Κυριακή 2 Δεκέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΠΡΟΪΟΝ
Σε κατάσταση απότομης επιβράδυνσης

Τη μεγάλη πτώση των ρυθμών εξέλιξης του ΑΕΠ αποκαλύπτουν τα επίσημα κυβερνητικά στοιχεία, αλλά εξήγηση δε δίνεται...

Το α' εξάμηνο του 2001 η ελληνική οικονομία «έτρεχε» με ρυθμό ανάπτυξης 5,5% και η κυβέρνηση πανηγύριζε δεόντως... Με τι ρυθμούς όμως αναπτύσσεται το β` εξάμηνο; Στην κυβέρνηση αποφεύγουν να κάνουν το οποιοδήποτε σχόλιο για τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία τους τελευταίους μήνες, όπου, όπως δείχνουν τα πράγματα, έχουν μαζευτεί αρκετά μαύρα σύννεφα. Η απλή λογική των πραγμάτων όμως λέει ότι αν το α' εξάμηνο του 2001 ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ ήταν 5,5%, ενώ στο τέλος του χρόνου - σε ετήσια βάση - το ΑΕΠ θα παρουσιάσει ρυθμό αύξησης 4,1%, όπως υποστηρίζει επίσημα η κυβέρνηση, αυτό απλά σημαίνει ότι κατά το β' εξάμηνο του χρόνου, έχει σημειωθεί μια σημαντική επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας. Με την προσφυγή στην απλή αριθμητική προκύπτει ότι με ετήσιο ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ 4,1%, το β` εξάμηνο, αν οι ρυθμοί στο διάστημα Γενάρη - Ιούνη ήταν 5,5%- ο ρυθμός αύξησης θα πρέπει να έχει περιοριστεί στο 2,7%... Τι αλήθεια συμβαίνει;

Επίσημα η κυβέρνηση μόλις πολύ πρόσφατα - δηλώσεις Χριστοδουλάκη αμέσως μετά το τελευταίο ΕΚΟΦΙΝ - αναγνώρισε ότι η παρατηρούμενη επιβράδυνση της ευρωζώνης έχει επιπτώσεις και στη χώρα μας. Μέχρι το σημείο αυτό οι επίσημες δηλώσεις παρέπεμπαν... σε χρησμούς της Πυθίας καθώς κινούνταν στη λογική «μέχρι σήμερα δε φαίνεται να μας επηρεάζουν οι διεθνείς εξελίξεις, αλλά δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι η διεθνής οικονομία έχει περιέλθει σε περιβάλλον αβεβαιότητας...». Μπορούσε, βέβαια, να βγάλει κανείς κάποια συμπεράσματα, από τις συνεχείς αναθεωρήσεις των μακροοικονομικών προβλέψεων. Για το 2001 ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ από 5% αρχικά περιορίστηκε σταδιακά στο 4,8% - 4,5% και τελικά στο 4,1% χωρίς να είναι σίγουρο αν και αυτή θα είναι η τελική εκτίμηση. Για το 2002 από 5,2% που προβλέπεται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, στα τέλη Σεπτέμβρη - αμέσως μετά το ΕΚΟΦΙΝ που πραγματοποιήθηκε μετά το τρομοκρατικό χτύπημα στις 11 του ίδιου μήνα - το ποσοστό αύξησης περιορίστηκε αρχικά στο 4,6%, στη συνέχεια στο 4% για να το προσγειώσει η νέα ηγεσία του υπουργείου Οικονομίας πλέον, στο 3,8%.

Ερωτηματικά...

Κατ' αρχάς θα πρέπει η κυβέρνηση να εξηγήσει πού οφείλεται η μεγάλη αυτή επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης το β' εξάμηνο του έτους. Επίσημα δεν έχουν πει μέχρι σήμερα την παραμικρή κουβέντα. Σε ανεπίσημο επίπεδο οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομίας δικαιολογούν την κατάσταση αυτή από το γεγονός ότι μια σειρά δραστηριότητες έχουν πληγεί από το τρομοκρατικό χτύπημα στη Ν.Υόρκη και από τον πόλεμο. Σαν τέτοιες αναφέρουν τον συνεδριακό τουρισμό που ακμάζει παραδοσιακά τους φθινοπωρινούς μήνες, ή την πτωτική πορεία των εξαγωγών της χώρας. Σύμφωνα, όμως, με τα στοιχεία των εξαγωγέων η πτώση των εξαγωγών της χώρας και μάλιστα μεγάλη είχε αρχίσει από το α`εξάμηνο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζουν την περίοδο Γενάρη - Ιούνη του 2001 οι εξαγωγές αποτυπωμένες σε δολάρια ΗΠΑ μειώθηκαν κατά 17% και σε Εύρω κατά 11%.

Είναι επαρκείς όμως οι λόγοι αυτοί για να δικαιολογήσουν μια μείωση του ρυθμού ανάπτυξης ανάμεσα στα δύο εξάμηνα μεγαλύτερη του 50%; Αυτά τα ερωτήματα βέβαια δεν έχουν θεωρητικό μόνο χαρακτήρα, κάθε άλλο μάλιστα. Είναι η ίδια η κυβέρνηση που προσμένει μείωση της ανεργίας από τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της χώρας, όπως υποστηρίζουν στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Η Ελλάδα διατηρεί σήμερα τη δεύτερη υψηλότερη ανεργία στις 15 χώρες - μέλη, με πρώτη την Ισπανία. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο ίσως τίμημα των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που έπληξε τα λαϊκά στρώματα. Μετά τις νέες εκτιμήσεις ότι το ΑΕΠ θα είναι μειωμένο κατά 1,5 μονάδα - από 5,2% σε 3,8% - σε σχέση με τις πρώτες - πρώτες εκτιμήσεις, τι θα πρέπει να αναμένουμε στον τομέα αυτό; Μείωση της ανεργίας, ή μήπως νέα άνοδο; Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη το επιπρόσθετο επιβαρυντικό στοιχείο ότι η κυβέρνηση, σε συνεργασία με τους επιχειρηματίες έχει επεξεργαστεί ολόκληρες πολιτικές προτάσεις που ενθαρρύνουν τις συγχωνεύσεις και τις εξαγορές επιχειρήσεων, τότε τα μηνύματα για τους εργαζόμενους κάθε άλλο παρά ευχάριστα είναι. Η διεθνής εμπειρία έχει καταδείξει ότι τα περιοδικά κύματα συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, συνοδεύονται αναπόφευκτα με απώλειες θέσεων εργασίας.

Η άλλη παρατήρηση αφορά στην προσπάθεια της κυβέρνησης να δικαιολογήσει τις αντιλαϊκές της επιλογές στο όνομα του τρομοκρατικού χτυπήματος και του πολέμου στο Αφγανιστάν. Προκύπτει όμως το ερώτημα, αν δεν είχε υπάρξει το τρομοκρατικό χτύπημα στις ΗΠΑ δε θα είχε σημειωθεί η οικονομική επιβράδυνση στην ΕΕ ή η στασιμότητα στην οικονομία των ΗΠΑ; Εδώ γίνεται μια σκόπιμη προσπάθεια το αιτιατό - το τρομοκρατικό χτύπημα - να εμφανιστεί σαν αίτιο των αρνητικών εξελίξεων στον οικονομικό κύκλο. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι φαινόμενα επιβράδυνσης και στασιμότητας στις οικονομίες των δύο ιμπεριαλιστικών κέντρων, είχαν εμφανιστεί αρκετούς μήνες πριν το τρομοκρατικό χτύπημα. Απλώς επιχειρείται μια σκόπιμη σύγχυση των γεγονότων για να δικαιολογηθούν διάφορα πράγματα. Η κυβέρνηση με τον τρόπο αυτό επιχειρεί να δικαιολογήσει τη μεγάλη υστέρηση των ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, αλλά και τα νέα μέτρα φορολογικού χαρακτήρα που παίρνει σωρηδόν με στόχο τη στήριξη των επιχειρηματιών και του Χρηματιστηρίου. Δικαιολογεί επίσης τη συνέχιση των πολιτικών λιτότητας σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων και ποιος ξέρει τι άλλο θα δικαιολογήσει στο μέλλον στο όνομα καταπολέμησης της τρομοκρατίας...

Τα γεγονότα δείχνουν επίσης ότι οι κυρίαρχες τάξεις σε Ευρώπη αλλά και στις ΗΠΑ και το πολιτικό τους σύστημα, διακατέχονται από ένα πολύ πρακτικό πνεύμα, αρκεί να πετύχουν τους στόχους τους. Επί 15 και πλέον έτη υμνούσαν το φιλελευθερισμό και τις αγορές, ενώ παράλληλα αναθεμάτιζαν μετά βδελυγμίας τον «κρατισμό». Ερχεται όμως η στιγμή που αποδεικνύουν και οι δύο ότι ξέρουν να χειρίζονται αρκετά καλά τα κρατικά εργαλεία παρέμβασης στον οικονομικό κύκλο, ανεξάρτητα από την αποτελεσματικότητά τους. Πρώτη η κυβέρνηση Μπους ανακοινώνει μεγάλες φοροαπαλλαγές στις επιχειρήσεις, ύψους άνω των 100 δισ. δολαρίων σε δύο δόσεις. Η πρώτη παρέμβαση μάλιστα έγινε πριν από το τρομοκρατικό χτύπημα. Ακολουθεί η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ, η οποία προχωρεί σε αλλεπάλληλες μειώσεις των παρεμβατικών της επιτοκίων μέχρι τα επίπεδα του 2,5%. Με τον τρόπο αυτό τράπεζες και επιχειρήσεις δανείζονται φθηνό χρήμα με επιτόκια μηδενικά ή ακόμα και αρνητικά. Το κόστος βέβαια μιας τέτοιας νομισματικής πολιτικής μεταφέρεται στους Αμερικανούς φορολογούμενους πολίτες. Στην ίδια πολιτική πλεύση βρίσκεται και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα η οποία προχώρησε με τη σειρά της σε μειώσεις των δικών της επιτοκίων, προσπαθώντας με τον τρόπο αυτό να στηρίξουν μια διαδικασία ανάκαμψης της ευρωπαϊκής οικονομίας. Μόλις πριν λίγες μέρες ο υπουργός Οικονομίας Ν.Χριστοδουλάκης ανακοίνωσε μείωση του δημοσιονομικού πλεονάσματος για το 2002 από το 1,3% στο 0,8% του ΑΕΠ. Οπως και ο ίδιος ανέφερε με το 0,5% θα χρηματοδοτηθούν τα φορολογικά μέτρα που ο ίδιος ανακοίνωσε.

Με αφορμή τις εξελίξεις αυτές, ορισμένοι βιάζονται να μιλήσουν για επιστροφή στον κεϊνσιανισμό. Με πολύ στόμφο μάλιστα ο Ν.Χριστοδουλάκης δήλωσε ότι τη δεκαετία του '90 - μαζί με το θάνατο της ιστορίας - διαψεύστηκε και ο θάνατος του κεϊνσιανισμού. Ολοι αυτοί βέβαια παραβιάζουν ανοιχτές πύλες. Γιατί τι άλλο από ωμή, βίαιη κρατική παρέμβαση ήταν οι πολιτικές μείωσης της τιμής πώλησης της εργατικής δύναμης, κάτω από τα επίπεδα της αξίας της που είχε διαμορφωθεί διαχρονικά τις τελευταίες δεκαετίες; Οι μέχρι σήμερα φορολογικές παρεμβάσεις δεν ήταν κρατικές παρεμβάσεις στήριξης των επιχειρήσεων, οι πολιτικές εκποίησης της δημόσιας περιουσίας δεν ήταν πολιτικές παρεμβάσεων του καπιταλιστικού κράτους υπέρ του μονοπωλιακού κεφαλαίου; Επομένως ο κεϊνσιανισμός, ή τουλάχιστον πλευρές του, ήταν πάντα όν όλα αυτά τα χρόνια, απλώς αυτοί που τον ανακαλύπτουν σήμερα, δεν το είχαν αντιληφθεί.


Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ