Κυριακή 2 Δεκέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΑ ΚΕΡΔΗ
Συγκέντρωση κεφαλαίων και ισχύος

Αποκαλυπτικά στοιχεία για τον τρόπο που γίνεται η μοιρασιά των υπερκερδών στους εκπροσώπους της άρχουσας τάξης

Με αφορμή την πρόσφατη συγχώνευση της Εθνικής Τράπεζας με την Αλφα Τράπεζα, είναι λογικό να έχουν αποσπάσει την προσοχή μας οι... προσθαφαιρετικές διαδικασίες στις οποίες προχωρούν διάφορες ομάδες κεφαλαιοκρατών, με «αρραβώνες» και «παντρειές» των επιχειρήσεών τους. Η φάση εξέλιξης και της ελληνικής οικονομίας, μετά τη γιγάντωση και την απίστευτη συγκέντρωση κεφαλαίων από αρκετές επιχειρήσεις, έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την έξαρση στις εξαγορές και στις συγχωνεύσεις. Διαδικασίες που βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής της οικονομικής ολιγαρχίας. Και δε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού η συγκέντρωση κεφαλαίων εντείνει ακόμα περισσότερο τον ανηλεή ανταγωνισμό ανάμεσα στις διάφορες ομάδες του κεφαλαίου, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν περιθώρια συνεχούς αυξανόμενης κερδοφορίας για όλους. Αυτή ακριβώς η κατάσταση οδηγεί αναπόφευκτα σε κινήσεις που ναι μεν είναι επιθετικού χαρακτήρα για μια μερίδα της ολιγαρχίας και σε ό,τι αφορά στις επιπτώσεις τους στην εργατική τάξη και στην κοινωνία, είναι όμως ταυτόχρονα η αναγκαία και ανομολόγητη άμυνα των άλλων κεφαλαιοκρατών, στα πλαίσια μιας οικονομίας που ασφυκτιά μέσα στις αντιθέσεις που γεννά το σύστημα.

Οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις επιχειρήσεων αποτελούν μια αντικειμενική και αδιάκοπη διαδικασία που υπαγορεύεται από την ίδια τη φύση του συστήματος. Κάποιες ομάδες κεφαλαιοκρατών ισχυροποιούν τη θέση τους σε τέτοιο βαθμό που συνάδελφοί τους στον ίδιο ή σε παρεμφερείς κλάδους, μη αντέχοντας την αναμέτρηση, διαλέγουν το δρόμο της... σύμπραξης από την αντιπαράθεση. Οπως έγινε και με τις δύο τράπεζες. Η Αλφα Τράπεζα, όπως το λένε οι πάντες ανοιχτά, δε θα άντεχε για πολύ καιρό ακόμα τον ανταγωνισμό της γιγαντιαίας Εθνικής και αφού δεν μπορούσε να βρει ισχυρότερο «σύμμαχο» από το εξωτερικό, «προσφέρθηκε» προς συγχώνευση με την Εθνική. Το σκηνικό μάλιστα ήταν τέτοιο που στη συγκεκριμένη περίπτωση ο κερδισμένος ήταν η ιδιωτική Αλφα Τράπεζα, η οποία ουσιαστικά, με την απόφαση συγχώνευσης, ενισχύθηκε από την και δημοσίων συμφερόντων Εθνική.


Το γεγονός βέβαια ότι τα φαινόμενα συγκεντροποίησης του κεφαλαίου εμφανίζονται αυτή την περίοδο στην πρώτη γραμμή, κάθε άλλο παρά σημαίνει ότι παρατηρείται υποχώρηση στον τομέα της παραπέρα συσσώρευσης, της συγκέντρωσης κεφαλαίων από τους κεφαλαιοκράτες. Το αντίθετο μάλιστα. Το στοιχείο της ακόμα πιο σκληρής εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης στις σύγχρονες συνθήκες εξέλιξης της οικονομίας και στο φόντο της εφαρμοζόμενης οικονομικής πολιτικής, αποκτά αισθητά πιο έντονα χαρακτηριστικά. Μάλιστα, αυτές ακριβώς οι πολυετείς τάσεις της συγκέντρωσης του πλούτου σε όλο και μικρότερες ομάδες μεγαλοεπιχειρηματιών, είναι και η βάση επί της οποίας ευδοκιμεί η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου.

Τα στοιχεία που αφορούν στην κερδοφορία των επιχειρήσεων στη χώρα μας, είναι ενδεικτικά και για το πώς λειτουργεί η αρχή του μέχρι θανάτου ανταγωνισμού ανάμεσα στις διάφορες ομάδες συμφερόντων. Βέβαια, για την εργατική τάξη, τους αγρότες, τα μικρομεσαία στρώματα της πόλης και της υπαίθρου, ο ανταγωνισμός που υπάρχει ανάμεσα στις διάφορες επιχειρηματικές ομάδες και ο τρόπος που αυτές μοιράζονται τα κέρδη, δεν είναι το κύριο θέμα, αφού, σε κάθε περίπτωση, το «επιχειρηματικό κέρδος» είναι κλεμμένη εργασία των εργαζομένων. Είναι μια μορφή εμφάνισης της υπεραξίας που παράγουν οι εργαζόμενοι συνολικά ως τάξη και υφαρπάζουν οι καπιταλιστές, επίσης συνολικά ως τάξη. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία, οι ιδιοκτήτες των μεγάλων, πλην τραπεζών, επιχειρήσεων, στην Ελλάδα, απέσπασαν το 1999 κέρδη που έφτασαν το 1,3 τρισ. δραχμές, όμως το μεγαλύτερο μέρος τους το καρπώνεται το σημαντικά μικρότερο μέρος των επιχειρηματιών. Αυτή η πραγματικότητα δημιουργεί δύο τουλάχιστον δεδομένα: Το πρώτο ότι οι επιχειρήσεις-επιχειρηματικοί όμιλοι, που βρίσκονται στην κορυφή της κερδοφορίας, έχουν προβάδισμα στην ικανότητα μεγέθυνσης του κεφαλαίου τους, επανατοποθετώντας μέρος των κερδών στις οικονομικές τους δραστηριότητες. Το δεύτερο, ότι οι διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στις διάφορες κατηγορίες των επιχειρηματικών ομίλων με κριτήριο την κερδοφορία είναι διαφορές που συνήθως στην εξέλιξη του χρόνου διευρύνονται, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις ανακατατάξεις που σημειώνονται στους κόλπους του μεγάλου κεφαλαίου.

Αποδεικτικό των παραπάνω είναι τα στοιχεία που αφορούν στις 10 πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις του 1999 (πίνακας 1) στη βιομηχανία, στο εμπόριο και στις υπηρεσίες. Οι επιχειρήσεις αυτές μπορούν να χωριστούν σε ορισμένες πολύ γενικές και όχι κλειστές κατηγορίες, όπως:

  • Οι επιχειρήσεις που εδώ και δεκαετίες φιγουράρουν στους σχετικούς πίνακες (Ελληνικά Πετρέλαια, Μότορ Οϊλ, Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών, ΟΤΕ).
  • Οι επιχειρήσεις που από την προηγούμενη δεκαετία βρέθηκαν στις πρωταγωνιστικές θέσεις, είτε λόγω της ανάπτυξης νέων κλάδων στην οικονομία, είτε λόγω ειδικών σχέσεων που απέκτησαν με το δίκτυο των κρατικών προμηθειών (Ιντρακόμ, Αλτεκ, Ινφο Κουέστ, Κοσμοκάρ, ΙΒΜ Ελλάς, Πάναφον, Ιντεραμέρικαν).
  • Οι επιχειρήσεις που διεύρυναν την κερδοφορία τους χάρη στις δραστηριότητες που απέκτησαν σε γειτονικές χώρες (ΝΕΣΤΛΕ, Μυτιληναίος).
  • Εκείνες που εκμεταλλεύτηκαν τη συγκυρία του χρηματιστηρίου για να διευρύνουν τα μεγέθη τους (Ελμεκ Σπορτ, οι εταιρίες χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών κλπ.).

Βεβαίως, η παραπάνω κατηγοριοποίηση ούτε αυστηρή είναι, ούτε σημαίνει ότι στο βαθμό που κάποια επιχείρηση τοποθετήθηκε σε μια ομάδα δεν ανήκει ταυτόχρονα και σε κάποια άλλη. Ας πούμε, εντελώς ενδεικτικά, ότι το παράδειγμα της «Αλτεκ» είναι από τα χαρακτηριστικά, μιας επιχείρησης που άρχισε να δραστηριοποιείται σε έναν καινούριο κλάδο (ηλεκτρονικοί υπολογιστές), ταυτόχρονα έγινε προμηθευτής του δημοσίου, αξιοποίησε τις γειτονικές αγορές, εκμεταλλεύτηκε τη χρηματιστηριακή συγκυρία για να αυξήσει τα κεφάλαιά της, προχώρησε στη σύσταση ομίλου με αρκετές θυγατρικές, επεκτάθηκε σε άλλους κλάδους δραστηριότητας (ακόμα και στα Μέσα Ενημέρωσης) και, τελικά, ήδη έχει ανακοινωθεί η συγχώνευσή της (στην ουσία απορρόφησε) με τη ΣΙΣ ΓΟΥΕΡ, τη ΓΙΟΥΝΙΣΟΦΤ και τη Μ&Ο.

Ενδεικτικά είναι και τα στοιχεία που αφορούν στις... μοιρασιές των κερδών ανάμεσα στις διάφορες επιχειρήσεις. Από αυτά, όπως απεικονίζονται στον πίνακα 2, είναι χαρακτηριστικό ότι:

  • Μόλις το 0,20% των βιομηχανιών «τσεπώνει» το 36,3% των συνολικών κερδών του κλάδου.
  • Μόλις το 0,13% των εμπορικών επιχειρήσεων εισπράττει το 17% των συνολικών εμπορικών κερδών.
  • Μόλις το 0,18% των εταιριών που δραστηριοποιούνται στους κλάδους των υπηρεσιών καρπώνεται το 37,7% των αντίστοιχων συνολικών κερδών.
  • Ειδικά, μάλιστα, για τις επιχειρήσεις του κλάδου των υπηρεσιών οι δύο πρώτες (ΟΤΕ και Πάναφον) συγκεντρώνουν περί τα μισά κέρδη των 8 εταιριών που ακολουθούν στον πίνακα της κερδοφορίας.

Τα ζητήματα της συγκέντρωσης όλο και μεγαλύτερου μέρους των κερδών από όλο και μικρότερες ομάδες κεφαλαιοκρατών είναι μόνο η μία πλευρά των αδιεξόδων που δημιουργούν οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής. Το ίδιο το αδιέξοδο είναι ότι στα χέρια της οικονομικής ολιγαρχίας, συνολικά, βρίσκεται συνεχώς και προοδευτικά αυξανόμενο μέρος του συνολικού κοινωνικού πλούτου που παράγεται στη χώρα. Του πλούτου, που παράγεται από την εργασία των λαϊκών στρωμάτων, αλλά βάσει των κανόνων του συστήματος τον νέμεται μια ολιγάριθμη μειοψηφία. Μια μειοψηφία που στο βαθμό κατά τον οποίο δεν τίθεται σε αμφισβήτηση η εξουσία της, έχει αποκλειστικό στόχο να αυξάνει συνεχώς τα κλοπιμαία...


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ