Σάββατο 21 Σεπτέμβρη 2019 - Κυριακή 22 Σεπτέμβρη 2019
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
«ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ» ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ - ΣΚΟΥΠΑ
Ολομέτωπη επίθεση στις κλαδικές Συμβάσεις και τη συνδικαλιστική δράση

Καθώς το απεργιακό μέτωπο ενάντια στο αντιλαϊκό «αναπτυξιακό» πολυνομοσχέδιο - σκούπα δυναμώνει, παρά το ρεσιτάλ υπονόμευσης και απεργοσπασίας από την ηγετική ομάδα της ΓΣΕΕ, η κυβέρνηση επιχειρεί να συσκοτίσει το περιεχόμενο της νέας κλιμάκωσης της αντεργατικής επίθεσης. Ακόμα περισσότερο, προσπαθεί προκλητικά να μιλήσει για «τομή υπέρ των εργαζομένων». Αυτήν ακριβώς την προσπάθεια υπηρέτησε χαρακτηριστικά και το προπαγανδιστικό σόου εξωραϊσμού του πολυνομοσχεδίου που στήθηκε την περασμένη Τετάρτη, κατά την επίσκεψη του πρωθυπουργού στο υπουργείο Εργασίας.

Απέναντι σε αυτήν την κάλπικη προπαγάνδα της κυβέρνησης και όλων των επιτελείων του κεφαλαίου, οι ταξικές συνδικαλιστικές οργανώσεις, μέσα από τις πολύμορφες πρωτοβουλίες τους μπροστά στην απεργία, αποκαλύπτουν πλατιά στους εργαζόμενους τον βαθιά αντεργατικό χαρακτήρα των ανατροπών που φέρνει το λεγόμενο «αναπτυξιακό» νομοσχέδιο, αναδεικνύουν το γεγονός ότι η ανάπτυξη των κερδών του κεφαλαίου απαιτεί ακριβώς αυτήν την ένταση της επίθεσης, με τη σημερινή κυβέρνηση να παραλαμβάνει την αντιλαϊκή σκυτάλη από την προηγούμενη.

Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, η κυβέρνηση επιχειρεί για λογαριασμό του κεφαλαίου να επιφέρει με το πολυνομοσχέδιο νέο συντριπτικό πλήγμα στις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και ειδικά στις κλαδικές, ενώ ταυτόχρονα προωθεί διατάξεις για τον ασφυκτικό έλεγχο των συνδικάτων από την εργοδοσία και το κράτος, με ηλεκτρονικό φακέλωμα και χτύπημα των συλλογικών διαδικασιών.

Στόχος κυβέρνησης και εργοδοσίας είναι η ακόμα μεγαλύτερη συμπίεση των μισθών, με ατομικές ή επιχειρησιακές συμβάσεις με πολύ χειρότερους όρους αμοιβής και εργασίας, μέχρι και το άθλιο επίπεδο που έχει επιβληθεί στον κατώτατο μισθό.

Σε συνδυασμό με τον νόμο Βρούτση - Αχτσιόγλου για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού με Υπουργική Απόφαση και με κριτήριο την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου, οι διατάξεις του τωρινού πολυνομοσχεδίου δίνουν στην εκάστοτε κυβέρνηση και συνολικά στο αστικό κράτος τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στον καθορισμό των εργατικών αμοιβών και συνολικά των όρων εργασίας των μισθωτών, καθώς παρέχουν στον υπουργό Εργασίας την εξουσία να καθορίζει ποιες επιχειρήσεις θα εξαιρούνται από τις κλαδικές Συμβάσεις, όπως και το ποιες κλαδικές Συμβάσεις θα «κόβονται» από την κήρυξή τους ως υποχρεωτικών, με το επιχείρημα ότι θίγουν την ανταγωνιστικότητα...

Μέσα από τις εν λόγω διατάξεις, σε συνδυασμό με το ξαναγράψιμο του συνδικαλιστικού νόμου, επιδιώκεται από την κυβέρνηση να ορθωθούν νέα εμπόδια στη δράση των συνδικάτων που υπερασπίζονται τα εργατικά ταξικά συμφέροντα, ενισχύοντας παράλληλα τη συνεργασία με τον εργοδοτικό και κυβερνητικό συνδικαλισμό...

Πολλαπλά χτυπήματα στις κλαδικές ΣΣΕ

Με τα άρθρα 49, 51 και 52, το πολυνομοσχέδιο δίνει συνδυαστικό χτύπημα στις κλαδικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας.

Ειδικότερα:

-- Προβλέπονται εξαιρέσεις από τις εθνικές, τις τοπικές κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ για «επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα» ή λειτουργούν ως επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας, νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού σκοπού κ.λπ.

-- Σε περιπτώσεις συρροής, οι επιχειρησιακές συμβάσεις υπερισχύουν έναντι κλαδικών για τις παραπάνω επιχειρήσεις, ακόμα και όταν οι κλαδικές ΣΣΕ δεν περιλαμβάνουν ρήτρες εξαιρέσεων.

-- Γενικά, σε περιπτώσεις συρροής η τοπική σύμβαση υπερισχύει και της εθνικής κλαδικής και της ομοιοεπαγγελματικής.

-- Ακόμα και όταν γίνεται δυνατό να υπογραφεί κάποια κλαδική σύμβαση, για την επέκτασή της στο σύνολο του κλάδου, πέρα από τον όρο να υπογράφεται από εργοδότες που απασχολούν ποσοστό μεγαλύτερο από το 50% των εργαζομένων του συγκεκριμένου κλάδου, θα πρέπει πλέον στη σχετική αίτηση επέκτασης να ελέγχονται οι επιπτώσεις της... «στην ανταγωνιστικότητα και στην απασχόληση»!

-- Προστίθενται νέοι περιορισμοί για την προσφυγή των εργαζομένων στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), καθώς η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής από τα συνδικάτα ουσιαστικά εξαλείφεται...

Ο συνδυασμός όλων των παραπάνω διατάξεων οδηγεί στην ουσιαστική κατάργηση των κλαδικών ΣΣΕ. Νομοθετούνται μάλιστα σε μια περίοδο κατά την οποία ως συνέπεια των τριών μνημονίων και όλων των αντεργατικών μέτρων που έχουν ψηφιστεί και εφαρμόζονται, οι κλαδικές Συμβάσεις που βρίσκονται σε ισχύ έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο και καλύπτουν μόλις το 10% του συνόλου των μισθωτών. Επιβεβαιώνεται δηλαδή ότι η.... «ανάπτυξη για όλους» που τάζει η ΝΔ, είναι για τους επιχειρηματικούς ομίλους και όχι για τους εργαζόμενους, για τους παραγωγούς του κοινωνικού πλούτου. Για τους τελευταίους προβλέπονται η διαιώνιση των ίδιων γλίσχρων μισθών, οι δουλειές του ποδαριού χωρίς δικαιώματα και προστασία, ο εργασιακός μεσαίωνας χωρίς τέλος...

Απροκάλυπτη παρέμβαση κράτους και εργοδοσίας στα συνδικάτα

Ακριβώς επειδή η καπιταλιστική ανάκαμψη προϋποθέτει ένταση της αντεργατικής επίθεσης, η κυβέρνηση σπεύδει να «σφίξει τα λουριά», να προωθήσει την ακόμα πιο απροκάλυπτη παρέμβαση του αστικού κράτους και της εργοδοσίας στη συνδικαλιστική δράση και την εσωτερική λειτουργία των συνδικάτων.

Στο πλαίσιο αυτό, το πολυνομοσχέδιο προωθεί την ηλεκτρονική ψηφοφορία για τις «αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων και λοιπών οργάνων διοίκησης» των συνδικάτων, «συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων κήρυξης απεργίας» (με διατύπωση που αρχικά παρουσιάζεται ως «δυνατότητα»), καθώς και τη δημιουργία «Γενικού Μητρώου Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων» στο υπουργείο Εργασίας.

Βασικός στόχος είναι το χτύπημα της δημοκρατικής λειτουργίας των συνδικάτων καθώς και το άνοιγμα του δρόμου για ενίσχυση του φακελώματος των εργαζομένων. Με τις «ηλεκτρονικές ψηφοφορίες» επιχειρούν να κόψουν τους δεσμούς των ίδιων των εργαζομένων μεταξύ τους, το αναφαίρετο δικαίωμά τους να ενημερώνονται και να συζητούν συλλογικά στη Γενική τους Συνέλευση, να συνδιαμορφώνουν τα αιτήματά τους και το σχέδιο δράσης τους, να οργανώνουν συλλογικά τις απεργιακές και τις άλλες κινητοποιήσεις τους.

Και εδώ, μάλιστα, όπως και στα παραπάνω, όλα τα κρίσιμα ζητήματα για την εφαρμογή των εν λόγω αντιδραστικών διατάξεων παραπέμπονται σε αποφάσεις του υπουργού Εργασίας, δίνοντας στην πραγματικότητα στην κυβέρνηση και στον εκάστοτε υπουργό την εξουσία να ξαναγράφουν τον συνδικαλιστικό νόμο.

Προκλητική προσπάθεια εξωραϊσμού της αντεργατικής επίθεσης

Σε μια προσπάθεια να συγκαλύψει την επίθεση στις Συλλογικές Συμβάσεις και στη δράση των συνδικάτων, η κυβέρνηση «σερβίρει» μαζί με τα σκληρά αντεργατικά μέτρα μια σειρά από επιμέρους διατάξεις τάχα «φιλεργατικές» (κάτι σαν τα... «μέτρα με κοινωνικό πρόσημο» του ΣΥΡΙΖΑ). Οι εν λόγω διατάξεις υποτίθεται ότι θα ενισχύσουν την πλήρη απασχόληση, θα χτυπήσουν την αδήλωτη εργασία και θα καταπολεμήσουν την εργοδοτική παραβατικότητα, όταν το ίδιο το πολυνομοσχέδιο ενισχύει το αντεργατικό οπλοστάσιο μέσω του οποίου θεριεύει η εργοδοτική ασυδοσία.

Οι διατάξεις αυτές, μεταξύ άλλων, προβλέπουν: Αύξηση του κόστους της «πρόσθετης εργασίας» στη μερική απασχόληση κατά 12%. Προστίθεται διάταξη, σύμφωνα με την οποία, καθυστέρηση μισθοδοσίας μεγαλύτερη των δύο μηνών θεωρείται βλαπτική μεταβολή στους όρους εργασίας του εργαζόμενου. Θεσμοθετείται υποχρέωση των εργοδοτών να δηλώνουν και όσους εργαζόμενους ασφαλίζουν και πληρώνουν με εργόσημο, όπως και αυτούς που απασχολούνται με «μπλοκάκι».

Ως θετικά μέτρα εμφανίζονται και αμφιλεγόμενες διατάξεις, οι οποίες αφορούν τα πρόστιμα προς τις επιχειρήσεις για τους αδήλωτους εργαζόμενους, καθώς πέραν της μείωσης των προστίμων αφαιρείται και η πρόβλεψη για αναδρομική ασφάλιση του αδήλωτου για ένα τρίμηνο. Επίσης, η ενεργοποίηση παλιότερης διάταξης που προβλέπει ότι οι Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις (ΑΠΔ) σε ηλεκτρονική μορφή δεν γίνονταν δεκτές από τον ασφαλιστικό φορέα (π.χ. πρώην ΙΚΑ, νυν ΕΦΚΑ) για τις περιόδους που οι εργοδότες δεν είχαν καταβάλει ασφαλιστικές εισφορές, μπορεί να οδηγήσει σε καταστάσεις όπου ο ασφαλισμένος θα ψάχνει να βρει τα ένσημά του και να τρέχει αυτός για την ασφάλισή του, αντί η ευθύνη της μη καταβολής εισφορών από την επιχείρηση να εντοπίζεται μόνο σε αυτή.

Στην προσπάθεια εξωραϊσμού του αντεργατικού πολυνομοσχεδίου επιστρατεύτηκε την περασμένη βδομάδα και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ο οποίος επισκέφθηκε το υπουργείο Εργασίας. Εκεί, σε μια προσπάθεια να συγκαλύψει την αντεργατική ουσία των προωθούμενων μέτρων, παρουσιάζοντας ως φάρμακο το φαρμάκι που σερβίρει στους εργαζόμενους, ο Κυρ. Μητσοτάκης δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «έχουμε κηρύξει τον πόλεμο στην υποδηλωμένη εργασία. Θα αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο δραστικά», χωρίς βέβαια να παραλείψει να υποσχεθεί ακόμα ένα «πλέγμα κινήτρων» για να ενθαρρυνθεί - όπως είπε - η πλήρης απασχόληση.

Πίσω όμως από τα παχιά λόγια κρύβεται η συνέχιση και κλιμάκωση της ίδιας πολιτικής στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων στο όνομα της «ανάπτυξης», που προϋποθέτει διεύρυνση της «ευελιξίας», καθήλωση και μείωση των μισθών, συνδικάτα κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο κράτους και εργοδοσίας.

Τα όσα διαφημίζει η κυβέρνηση είναι στην πραγματικότητα αποσπασματικά μέτρα, που αποβλέπουν περισσότερο στη ρύθμιση του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων και όχι στη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων.

Η δραματική αύξηση της μερικής απασχόλησης και η συνακόλουθη μείωση του «κόστους» για τους εργοδότες, όπως και η αδήλωτη ή υποδηλωμένη εργασία, που ανθίζει στη βάση της μερικής απασχόλησης, βασίστηκαν στην υπονόμευση και κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων, όπου έχει πρωτοστατήσει και η ΝΔ, ενώ με το πρόσφατο πολυνομοσχέδιο δίνει τη χαριστική βολή.

Η θεσμοθέτηση της «ευελιξίας», των συμβάσεων ακόμα και μίας μέρας, της «διευθέτησης» του χρόνου εργασίας, η κατάργηση ακόμα και της στοιχειώδους προστασίας για τους εργαζόμενους, είναι το «λίπασμα» για τη διόγκωση της μερικής απασχόλησης, όπως και της παράνομης - υποδηλωμένης εργασίας.

Χαρακτηριστικά, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το οποίο σήμερα γίνεται ακόμα πιο αντιδραστικό και δυσμενές για τους εργαζόμενους, ο μέσος μισθός της μερικής απασχόλησης το 2018 είχε υποχωρήσει κατά 36,15% σε σύγκριση με το 2011. Πάνω σε μια τέτοια «νομιμότητα», την οποία επικαλείται ο Κυρ. Μητσοτάκης, το ύψος της μερικής απασχόλησης στους μισθωτούς έφτασε το 30%, ενώ ο μέσος μηνιαίος μισθός τους είναι κάτω από τα 400 ευρώ μεικτά.


Γ. Ζαχ.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ