Σάββατο 8 Αυγούστου 2020 - Κυριακή 9 Αυγούστου 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Η Ανάσταση»

Ο Λ. Τολστόι
Ο Λ. Τολστόι
Λέων Τολστόι, «Η Ανάσταση», μτφ. Ελένη Μπακοπούλου, «Κέδρος», Αθήνα 2015, σ. 632

«Ο Τολστόι δεν δημιούργησε μόνο καλλιτεχνικά έργα που πάντα θα εκτιμούνται και θα διαβάζονται από τις μάζες, μόλις δημιουργήσουν ανθρώπινες συνθήκες ζωής για τους εαυτούς τους, μετά την ανατροπή του ζυγού των τσιφλικάδων και των κεφαλαιοκρατών, αλλά και πέτυχε να μας μεταδώσει με ασυνήθιστη δύναμη τις διαθέσεις των μεγάλων μαζών που στέναζαν κάτω από το σημερινό σύστημα, απεικονίζοντας την κατάστασή τους και εκφράζοντας τα αυθόρμητα αισθήματα διαμαρτυρίας και οργής. (...) ο Τολστόι στο έργο του - μαζί σαν καλλιτέχνης, στοχαστής και ιεροκήρυκας - ενσωμάτωσε ανάγλυφα με καταπληκτική τολμηρότητα τα ειδικά ιστορικά χαρακτηριστικά ολόκληρης της πρώτης ρωσικής επανάστασης, τη δύναμη και τις αδυναμίες της»1 (B. I. Λένιν, «Τολστόι»).

Αν αναζητούσαμε σε ολόκληρο το τολστοϊκό έργο ένα μυθιστόρημα το οποίο κατεξοχήν συμπυκνώνει τα χαρακτηριστικά που επισημαίνει ο Β. Ι. Λένιν στο απόσπασμα που παραθέσαμε, αυτό ανεπιφύλακτα είναι «Η Ανάσταση». «Η Ανάσταση», ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, είναι το τελευταίο βιβλίο του μεγάλου συγγραφέα και γράφτηκε, με διακοπές, σε ένα διάστημα περίπου εφτά χρόνων (1889 - 1896). Παρόλο που δεν είναι τόσο γνωστό όσο το «Πόλεμος και Ειρήνη» και η «Αννα Καρένινα», στην εποχή του γνώρισε μεγάλη επιτυχία και διαβάστηκε όσο λίγα μυθιστορήματα. Αυτό, βέβαια, δεν είναι τυχαίο, γιατί στην «Ανάσταση» ο Τολστόι δεν έκανε τίποτε άλλο, παρά να εκφράσει με πάθος, αλλά και με ρεαλισμό, την αγωνία του για την κατάσταση που επικρατούσε στην προεπαναστατική Ρωσία: «(...) Θέλω να κραυγάζω την αλήθεια που με καίει», γράφει στο ημερολόγιό του στις 23 Δεκέμβρη 1893.


Η ιστορία που βρίσκεται στον πυρήνα του μυθιστορήματος είναι απλή και συνηθισμένη. Πρόκειται για την αποπλάνηση της Κατιούσα Μάσλοβα, μιας άπραγης, φτωχής κοπέλας, η οποία είναι κάτι ανάμεσα σε ψυχοκόρη και υπηρέτρια σε ένα πλούσιο σπίτι, από τον αριστοκράτη Νεχλιούντωφ. Η Μάσλοβα καταλήγει να γίνει πόρνη και, όταν κάποτε κατηγορείται για φόνο και ληστεία, συναντά στο δικαστήριο τον διαφθορέα της. Από κει και πέρα αρχίζει η περιπέτεια των δύο ηρώων. Ο Νεχλιούντωφ, γεμάτος τύψεις, ακολουθεί την Μάσλοβα στα κάτεργα της Σιβηρίας και, προσπαθώντας να σώσει το θύμα του, αναζητεί την προσωπική του «ανάσταση». Ωστόσο, η συνηθισμένη αυτή ιστορία δεν είναι παρά η αφορμή για τον Τολστόι να αφηγηθεί με κινηματογραφική ακρίβεια την έσχατη εξαθλίωση του ρωσικού λαού στην προεπαναστατική Ρωσία. Συνδυάζοντας τη ρεαλιστική αφήγηση, την κοινωνική καταγγελία και την ιστορική μαρτυρία, ο συγγραφέας καυτηριάζει, χλευάζει και, σε τελευταία ανάλυση, καταγγέλλει την υποκρισία της Εκκλησίας, τον κυνισμό, την απανθρωπιά, αλλά και την παρακμή της άρχουσας τάξης, τον παραλογισμό του τσαρικού αυταρχισμού και της αυθαιρεσίας, την εξαθλίωση των μουζίκων, τη γραφειοκρατία, τη Δικαιοσύνη, το στρατό, την ιδιοκτησία, ενώ στα βασανισμένα πρόσωπα των ανθρακωρύχων ανακαλύπτει «έναν καινούργιο, άγνωστο και όμορφο κόσμο».

«Η Ανάσταση» είναι ένα μυθιστόρημα που το διαβάζεις με κομμένη την ανάσα και, ταυτόχρονα, μαθαίνεις, το απολαμβάνεις και, παράλληλα, η συνείδησή σου βρίσκεται σε εγρήγορση. Ο Λέων Τολστόι, επειδή δεν είναι απλώς ένας σπουδαίος συγγραφέας, αλλά, στην ουσία, ένα εξαιρετικό πνευματικό φαινόμενο, προσπαθεί με το τελευταίο του μυθιστόρημα να αφυπνίσει τους σύγχρονούς τους, αφήνοντας ταυτόχρονα μια πολύτιμη παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές. Με την ασυνήθιστη πνευματική του δύναμη, αντιλαμβάνεται ότι ο κόσμος της «Ανάστασης» βρίσκεται στη δύση του και ότι κάτι καινούργιο ανατέλλει. «Η αρχαϊκή και αντιφατική διδασκαλία του», γράφει ο Μάρκος Αυγέρης2, «αυτό το ταραγμένο και με βαθιούς τόνους κήρυγμά του, αυτή η συχνά ουτοπιστική όσο και αφελής ηθικολογία του, η βαθιά δυσαρέσκεια κι η οργή του για την κατάσταση του ρωσικού λαού (...), όλα αυτά ήταν προάγγελοι της κρίσης που ερχόταν, ήταν μια ορμητική πνοή από την τρικυμία που πλησίαζε. Ο λόγος του προμηνούσε την τελική κάθαρση σ' αυτή τη δραματικά καθυστερημένη, απέραντη και χαοτική ασιατική δύναμη, που λεγόταν Αγία Ρωσία». Ο ίδιος ο Τολστόι, εξάλλου, δεν διαισθάνεται απλώς, αλλά ξέρει ότι η «τελική κάθαρση» πλησιάζει, όταν γράφει στα 1908:

«Carthago deleda est3. Η ζωή, η μορφή της ζωής που έχουμε τώρα εμείς οι χριστιανικοί λαοί, delenda est, θα πάει καλιά της, είπα και ελάλησα και θα το λέω όσο να την γκρεμίσουν. Εγώ θα πεθάνω μάλλον προτού αυτό συμβεί, αλλά δεν είμαι ένας, μαζί μου είναι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, μαζί μου είναι η αλήθεια. Και θα την γκρεμίσουν και πολύ γρήγορα».4

Παραπομπές:

1. Β. Ι. Λένιν, «Για τη λογοτεχνία και την τέχνη», μτφ. Αλεξ. Αυγερινός, εκδόσεις «Γερ. Αναγνωστίδη», Αθήνα, χ.χ., σ. 58

2. Λέων Τολστόι, «Κοζάκοι, Ανάσταση, Αφέντης και δούλος», κριτικό σημείωμα Μάρκος Αυγέρης, μτφ. Στ. Δαμιανίδη, λογοτεχνική απόδοση Κώστα Κοτζιά, εκδόσεις «Χ. Μιχαλακέας και ΣΙΑ», Αθήνα 1960, σ. 3

3. «Η Καρχηδόνα πρέπει να καταστραφεί». Φράση με την οποία ολοκλήρωνε τους λόγους στη Ρωμαϊκή Σύγκλητο ο Κάτων ο Τιμητής, πριν τον 3ο Καρχηδονιακό πόλεμο (149 - 146 π.Χ.), προκειμένου να ξεσηκώσει τους Ρωμαίους σε πόλεμο εναντίον της Καρχηδόνας.

4. Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, «Ο Τολστόι», «Ελληνικά Γράμματα», Αθήνα 2007, σ. 681


Μ. Π.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ