Σάββατο 19 Ιούνη 2021 - Κυριακή 20 Ιούνη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
21ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Τίποτε δεν μένει στάσιμο. Ενισχύουμε τη συγκέντρωση δυνάμεων για το σοσιαλισμό

Η συζήτηση αποτίμησης, συμπερασμάτων και κατευθύνσεων με βάση τις θέσεις για το 21ο Συνέδριο είναι μεγάλης σημασίας για τη συνέχεια της δουλειάς του Κόμματος στις σημερινές συνθήκες. Επίκεντρο στη δουλειά του Κόμματος που διαχρονικά το απασχολεί είναι η εργατική τάξη και το κίνημά της.

Τα στοιχεία του 2ου κειμένου των θέσεων επιβεβαιώνουν την αντικειμενική πραγματικότητα σε σχέση με το χαρακτήρα της εποχής που παραμένει αυτός του περάσματος από τον καπιταλισμό (ιμπεριαλισμό) στο σοσιαλισμό.

Εκφράζονται εμφατικά οι εγγενείς αντιφάσεις του καπιταλισμού καθώς και η δυσκολία του στη διαχείριση σοβαρών καταστάσεων, ειδικά σε περιόδους όξυνσης προβλημάτων, όπως σήμερα η πανδημία και η καπιταλιστική οικονομική κρίση.

Ωστόσο, οι δυνατότητες που δίνει το υψηλό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων συντελούν στο να επιτυγχάνει το σύστημα μια στοιχειώδη διαχείριση, να αποφεύγει, ασφαλώς μέχρι ενός σημείου, τις οξύνσεις, ακόμα και στο πεδίο των ενδοαστικών συγκρούσεων.

Ταυτόχρονα, επιδρά η επεξεργασμένη ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση της αστικής τάξης, μαζί με τις συνέπειες της αντεπανάστασης που συνεχίζουν να λειτουργούν ενεργά, οδηγώντας στην ενσωμάτωση μεγάλου τμήματος των εργαζομένων και του εργατικού, συνδικαλιστικού κινήματος.

Το μεγάλο κεφάλαιο και οι μηχανισμοί του επιδρούν ποικιλοτρόπως στους εργαζόμενους, επηρεάζουν τη στάση τους απέναντι στις εξελίξεις, δηλητηριάζοντας τη συνείδησή τους με τη λογική ότι δεν υπάρχει διέξοδος εκτός του υπάρχοντος συστήματος. Η καπιταλιστική δραστηριότητα εκθειάζεται μαζί με την «Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη». Οι κεντρικές αστικές επεξεργασίες, στην ΕΕ και αλλού, οι επιμέρους νομοθεσίες των καπιταλιστικών κρατών κατευθύνουν στην πιο βαθιά ενσωμάτωση των συνδικάτων, στην προσαρμογή τους στα σύγχρονα δεδομένα και απαιτήσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και της καπιταλιστικής οικονομίας, με λειτουργία και δράση ελεγχόμενη, διευθετημένη, σε συνεργασία με το αστικό κράτος.

Κατά το δοκούν, καλλιεργείται η αντίληψη ότι οι εργαζόμενοι δεν χρειάζονται τα σωματεία, με χαρακτηριστικό το πρόσφατο παράδειγμα της ΑΜΑΖΟΝ στις ΗΠΑ, είτε ότι τα χρειάζονται στο ρόλο του κοινωνικού εταίρου, του συνδιαμορφωτή και συνδιαχειριστή της αστικής πολιτικής, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση και η ΓΣΕΕ.

Ετσι, βλέπουμε σήμερα, σε συνθήκες «νόμιμης» δράσης των συνδικάτων, ο βαθμός οργάνωσης να είναι χαμηλότερος σε σχέση με περιόδους παρανομίας και διώξεων. Είτε βλέπουμε μαζικά σωματεία με εργοδοτική - κυβερνητική κατεύθυνση.

Ομως, το γεγονός ότι οι αστοί επενδύουν στο «καρότο», δεν σημαίνει πως ξεχνούν το «μαστίγιο». Αντιθέτως, χειρίζονται αυτά τα δυο «εργαλεία», σε σχέση αμφίδρομη, με μεγαλύτερη μαεστρία.

Οταν κρίνουν, «δείχνουν τα δόντια τους» με ένταση της καταστολής, όπως τη ζήσαμε πρόσφατα στις κινητοποιήσεις του εργατικού και λαϊκού κινήματος, συνοδευόμενη από την προσπάθεια «πειθούς» για την αναγκαία επιβολή της χάριν «προστασίας της δημόσιας υγείας».

Η πρωτοπόρα και καθοριστική συμβολή των κομμουνιστών στην προκειμένη περίπτωση δεν είχε να κάνει μόνο με την απόκρουση αυτής της προσπάθειας, πράγμα πολύ σημαντικό, αλλά και με την αντιμετώπιση των ρεφορμιστικών, οπορτουνιστικών αντιλήψεων περί «δημοκρατίας», «ατομικού δικαιωματισμού», «προοδευτικής διαχείρισης», που «τρέφονται» από τέτοιες συγκυρίες, αφήνοντας στο απυρόβλητο τον καπιταλισμό, την εκμεταλλευτική βία, την πολύμορφη καταστολή στους χώρους δουλειάς ή και προβάλλοντας τη λογική των σταδίων.

Επομένως, σε αυτές τις συνθήκες, το αυτονόητο ότι οι κομμουνιστές ανέκαθεν είναι μπροστά σε κάθε εργατικό και λαϊκό αγώνα ή σκίρτημα, θέλουν και παλεύουν για την πιο μαζική οργάνωση των εργατών στα σωματεία, συνοδεύεται από τις αυξημένες απαιτήσεις της ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης για το απαραίτητο μπόλιασμα της στρατηγικής και του προγράμματός μας στο κίνημα, ώστε να προχωρήσει η ανασύνταξη.

Πρόκειται για σύνθετη και δύσκολη «εξίσωση», απαραίτητη, όμως, για την αντιμετώπιση των αντιφάσεων που συναντάμε στο κίνημα, στους αγώνες που σωστά και αναγκαία ξεσπούν για διάφορα ζητήματα.

Για παράδειγμα, αν δεν αναδεικνύεται η παραπέρα προοπτική και διέξοδος, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί η απογοήτευση ενός αγώνα που έφτασε σε ένα ορισμένο σημείο ή δεν είχε κάποιο άμεσο αποτέλεσμα. `Η η στάση ενός σωματείου που παίρνει αγωνιστικές αποφάσεις, αλλά θέτει εκτός τους εργολαβικούς εργαζόμενους. Δεν μπορεί να απαντηθεί η άποψη που έντεχνα η εργοδοσία, σε μια σειρά επιχειρήσεις, περνά στους εργαζόμενους, ότι η οικειοθελής εργοδοτική παροχή «τροφείων» τους συμφέρει περισσότερο από την κατοχύρωση μιας ΣΣΕ, γιατί έτσι «μπαίνουν περισσότερα στην τσέπη». Δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί το εργοδοτικό επιχείρημα ότι αφού η επιχείρηση παρέχει καλές αμοιβές και εργασιακές συνθήκες, δεν υπάρχει λόγος να «δεσμευτεί» με ΣΣΕ.

Αντίθετα, όσο αποκαλύπτεται στους εργαζόμενους ο μηχανισμός της εκμετάλλευσης, της παραγωγής υπεραξίας, ότι έχουν πάντα αντιτιθέμενα συμφέροντα με την εργοδοσία, τόσο πείθονται για την απαιτούμενη σύγκρουση με την εργοδοσία, προκειμένου να διεκδικήσουν μεγαλύτερο μέρος της κλεμμένης υπεραξίας, όχι μόνο μέσω του μισθού αλλά και των άλλων δικαιωμάτων και κυρίως μέσω της συλλογικής προστασίας που προσφέρει μια ΣΣΕ, για την ενίσχυση της οργάνωσής τους. Τόσο θα βλέπουν ότι πρέπει να αμφισβητήσουν συνολικά το εκμεταλλευτικό σύστημα, να ετοιμαστούν, μέσα και από τη συνδικαλιστική πάλη, για την ανατροπή του.

Η επέκταση και ο εμπλουτισμός της συζήτησης για τις σύγχρονες και πραγματικές ανάγκες βοηθά σε αυτή τη συνειδητοποίηση. Αντιμετωπίζει την πιθανή αμηχανία εκεί που οι εργαζόμενοι δεν έχουν οξυμένα προβλήματα, εκεί που η εργοδοσία είναι τυπικά «σωστή». Γιατί οι σύγχρονες ανάγκες διαμορφώνονται αντικειμενικά στη βάση του επιπέδου ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και υπάρχουν, όπως και η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, ανεξαρτήτως κατάστασης του κλάδου, του χώρου, των μισθών.

Σε αυτή τη βάση γίνεται η δική μας πρόταση για την αντιπαράθεση με την εργοδοσία, τον προσανατολισμό των εργαζομένων και των σωματείων τους, είτε όταν γίνεται ένας αγώνας, στην εξέλιξή του, τη διάρκειά του, είτε κι όταν δεν ξεσπά, στην προσπάθεια οργάνωσής του.

Η απαιτούμενη βασανιστική επεξεργασία της ιδεολογικοπολιτικής παρέμβασης του Κόμματος στο κίνημα προϋποθέτει την καλή παρακολούθηση των κλάδων, της εργοδοσίας, των άλλων δυνάμεων. Την πιο ενδελεχή επεξεργασία των εξελίξεων στο διεθνές εργατικό κίνημα, στην ΠΣΟ και την αντιπαράθεσή της με ETUC/ITUC, στους αγώνες που αναπτύσσονται διεθνώς και τη στάση των κομμουνιστών. Την καλύτερη, όσο το δυνατόν, διάταξη των δικών μας δυνάμεων κι ενίσχυση της δουλειάς μας σε κλάδους, κλαδικά συνδικάτα, όπου έχουμε αποφασίσει να ρίξουμε βάρος.

Πρέπει, τέλος, να μας απασχολήσει πώς με αποφάσεις θα ενταχθούν νέες συνδικαλιστικές οργανώσεις στο ΠΑΜΕ, πράγμα που περνά και από την ενίσχυση των κομματικών δυνάμεων και πυρήνων στους χώρους δουλειάς, στους κλάδους, της αντικαπιταλιστικής αντίληψης μέσα στους εργάτες και την πάλη τους.

Τίποτα δεν μένει στάσιμο, ούτε η υποχώρηση στο κίνημα. Υπάρχουν και θα υπάρξουν περισσότερα στοιχεία ανόδου.

Υπάρχουν προϋποθέσεις να ενισχύσουμε τη συγκέντρωση δυνάμεων για το σοσιαλισμό.


Γιώτα Ταβουλάρη
Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ