Κυριακή 27 Γενάρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Απαιτούν εξόφληση οι διεθνείς «πιστωτές»

Οι προθεσμίες για την εξόφληση μιας μεγάλης πίστωσης που έλαβε η χώρα στα ζητήματα της εξωτερικής της πολιτικής φαίνεται πως έφτασαν στο τέλος τους και ο πρωθυπουργός στις αρχές του χρόνου, προσερχόμενος στο... ταμείο της Ουάσιγκτον, υποσχέθηκε ότι θα είναι συνεπής στις υποχρεώσεις που ανέλαβε εκείνο το βράδυ της 31ης του Γενάρη 1996.

Ομως, όλοι γνωρίζουν - και πολύ περισσότερο ο πρωθυπουργός - ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να είναι συνεπής ως προς τις υποχρεώσεις που ανέλαβε ενώπιον της αμερικανικής διαμεσολάβησης το βράδυ της κρίσης των Ιμίων και αργότερα με τη Συμφωνία της Μαδρίτης, όπου προσυπέγραψε την αναγνώριση τουρκικών ζωτικών συμφερόντων στο Αιγαίο. Και είναι δύσκολο γιατί «συνέπεια» σε αυτήν την περίπτωση σημαίνει δυσβάσταχτο πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση, η οποία σήμερα καλείται να αναγνωρίσει την αλλαγή της κατάστασης στο Αιγαίο.

Από το βράδυ της κρίσης των Ιμίων μέχρι σήμερα ο Κ. Σημίτης ακολούθησε μια πολιτική κατευνασμού προς την Τουρκία, εξασφαλίζοντας χρόνο ύφεσης, τον οποίο χρησιμοποίησε για να πετύχει το «μεγάλο» στόχο της ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ που είχε θέσει και να (ξανα)κερδίσει τις εκλογές.

Ο χρόνος, όμως, όχι μόνο κοστίζει, αλλά δεν είναι και απεριόριστος. Εφτασε, λοιπόν, η ώρα για το λογαριασμό, τον οποίο ζητούν στο ακέραιο Αμερικανοί και Τούρκοι πιστωτές.

Πράγματι, μέσα στο υστερικό κλίμα για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, που δημιουργήθηκε μετά την 11η του Σεπτέμβρη, οι απαιτήσεις της Ουάσιγκτον για απόλυτη ευθυγράμμιση με τις κινήσεις της εξωτερικής της πολιτικής είναι πιεστικές. Η αμερικανική διπλωματία ζητά και προωθεί την αντιμετώπιση μιας σειράς περιφερειακών προβλημάτων, τα οποία διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία της συμμαχίας που έχει συμπήξει υπό την ηγεσία της. Τα Ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό είναι δύο τέτοια προβλήματα που η Ουάσιγκτον έχει δρομολογήσει την αντιμετώπισή τους.

Η βάση στην οποία θα αντιμετωπίζονται αυτά τα προβλήματα δεν πρέπει να αναζητηθεί σε αυτό που αποκαλούμε «δίκαιο». Η όποια λύση επιλεγεί θα προέλθει από τη συνάρτηση μεταξύ συμφερόντων και ισχύος των εμπλεκομένων. Ως εκ τούτου, είναι προφανές ότι οι δρομολογημένες διευθετήσεις στο Κυπριακό θα είναι σε βάρος του κυπριακού λαού, ενώ στα Ελληνοτουρκικά θα είναι σε βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, κι αυτό γιατί:

Πρώτον, η Ελλάδα το βράδυ της κρίσης των Ιμίων ηττήθηκε, αφού η Τουρκία κατόρθωσε να προβάλει πειστικά τη θέση της περί ύπαρξης γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο.

Δεύτερον, ο Κ. Σημίτης ένα χρόνο αργότερα, με τη Συμφωνία της Μαδρίτης, αποδέχτηκε την ύπαρξη τουρκικών ζωτικών συμφερόντων στο Αιγαίο.

Τρίτον, η ισορροπία σε στρατιωτικό επίπεδο έχει προ πολλού ανατραπεί υπέρ της Τουρκίας.

Και, τέταρτον, οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν αναγνωρίσει στις ΗΠΑ το ρόλο του διαμεσολαβητή, έστω κι αν είναι φανερό πως τα συμφέροντα της Ουάσιγκτον επιβάλλουν μεροληπτική στάση υπέρ της Τουρκίας, η οποία θεωρείται χώρα - κλειδί για το αμερικανικό παιχνίδι στη Μέση Ανατολή και στην Κεντρική Ασία.

Ουσιαστικά, η κυβερνητική πολιτική ασκείται με δεδομένη τη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ, στη «νέα τάξη», θυσιάζει κυριαρχικά δικαιώματα, υπέρ των ΝΑΤΟικών συμφερόντων.

Η Αγκυρα ασφαλώς τα γνωρίζει όλα αυτά και πολιτεύεται ανάλογα. Αφού κατοχύρωσε, με την κρίση των Ιμίων, στο «υποσυνείδητο» της διεθνούς κοινής γνώμης, ότι στο Αιγαίο υπάρχουν νησιά, νησίδες και βραχονησίδες με αδιευκρίνιστο καθεστώς και αφού απέσπασε από τον Κ. Σημίτη, με τη Συμφωνία της Μαδρίτης, την αναγνώριση ζωτικών συμφερόντων, αφέθηκε στο κλίμα ύφεσης και διαλόγου για ζητήματα χαμηλής πολιτικής και στις φιλοφρονήσεις και στα ζεϊμπέκικα των δύο υπουργών Εξωτερικών, οι οποίοι ανέλαβαν να σύρουν το κάρο της «προσέγγισης». Με αυτόν τον τρόπο, η τουρκική κυβέρνηση εξασφάλισε, χωρίς να πάρει πίσω το παραμικρό από τα αιτήματά της στο Αιγαίο, την ελληνική υποστήριξη, με λόγια και έργα, για την αναβάθμιση των ευρωτουρκικών σχέσεων.

Η Αγκυρα, λοιπόν, αφού εξασφάλισε την αναβάθμιση των σχέσεών της με την ΕΕ, δέχτηκε πρόθυμα να αναλάβει από την Ουάσιγκτον την υπηρεσία να πρωτοστατήσει στην προσπάθεια να αποκτήσει η Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Αμυνας ΝΑΤΟικό καπέλο. Με αυτόν τον τρόπο, άλλωστε, η Αγκυρα θα μπορέσει να μεταφέρει τις θέσεις της για το Αιγαίο και στο πλαίσιο των επιχειρησιακών σχεδιασμών του «στρατού» της ΕΕ, όπως ακριβώς το έχει πετύχει και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.

Σε αυτό ακριβώς το σημείο, λοιπόν, αρχίζουν οι απαιτήσεις προς τον πρωθυπουργό να ξεπληρώσει τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει. Προκειμένου να εκκαθαριστούν εκκρεμότητες που χαρακτηρίζονται πια πολύ σημαντικές για τη γενικότερη διάρθρωση των συμμαχιών των ΗΠΑ με την ΕΕ, η Ελλάδα καλείται σήμερα να επιλύσει τις συνοριακές διαφορές που έχει με την Τουρκία. Αλλωστε, όπως ορίζει η Συμφωνία του Ελσίνκι, όπου ο Κ. Σημίτης αποδέχτηκε την αναβάθμιση των ευρωτουρκικών σχέσεων, οι δύο χώρες θα πρέπει να επιλύσουν τις συνοριακές τους διαφορές και αν αυτό δεν καταστεί δυνατό μέχρι το 2004, τότε αρμόδιο για τη διευθέτηση θα είναι το Δικαστήριο της Χάγης.

Με πιο απλά λόγια, ο χρόνος που αγόρασε η ελληνική κυβέρνηση είναι πλέον φανερό ότι κοστίζει πανάκριβα για τη χώρα. Κι αυτό γιατί, σύμφωνα με όσα ορίζει το Διεθνές Δίκαιο περί ειρηνικής επίλυσης των διαφορών, πριν από το Δικαστήριο της Χάγης, οι διάδικοι θα πρέπει να αξιοποιήσουν και άλλα μέσα, ανάμεσα στα οποία συμπεριλαμβάνεται και ο διμερής διάλογος.

Το αντικείμενο του διαλόγου έχει επίσης καθοριστεί με πολιτικό τρόπο σαφέστατα από την τουρκική, αλλά και την αμερικανική κυβέρνηση. Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο ότι από το Σεπτέμβρη μέχρι και σήμερα η Αγκυρα, με δεκάδες διαβήματά της προς την Αθήνα, υπενθυμίζει τις απόψεις της για τα νησιά με αδιευκρίνιστη κυριαρχία στο Αιγαίο, για το εύρος των ελληνικών χωρικών υδάτων και του εθνικού εναέριου χώρου, καθώς και τις θέσεις της περί αποστρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών. Δεν είναι, επίσης, τυχαίο ότι αυτήν ακριβώς την περίοδο η αμερικανική χαρτογραφική υπηρεσία στους νέους της χάρτες, που χρησιμοποιεί και το ΝΑΤΟ, απάλειψε τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Διόλου τυχαίο δεν είναι επίσης ότι αυτήν ακριβώς την περίοδο η ισπανική προεδρία της ΕΕ, όχι μόνο υιοθετεί απόλυτα τις τουρκικές θέσεις για το θέμα του ευρωστρατού, αλλά εργάζεται και για την αναθεώρηση της εταιρικής σχέσης της Τουρκίας με την Κοινότητα.

Ετσι, λοιπόν, την ίδια στιγμή που οι διεθνείς «πιστωτές» του Κ. Σημίτη συγκεντρώνονται στο γκισέ, η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί, μάλλον αμήχανα, το θέατρο των συνομιλιών που έχουν ξεκινήσει για το Κυπριακό και αναρωτιέται αν θα είναι δυνατό να εκμεταλλευτεί πολιτικά το αποτέλεσμα που θα προκύψει, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι θα απαιτηθεί τεράστια προπαγανδιστική προσπάθεια για να βαφτιστεί «επιτυχία» η νομιμοποίηση της διχοτόμησης του νησιού.

Ο πρωθυπουργός και οι στενοί του συνεργάτες, παρακολουθώντας τη σκηνή που οικοδομείται, ασφαλώς αναγνωρίζουν ότι έχουν φτάσει σε αδιέξοδο. H ζημιά έχει γίνει και απομένει να δούμε πώς θα ολοκληρωθεί. Οποιο και αν είναι το τίμημα που θα πληρώσει η κυβέρνηση, ο ελληνικός λαός είναι ο μεγάλος χαμένος αυτής της υπόθεσης.


Δημήτρης ΜΗΛΑΚΑΣ

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΕΧΟΥΝ ΔΙΑΛΕΞΕΙ...(1998-08-18 00:00:00.0)
"Ευχαριστώ κ. Κλίντον" - "Παρακαλώ κ. Σημίτη"(1997-10-22 00:00:00.0)
Το κόστος της ήττας(1997-08-31 00:00:00.0)
Ο "ευαίσθητος κρίκος"(1997-07-20 00:00:00.0)
Μες στην "καλή χαρά"(1997-07-18 00:00:00.0)
Εκτιμούμε τις προσπάθειες του Κ. Σημίτη(1997-05-30 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ