Κυριακή 16 Δεκέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ

(ο δάσκαλος, ο ποιητής, ο δημοσιογράφος)

ΗΤΑΝ σαν σήμερα (16 του Δεκέμβρη 1974), εδώ και 27 χρόνια, που έφευγε για πάντα ο μεγάλος ποιητής του λαού μας, ο πεζογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής και δημοσιογράφος, ο Κώστας Βάρναλης. Τέλειωνε μια μεγάλη ζωή και τέλειωνε την ώρα που μια τιμητική εκδήλωση δινόταν στο θέατρο «Αλίκη», στην οποία ο ποιητής, άρρωστος, στο κρεβάτι, μετρούσε τις τελευταίες ώρες.

ΟΡΓΑΝΩΤΗΣ της εκδήλωσης αυτής το ΔΣ της ΕΣΗΕΑ, με πρόεδρο τον αντιστασιακό δημοσιογράφο Σπύρο Γιαννάτο. Μέσα σε μια κοσμοπλημμύρα ο Γιάννης Ρίτσος, ο Μάνος Κατράκης, ο Ν. Βρεττάκος και η Ελένη Χατζηαργύρη δώσανε, καθένας με τον τρόπο του, την αλήθεια, τη φωτιά, τα μηνύματα μέσα από τα κείμενά του. Στους ομιλητές εκείνης της αξέχαστης βραδιάς και ο Γεώργιος Καράντζας, αγωνιστής της Αντίστασης στα χρόνια της Κατοχής, και μάλιστα ΕΑΜικός πρόεδρος του σωματείου μας, με πλούσια δράση και με στενή γνωριμιά και φιλία με τον Κ. Βάρναλη.

ΣΤΟΝ Γ. Καράντζα έπεσε ο κλήρος να εξιστορήσει τη δημοσιογραφική διαδρομή του Κ. Β., όπως την είχε ζήσει κι είχε καταγράψει από τα πρώτα πρώτα βήματά της. «Ο Κώστας Βάρναλης - θα πει στην ομιλία του ο Γ. Καράντζας - έγινε επαγγελματίας δημοσιογράφος το 1940, και μάλιστα καλά καλά χωρίς να το θέλει ο ίδιος». Τελικά, όμως, μπήκε στη δημοσιογραφία σαν χρονογράφος και θα δουλέψει στο πόστο αυτό για πολλά χρόνια στην «Πρωία», στο «Ριζοσπάστη», στην «Αυγή» και σε άλλα δημοκρατικά έντυπα. Το χρονογράφημα του Κ. Βάρναλη απ' όποιο έντυπο κι αν πέρασε στάθηκε πάντα αγωνιστική έπαλξη για την ελευθερία, του λαού το δίκιο, την προκοπή του τόπου. Χρονογράφος ανυποχώρητος με τη λαχτάρα για περισσότερο φως.

ΘΑ κλείσουμε συνοπτικά με μια εικόνα, ένα πορτρέτο του χρονογράφου, που μας άφησε ο αξέχαστος συνάδελφος Γεράσιμος Σταύρου ο Μεμάς, καθώς στην «Αυγή» «πελεκούσε» το καθημερινό του γραφτό: «...Μεροκαματιάρης της πένας. Από τα ξημερώματα με τους πρώτους εργάτες ξεκινάει. Αν βρει κλειστή την πόρτα των γραφείων κι αργεί να 'ρθει ο πρωινός κλητήρας δεν το 'χε τίποτα να μπει στην τύχη σ' ένα λεωφορείο να πάει ως το τέρμα και να γυρίσει. Η μεγάλη του καλημέρα στο λαό μας: Το χρονογράφημά του. Στρώνεται στο γράψιμο σα ν' αρχίζει μια χειρωνακτική εργασία. Βγάζει το σακάκι, ανασηκώνει τα μανίκια, απλώνει στο στήθος και στη μέση μια ποδιά, σαν τους καλφάδες και πέφτει κυριολεκτικά με τα μούτρα πάνω στα χαρτιά του... Κάπου μια ντουζίνα καλοξυρισμένα μολύβια έχει αραδιάσει στο τραπέζι σ' όλα τα σχέδια και τα μεγέθη. Αν τον ρωτήσετε τι τα θέλει τόσα μολύβια έτοιμα για δράση, θα σας απαντήσει πως δεν μπορεί αλλιώς να δουλέψει... Μόλις σπάσει ή λιώσει του ενός η μύτη αρπάζει τ' άλλο. Δεν μπορεί να σταματήσει. Είναι τα εργαλεία του δουλευτή...».

ΑΣ ΘΥΜΙΣΟΥΜΕ, τέλος, σήμερα τη δωρική εκείνη επιγραφή, που ο ίδιος σμίλεψε σ' ένα γράμμα του το 1966 όταν του απένειμαν μια τιμητική διάκριση οι δημοσιογράφοι. «Σ' όλη μου τη ζωή του δασκάλου, του λογοτέχνη και του δημοσιογράφου - γράφει ο Κ. Β. - ποτέ ούτε έκανα ούτε έγραψα τίποτα παρά τη συνείδησή μου ή εναντίον του λαού, εναντίον της ελευθερίας και των ελευθεριών του...».

ΕΙΚΟΣΙ εφτά χρόνια από τότε που έφυγε ο δάσκαλος, ο ποιητής, ο δημοσιογράφος. Μεγάλη κι ολοζώντανη η κληρονομιά του. Τώρα πολύ περισσότερο έχουμε την ανάγκη του και την προσφορά του.


Του Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ