Σάββατο 14 Δεκέμβρη 2019 - Κυριακή 15 Δεκέμβρη 2019
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2020
Ανάπτυξη για το κεφάλαιο σημαίνει νέες θυσίες για το λαό

Οι αστικές κυβερνήσεις, με τελευταίες την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και τη σημερινή της ΝΔ, αναμασούν διαχρονικά την ίδια καραμέλα: Τα μνημόνια, η επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων, τα μέτρα «σφαγής» του λαού είναι απαραίτητα για να έρθει η ανάπτυξη. Πρέπει να κάνουμε υπομονή, για να «περάσουμε τον κάβο της κρίσης» και να φτάσουμε στα «ήρεμα νερά της ανάπτυξης», όπου όλοι θα απολαύσουμε τους καρπούς των κόπων μας. Ο ΣΥΡΙΖΑ την λέει «δίκαιη ανάπτυξη», η ΝΔ «ανάπτυξη για όλους».

Και επιτέλους η ανάπτυξη ήρθε...

Ομως, ο πρώτος προϋπολογισμός που καταρτίστηκε «στην ανάπτυξη... για την ανάπτυξη» έρχεται να επιβεβαιώσει πως η καπιταλιστική ανάπτυξη δεν είναι για όλους. Είναι ανάπτυξη των κερδών του κεφαλαίου και προϋποθέτει διατήρηση, συνέχιση και κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης.

Και ο προϋπολογισμός της ανάπτυξης κινείται στην ίδια ρότα με τους προϋπολογισμούς όλων των προηγούμενων ετών. Θυσίες από το λαό για τα κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου.

Απ' τη διάρθρωση των εσόδων και των εξόδων του προϋπολογισμού, τα διάφορα μέτρα που δρομολογεί η κυβέρνηση και αποτυπώνονται στον προϋπολογισμό ή τις προβλέψεις για την εξέλιξη των μισθών, το συμπέρασμα είναι το ίδιο. Η καπιταλιστική ανάπτυξη σημαίνει ανάπτυξη για το μεγάλο κεφάλαιο και απαιτεί συνεχείς θυσίες για τους εργαζόμενους και συνολικά αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης.

Η πρόβλεψη για φθηνή εργατική δύναμη είναι ένα απ' τα πέδιλα του προϋπολογισμού, που ενώ προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,8% για το 2020, για την ίδια περίοδο προβλέπει πως η αύξηση του μέσου μισθού θα φθάσει μόλις το 1,2%. Δηλαδή από την αύξηση του ΑΕΠ μόλις το 40% θα πάει στους μισθούς.

Η «αύξηση» του μέσου μισθού όχι μόνο υπολείπεται δραστικά της συρρίκνωσης των τελευταίων 10 ετών, αλλά, ουσιαστικά, τα οφέλη της αύξησης της παραγωγικότητας τα καρπώνεται το μεγάλο κεφάλαιο, αφού προβλέπει νέα, περαιτέρω συρρίκνωση του μεριδίου των μισθών στην πίτα του ΑΕΠ.

Ακόμα περισσότερο, η «αύξηση» του μέσου μισθού θα εξανεμιστεί, κυριολεκτικά, μέσα απ' την αύξηση της φορολογίας. Οι φόροι για τους εργαζόμενους προβλέπεται να αυξηθούν μέσα στο 2020 κατά 1,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2019. Ο,τι εισπράξουν οι εργαζόμενοι απ' τις όποιες αυξήσεις, θα το γυρίσουν πίσω στο κράτος του κεφαλαίου με τη μορφή φόρων για να το ξαναγυρίσει στο μεγάλο κεφάλαιο με τη μορφή επιχορηγήσεων.

Προϋπολογισμός φοροεπίθεσης στο λαό

Η διάρθρωση των εσόδων και των δαπανών φωτίζει πως και ο προϋπολογισμός του 2020 επιδεινώνει την κατάσταση σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων και αποτελεί έναν ακόμα μηχανισμό αναδιανομής προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου.

Η φοροεπιδρομή στο λαό εντείνεται, με τους συνολικούς φόρους να αυξάνονται στα 52,2 δισ. ευρώ απ' τα 51,4 δισ. πέρυσι, τους έμμεσους φόρους (ΦΠΑ) που ξεζουμίζουν τους εργαζόμενους να αυξάνονται στα 28,6 δισ. ευρώ από 27,9 δισ. το 2019, και το φόρο εισοδήματος που πληρώνουν οι εργαζόμενοι να αυξάνεται επίσης στα 11,4 δισ. ευρώ από 11,1 δισ. το 2019. Τα ίδια τα στοιχεία του προϋπολογισμού αποδεικνύουν την κυβερνητική κοροϊδία για «μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης» του λαού με το πρόσφατο φορολογικό νομοσχέδιο.

Ο προϋπολογισμός του 2020 όχι απλά δεν αναιρεί την τεράστια φορολογική επιβάρυνση του λαού που φόρτωσαν στις πλάτες του ο ΣΥΡΙΖΑ και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, αλλά φέρνει καινούργια, πρόσθετα βάρη.

Οι σφικτοί δημοσιονομικοί στόχοι για τερατώδη πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% για το 2020 και το 2021, όπως καθορίζει το 3ο μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ - ΝΔ, παραμένουν, ενώ ο δημοσιονομικός χώρος που «κατάφερε» η κυβέρνηση με τη μείωση των «υπερπλεονασμάτων» χωράει μόνο τις παροχές προς το μεγάλο κεφάλαιο.

Ιδιαίτερο στοιχείο της κυβερνητικής επίθεσης στους εργαζόμενους είναι η κλιμάκωση της πολιτικής του εξαναγκασμού σε «ηλεκτρονικές αγορές» που θεμελίωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, που κυριολεκτικά τσακίζει τους αυτοαπασχολούμενους με τη νέα αύξηση του κατώτατου ορίου για ηλεκτρονικές αγορές στο δυσθεώρητο 30% του εισοδήματος.

Η αστική πολιτική για το πλαστικό χρήμα ωφελεί τις τράπεζες, μέσα απ' τις οποίες περνάει όλο το ηλεκτρονικό εμπόριο, και τις μεγάλες εταιρείες που αυξάνουν το μερίδιό τους, οι οποίες δεν έχουν ανάγκη να «κρύβουν» τα εισοδήματά τους αφού νόμιμα πληρώνουν ελάχιστους έως καθόλου φόρους. Παράλληλα, η πολιτική αυτή «ευνοεί» και την κυβέρνηση αφού «φανερώνει» ένα κομμάτι της οικονομίας, το φέρνει στη «νόμιμη» οικονομία και με τον τρόπο αυτό εμφανίζει το ΑΕΠ αυξημένο.

Ο ΕΝΦΙΑ, παρά τις μειώσεις στους συντελεστές, εμφανίζεται αυξημένος στον προϋπολογισμό σε σχέση με το 2019. Η κυβερνητική μεθόδευση φανερώνεται στην αναφορά μιας «δίκαιης ανακατανομής του ΕΝΦΙΑ» μέσα απ' τον υπολογισμό της πραγματικής αντικειμενικής αξίας των «πολύ ακριβών» ακινήτων που βρίσκονται σε τουριστικές παραθαλάσσιες ζώνες. Με απλά λόγια, καινούργιος στόχος της φορολογικής πολιτικής είναι η λαϊκή κατοικία παραθερισμού, με τη φορολογική πολιτική να εξελίσσεται και σε ένα εργαλείο προώθησης της «τουριστικής αξιοποίησης» της ακίνητης περιουσίας, πλευρά που εντάσσεται στον στόχο της θεαματικής αύξησης του τουριστικού ρεύματος.

Ο ταξικός χαρακτήρας της ανάπτυξης αποδεικνύεται επίσης από τη διάρθρωση των κρατικών δαπανών και τις προσπάθειες «εξοικονόμησής» τους. Χαρακτηριστικά, ο προϋπολογισμός προβλέπει νέα συρρίκνωση κατά 500 εκατομμύρια ευρώ στο κονδύλι για τις συντάξεις και «εξοικονόμηση» στις δαπάνες των ΟΤΑ ύψους 110 εκατ. ευρώ μέσα απ' την αύξηση της εισπραξιμότητας των εσόδων των δήμων, δηλαδή μέσα από μεγαλύτερη απομύζηση των εργαζόμενων - λαϊκών στρωμάτων απ' το τοπικό κράτος κ.τ.λ.

Μέτρα υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου

Ο προϋπολογισμός δεν έχει φυσικά μόνο χαμένους. Η ταξική πολιτική σε επίπεδο φορολογίας φαίνεται αν δει κανείς πως το μοναδικό κονδύλι φόρων που μειώνεται είναι η φορολογία των επιχειρήσεων, που υποχωρεί στα 4 δισ. ευρώ, από 4,5 δισ. ευρώ το 2019, λόγω της «δραστικής μείωσης των συντελεστών», όπως με κομπασμό αναφέρει η ίδια η έκθεση του προϋπολογισμού. Οι μεγάλες επιχειρήσεις, με το πλέγμα των διατάξεων φοροασυλίας που διέπει το φορολογικό σύστημα, πρακτικά δεν καταβάλλουν φόρους.

Αλλο στοιχείο που αποκαλύπτει τον χαρακτήρα του προϋπολογισμού είναι η επιμονή στις ιδιωτικοποιήσεις. Πέραν του «εμβληματικού» Ελληνικού, ο προϋπολογισμός προδιαγράφει ως «στόχο» για το 2020 την υποχρέωση του κρατικού μηχανισμού να αποδέχεται το 60% των «προτάσεων» για αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου, επιβάλλοντας στις κρατικές υπηρεσίες να απαντούν θετικά στην πλειοψηφία των σχετικών αιτημάτων που κάνει το μεγάλο κεφάλαιο για νέες επενδύσεις με τις οποίες θωρακίζει τα κέρδη του.

Κάθε περικοπή του προϋπολογισμού αντισταθμίζεται με μια αύξηση. Μόνο που οι περικοπές αφορούν τους εργαζόμενους και οι αυξήσεις το μεγάλο κεφάλαιο. Ετσι, οι περικοπές των συντάξεων αντισταθμίζονται με αύξηση των κονδυλίων προς τους ομίλους μέσα απ' το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων κατά 600 σχεδόν εκατομμύρια ευρώ, στα 6,75 δισ. ευρώ για το 2020.

Οι επιτηδευμένα παραπλανητικές προβλέψεις για την ανάπτυξη

Παράλληλα, κυρίαρχο στοιχείο του κυβερνητικού αφηγήματος είναι αυτό της σταθερής ανάπτυξης, της «κανονικότητας». Η κυβέρνηση προσπαθεί να εμφανιστεί ως καταλληλότερη απ' τον ΣΥΡΙΖΑ για να διαχειριστεί την αστική εξουσία στη φάση της ανάπτυξης, και προβλέπει έναν σχεδόν θεαματικό ρυθμό ανάπτυξης, που θα προσεγγίζει το 3% για το 2020.

Ομως, η πραγματικότητα είναι διαφορετική απ' τους κυβερνητικούς πανηγυρισμούς.

Πρώτα πρώτα, ακόμα και η επίτευξη ενός τέτοιου ρυθμού ανάπτυξης κυριολεκτικά ωχριά μπροστά στη συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 25% την περίοδο της κρίσης. Αλλωστε, ιστορικά, μια τέτοια συρρίκνωση του ΑΕΠ ακολουθείται πάντοτε από μια φάση έντονης ανάπτυξης.

Πέραν αυτού, οι προβλέψεις είναι υπερβολικές. Ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ το 2019 εκτιμάται πως θα κινηθεί στα ίδια επίπεδα με το ρυθμό ανάπτυξης του 2018, οριακά κάτω απ' το 2% του ΑΕΠ ετησίως, ποσοστό που υπολείπεται του στόχου για 2,3%, όπως είχε διατυπωθεί τον περασμένο Απρίλη.

Ομως, η παραπλάνηση είναι συνειδητή και βρίσκεται αλλού. Βρίσκεται στην αυξανόμενη πιθανότητα εκδήλωσης κρίσης στη διεθνή οικονομία και κυρίως στις επιπτώσεις που θα έχει στην εγχώρια οικονομία και στην επίτευξη των στόχων. Καθώς όμως αριθμητικά δεδομένα αποκαλύπτουν πως η στασιμότητα της διεθνούς οικονομίας συνεχίζεται, η κυβέρνηση επιχειρεί να «ξεμπερδέψει» με αυτούς τους κινδύνους ισχυριζόμενη πως η εγχώρια οικονομία έχει εσωτερική δυναμική και χρονική υστέρηση σε σχέση με τη διεθνή και πως γι' αυτόν το λόγο η διεθνής οικονομία έχει «κατ' εκτίμηση περιορισμένη επίδραση» στις εγχώριες εξελίξεις.

Η αλήθεια όμως είναι τελείως διαφορετική και αρκεί να δει κανείς το ίδιο το κείμενο του προϋπολογισμού:

  • Η αναμενόμενη ανάπτυξη εκτιμάται πως θα προέλθει κυρίως από μια μεγάλη αύξηση των επενδύσεων, που κατά βάση έχουν εξωτερική προέλευση.
  • Κλάδοι βαρύνουσας σημασίας για την επίτευξη των στόχων της ανάπτυξης είναι οι κλάδοι εξαγωγής υπηρεσιών, κυρίως ο τουρισμός και οι διεθνείς μεταφορές, που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στις διακυμάνσεις της διεθνούς οικονομίας.
  • Η «χρονική υστέρηση» της ελληνικής σε σχέση με τη διεθνή οικονομία σημαίνει απλά πως η στασιμότητα του 2019 δεν έχει ακόμα επιδράσει στην εγχώρια οικονομία και πως η επίπτωσή της αναμένεται.

Οποια πλευρά και αν κοιτάξει κανείς η πραγματικότητα είναι διαφορετική απ' το κυβερνητικό αφήγημα. Ο στόχος μιας συνεχούς, χωρίς αναταράξεις ανάπτυξης της εγχώριας οικονομίας είναι αρκετά επισφαλής, λόγω των προβλημάτων της αναπαραγωγής του κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα. Αν συνυπολογίσει κανείς και την επιδείνωση της τουρκικής επιθετικότητας, τη «διαχείρισή» της απ' την ελληνική πλευρά και τις επιπτώσεις στην οικονομία, εύκολα καταλαβαίνει πως το κλίμα εφησυχασμού που επιχειρεί να διαμορφώσει η κυβερνητική προπαγάνδα μέσα απ' το αφήγημα της κανονικότητας και της ανάπτυξης είναι τελικά παραπλανητικό.

Πρέπει να επισημάνουμε πως στο ενδεχόμενο υποχώρησης των «αναπτυξιακών στόχων» δεν θα θιγεί απλά το «γόητρο» της κυβέρνησης, αφού οι σφικτοί δημοσιονομικοί στόχοι και η ανάγκη «δημοσιονομικού χώρου» για την ανάπτυξη σημαίνουν, σε απλά Ελληνικά, πως μια αστοχία των οικονομικών προβλέψεων θα επιφέρει νέα δημοσιονομικά μέτρα για τους εργαζόμενους και αναστολή ακόμα και αυτών των ελάχιστων μέτρων ανακούφισης που έχουν δρομολογηθεί.

Καμία αναμονή! Μονόδρομος η οργάνωση της πάλης ενάντια στην αστική πολιτική

Ο προϋπολογισμός αποδεικνύει πως η ανάπτυξη των μονοπωλίων πατάει πάνω στην εξαθλίωση των λαϊκών στρωμάτων, στη φθηνή εργατική δύναμη, στη φοροεπιδρομή στο λαό και στη μείωση των κρατικών δαπανών για την Παιδεία και την Υγεία για να χρηματοδοτούνται οι μεγάλοι όμιλοι, στην επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, στην προώθηση όλων των μέτρων που απαιτεί το μεγάλο κεφάλαιο για να διασφαλίζει τα κέρδη του. Αποδεικνύει πως όλοι όσοι, μαζί με την κυβέρνηση, όπως το «υπουργείο» αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, κάνουν λόγο για τα πιθανά οφέλη της καπιταλιστικής ανάπτυξης ρίχνουν απλά νερό στο μύλο του αντίπαλου, στο μύλο της αστικής τάξης.

Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο εφησυχασμού και αναμονής. Η αστική πολιτική οδηγεί στην επιδείνωση της ζωής του λαού για να διασφαλίζεται η κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου. Η συνέχεια της αστικής πολιτικής είτε με ΝΔ είτε με ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Η καπιταλιστική ανάπτυξη απαιτεί θυσίες και δεν συμβαδίζει με καλυτέρευση της ζωής των εργαζομένων.

Γι' αυτό σήμερα είναι επιτακτική η οργάνωση της αντεπίθεσης. Η συνειδητοποίηση πως δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να ζήσουμε καλύτερα μέσα στα τείχη της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Πως μονόδρομος είναι να οργανώσουμε την πάλη απέναντι στον πραγματικό αντίπαλο, τους μονοπωλιακούς ομίλους και το κέρδος τους, το κράτος τους, το πολιτικό προσωπικό τους, τον ίδιο τον καπιταλισμό, να οργανώσουμε την αντεπίθεση για την τελική νίκη.


Του
Γρηγόρη ΛΙΟΝΗ*
* Ο Γρηγόρης Λιονής είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ