Σάββατο 29 Σεπτέμβρη 2018 - Κυριακή 30 Σεπτέμβρη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΕΡΓΙΑ ΣΤΙΣ ΠΡΟΒΛΗΤΕΣ ΤΗΣ «COSCO»
Να μην κλείσουμε τα μάτια στην ένταση της καταστολής των εργατικών αγώνων

Στιγμιότυπο από την πρόσφατη απεργία
Στιγμιότυπο από την πρόσφατη απεργία
Είναι γνωστό ότι 9 στις 10 απεργίες κρίνονται από τα αστικά δικαστήρια παράνομες ή/και καταχρηστικές. Το αδιαμφισβήτητο αυτό γεγονός αντανακλά τον ταξικό χαρακτήρα της αστικής Δικαιοσύνης: Σε μια σημαντική στιγμή της σύγκρουσης ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, η «ανεξάρτητη ζυγαριά» της γέρνει 9 στις 10 φορές προς την πλευρά του πρώτου, παραβιάζοντας πολλές φορές δικαιώματα που αναγνωρίζονται ακόμη και από την ίδια την αστική νομοθεσία.

Χρειάζεται, όμως, προσοχή στο εξής: Η αποκάλυψη του ταξικού αντιδραστικού ρόλου της Δικαιοσύνης δεν πρέπει να οδηγεί σε εξοικείωση με αυτήν την κατάσταση ούτε στην παραίτηση από την υπεράσπιση κατακτημένων με αίμα δικαιωμάτων από την εργατική τάξη, ακόμα και με νομικές ενέργειες όταν αυτό είναι απαραίτητο.

Απαιτείται, επομένως, διαρκής παρακολούθηση και μελέτη, γιατί η αστική Δικαιοσύνη εξελίσσεται και διαμορφώνει τάσεις, συμβαδίζοντας με τις συνολικότερες εξελίξεις και προσαρμοζόμενη ανάλογα στις εκάστοτε ανάγκες του κεφαλαίου. Τα τελευταία χρόνια γίνεται ολοένα και πιο αντιδραστική, καθώς εφαρμόζει και επεκτείνει το αντεργατικό νομοθετικό οπλοστάσιο των μνημονίων, υπηρετεί το στόχο για στήριξη και προώθηση των μεγάλων επενδύσεων στη φάση αναζωογόνησης της καπιταλιστικής οικονομίας.

Αντίστοιχα, καθήκον των κομμουνιστών και ριζοσπαστών δικηγόρων είναι να φωτίζουν τις εξελίξεις αυτές στην αστική Δικαιοσύνη, να αποκαλύπτουν το πραγματικό τους περιεχόμενο και να προασπίζονται με τις νομικές τους γνώσεις, τους αγώνες, τις κατακτήσεις και τα δικαιώματα της εργατικής τάξης και του χειμαζόμενου λαού. Σ' αυτήν την κατεύθυνση φιλοδοξεί να συμβάλει και το παρόν άρθρο στον «Ριζοσπάστη».

Στον πυρήνα του αστικού Δικαίου βρίσκεται το ότι νόμος είναι το «δίκιο του κεφαλαίου». Αυτό το «δίκιο του κεφαλαίου» παίρνει όμως συγκεκριμένη μορφή και περιεχόμενο ανάλογα και με τις προτεραιότητες, τους συγκεκριμένους στόχους, τη στρατηγική της άρχουσας τάξης κάθε στιγμή. Υπηρετώντας αυτό το «δίκιο» παράγεται «δίκαιο», ερμηνεύονται διατάξεις και ρυθμίσεις που ορισμένες είναι σκόπιμα θολές, προκειμένου να συντηρείται η αντίληψη ότι υπάρχει ισονομία και «δίκαιο πάνω απ' όλους και για όλους», ανεξάρτητα από κοινωνική θέση.

Χαρακτηριστική, ως προς τα παραπάνω, είναι η στάση της αστικής Δικαιοσύνης απέναντι στο δικαίωμα της απεργίας. Πάντοτε η απεργία ήταν «κόκκινο πανί» για τα αστικά δικαστήρια, αλλά τα τελευταία χρόνια η προκλητική στήριξη των εργοδοτών έχει ξεπεράσει κάθε όριο. Στη μια όψη του νομίσματος βρίσκονται η εργοδοτική τρομοκρατία και οι νομοθετικές μεταρρυθμίσεις ενάντια στις συνδικαλιστικές ελευθερίες, στη λειτουργία των σωματείων και το δικαίωμα της απεργίας, με την καθοριστική συμβολή της «αριστερής» κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Στην άλλη όψη του νομίσματος, ως απαραίτητο συνοδευτικό, βρίσκονται τα δικαστήρια και οι αντεργατικές αποφάσεις τους.

Αξιοζήλευτο δείγμα της επιθετικότητας κεφαλαίου - κυβέρνησης

Αξιοζήλευτο δείγμα της επιθετικότητας αυτής είναι η υπ' αριθ. 4151/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε από την πρόεδρο Πρωτοδικών Ιωάννα Κορίτου και με την οποία κρίθηκε παράνομη η τελευταία απεργία, που είχε κηρύξει το σωματείο της Ενωσης Εργαζομένων στη Διακίνηση Εμπορευματοκιβωτίων στις Προβλήτες του Πειραιά (ΕΝΕΔΕΠ).

Η «παράδοση» των δικαστηρίων του Πειραιά, εκεί που δραστηριοποιείται το πιο κερδοφόρο και ανέκαθεν δυναμικό τμήμα του ελληνικού κεφαλαίου, συνεχίζεται και εμπλουτίζεται, όταν στη θέση της εργοδοσίας είναι το μονοπώλιο της «Cosco»...

Ετσι, παρά το γεγονός ότι οι καταδικαστικές αποφάσεις που αφορούν απεργιακές κινητοποιήσεις έχουν κατά κανόνα το ίδιο πάνω - κάτω σκεπτικό και στηρίζονται είτε στην καθεαυτό αξιοποίηση, είτε στη διασταλτική ερμηνεία των τυπικών όρων που προβλέπει η αντεργατική νομοθεσία για την κήρυξη, την κοινοποίηση και την οργάνωση μιας κινητοποίησης, εντούτοις, η τελευταία απόφαση που αφορά στην «Cosco» έχει ορισμένα χαρακτηριστικά αποκαλυπτικά από νομική σκοπιά, που χρειάζεται να υπογραμμιστούν και να αξιολογηθούν ανάλογα:

-- Και στην απόφαση αυτή, όπως και στο σύνολο των αποφάσεων με τις οποίες κρίνονται παράνομες ή καταχρηστικές οι απεργίες, είναι εντυπωσιακή η ταχύτητα με την οποία αντέδρασε η ελληνική Δικαιοσύνη. Το Πρωτοδικείο εξασφάλισε τακτική δικάσιμο μόλις την επόμενη μέρα από την κατάθεση της αγωγής. Τόσο σύντομη δικάσιμος μόνο στο πλαίσιο προσωρινής διαταγής και μάλιστα για ιδιαίτερα επείγοντα λόγο είναι δυνατή. Ωστόσο, για τις απεργίες φαίνεται ότι η Δικαιοσύνη θεωρεί πως είναι συνυφασμένες με τον ύψιστο βαθμό επείγοντος στην ελληνική δικονομική τάξη! Ετσι, άλλωστε, μπορεί να δικαιολογηθεί η ουσιαστική παραβίαση της προστατευτικής διάταξης για την απαγόρευση λήψης σχετικού ασφαλιστικού μέτρου ενάντια σε προκηρυγμένη απεργία (άρθρο 22 παρ. 3 του ν. 1264/1982). Εξίσου εντυπωσιακή είναι η ταχύτητα έκδοσης της δικαστικής απόφασης, και μάλιστα εννέα σελίδων, εντός της ίδιας μέρας της δικασίμου.

-- Επιπλέον, όπως γενικότερα παρατηρούμε στις αποφάσεις που κρίνουν απεργίες παράνομες ή καταχρηστικές, υπάρχει ιδιαίτερη μέριμνα για την εκτέλεση της απόφασης. Αυτονόητα κηρύχθηκε η πρωτόδικη απόφαση προσωρινά εκτελεστή, απειλήθηκε χρηματική ποινή και επιπρόσθετα επιτράπηκε στις ενάγουσες να επιδώσουν την απόφαση μετά τις 19.00, που κανονικά απαγορεύεται. Λήφθηκε, συνεπώς, κάθε απαραίτητο μέτρο προκειμένου να διασφαλισθεί ότι η απόφαση θα εκτελεσθεί και δεν θα μείνει κενό γράμμα, μέριμνα που δεν συναντούμε φυσικά σε άλλες υποθέσεις.

-- Ωστόσο, τα δύο παραπάνω στοιχεία δεν είναι νέα, καθώς χαρακτηρίζουν το σύνολο των δικαστικών αποφάσεων που κρίνουν τη νομιμότητα απεργιών. Στην προκειμένη, όμως, περίπτωση επιστρατεύθηκε ένα επιπλέον μέσο, προκειμένου να κριθεί παράνομη η απεργία. Πρόκειται για την υποχρέωση πρόσκλησης σε δημόσιο διάλογο, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 3 του ν. 2224/1994, η οποία θεωρείται υποχρεωτική για τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας. Η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν έχει αξιοποιηθεί συστηματικά από την ελληνική Δικαιοσύνη και την εργοδοσία, ενδεχομένως διότι αφορά αποκλειστικά επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, στις οποίες οι προϋποθέσεις νομιμότητας των απεργιών είναι ακόμη περισσότερες. Εντούτοις, στην παρ. 5 της ίδιας διάταξης ρητά ορίζεται ότι η διεξαγωγή δημόσιου διαλόγου δεν αναστέλλει την άσκηση του δικαιώματος της απεργίας. Η ερμηνεία ότι η πρόσκληση για δημόσιο διάλογο πρέπει να προηγείται της κήρυξης της απεργίας για τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας δεν στηρίζεται πουθενά στο νόμο.

Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για μια τυπολατρική προσέγγιση των προϋποθέσεων της απεργίας από τα δικαστήρια. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι απλά πρόκληση: Η ίδια απόφαση δέχεται ότι μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών «κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών του τρέχοντος έτους διεξήχθησαν διαπραγματεύσεις μετά την κήρυξη τριών απεργιών στις 31.5.2018, 1.6.2018 και 2.6.2018». Το πραγματικό γεγονός των διαπραγματεύσεων για μήνες, η οποία οδηγήθηκε σε αδιέξοδο από την εργοδοσία, δεν θεωρήθηκε αρκετό από το δικαστήριο ώστε να θεωρηθεί ότι υπερκαλύπτει την προϋπόθεση του δημόσιου διαλόγου. Προκαλώντας την κοινή λογική και τη νοημοσύνη, κρίθηκε ότι η μη επίδοση πρόσκλησης για δημόσιο διάλογο αλλά μόνο ενημέρωσης για την κήρυξη της απεργίας συνεπάγεται αυτόματα την παρανομία της απεργίας. Η αναγωγή αυτή της πρόσκλησης σε δημόσιο διάλογο σε τυπική προϋπόθεση της νομιμότητας της απεργίας, παραγνωρίζοντας πλήρως το πραγματικό γεγονός των διαπραγματεύσεων, είναι ενδεικτικό του οπλοστασίου του συστήματος κατά του δικαιώματος της απεργίας.

-- Τέλος, το δικαστήριο επισημαίνει ότι κρίνει παράνομη την απεργία για το λόγο αυτό, ωστόσο δεν παραλείπει να σημειώσει ότι ενδέχεται να υπάρχουν και άλλοι λόγοι για την παρανομία της απεργίας ή την καταχρηστικότητα αυτής, η εξέταση των οποίων παρέλκει. Δηλαδή, το δικαστήριο φαίνεται να διαβεβαιώνει ότι, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι είναι εσφαλμένος ο λόγος για τον οποίο κρίθηκε παράνομη η απεργία, θα «εφευρίσκονταν» και άλλοι λόγοι που θα οδηγούσαν στο ίδιο αποτέλεσμα. Και επιπλέον, θα μπορούσε να θεωρηθεί και μια δέσμευση για το μέλλον, ότι ακόμη και σε περίπτωση συμμόρφωσης των συνδικάτων με την ανωτέρω υποχρέωση και κοινοποίησης πρόσκλησης για δημόσιο διάλογο με ορισμό μεσολαβητή του ΟΜΕΔ στην προθεσμία που τάσσεται για την ενημέρωση για κήρυξη απεργίας σε επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων θα εξασφαλίσει και πάλι έναν λόγο παρανομίας ή καταχρηστικότητας της απεργίας.

Παρ' όλα αυτά, όμως, οι εργαζόμενοι στις προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ της «Cosco» στο λιμάνι του Πειραιά, κόντρα στις απειλές και τις καταδικαστικές αποφάσεις, με όπλο την ενότητα και την αλληλεγγύη συναδέλφων τους και συνδικάτων απ' όλη την Αττική, συνεχίζουν τον αγώνα για την υπογραφή ΣΣΕ, για το δυνάμωμα του σωματείου τους.

Στο πλευρό τους - όπως και στο πλευρό κάθε αγώνα για το δίκιο των εργαζομένων - έχει καθήκον να σταθεί και κάθε νομικός, που αντιλαμβάνεται ως αρνητική και επικίνδυνη εξέλιξη την ένταση της καταστολής, με την ενεργοποίηση όλου του αντιδραστικού - αντιαπεργιακού νομικού πλαισίου.


Ζαχαρίας ΜΑΜΜΑΤΑΣ, Κατερίνα ΓΕΡΑΚΗ
Δικηγόροι


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ