Σάββατο 13 Οχτώβρη 2018 - Κυριακή 14 Οχτώβρη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΚΟΥΑΡΤΕΤΟ - ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΙ ΟΜΙΛΟΙ
Φορτώνουν τα «ζόρια» τους στο λαό

Eurokinissi

Σε περιβάλλον έντονης αστάθειας των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών και με φόντο τη συγχρονισμένη παραπέρα επιβράδυνση των ρυθμών μεγέθυνσης του ΑΕΠ τόσο στην Ευρωζώνη όσο και στην παγκόσμια οικονομία εξελίσσονται τα αντιλαϊκά παζάρια της κυβέρνησης με το κουαρτέτο.

Στα σχετικά παζάρια σε πρώτο πλάνο δεσπόζει το ζήτημα των εγχώριων τραπεζικών ομίλων, της κεφαλαιακής τους επάρκειας, ουσιαστικά δηλαδή η ικανότητά τους να ανταποκριθούν στο ενδεχόμενο νέων αναταράξεων αλλά και στις «απαιτήσεις» ενός νέου κύκλου καπιταλιστικής κερδοφορίας, ικανότητα που σχετίζεται βέβαια με την επίτευξη στόχων τους αναφορικά με τη ραγδαία απομείωση της μάζας με τα «κόκκινα» δάνεια.

Στις αντιλαϊκές διεργασίες εντάσσεται και το ζήτημα του κρατικού προϋπολογισμού για το 2019, προσχέδιο του οποίου με νέα «μορφή» κατατίθεται αυτήν τη Δευτέρα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που με τη σειρά της αναμένεται να το δημοσιοποιήσει την ίδια μέρα. Για την ώρα, σύμφωνα με τις πληροφορίες, και ενώ τα παζάρια συνεχίζονται μέχρι το «παρά 5», το προσχέδιο της κυβέρνησης ενσωματώνει και το μέτρο για την περαιτέρω κατακρεούργηση των συντάξεων. Η «συζήτηση» για την τελική διαμόρφωση των μεγεθών του κρατικού προϋπολογισμού θα συνεχιστεί και το επόμενο διάστημα με φόντο τις δεσμεύσεις που προβλέπονται τόσο από το «ενισχυμένο εποπτικό πλαίσιο» όσο και από την «κανονικότητα» των «Ευρωπαϊκών Εξαμήνων», όπου εντάσσεται από φέτος και η ελληνική οικονομία.

Σε κάθε περίπτωση, οι προβλεπόμενοι ρυθμοί ανάκαμψης του παραγόμενου ΑΕΠ και των νέων επενδύσεων συμβαδίζουν με την κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής, τόσο στο σκέλος της περαιτέρω κατακρεούργησης των κάθε είδους κοινωνικών δαπανών και των προνοιακών επιδομάτων που έχουν απομείνει για τη λαϊκή οικογένεια, όσο και στο σκέλος της φοροληστείας.

Παράλληλα, στο επίκεντρο των παζαριών αυτής της περιόδου βρίσκεται ο εντοπισμός του λεγόμενου διαθέσιμου «δημοσιονομικού χώρου», με άλλα λόγια του βαθμού υπέρβασης των αντιλαϊκών στόχων, που αποτελεί το κριτήριο για την τελική διαμόρφωση του «μείγματος» των αντιλαϊκών μέτρων στη διάρκεια και της επόμενης χρονιάς. Δεδομένα, βέβαια, σε κάθε πιθανό σενάριο, είναι τα νέα μέτρα στήριξης της «ανταγωνιστικότητας» του κεφαλαίου και θωράκισης της καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Επιπλέον, ο προσδιορισμός του υπερπλεονάσματος συνδυάζεται με τα μέτρα «μόνιμου χαρακτήρα και επαναλαμβανόμενης απόδοσης», τα οποία και θα πολλαπλασιαστούν τα επόμενα «μεταμνημονιακά» χρόνια.

Χαρακτηριστική είναι και η έκθεση που δημοσιοποιήθηκε τις προάλλες από το ΔΝΤ, σύμφωνα με την οποία το ύψος των κρατικών δαπανών από 48,1% του ΑΕΠ για το 2018 θα συρρικνωθεί στο 47,1% το 2019, ποσό που αντιστοιχεί σε νέες περικοπές που φτάνουν τα 1,9 δισ. ευρώ! Το αντιλαϊκό «σφαγείο» θα συνεχιστεί αδιάλειπτα σε ολόκληρη την επόμενη περίοδο, με τα κρατικά κονδύλια να συμπιέζονται στο 44,9% του ΑΕΠ το 2022.

Με βάση το κεντρικό σενάριο, το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2019 - όπως αυτό αποτυπώνεται στο πλαίσιο της «ενισχυμένης εποπτείας» - απογειώνεται στα 7,88 δισ. ευρώ (4,14% του ΑΕΠ), καθ' υπέρβαση δηλαδή ακόμη και του αντιλαϊκού στόχου του 3,5% του ΑΕΠ.

Μάλιστα, σε σχέση με το 2018 (πλεόνασμα 6,85 δισ.) καταγράφεται περαιτέρω διόγκωση ύψους άνω του 1 δισ. ευρώ (σε ποσοστό 15%), που βέβαια δείχνει και το εύρος της αντιλαϊκής κλιμάκωσης που σχεδιάζουν για την επόμενη χρονιά.

Ταυτόχρονα, ακόμη και στην περίπτωση που δεν ξεκινήσει η μείωση της «προσωπικής διαφοράς» στις συντάξεις, τα πλεονάσματα του 2019 αναμένονται «ακατέβατα» στα φετινά επίπεδα (6,8 δισ. ευρώ).

«Ενα το κρατούμενο», λοιπόν, είναι η ολόπλευρη εφαρμογή των αντιλαϊκών μέτρων που επιβλήθηκαν με τα μνημόνια και επεκτείνονται παραπέρα την επόμενη περίοδο με βάση και τις κυβερνητικές δεσμεύσεις.

Παζάρια και ανταγωνισμοί γύρω από τα «κόκκινα» δάνεια

Την ίδια ώρα, «τρέχουν» οι διεργασίες αναφορικά με τους τρόπους διαχείρισης - απομείωσης της μάζας με τα «κόκκινα» δάνεια που στοιβάζονται στους ισολογισμούς των τραπεζικών ομίλων, εμποδίζοντας την κερδοφορία τους αλλά και τους ρυθμούς χορήγησης νέων δανείων σε «βιώσιμες» επιχειρήσεις.

Δεδομένη είναι η κλιμάκωση των εκβιασμών, των πιέσεων και των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών σε βάρος της λαϊκής στέγης, με την κυβέρνηση να έχει με τις σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις «λύσει τα χέρια» των τραπεζών για ένα νέο γύρο επέλασης ενάντια σε λαϊκά σπίτια, επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους.

Παράλληλα, σε εξέλιξη βρίσκονται τα παζάρια αναφορικά με τη συγκρότηση «κακής τράπεζας» ή εταιρικών σχημάτων «ειδικού σκοπού», όπου θα περάσει η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων και μάλιστα με τη μικρότερη δυνατή «ζημιά» για τις τράπεζες, στη βάση των παρεχόμενων κρατικών εγγυήσεων.

Σύμφωνα με πληροφορίες, σε περίπτωση που η συγκεκριμένη «λύση» προσκρούσει στο καθεστώς «ανταγωνισμού» και των «κρατικών ενισχύσεων» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εξετάζεται η λύση κρατικής στήριξης μέσω του «αναβαλλόμενου φόρου» στις τράπεζες. Ουσιαστικά, με τον λεγόμενο «αναβαλλόμενο φόρο», ήδη έχει καθιερωθεί το δικαίωμα των τραπεζικών ομίλων να απαλλάσσονται από κάθε φόρο, προκειμένου έτσι σε βάθος χρόνου να αναπληρώσουν την εμφανιζόμενη χασούρα τους από το «κούρεμα» (PSI) του κρατικού χρέους το 2012.

Ταυτόχρονα, ο «αναβαλλόμενος φόρος» εμφανίζεται στα λεγόμενα εποπτικά κεφάλαια των ισολογισμών τους και υπολογίζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στον «σκληρό πυρήνα» που αφορά στην «κεφαλαιακή επάρκεια», δηλαδή στο κατά πόσο έχουν την ικανότητα να ανταποκριθούν σε μελλοντικές «δυσκολίες» και κλυδωνισμούς.

Από την πλευρά του, ο αμερικανικός «οίκος αξιολόγησης» «Moody's» έδωσε νέα τροπή στο ζήτημα της κατάστασης των εγχώριων τραπεζικών ομίλων, κάνοντας ανοιχτά λόγο για τους γενικότερους «κινδύνους» αναφορικά με τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία.

Σε έκθεσή του που δημοσιοποιήθηκε τη βδομάδα που πέρασε, χαρακτηριστικά τονίζει: «Η ευαισθησία της Ελλάδας σε κίνδυνο εκδήλωσης ατυχημάτων παραμένει υψηλή λόγω των κινδύνων που συνδέονται με τον τραπεζικό τομέα, ο οποίος έχει πολύ χαμηλή ποιότητα ενεργητικού, χαμηλή κερδοφορία και ένα μεγάλο μερίδιο κατώτερης ποιότητας κεφαλαίου με τη μορφή αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων».

Ο «οίκος αξιολόγησης» αναφέρει ότι ο ελληνικός τραπεζικός τομέας εξακολουθεί να βρίσκεται υπό πίεση και η ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων παραμένει η βασική πρόκληση για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες είχαν σχεδόν 89 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Αυτός ο τεράστιος όγκος καταναλώνει πόρους και μειώνει την κερδοφορία και το κεφάλαιο των τραπεζών, σύμφωνα με τη «Moody's». Επιπλέον, θεωρεί ότι εξακολουθεί να υπάρχει πολιτική ρευστότητα λόγω της μικρής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας που διαθέτει η σημερινή κυβέρνηση, αλλά και της «ανάγκης» να υιοθετηθούν «συνετές δημοσιονομικές πολιτικές και διαρθρωτικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις επί πολλά χρόνια».


Α. Σ.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ