Κυριακή 13 Γενάρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 7
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΠΑΝΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ
Οι εργαζόμενοι διεκδικούν κόντρα στο συμβιβασμό

Εντείνονται οι προετοιμασίες για τα συλλαλητήρια που θα γίνουν στις 31 Γενάρη για τις συμβάσεις, για την ασφάλιση, για την υγεία. Την Τρίτη σε Αθήνα και Πειραιά οι συσκέψεις των σωματείων

Αγωνιστικό ραντεβού στις πλατείες των μεγάλων πόλεων της χώρας δίνουν για τις 31 Γενάρη οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι άνεργοι, η νεολαία, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα που απευθύνει το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο. Η τελευταία ημέρα του Γενάρη πρέπει να γίνει ημέρα υπεράσπισης της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης και διεκδίκησης νέων δικαιωμάτων. Ημέρα, που όλοι οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα τους θα απαιτήσουν την υπογραφή νέων συλλογικών συμβάσεων εργασίας, που θα ανταποκρίνονται στο συνολικό κόστος ζωής, στις αυξημένες ανάγκες της εργατικής οικογένειας. Ημέρα διαμαρτυρίας στις προσπάθειες της κυβέρνησης για παραπέρα εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών της υγείας, όπως γίνεται τελευταία και με την επιβολή των ιδιωτικών απογευματινών ιατρείων μέσα στα δημόσια νοσοκομεία.

Ηδη Επιτροπές Αγώνα, συνδικάτα και συνδικαλιστές προχωρούν στην προετοιμασία των συλλαλητηρίων με περιοδείες στους χώρους δουλιάς, συνελεύσεις σωματείων, συσκέψεις και έκδοση ενημερωτικού υλικού. Στην Αθήνα το Συντονιστικό Σωματείων διοργανώνει σύσκεψη μεθαύριο Τρίτη στις 6 μ.μ. στα γραφεία του Συνδικάτου Οικοδόμων, ενώ σε ανάλογη σύσκεψη, την ίδια ώρα και ημέρα, καλεί και η Συντονιστική Επιτροπή Σωματείων Πειραιά, στο Εργατικό Κέντρο της πόλης.


Κεντρικό ζήτημα των συλλαλητηρίων παραμένει για τις ταξικές συνδικαλιστικές δυνάμεις το ασφαλιστικό, αφού η κυβέρνηση εμμένει στην πολιτική της ανατροπής και ετοιμάζεται να χτυπήσει τη στιγμή που θα κρίνει κατάλληλη. Η προβολή εκ μέρους της του «κοινωνικού διαλόγου» καθόλου δεν αλλάζει τις στοχεύσεις της. Αλλωστε οι εργαζόμενοι έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς μαζί της σε αυτόν τον τομέα. Θυμίζουμε μόνο ότι οι συντάξεις του Γενάρη, θα είναι μειωμένες για εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους, αφού πλέον από 1/1/2002 δε θα υπολογίζονται καθόλου στις συντάξιμες αποδοχές τα δώρα των εορτών. Επιπλέον εργαζόμενοι που θεμελιώνουν ασφαλιστικό δικαίωμα μέσα στο χρόνο θα αναγκαστούν να παραμείνουν κατά ένα επιπλέον εξάμηνο στην εργασία τους. Αυτά είναι μόνο ένα ελάχιστο δείγμα, από την «κληρονομιά» των αντιασφαλιστικών νόμων που ψηφίστηκαν στην περασμένη δεκαετία και συνεχίζουν να συμπιέζουν τις συντάξεις, παρά την τότε δέσμευση του ΠΑΣΟΚ που διακήρυσσε ότι όταν γινόταν κυβέρνηση θα καταργούσε τους σχετικούς νόμους της ΝΔ...

Για τους εργαζόμενους, το «ασφαλιστικό» είναι μια πληγή που αιμορραγεί συνεχώς και η κυβέρνηση καθημερινά φροντίζει να το επιβεβαιώνει. Ετσι την περασμένη Τετάρτη, αποφάσισε την αύξηση από 20% σε 23% του ποσοστού των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων που θα μπορεί να ρίχνει στο χρηματιστήριο. Πράγμα που σημαίνει ότι 150 δισεκατομμύρια επιπλέον απ' αυτά που ήδη τζογάρει, ρίχνονται στο χρηματιστήριο για την αναθέρμανσή του, παρά τις τεράστιες απώλειες που είχαν τα ταμεία τα τελευταία χρόνια.

Για τις συμβάσεις

Αν το διεκδικητικό πλαίσιο για την υπογραφή ΕΓΣΣΕ, που κατέθεσε στην τελευταία ολομέλεια της διοίκησης της ΓΣΕΕ η ΔΑΣ, ήταν μια φορά αναγκαίο, η κατάσταση που διαμορφώθηκε στην αγορά, δείχνει ότι η ικανοποίηση αυτών των αιτημάτων αποτελεί προϋπόθεση επιβίωσης για τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους. Η λαίλαπα της αισχροκέρδειας, με πρόσχημα την εισαγωγή του ευρώ ή τις επιπτώσεις στην αγροτική παραγωγή από την κακοκαιρία, είναι βέβαια μόνο ο παροξυσμός της ασθένειας. Γιατί η πραγματική ασθένεια είναι η λεγόμενη απελευθέρωση των αγορών και όλο αυτό το πλέγμα πολιτικών που καθημερινά κατατρώει τα λαϊκά εισοδήματα, σε όφελος των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων.

Η διαμόρφωση του μέσου ετήσιου πληθωρισμού στο 3,4%, η αύξηση των ειδών διατροφής μέσα στο 2001 κατά 10% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, αποδεικνύουν και αυτά την επικαιρότητα των διεκδικήσεων του ΠΑΜΕ για πραγματικές αυξήσεις, ώστε το κατώτερο μεροκάματο να διαμορφωθεί στις 12.000 δραχμές, ο κατώτερος μισθός στις 300.000, η κατώτερη σύνταξη στα 20 ΗΑΕ της ΕΓΣΣΕ. Το επίδομα ανεργίας να αυξηθεί και αυτό στο 80% του κατώτερου μισθού της ΕΓΣΣΕ και το αφορολόγητο όριο στα 3,5 εκατομμύρια δραχμές. Και βέβαια η υπογραφή της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, με δεδομένη την απόκλιση του πληθωρισμού από τις εκάστοτε κυβερνητικές προβλέψεις, δεν μπορεί παρά να είναι μονοετής.

Η πρόταση αυτή, αναγκαία και ρεαλιστική, παίρνει υπόψη της το σύνολο των παραγόντων που καθορίζουν το κόστος ζωής για την εργατική - λαϊκή οικογένεια. Απαντά στις αυξημένες και σύγχρονες ανάγκες της συντριπτικής πλειοψηφίας των εργαζομένων. Μόλις προχτές μελέτη της ICAP έδειξε ότι τα ελληνικά νοικοκυριά δαπάνησαν για την ιδιωτική εκπαίδευση 577 δισεκατομμύρια δραχμές μέσα στο 2001. Αντίστοιχα μεγάλες είναι και οι ιδιωτικές δαπάνες και στον τομέα της υγείας. Το 2000 οι δαπάνες αυτές σύμφωνα με έρευνα της Υγειονομικής Σχολής Αθηνών ανήλθαν στα 1,591 τρισ. δραχμές. Η συμμετοχή των ιδιωτικών δαπανών στο συνολικό κόστος ανέρχεται στο 42,66% από 37,3% που ήταν το 1990. Αυτή τη σκληρή πραγματικότητα, θα την πάρουν υπόψη τους τα συνδικάτα στη διαμόρφωση των διεκδικήσεών τους; Θα προσανατολίσουν τους εργαζόμενους ή θα βλέπουν το «τρένο» των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων να περνά, όπως κάνει η πλειοψηφία στη ΓΣΕΕ;

Αιτήματα ΣΕΒ από τη ΓΣΕΕ

Τα παραπάνω - μόνο ενδεικτικά - στοιχεία επιβεβαιώνουν ταυτόχρονα την υπονομευτική τακτική που ακολουθεί η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, όταν, με το πλαίσιο για την ΕΓΣΣΕ που θέτει, περιορίζεται σε κάποιες μίζερες αυξήσεις στα όρια του πληθωρισμού και κάποιων απωλειών της προηγούμενης διετίας. Το πλαίσιο αυτό είναι βήμα προς τα πίσω. Είναι αιτήματα που -ακόμα και αν ικανοποιηθούν - αναπαράγουν τη σημερινή κατάσταση της εργατικής τάξης. Είναι πλαίσιο που «δεν ακουμπάει» τα κέρδη και υπερκέρδη των επιχειρήσεων, ενώ ταυτόχρονα υποτάσσει τις ανάγκες των εργαζομένων στην «ανάπτυξη αλά ΟΝΕ», στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Και γίνεται ακόμα πιο επικίνδυνη, όταν ακόμα και αυτό το πλαίσιο εντάσσεται μέσα στη συνολική πολιτική του «κοινωνικού εταιρισμού», της συνεργασίας με τον ΣΕΒ και τους μεγαλοεργοδότες. Οταν απορρίπτεται μετά βδελυγμίας κάθε πρόταση για αγωνιστική διεκδίκηση, για αύξηση της πίεσης προς τους εργοδότες, όπως βέβαια έχει γίνει επανειλημμένως το τελευταίο διάστημα και για την κοινωνική ασφάλιση. Η καλλιέργεια αυτής της λογικής, από την πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, είναι ίσως και το πιο επικίνδυνο στοιχείο στον αμαρτωλό της βίο.

Οι εργαζόμενοι λοιπόν δεν έχουν τίποτα να περιμένουν από τις συγκεκριμένες πλειοψηφίες. Μαζί με τις ταξικές δυνάμεις, μαζί με το ΠΑΜΕ, να δώσουν τη μάχη, ώστε τα συλλαλητήρια στις 31 Γενάρη να είναι ένα ακόμα βήμα στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους.


Γιάννης ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ