Τετάρτη 16 Φλεβάρη 2022
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
80 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΙΔΡΥΣΗ ΕΛΑΣ
80 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ (ΕΛΑΣ)
Το αυτόματο τραγουδά της ψυχής του ήρωα το τραγούδι: «Εμπρός ΕΛΑΣ!... ».

Απόσπασμα από διήγημα του Θέμου Κορνάρου, «Ενας λεβέντης»

Ξυλογραφία της Βάσως Κατράκη για τον αγώνα του λαού της Αθήνας με επικεφαλής τον ΕΛΑΣ
Ξυλογραφία της Βάσως Κατράκη για τον αγώνα του λαού της Αθήνας με επικεφαλής τον ΕΛΑΣ
Ο αγώνας του λαού μας μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ, του ΕΛΑΣ άφησε το αποτύπωμά του όχι μονάχα στην Ιστορία του τόπου μας, μα και στην καλλιτεχνική δημιουργία.

Ειδικότερα, η πολυδιάστατη στρατιωτική δράση του ΕΛΑΣ (μάχες με τους κατακτητές, σαμποτάζ, εξασφάλιση πολεμικού υλικού, επιμελητεία, απελευθέρωση εκτάσεων στην ύπαιθρο, είσοδοι σε πόλεις), η συμβολή του στη «μάχη της σοδειάς», η πάλη του για το «κέρδισμα συνειδήσεων» και τη συστράτευση μαζί του, οι απώλειες, οι ήρωες και οι ηγέτες του ενέπνευσαν τους λογοτέχνες της εποχής.

Αποδείξεις αυτού του γεγονότος είναι τα πολλά λογοτεχνικά έργα, το οποία αναφέρονται και στον ΕΛΑΣ («Φωτιά» του Δημήτρη Χατζή, «Ματωμένα Χρόνια» του Σωτήρη Πατατζή, «Οταν ήμουν με τον Αρη» του Γιώργου Κοτζιούλα, «Ο Μεγάλος Δεκέμβρης» του Μενέλαου Λουντέμη, «Απάντηση σε 5 ερωτήματα» της Μέλπως Αξιώτη, «Το αγρίμι» του Νικηφόρου Βρεττάκου, «Το Ξύπνημα» του Κώστα Κοτζιά κ.ά.) και η πραγματοποίηση σχετικών διαγωνισμών, εκδόσεων και ερευνών με θέμα τους και τον ΕΛΑΣ (το Βραβείο Εθνικής Αντίστασης για λογοτεχνικά έργα το 1946, η συλλογή της ΕΠΟΝ «15 διηγήματα από την Αντίσταση», η Ανθολογία της ελληνικής αντιστασιακής λογοτεχνίας από τη Γερμανική Ακαδημία Επιστημών της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας).

Με έναυσμα την επέτειο ίδρυσης του ΕΛΑΣ, αναδημοσιεύουμε αποσπάσματα από το διήγημα του Θέμου Κορνάρου «Ενας λεβέντης», το οποίο περιλαμβάνεται στην ανθολογία «Το διήγημα της Αντίστασης» («Σύγχρονη Εποχή», 1991) και αποτελεί ένα κλασικό δείγμα λογοτεχνικού ρεπορτάζ, του τρόπου γραφής δηλαδή ο οποίος χαρακτηρίζει σε μεγάλο βαθμό τον Θέμο Κορνάρο.

* * *

Αρχές του Αυγούστου 1944. Δεν έχει φέξει ακόμα κι ο σκοπός ειδοποιεί το σχηματισμό του ΕΛΑΣ, για κάποιαν ύποπτη κίνηση που παρατηρήθηκε στις εξωτερικές συνοικίες του Βύρωνα.


Αλλος σύνδεσμος φέρνει, σε λίγο, την πληροφορία πως κυκλώνεται ο συνοικισμός. Σώμα μιχτό: Γερμανοί και τσολιάδες. Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ είναι ασήμαντες μπροστά στον όγκο και τα μηχανοκίνητα του εχθρού. Ομως θα χτυπήσει. Πρέπει να δώσει καιρό να μαζευτούν τ' Αρχεία των οργανώσεων και να πάρουμε μέτρα οι παράνομοι, που θα μείνουνε πίσω.

Η νύχτα, έτσι στα ξαφνικά, αναστατώνεται. Η μάχη έχει αρχίσει βίαιη, πεισματική από γωνιά σε γωνιά κι από σπίτι σε σπίτι.

Τα χωνιά γκαρδιώνουν τους πολεμιστές, τρομοκρατούνε τους τσολιάδες, ειδοποιούνε το συνοικισμό για ό,τι γίνεται, κι η μάχη βράζει μέσα στην πηχτή νύχτα.

Οταν είχαν όλα κανονιστεί, το μικρό τμήμα του ΕΛΑΣ παίρνει διαταγή να τραβηχτεί. Ο συνοικισμός είναι κυκλωμένος από παντού. Μα η διαταγή ειν' αυστηρή. Επρεπε ν' ανοιχτεί δρόμος, για να γλιτώσουνε τον οπλισμό και με τις πιο λίγες θυσίες να φύγουνε τα παιδιά στο βουνό.

Ετσι μπήκανε, μέρα πια πλατιά, στο συνοικισμό, τα σιδερόφραχτα τμήματα του εχθρού, ύστερ' από πολύωρη μάχη, με μια φούχτα αμούστακα παλικάρια του εφεδρικού ΕΛΑΣ.

Χτυπούν οι καμπάνες. Οι τσολιάδες σκορπίζουνε σ' όλους τους δρόμους και φοβερίζουνε.

Ολος ο κόσμος έπρεπε να μαζευτεί στην πλατεία, μέσα σε δέκα λεφτά.

«Οποιος κρυφτεί, όποιος δοκιμάσει να φύγει, θα τουφεκίζεται επιτόπου μαζί μ' όλη τη φαμίλια του. Και το σπίτι του θα καίγεται...».

Αθήνα, Κατοχή
Αθήνα, Κατοχή
Κανένας δεν ξέρει ακόμα το σκοπό τούτης της πρωινής επιδρομής. Ολοι όμως είναι βέβαιοι πως για καλό δεν είναι. Και καθένας ετοιμάζει την ψυχή του, για να μπορέσει ν' αντέξει σε σκληρές στιγμές κακά μαντάτα.

Δε βλέπεις δάκρυα και δεν ακούς λυγμούς, την ώρα τούτη, που η κάθε φαμίλια αποχαιρετιέται πριν ξεκινήσει για τον άγνωστο κίντυνο. Είναι παράδοση πια, στις ανατολικές συνοικίες να παίζει ο άνθρωπος μ' αξιοπρέπεια και με γαλήνη το στερνό ταξίδι με το χάρο.

Η πλατεία βουίζει. Εν' άναρθρο βούισμα που μοιάζει περισσότερο με σφηκοφωλιάς αμυντική προετοιμασία, παρά με θόρυβο πολυάνθρωπης σύναξης που τη φρουρούνε αυτόματα και τανκς.

«Οι άντρες χωριστά!» Ακούγεται η πρώτη διαταγή.

Κάποια χέρια απλώνονται κρυφά, σφίγγουνται βιαστικά και καθένας παίρνει τη θέση του.

Τα μωρά ξέγνοιαστα χτυπούνε παλαμάκια και από της μάνας τους την αγκαλιά καλούνε τον πατέρα να προσέξει τα καμωματάκια τους και τα παιχνίδια. Κι ο τσολιάς, που στάζει το φαρμάκι από τα χείλια του, απαντά στην παιδική αθωότητα με βρισιές και φοβέρες:

«...Σε λιγάκι μωρό μου, θα σου δώσω μια μπάλα να παίξεις». Και του δείχνει το κεφάλι του πατέρα του, κάνοντας του και την κίνηση, για να καταλάβει το μικρό πως κόβεται ένα κεφάλι.

Οι Γερμανοί ρωτούνε τι ειπώθηκε. Κι ύστερα γελούνε και χτυπούν αδερφικά την πλάτη του ευφυολόγου τσολιά.

Η μάχη της σοδειάς
Η μάχη της σοδειάς
Από την παράταξη ξεχωρίζουνε οι Γερμανοί τους πιο γέρους, τους πιο νέους. Πότε πότε ψαχουλεύουνε και τα μπράτσα τους για να εχτιμήσουνε την αντοχή.

Η υπόθεση αρχίζει να φωτίζεται. Σκλάβους γυρεύουνε για τους βιομηχανικούς στόχους της Γερμανίας.

Ξεχωρίζουνε 1.500. Αυτό δεν ήτανε και τόσο δύσκολη δουλειά. Το δύσκολο είναι να βρεις τι κρύβεται πίσω από τ' αυστηρά τούτα πρόσωπα, με το σκοτεινό βλέμμα και τα ασάλευτα χείλη

Δεν είναι και τόσο απλή ιστορία, το να στείλεις στα μετόπισθεν 1.500 άντρες από έναν ανυπόταχτο συνοικισμό της Αθήνας... Και διαλέγουνε. Εχουνε βάλει δώδεκα στην «πάντα». Δώδεκα παλικάρια που τα μάτια τους λένε ιστορίες παράξενες για λευτεριά κι αγώνες. Τους στήνουνε στον τοίχο τον έναν πλάι στον άλλον... Ο Γερμανός αξιωματικός γαβγίζει μια διαταγή στη βάρβαρη γλώσσα του. Κι ο προδότης μεταφράζει, κοιτάζοντας τους 12.

«Θα τουφεκιστείτε τώρα! Οποιος θέλει τη ζωή του, να μας πει ποιοι από τους 1.500 είναι κομμουνιστές και εαμίτες»... Το απόσπασμα των τσολιάδων, με τ' αυτόματα, παίρνει θέση απέναντι στους 12 διαλεχτούς... «Σταθείτε!» Αυτό μονάχα είπε η φωνή. Χιλιάδες μάτια καρφώνονται πάνω σ' ένα πυρόξανθο κεφάλι που σαλεύει κι αγωνίζεται να ξεχωρίσει από τη μάζα... «Τι έχεις να πεις;» τον ρωτούνε. «Αυτοί οι 12 είναι αθώοι! Αφήστε τους. Αυτοί δεν ξέρουνε. Εγώ θα σας δείξω τους κομμουνιστές!»... «Λέγε λοιπόν! Ποιοι είναι;»

«Εγώ»

«Μπράβο. Είσαι παλικάρι! Κι οι άλλοι;»

Ενα κύμα στοργής και θαυμασμού ξεκίνησε από τη μάζα και τυλίγει τον ήρωα. Κι οι αστραπές των ματιών, από τους 12 μελλοθανάτους, σχηματίζουνε φωτοστέφανο γύρω από το κεφάλι του επονίτη... Ελπίδα πως θα γλιτώναν τα 12 στελέχη, δεν είχε καμιά το λαμπρό παλικάρι. Ελπίδα, πως ο ίδιος θα βγαινε ζωντανός από τέτοιαν εξόρμηση ήτανε ξεγραμμένη. Ομως είχε τη σιγουριά πως έτσι μετατοπίζει το ενδιαφέρον του εχθρού, σ' ένα κρίσιμο λεπτό απάνω. Βέβαιος πως σηκώνει κύματα ενθουσιασμού στο πλήθος, που ο εχθρός σαδιστικά και με μεγάλη μαστοργιά πολιορκούσε την ψυχή του.

Ετσι εμίλησε το παλικάρι με την ψυχή του. Εκανε το σχέδιo και τινάχτηκε μπρος, όμορφος και μεγάλος διαφεντευτής της τιμής.

«Εγώ είμαι! Κανένας άλλος!»... Ο εχθρός εκνευρίστηκε! Τον βασανίζει. Αφήνει το σαδισμό του να ξεσπάσει σπάταλα. Αυτή η σπατάλη είναι η δεύτερη νίκη του παλικαριού.

Το επιστημονικό, σαδιστικό παιχνίδι, με την πολιορκημένη ψυχή του πλήθους χαλαρώνεται.

Το πλήθος παίρνει ανάσα, ενθουσιάζεται, ηλεχτρίζεται κι της λιγοψυχιάς το καβουράκι τρέχει να κρυφτεί όθε ξεκινούσε. Ολος ο επιστημονικός σαδισμός χάνει τον αρχικό σκοπό και στόχο.

Εντοπίζεται το παιχνίδι του εχθρού στον ηρωικό επονίτη πάνω. Κι απαλλάσσεται η μάζα!

Τον στήνουνε κι αυτόν στη σειρά. Δέκατος τρίτος! Το αυτόματο τραγουδά της ψυχής του ήρωα το τραγούδι: «Εμπρός ΕΛΑΣ!...».


Βασίλης ΜΟΣΧΟΣ
Μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ