Παρασκευή 13 Νοέμβρη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 21
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΑΣΤΙΚΑ ΕΠΙΤΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ «ΑΛΛΑΓΗ» ΣΤΙΣ ΗΠΑ
Προτεραιότητα η αντιμετώπιση της Κίνας και της Ρωσίας

Χαρακτηριστικές οι τηλεσυζητήσεις που διοργάνωσε το ΕΛΙΑΜΕΠ αυτή τη βδομάδα

Οι εξελίξεις που θα προκύψουν μετά τις αμερικανικές εκλογές και τη διαφαινόμενη νέα κυβέρνηση υπό τον Τζο Μπάιντεν είναι ένα θέμα που απασχολεί διάφορα αστικά επιτελεία, διεθνώς και στη χώρα μας, προσπαθώντας να περάσουν και στους λαούς κάποιες φρούδες ελπίδες ότι κάτι μπορεί δήθεν να αλλάξει υπέρ τους, αν και για τα ίδια τα επιτελεία οι προσδοκίες δεν είναι μεγάλες, δεδομένης της όξυνσης του ανταγωνισμού. Αυτή τη βδομάδα στη χώρα μας ένα γνωστό αστικό επιτελείο - «δεξαμενή σκέψης», που στηρίζει σταθερά από την ίδρυσή του το 1988 τις ενώσεις του κεφαλαίου, ΕΕ και ΝΑΤΟ, και τους «διατλαντικούς δεσμούς», το Ελληνικό Ιδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ), διοργάνωσε δύο συζητήσεις με συντονιστές δημοσιογράφους της «Καθημερινής»: Μία για τις σχέσεις ΗΠΑ - ΕΕ και το ενδεχόμενο μιας «επανεκκίνησης - restart» τους, καθώς θεωρείται ότι επί προεδρίας Τραμπ δεν υπήρξε πρόοδος, και μία για τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν στις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Πήραν μέρος αναλυτές και πολιτικοί και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού: Ο Μάικλ Κάρπεντερ (διευθυντής του «Κέντρου για τη Διπλωματία και την Οικουμενική Δέσμευση» του Μπάιντεν, στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, από όταν ήταν αντιπρόεδρος στις κυβερνήσεις του Ομπάμα), ο Σταύρος Λαμπρινίδης (πρέσβης της ΕΕ στις ΗΠΑ, πρώην ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ και υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου έως το 2011), ο πρέσβης των ΗΠΑ στη χώρα μας Τζέφρι Πάιατ, η Ναταλί Λουαζό (Γαλλίδα ευρωβουλευτής με το κόμμα του Μακρόν, διπλωμάτης και πρώην υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων), η Χέδερ Κόνλεϊ (διευθύντρια του Προγράμματος «Ευρώπη» του αμερικανικού «Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Ερευνών» - CSIS - και αντιπρόεδρος του CSIS αρμόδια για την Ευρώπη, την Ευρασία και την Αρκτική), ο Φρανσουά Χέισμπουργκ (κύριος σύμβουλος για την Ευρώπη του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών - IISS - του Λονδίνου και ειδικός σύμβουλος του γαλλικού Ιδρύματος Στρατηγικής Ερευνας), ο Ιαν Λέσερ (αντιπρόεδρος και εκτελεστικός διευθυντής του «Γερμανικού Tαμείου Μάρσαλ» των ΗΠΑ, με έδρα τις Βρυξέλλες) και ο Λουκάς Τσούκαλης, πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο «Sciences Po» στο Παρίσι.

Ανησυχία για τη δράση των κινεζικών και ρωσικών μονοπωλίων

Κοινός παρανομαστής όλων των συμμετεχόντων, με διαφοροποιήσεις ανάλογα με τα ιδιαίτερα συμφέροντα της εθνικής αστικής τάξης που εκπροσωπεί ο καθένας, ήταν η ανάγκη βελτίωσης της «διατλαντικής σχέσης», με κύριο στόχο να αντιμετωπιστούν οι μεγάλοι ανταγωνιστές: Η Κίνα, με τους σύγχρονους «δρόμους του μεταξιού», την πρωτοβουλία «Μία Ζώνη - Ενας Δρόμος», και η Ρωσία. Να αντιμετωπιστούν στο όνομα της υπεράσπισης «της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της ελεύθερης αγοράς» - δηλαδή της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης - απέναντι σε «ανελεύθερα καθεστώτα» και την «κομμουνιστική απειλή» της Κίνας. Στην πραγματικότητα, απέναντι σε καπιταλιστικές οικονομίες που μπαίνουν δυναμικά στο προσκήνιο.

Αλλο κοινό στοιχείο όλων των ομιλητών ήταν η πεποίθηση ότι οι «προκλήσεις» ανάμεσα σε ΗΠΑ και ΕΕ παραμένουν παρά την εκλογική νίκη των Δημοκρατικών, ενώ δεν μπορούν να παραβλεφθούν τα αντικρουόμενα συμφέροντα, οι βαθιές αντιθέσεις και ο εγγενής, ασταμάτητος ανταγωνισμός όλων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Ετσι, η συζήτηση στο πρώτο πάνελ εστίασε στις ευκαιρίες και τις προοπτικές των σχέσεων ΕΕ - ΗΠΑ, τουλάχιστον σε ορισμένα μέτωπα, και οπωσδήποτε ξεχώρισε η θέση ότι πρέπει να είναι κοινή η στάση σε τομείς - «κλειδιά» του παγκόσμιου ανταγωνισμού, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η ψηφιοποίηση, η έρευνα και καινοτομία κ.ά., με ανησυχία ότι ειδικά η Κίνα «τρέχει» με γοργά βήματα.

Εν μέσω πανδημίας, που αποκάλυψε τη γύμνια των δημόσιων συστημάτων Υγείας σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, ο Μ. Κάρπεντερ εμφάνισε τη σύμπραξη δύο φαρμακευτικών επιχειρήσεων, της αμερικανικής «Pfizer» και της γερμανικής «BioNTech», για την ανάπτυξη ενός εμβολίου κατά της Covid-19, ως παράδειγμα τέτοιων ευκαιριών «συνεργασίας». Ο ίδιος επέμεινε ότι ο τομέας όπου θα μπορούσαν να σημειωθούν βήματα μεταξύ ΗΠΑ - ΕΕ είναι το εμπόριο, παρότι «δεν θα είναι εύκολο». Υπογράμμισε ως θετικό δείγμα την άρση των αμερικανικών δασμών για τα ευρωπαϊκά εισαγόμενα βιομηχανικά προϊόντα, προσθέτοντας ότι παραμένει η πρόκληση ενός παγκόσμιου ψηφιακού φόρου, όπως και η διαπραγμάτευση για τη φορολόγηση των τεχνολογικών κολοσσών στις χώρες της ΕΕ. Εκτίμησε ότι ο Μπάιντεν θέλει να επαναφέρει τις εμπορικές σχέσεις με την ΕΕ, κάτι που ενδεχομένως «θα έρθει με τον καιρό».

Ως προς την ανακοίνωση της νέας αμερικανικής διοίκησης ότι σκοπεύει να επαναφέρει τις ΗΠΑ στη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, ο Κάρπεντερ αναφέρθηκε στις ευκαιρίες που ανοίγονται για ευρωπαϊκά και αμερικανικά μονοπώλια για συμπράξεις στην καινοτομία, στις ΑΠΕ, στις «πράσινες» επενδύσεις. Πάντως, και αυτές οι διαπραγματεύσεις για τους όρους συμμετοχής των ΗΠΑ στη Συμφωνία «θα πάρουν καιρό», είπε.

Ταυτόχρονα, σημείωσε, παραμένουν προκλήσεις π.χ. στα Δυτικά Βαλκάνια, στη σύγκρουση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ κ.ά.

Με την επισήμανση ότι «έχει αλλάξει ο κόσμος, έχουν αλλάξει οι ΗΠΑ και η Ευρώπη», ο Στ. Λαμπρινίδης είπε πως το ζητούμενο πλέον για την ΕΕ είναι «όχι τι μπορούν να κάνουν οι ΗΠΑ για την Ευρώπη, αλλά τι μπορεί να κάνει η Ευρώπη για να δυναμώσει», ενώ οι ΗΠΑ δεν χρειάζεται να είναι πάντα ο ηγέτης και ο εγγυητής της ασφάλειας.

Αναφέρθηκε σε «ευκαιρίες συνεργασίας» ΗΠΑ - ΕΕ στην οικονομία και τις επενδύσεις, λέγοντας πως η ανάκαμψη των οικονομιών είναι προς το συμφέρον και των δύο πλευρών, επομένως δεν πρέπει μόνο να επιβάλλονται κανόνες και δασμοί, αλλά να βρεθούν και τρόποι συνεργασίας. Για τον ίδιο είναι κομβικής σημασίας η Δύση να δείξει καλή εικόνα συνεργασίας και να ηγηθεί εν μέσω πανδημίας, π.χ. στα εμβόλια.

«Ιδιαίτερη σημασία», είπε με έμφαση, «έχει ποιος θα ηγηθεί στις νέες τεχνολογίες και την τεχνητή νοημοσύνη: Η Κίνα ή η δημοκρατική Δύση;», ενώ η Κίνα θα βρίσκεται στο στόχαστρο της προεδρίας Μπάιντεν, όπως και επί Τραμπ, αλλά και της ΕΕ.

Για την Ναταλί Λουαζό, το ζητούμενο είναι από τη μία πώς θα δυναμώσουν η συνεργασία και ο συντονισμός ΕΕ - ΗΠΑ και από την άλλη πώς θα δυναμώσει η ΕΕ ως εταίρος των ΗΠΑ.

Μίλησε για «κοινές προκλήσεις» στην κλιματική αλλαγή, στην Υγεία, στην παγκόσμια κούρσα των εξοπλισμών, στο εμπόριο, αλλά και για «τρίτα κράτη» που απειλούν την παγκόσμια τάξη, όπως η Ρωσία στην Ουκρανία, η Κίνα στην Ταϊβάν, η Τουρκία σε Λιβύη, Συρία, Κύπρο, Μεσόγειο, Ναγκόρνο Καραμπάχ. Ως προς την Τουρκία, ζήτησε «αποτελεσματικά μέτρα».

Σχετικά με την ενδυνάμωση του ρόλου της ΕΕ ως παγκόσμιου «παίκτη», η Λουαζό αναφέρθηκε στην ενίσχυση του «ευρωπαϊκού πυλώνα» του ΝΑΤΟ, υπογραμμίζοντας ότι «πρέπει να αυξήσουμε τις αμυντικές μας δαπάνες στην Ευρώπη, συμπληρωματικά και όχι ενάντια στις ΗΠΑ». Γιατί παραμένουν οι διαφορετικές προτεραιότητες στην εξωτερική πολιτική, π.χ. στα Δυτικά Βαλκάνια, στην Ανατολική Μεσόγειο, στην υποσαχάρια ζώνη του Σαχέλ.

Εκτίμησε ότι θα παραμείνουν διαφωνίες μεταξύ ΗΠΑ - ΕΕ, μεταξύ άλλων στο εμπόριο και τις ψηφιακές εταιρείες, ενώ επισήμανε πως η ΕΕ δεν έχει καταφέρει να έχει κοινή στάση σε πολλά ζητήματα.

Η Ελλάδα απαραίτητη για τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς

Ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Τζέφρι Πάιατ, ξεκαθάρισε ότι δεν θα πάρει θέση για το ποιος θα είναι τελικά ο Πρόεδρος και - αφού ύμνησε το «μεγαλείο της αμερικανικής δημοκρατίας» (που δεν έχει καν ενιαίο τρόπο καταγραφής αποτελεσμάτων) αρκούμενος στη συμμετοχή ρεκόρ στις εκλογές - αναφέρθηκε στο βασικό «αντικείμενό» του: Στη «φανταστική αύξηση των αμερικανικών επενδύσεων» στην Ελλάδα, ιδιαίτερα σε Θεσσαλονίκη και Αλεξανδρούπολη, υπογραμμίζοντας την προτεραιότητα της κυβέρνησης Μητσοτάκη για αμερικανικές επενδύσεις, όπως αυτές των «Microsoft», «Sisco» κ.ά.

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στις «προκλήσεις» της Κίνας, ιδιαίτερα ως προς τον ανταγωνισμό για τις νέες τεχνολογίες, αλλά και στον ανταγωνισμό απέναντι στη Ρωσία, ειδικά στο ζήτημα της λεγόμενης απεξάρτησης της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο, για να προωθηθούν συμφέροντα αμερικανικών ενεργειακών κολοσσών και το υγροποιημένο τους φυσικό αέριο (LNG).

Ο ίδιος υπογράμμισε πως η Ελλάδα θα παραμείνει «εταίρος - κλειδί» για αυτά τα ζητήματα και βέβαια εκθείασε την «Αμυντική Συνεργασία Ελλάδας - ΗΠΑ», που έχει μετατρέψει τη χώρα σε αμερικανοΝΑΤΟικό προκεχωρημένο φυλάκιο, δίνοντας τα εύσημα στις κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ, όπως και για τη Συμφωνία των Πρεσπών και την προώθηση του διαλόγου με τη Βουλγαρία και την Αλβανία.

Πάση θυσία διατήρηση της Τουρκίας στο ΝΑΤΟικό πλαίσιο

Ειδικά για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όλοι οι ομιλητές εμφάνισαν την ΕΕ, τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ως δήθεν σταθεροποιητικούς παράγοντες στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, όταν είναι αυτοί που κυρίως ευθύνονται για τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις που αιματοκύλισαν μια σειρά χώρες και λαούς, από τη Μέση Ανατολή έως τη Βόρεια Αφρική, και ενισχύουν την τουρκική προκλητικότητα στην περιοχή, σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου.

Και στα δύο πάνελ, ειδικά στο δεύτερο, για τις εξελίξεις που μπορεί να φέρει η κυβέρνηση Μπάιντεν στην Ανατολική Μεσόγειο και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όλοι οι ομιλητές εξέφρασαν προβληματισμό για το ρόλο της Τουρκίας σε Λιβύη, Ναγκόρνο Καραμπάχ, τη στάση μιας συμμάχου στο ΝΑΤΟ αλλά εκτός του πλαισίου του, με την προσέγγιση με τη Ρωσία και την αγορά των «S-400». Οπως υπογραμμίστηκε, απαιτούνται «συντονισμός και αποφυγή των συγκρούσεων μεταξύ συμμάχων». Χαρακτηριστικά ο Κάρπεντερ είπε ότι «το καλοκαίρι βρεθήκαμε πολύ κοντά σε στρατιωτική σύγκρουση στο Αιγαίο ανάμεσα σε δύο συμμάχους, κάτι πολύ αρνητικό και από το οποίο μόνος κερδισμένος θα ήταν η Ρωσία».

Παρά και τη χτεσινή επίσημη κάλυψη της προκλητικότητας της Τουρκίας με την έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο Μ. Κάρπεντερ, η Χ. Κόλνεϊ και ο Ι. Λέσερ, αφού εμφανίστηκαν να ομονοούν ότι η Τουρκία πρέπει να παραμείνει στο δυτικό πλαίσιο και να «μη σπρωχτεί περαιτέρω στην αγκαλιά της Ρωσίας και της Κίνας», άσκησαν «κριτική» για τη μη τήρηση των «διεθνών κανόνων» από την πλευρά της Τουρκίας.

Πιο αυστηρή στάση υποτίθεται απέναντι στην Τουρκία κράτησαν η Λουαζό και ο Χέισμπουργκ, επικρίνοντας την ΕΕ ότι δεν μπορεί να βρει κοινή στάση και ζητώντας από το ΝΑΤΟ να απαιτήσει «συμμόρφωση», ώστε να μην ασχολείται με εσωτερικές τριβές αλλά να επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση των βασικών αντιπάλων. Ο Λ. Τσούκαλης, στο ίδιο πνεύμα και στη λογική ενός «πολυπολικού κόσμου», εξέφρασε την ελπίδα του οι ΗΠΑ να συμβάλουν και πάλι στην «ενδυνάμωση της ευρωατλαντικής ηγεσίας στον κόσμο», με ταυτόχρονη ενίσχυση του ρόλου της ΕΕ, κάτι που όπως είπε θα είναι προς το συμφέρον και των δύο πλευρών. Για τις τριβές ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, δήλωσε ότι η Ελλάδα πρέπει να επιμείνει σε έναν «δημιουργικό διάλογο», η δε Τουρκία να πειστεί να υποχωρήσει, ουσιαστικά για να υπάρξει μια διευθέτηση που θα κρατήσει και την Τουρκία στο δυτικό στρατόπεδο.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ