Τρίτη 26 Νοέμβρη 2019
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ
«Η στρατηγική του ΚΚΕ την περίοδο 1940 - 1949»

Η Ελένη Μπέλλου
Η Ελένη Μπέλλου
Την κεντρική ομιλία στην ημερίδα της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ έκανε η Ελένη Μπέλλου, μέλος του ΠΓ της ΚΕ, και είχε θέμα: «Η στρατηγική του ΚΚΕ την περίοδο 1940 - 1949».

Ξεκινώντας, αναφέρθηκε στην υποκρισία που διέπει τις αναλύσεις του αστικού κράτους και των θεσμών του, που βάζουν π.χ. στο επίκεντρο τη λεγόμενη «εθνική ομοψυχία». Και συνεχίζοντας, σημείωσε ότι η δεκαετία του 1940 είναι «αντιπροσωπευτικά πλούσια σε γεγονότα προς απόδειξη της πλήρους διάστασης ανάμεσα στα εργατικά - λαϊκά από τη μια μεριά και τα καπιταλιστικά συμφέροντα από την άλλη».

Αφού στάθηκε στον ηρωισμό που επέδειξε το Κόμμα και τη δεκαετία του 1940, υπογράμμισε ότι ταυτόχρονα «υπερηφανευόμαστε και γιατί το Κόμμα μας δεν φοβήθηκε να βάλει βαθιά το νυστέρι στην Ιστορία του, να αναζητήσει και τις δικές του αδυναμίες, τα δικά του λάθη, εκείνα που αν δεν γινόντουσαν, αυτός ο αγώνας στον οποίο ηγήθηκε το ΚΚΕ ενδεχομένως να έφτανε στη νίκη, στην κατάργηση των εκμεταλλευτικών καπιταλιστικών σχέσεων, στο ξεκίνημα της νέας, της σοσιαλιστικής κοινωνίας».

Μεταξύ άλλων, η ομιλήτρια στάθηκε στην πολιτική συμμαχιών που ακολούθησαν οι κομμουνιστικές δυνάμεις πολλών χωρών, κατά τη διάρκεια του ιμπεριαλιστικού πολέμου, που «επιχείρησαν ευρύτερες κοινωνικές - πολιτικές συμμαχίες, αντιφασιστικά - απελευθερωτικά μέτωπα πάλης, πιστεύοντας ότι η συχνά συμβιβαστική μέχρι και προδοτική στάση των αστικών κυβερνητικών ηγεσιών θα έδινε τη δυνατότητα, μέσω ενισχυμένων δημοκρατικών κοινοβουλευτικών μεταρρυθμίσεων, να ανοίξει ο δρόμος πιο εκτεταμένων κοινωνικοοικονομικών μεταβολών, που αρχικά θα χτύπαγαν την ασυδοσία των μονοπωλίων, χωρίς να καταργούν την καπιταλιστική ιδιοκτησία, θα επέκτειναν έναν κρατικό παραγωγικό τομέα πάνω στον οποίο θα στηριζόταν η φιλεργατική και φιλολαϊκή πολιτική». Οπως εξήγησε, σε αυτήν τη γραμμή, τα συνθήματα της «εθνικής ενότητας» «χρησιμοποιήθηκαν και από ΚΚ, προσπαθώντας βέβαια να τους προσδώσουν ορισμένο ταξικό περιεχόμενο, όμως διαχωρίζοντας ως αντιπάλους όχι το σύνολο, αλλά μέρος των αστικών πολιτικών δυνάμεων, αυτές που πιο φανερά συνεργάστηκαν με τις δυνάμεις κατοχής ή τις φιλοβασιλικές ή τις πιο αντικομμουνιστικές».


Από την άλλη, ανέδειξε ότι «οι πολιτικοί - στρατιωτικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης δεν παρασύρθηκαν στη λογική της "εθνικής ενότητας" και "εθνικής ομοψυχίας", ούτε στις πιο δύσκολες στιγμές του ελληνικού έθνους. Παρέμειναν ταξικά προσηλωμένοι, ακόμα και όταν το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ απελευθέρωνε από τους ξένους κατακτητές, χωρίς να θέτει στόχο ανατροπής της αστικής εξουσίας, κατάργησης της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας», τόνισε μεταξύ άλλων.

Η Ελ. Μπέλλου εξήγησε ότι λόγω των στρατηγικών αδυναμιών που είχε το Κόμμα, δεν μπόρεσε να αξιολογήσει την ταξική πάλη που διεξαγόταν και με τη μορφή επιθέσεων από τις δυνάμεις του ΕΔΕΣ, από τα Τάγματα Ασφαλείας, από τις βρετανικές δυνάμεις και με τη μορφή ρυμούλκησης της αντιπροσωπείας του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στον Λίβανο και στην υπογραφή των Συμφωνιών Λιβάνου και Καζέρτας, τη συμμετοχή στην κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου.

Σε αντιπαράθεση με την αστική και οπορτουνιστική ιστοριογραφία, ανέδειξε το πώς εξετάζει το Κόμμα τις αντιφάσεις που είχε η στρατηγική του εκείνη την περίοδο, που εντοπίζονται και μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, αλλά και το 1946, στην Ολομέλεια του Φλεβάρη, αντιφάσεις που σημάδεψαν και τον ΔΣΕ. Σχετικά με τα παραπάνω, αναφέρθηκε και σε συγκεκριμένα κομμάτια στους Τόμους του Δοκιμίου Ιστορίας του Κόμματος, π.χ. σε συνάρτηση με τη θέση του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος απέναντι στον ένοπλο λαϊκό αγώνα.


Αναφερόμενη σε συμπεράσματα από τη δεκαετία του 1940, τόνισε ως πρώτο και ισχυρότερο διαχρονικό συμπέρασμα το «ότι ο βαθύς διαχωρισμός ανάμεσα στην αστική και την εργατική τάξη, ανάμεσα στους εκμεταλλευτές και τους υφιστάμενους την εκμετάλλευση, δεν ξεθωριάζει, δεν υποσκελίζεται από οποιαδήποτε άλλη αντίθεση και αλίμονο όταν το επαναστατικό εργατικό κίνημα χαράσσει την πολιτική του, μακροπρόθεσμα ή μέσο/βραχυπρόθεσμα, παρακάμπτοντας αυτήν τη νομοτέλεια».

Και δείχνοντας την αξία τέτοιων συμπερασμάτων, επισήμανε ότι αυτά «αφορούν και τη διαμόρφωση των Θέσεων και της στάσης του Κόμματος σε σειρά σημαντικών ζητημάτων σε μη επαναστατικές συνθήκες: Είτε είναι το πρόβλημα των τουρκικών απειλών και διεκδικήσεων, είτε η μαζική είσοδος προσφύγων πολέμου ή οικονομικών μεταναστών, είτε η μαζική ανεργία λόγω εκτεταμένης οικονομικής κρίσης, είτε καταστροφών στον περιβάλλοντα χώρο ως συνέπειες της βιομηχανικής, οικοδομικής και οποιασδήποτε άλλης ανθρώπινης παρέμβασης στη φύση, αφού αυτή γίνεται με στόχο το κέρδος, στο έδαφος του σχεδιασμού που υπηρετεί τον ανταγωνισμό και όχι την κοινωνική ευημερία».

Ολοκληρώνοντας, στάθηκε στο ρόλο της επαναστατικής θεωρίας στη διαμόρφωση επαναστατικής στρατηγικής, από όπου «προκύπτει το διαχρονικό καθήκον των κομμουνιστών για αυτομόρφωση, για ουσιαστική αντίληψη της κομμουνιστικής κοσμοθεωρίας».

«Ο σοσιαλισμός - κομμουνισμός δεν είναι μια ευχή, δεν είναι μια δίκαιη, αλλά ιδεατή προσέγγιση μιας άλλης κοινωνίας. Είναι η επιστημονικά τεκμηριωμένη δυνατότητα να περάσει η ανθρωπότητα στην ανώτερη οικονομική - κοινωνική - πολιτική - πολιτιστική οργάνωσή της, με βάση το επίπεδο ανάπτυξης της επιστήμης, της τεχνολογίας, των μέσων παραγωγής που η ίδια έχει δημιουργήσει, που μπορούν να βρουν διέξοδο πλήρους αξιοποίησής τους με κοινωνική ιδιοκτησία και επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό, επομένως με επαναστατική σοσιαλιστική εξουσία.

Αλλά και για να φτάσει σ' αυτό το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό και να οικοδομήσει τη νέα, την κομμουνιστική κοινωνία, το επαναστατικό υποκείμενο χρειάζεται να υπηρετεί το ταξικό του συμφέρον με επιστημονικότητα, επομένως και με ανάλογη προσέγγιση της Ιστορίας», τόνισε.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ