έχει χρεώσεις στο κίνημα με διακριτό ρόλο και καθοδηγητικές ευθύνες σε κάποια ΚΟΒ, κάτι δηλαδή που πολλές φορές το παρουσιάζουμε ως απαγορευτικό. Αρκεί όμως να συνηγορούν και άλλοι βοηθητικοί παράγοντες σε αυτό, όπως η ίδια η ωριμότητα του συντρόφου, η σύνθεση της ΚΟΒ, οι απαιτήσεις του χώρου, ακόμα και τα χαρακτηριστικά της εργασίας του συντρόφου. Το ζητούμενο είναι να μένει χρόνος στον καθέναν για να σκεφτεί, να σχεδιάσει και να οργανώσει τις ευθύνες του και όχι να κυνηγάει την ουρά του. Και, φυσικά, κάθε καθυστέρηση και αδυναμία δεν οφείλεται σε μια θεωρητική πολυχρέωση. Είναι υπόθεση του καθενός και του Κόμματος συλλογικά πώς τα στελέχη μας θα είναι ικανά σε κάθε τομέα δουλειάς, πώς θα είναι μεθοδικοί στον χρόνο τους και στη δράση τους, και το καθοριστικό γι' αυτό είναι η ολόπλευρη βοήθεια της καθοδήγησης σε ιδεολογικοπολιτικό αλλά και οργανωτικό επίπεδο.
Το ίδιο ισχύει για τις Τομεακές Επιτροπές και τις συνεδριάσεις τους, που πρέπει να αντιμετωπίζονται ως όργανα ολόπλευρης ιδεολογικοπολιτικής καθοδήγησης. Απαιτείται επιμονή στο να συζητούνται τα συμπεράσματα της δράσης μας, το πώς προχωράει το σχέδιο, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, με έντονη πολιτική συζήτηση όχι μόνο πάνω στις εξελίξεις αλλά και σε ευρύτερα θεωρητικά ζητήματα. Να δοθεί χρόνος στη θεματολογία να συζητάμε τα κεντρικά πολιτικά ζητήματα και αυτό να μην αναβάλλεται διαρκώς, στο όνομα της άμεσης επίλυσης αυτών που έχουν προκύψει. Είναι διαφορετικό δηλαδή να συζητάμε σε ένα καθοδηγητικό όργανο το πώς αναδεικνύουμε τον μηχανισμό εκμετάλλευσης μέσα από την πάλη του εργατικού κινήματος ενάντια σε ένα αντιλαϊκό νομοσχέδιο, και διαφορετικό το να συζητάμε αναλυτικά το τι κάνει κάθε σωματείο που έχουμε στην ευθύνη μας πριν από μια απεργία, για παράδειγμα, που μπορεί καλύτερα να είναι θέμα συζήτησης στην αντίστοιχη βοηθητική επιτροπή.