RIZOSPASTIS |
Την ίδια στιγμή εξελίσσεται ένας διαγωνισμός ανάμεσα στα αστικά κόμματα για το ποσοστό γυναικών στις κοινοβουλευτικές τους ομάδες. «Η επόμενη κυβέρνηση θα έχει περισσότερες γυναίκες, αυτό είναι δεδομένο», δηλώνει ο Κυρ. Μητσοτάκης, διαβεβαιώνοντας ότι η επόμενη κυβέρνησή του - από χέρι αντιλαϊκή - θα έχει και «άρωμα γυναίκας».
Από κοντά ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ προβάλλουν τις γυναίκες των κοινοβουλευτικών τους ομάδων, που έχουν δώσει διαπιστευτήρια για τα αντιλαϊκά «έργα και ημέρες» τους, είτε από κυβερνητικές θέσεις είτε από θέσεις αντιπολίτευσης, στηρίζοντας τη βάρβαρη επίθεση απέναντι στα δικαιώματα των γυναικών των εργατικών, λαϊκών δυνάμεων.
Το ζητούμενο δεν είναι το πόσες γυναίκες - γενικά και αόριστα - θα βρεθούν στα βουλευτικά έδρανα ή στις κυβερνητικές καρέκλες. Για τις εργατοϋπαλλήλους, τις μισθωτές επιστήμονες, τις ελευθεροεπαγγελματίες κι αγρότισσες, τις άνεργες, τις συνταξιούχους, τις νέες από εργατικές, λαϊκές δυνάμεις, το κρίσιμο είναι ποια ταξικά συμφέροντα και στρατηγική υπηρετούν και θα υπηρετήσουν οι βουλευτές.
Γιατί δεν μπορούν να αθροιστούν οι βουλευτές του ΚΚΕ, γυναίκες και άνδρες, που δίνουν μάχη σε χώρους δουλειάς, σε γειτονιές για τα εργατικά, λαϊκά συμφέροντα, με τους βουλευτές των αστικών κομμάτων που θα «τρέξουν» τις απαιτήσεις των βιομηχάνων, εφοπλιστών, τραπεζιτών, των ιδιωτικών κολοσσών στην Ενέργεια, στις Τηλεπικοινωνίες, στο Εμπόριο, στον Τουρισμό, των «επενδυτών» - ληστών.
Αυτό άλλωστε επιβεβαιώνεται διαχρονικά από τη συμμετοχή γυναικών στις κυβερνήσεις του κεφαλαίου, κυβερνήσεις που έχτισαν το αντεργατικό οπλοστάσιο για την ακόμα πιο άγρια εκμετάλλευση των γυναικών από την καπιταλιστική εργοδοσία.
Η δουλειά χωρίς Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, ο περιορισμός της κυριακάτικης αργίας, η επέκταση της φθηνής και «ευέλικτης» απασχόλησης των γυναικών, η εμπορευματοποίηση της Υγείας, της Παιδείας και άλλων κοινωνικών υποδομών, έχουν τις υπογραφές ανδρών και γυναικών βουλευτών των αστικών κομμάτων. Γιατί δεσμεύονται από τις απαιτήσεις του κεφαλαίου, τις αντιλαϊκές κατευθύνσεις της ΕΕ που ενισχύουν την ανισοτιμία της γυναίκας στο σάπιο εκμεταλλευτικό σύστημα.
Εξάλλου, η γυναικεία συμμετοχή στα λεγόμενα «κέντρα λήψης αποφάσεων» αξιοποιείται για να αποσπάσουν τη στήριξη ή την ανοχή των γυναικών της εργατικής, λαϊκής πλειοψηφίας στο κοινό αντιλαϊκό πρόγραμμα της επόμενης κυβέρνησης.
Στις 25 Ιούνη, αυτό που θα κάνει την πραγματική διαφορά για τα συμφέροντα των γυναικών των εργατικών, λαϊκών δυνάμεων είναι ένα ακόμα πιο δυνατό ΚΚΕ, λαϊκή, μαχητική αντιπολίτευση απέναντι στην αντιλαϊκή πολιτική της επόμενης κυβέρνησης και των κομμάτων που θα σιγοντάρουν το αντιλαϊκό της έργο.
Γιατί το ΚΚΕ παλεύει αταλάντευτα να ανάψει η φλόγα της αγωνιστικής διεκδίκησης για μόνιμη και σταθερή εργασία, με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, αυξήσεις στους μισθούς και μέτρα προστασίας του γυναικείου οργανισμού και της μητρότητας.
Συγκρούεται με τη στρατηγική της ΕΕ για την απασχόληση των γυναικών στο όνομα της «συμφιλίωσης οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής», σμπαραλιάζοντας την προσωπική και κοινωνική ζωή των γυναικών, φέρνοντας σε αντιπαράθεση το δικαίωμά τους στην εργασία με την κοινωνική ανάγκη προστασίας της μητρότητας, της οικογένειας.
Γι' αυτό την «επόμενη μέρα» των εκλογών θα είναι εδώ με «βεβαιότητα» οι «ελαστικές» σχέσεις εργασίας, με τις γυναίκες να αποτελούν το 54,85% των μερικά απασχολούμενων. Θα είναι εδώ τα ωράρια - λάστιχο, η ζωή με συρρικνωμένα κοινωνικά δικαιώματα των γυναικών. Σε αυτήν την πολιτική δεσμεύονται από κοινού ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ.
Απόδειξη της στρατηγικής τους σύγκλισης είναι το αντεργατικό έκτρωμα του νόμου Χατζηδάκη της ΝΔ, που θεσμοθέτησε την 4ήμερη - 10ωρη δουλειά στο όνομα της διευκόλυνσης της εργαζόμενης μητέρας, με τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ να ψηφίζουν πάνω από τα μισά άρθρα του.
Οι συγκεκριμένες διατάξεις εξασφαλίζουν την εντατικοποίηση της δουλειάς, ιδιαίτερα των μισθωτών γυναικών, διευκόλυναν μόνο τους επιχειρηματικούς ομίλους εξασφαλίζοντας την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία τους.
Την ίδια στιγμή, τα αστικά κόμματα, σοσιαλδημοκρατικά ή φιλελεύθερα, είτε από κυβερνητικές θέσεις είτε από θέσεις αντιπολίτευσης, λογαριάζουν ως «κόστος» για το αστικό κράτος και τους επιχειρηματικούς ομίλους την προστασία της μητρότητας. Γι' αυτό, οι όποιες προεκλογικές εξαγγελίες για τα επιδόματα και τις άδειες μητρότητας είναι «φτερό στον άνεμο» των λεγόμενων «αντοχών» της καπιταλιστικής οικονομίας, των δεσμεύσεων στη «δημοσιονομική σταθερότητα», που συνεπάγεται πετσόκομμα κοινωνικών δαπανών.
Αλλωστε, αυτές τις δεσμεύσεις επικαλέστηκε η κυβέρνηση της ΝΔ καθώς και στο παρελθόν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, όταν απέρριπταν τις τροπολογίες που κατέθεσε το ΚΚΕ για τις άδειες και τα επιδόματα μητρότητας για κάθε εργαζόμενη, αυτοαπασχολούμενη, αγρότισσα, ανεξαρτήτως εργασιακής σχέσης και ασφαλιστικής ενημερότητας.
Οι προεκλογικές διακηρύξεις των αστικών κομμάτων για την «ισότιμη συμμετοχή ανδρών και γυναικών στην αγορά εργασίας» συμπληρώνονται από τις θολές υποσχέσεις πως δήθεν θα εξασφαλιστεί θέση για «όλα τα παιδιά» στους παιδικούς σταθμούς. Η προεκλογική δέσμευση για «διασφάλιση δωρεάν ένταξης όλων των παιδιών στους βρεφονηπιακούς σταθμούς», που περιλαμβάνεται στο ρεπερτόριο των κομμάτων καθώς και οι αλληλοκατηγορίες για το ποιος έχει αφήσει περισσότερα βρέφη και νήπια εκτός των σταθμών ισοδυναμούν με πραγματικό φιάσκο.
Στην πραγματικότητα, οι εξαγγελίες και αλληλοκατηγορίες αφορούν το πρόγραμμα που χορηγεί «voucher» για τους παιδικούς σταθμούς και τα ΚΔΑΠ. Κάθε χρόνο δεκάδες χιλιάδες παιδιά μένουν εκτός (π.χ. 67.000 το 2018, 84.000 το 2022), αφού η χρηματοδότηση είναι περιορισμένη και τα «voucher» δίνονται με εισοδηματικά και άλλα κριτήρια.
Ο αποκλεισμός χιλιάδων οικογενειών από το συγκεκριμένο πρόγραμμα αποτελεί μόνο μια επιμέρους ψηφίδα ενός γενικότερου προβλήματος. Ο πραγματικός αριθμός των παιδιών που δεν βρίσκουν θέση στους σταθμούς είναι πολλαπλάσιος. Σε περισσότερους από 100 δήμους δεν υπάρχουν καθόλου βρεφικά τμήματα, ενώ οι θέσεις στους παιδικούς σταθμούς δεν καλύπτουν ούτε τη μισή ζήτηση. Επομένως, πολλές οικογένειες δεν κάνουν καν αίτηση στο πρόγραμμα, ενώ άλλες μένουν με το «voucher» στο χέρι χωρίς να βρίσκουν θέση στους σταθμούς.
Η εμπορευματοποίηση κάθε ανάγκης της οικογένειας και των μελών της είναι «προαπαιτούμενα» για να αυξάνονται τα κέρδη των επιχειρηματικών κολοσσών. Αυτά τα «προαπαιτούμενα» διαμορφώνουν το «κοινό πρόγραμμα» της επόμενης κυβέρνησης. Σε αυτά ομονοούν και η ΝΔ, που θέλει να αναδειχθεί πρώτη και αυτοδύναμη, και ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, που διαγωνίζονται για τα σκήπτρα της ...συμπολιτευόμενης αντιπολίτευσης.
Μόνο το ΚΚΕ συγκρούεται με την αστική πολιτική που αντιμετωπίζει τη στήριξη της οικογένειας ως ατομική ευθύνη, με τα βάρη να φορτώνονται στη γυναίκα, στο ζευγάρι. Σταθερά διεκδικεί ένα αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν δίκτυο κοινωνικών υπηρεσιών και δομών προσχολικής αγωγής, φροντίδας, δημιουργικής απασχόλησης για όλα τα παιδιά, δημόσιες και δωρεάν υπηρεσίες συμβουλευτικής γονέων, φροντίδας των ηλικιωμένων και βαριά αναπήρων.
Το ΚΚΕ θα αποτελέσει τη μοναδική δύναμη εργατικής - λαϊκής αντιπολίτευσης απέναντι στην αντιλαϊκή πολιτική παραπέρα εμπορευματοποίησης της Υγείας που προετοιμάζει ήδη η ΝΔ ως κυβέρνηση. Γιατί το ΚΚΕ δίνει όλες του τις δυνάμεις στον αγώνα για ένα δημόσιο και δωρεάν σύστημα Υγείας, με έμφαση στην πρόληψη, για δίκτυο Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας με όλο το αναγκαίο προσωπικό και εξοπλισμό, με κατάργηση της επιχειρηματικής δράσης.
Εχει διεκδικήσεις για τη δωρεάν κάλυψη από το κράτος όλων των εξόδων των διαγνωστικών εξετάσεων, της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, του προγεννητικού ελέγχου, του τοκετού, για την ολόπλευρη στήριξη της νέας μητέρας και του νεογνού.
Τα κροκοδείλια δάκρυα του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ για την καταρράκωση των δημόσιων δομών Υγείας δεν μπορούν να κρύψουν τις διαχρονικές ευθύνες τους για την κατάσταση που επικρατεί: Στήριξαν ως κυβερνήσεις τις περικοπές κρατικών δαπανών για τα Κέντρα Υγείας, τα νοσοκομεία, υποστηρίζουν τη συνύπαρξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα της Υγείας, δεσμεύονται από τις κατευθύνσεις της Κομισιόν για «μεταρρυθμίσεις» στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Από κοινού ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ έχουν μετατρέψει σε «φιλέτο» τεράστιων κερδών για τους επιχειρηματικούς ομίλους τον τομέα της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, ανοίγοντας τον δρόμο για να γίνει η Ελλάδα «ιατρικό» τουριστικό θέρετρο εκτοξεύοντας την «πελατεία» από το εξωτερικό.