ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ - ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις

Πληθαίνουν σταθερά οι σκεπτικιστές ως προς την πορεία της αμερικάνικης οικονομίας. Η ανεργία αυξάνεται, η ύφεση βαθαίνει, «παλιά» και «νέα» οικονομία έχουν περιπέσει στη δίνη μιας ισχυρής κρίσης, η κήρυξη του πολέμου αποτελεί μια προσπάθεια, εκτός του ελέγχου μιας περιοχής, να ξεπεραστεί και η κρίση της οικονομίας

Φαίνεται πως οι πολιτικές αναλύσεις που κάνει το ΚΚΕ έχουν σημαντική απήχηση στον ελληνικό λαό, γιατί δεν εξηγείται με διαφορετικό τρόπο το γεγονός, ότι, παράλληλα με τις συνεχείς και ιδιαίτερα βίαιες επιθέσεις που έχουν εξαπολύσει εναντίον του οι άλλες πολιτικές δυνάμεις, με αφορμή τα πρόσφατα τραγικά γεγονότα της 11ης Σεπτέμβρη, δέχεται, ταυτόχρονα, και προσκλήσεις από ορισμένους καλοθελητές να αλλάξει τις πολιτικές του θέσεις, προκειμένου να πάρει μέρος σ' ένα ενιαίο μέτωπο ενάντια στην τρομοκρατία, ακόμη και με επικεφαλής τις ΗΠΑ.

Η επιχειρηματολογία τους είναι καλοδουλεμένη και παρουσιάζεται με δύο βασικές παραλλαγές. Η πρώτη αφορά στην καταδίκη και την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, ως μιας επικίνδυνης υπόθεσης για τους λαούς, που έχουν ζωτικό συμφέρον να την καταπολεμήσουν ως «εκ των ων ουκ άνευ», για να προχωρήσουν στην επίλυση των ολοένα και περισσότερο οξυμένων προβλημάτων τους. Οι ιδεολογικές και οι πολιτικές αναλύσεις, μετά τη νίκη εναντίον της τρομοκρατίας, μπορεί να ακολουθήσουν.

Η δεύτερη αναφέρεται στην κοσμοθεωρητική αντίληψη του ΚΚΕ, με βάση την οποία αναλύει τις εξελίξεις, του αποδίδει δογματική αντίληψη, ιδεολογική ακαμψία και παρωχημένη σκέψη. Περιλαμβάνει τη σχέση της τρομοκρατίας και του ιμπεριαλισμού, υποστηρίζει ότι η τρομοκρατία αποτελεί μια αυτονομημένη δράση πέρα και έξω από το ιμπεριαλιστικό σύστημα και ως αποδεικτικά στοιχεία προσκομίζει δύο επιχειρήματα. Πρώτον, ότι το μέγεθος του τρομοκρατικού χτυπήματος ξεπερνά το διαχωρισμό μεταξύ μεγάλων δυνάμεων - εθνών που καταπιέζουν και μικρών εθνών που καταπιέζονται. Δεύτερο, ότι ακριβώς επειδή η τρομοκρατία έχει αλλάξει χαρακτηριστικά και ενδιαφέρει το ίδιο μεγάλες και μικρές δυνάμεις, γι' αυτό το λόγο, τόσο οι μεγάλες όσο και οι μικρές χώρες συνασπίστηκαν, αναγνώρισαν ως δίκαιο τον αγώνα των ΗΠΑ κατά της τρομοκρατίας, της δίνουν τη θέση του επικεφαλής στην επιβεβλημένη απάντηση εναντίον της, και χαρακτηρίζουν δίκαιο τον πόλεμο που έχουν εξαπολύσει οι ΗΠΑ με τους συμμάχους τους εναντίον του Αφγανιστάν. Κατά λογική προέκταση, μας λέει αυτή η δεύτερη παραλλαγή, ο κόσμος είναι ενιαίος, δεν υπάρχουν αντιθέσεις μεταξύ των μικρών και μεγάλων χωρών, γιατί τις ενώνουν κοινά συμφέροντα και στόχοι, πολύ περισσότερο δεν υπάρχουν αντιθέσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Αν συνδυάσουμε τα παραπάνω και με όσα έχουμε ακούσει μέχρι τώρα περί παγκοσμιοποίησης, το συμπέρασμα φαίνεται σωστό. Η κοσμοθεωρία του ΚΚΕ έχει εκπέσει, δεν ανταποκρίνεται στο «πρόσταγμα της νέας εποχής», και όσοι δε σπεύδουν για μια θέση στο μέτωπο κατά της τρομοκρατίας δεν είναι παρά οι ...Λακεδαιμόνιοι της ιστορικής συγκυρίας. Είναι όμως έτσι;

Κατ' αρχάς δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο, που τόσες πολλές χώρες, μεγάλες δυνάμεις, περιφερειακές και μικρές χώρες να συνασπίστηκαν εναντίον της πιο φτωχής χώρας του πλανήτη, ενός τρομοκράτη και ενός ...μουλά.

Και μόνο αυτό το γεγονός επιτρέπει, αν σκεφθούμε, ότι κάτι σοβαρότερο και ιδιαιτέρως ουσιαστικότερο συντρέχει και ενδιαφέρει από τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας. Πολύ περισσότερο που συμβαίνει ο τρομοκράτης και ο μουλάς να είναι μέχρι πρότινος οι δοξασμένοι αγωνιστές της ελευθερίας! Της ελευθερίας, βέβαια, που χρηματοδοτείται, εξοπλίζεται και καθοδηγείται από την CIA και κατασκευάζεται στις ΗΠΑ κατά το γνωστό λογότυπο «Made in USA».

Προσχεδιασμένες εφαρμογές

Αυτό που στην πραγματικότητα συμβαίνει στην ευρύτερη περιοχή πέραν του Αφγανιστάν είναι ότι εξελίσσεται ένα τεράστιο και ταυτόχρονα επικίνδυνο γεωστρατηγικό παιχνίδι συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων, με πρόσχημα τα θανατηφόρα χτυπήματα στις ΗΠΑ.

Ουσιαστικά η εξέλιξη αυτή ήταν αναμενόμενη και είχε αναγγελθεί με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους από τους ίδιους τους Αμερικανούς ιθύνοντες. Η περιοχή της Ευρασίας ήταν πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των ΗΠΑ, πολύ περισσότερο μετά την ανατροπή του ευρωπαϊκού σοσιαλιστικού συστήματος και τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης.


Το γεγονός αυτό έκανε ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη να ελεγχθεί η περιοχή και ιδιαίτερα τα νεοσχηματισμένα κράτη που προέκυψαν από τη διάσπαση της Σοβιετικής Ενωσης. Αλλωστε, αυτό ομολογείται ευθέως και από έγκυρα στελέχη της αμερικανικής πολιτικής που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο σχεδιασμό της αμερικανικής στρατηγικής για την παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ. Κίσινγκερ, Μπρζεζίνσκι, Χάντινγκτον στον ιδεολογικό τομέα, αλλά και το Χόλιγουντ στον αντίστοιχο προπαγανδιστικό τομέα, προετοίμαζαν την τελευταία δεκαετία τον αμερικανικό λαό, αλλά και τη διεθνή κοινή γνώμη, για ό,τι ακριβώς συμβαίνει σήμερα. Η άνοδος του νεότερου Μπους στην εξουσία και με τον τρόπο που έγινε, δεν ερμηνεύει παρά τις δρομολογημένες εξελίξεις.

Υπόβαθρο όλων των παραπάνω γεγονότων αποτελούν δύο βασικοί παράμετροι. Πρώτη παράμετρος είναι η εκτίμηση ότι στις επόμενες δεκαετίες αλλάζουν οι σχέσεις των μεγάλων δυνάμεων μεταξύ τους. Ειδικά οι σχέσεις μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ, των ΗΠΑ και της ΕΕ συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας. Υπολογίζεται πως αν η Κίνα εξακολουθήσει να αναπτύσσεται με τους σημερινούς ρυθμούς, μέχρι το 2050 θα έχει αναδειχτεί στην πιο ισχυρή οικονομική δύναμη του πλανήτη. Αν δίπλα στο προηγούμενο προσθέσουμε και το γεγονός ότι η Κίνα είναι πυρηνική δύναμη, διαθέτει το μεγαλύτερο στρατό του κόσμου και γεωγραφικά δεσπόζει στην περιοχή, τότε μπορούμε να κατανοήσουμε το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη διασφάλιση της κυριαρχίας τους στην ίδια περιοχή που βρίσκεται και η Κίνα.

Την ίδια στιγμή γίνεται όλο και πιο φανερό πως μια διευρυμένη ΕΕ με όλο και αυξανόμενο το ρόλο της Γερμανίας και με μια πιθανή συνεργασία της Ρωσίας διαφοροποιεί σημαντικά τις ισορροπίες και αδυνατίζει τις ΗΠΑ.

Για τις ΗΠΑ, λοιπόν, οι σημερινές εξελίξεις στην Ευρασία εκφράζουν μια προσπάθεια για ένα πρωθύστερο ματ στον ανταγωνισμό μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων.

Η δεύτερη παράμετρος είναι η οικονομική κατάσταση των ΗΠΑ. Πληθαίνουν σταθερά οι σκεπτικιστές ως προς την πορεία της αμερικάνικης οικονομίας. Η ανεργία αυξάνεται, η ύφεση βαθαίνει, «παλιά» και «νέα» οικονομία έχουν περιπέσει στη δίνη μιας ισχυρής κρίσης, η κήρυξη του πολέμου αποτελεί μια προσπάθεια, εκτός του ελέγχου μιας περιοχής, να ξεπεραστεί και η κρίση της οικονομίας. Χωρίς, σαφώς, να είναι και βέβαιο.

Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση, οι μεγάλες δυνάμεις δε θα μπορούσαν να αντιπαρατεθούν μεταξύ τους ανοιχτά. Σκέπασαν τις αντιθέσεις τους με το ιερό λάβαρο του αγώνα κατά της τρομοκρατίας, την ίδια στιγμή που αναζητούσαν να προσδιορίσουν το ρόλο τους και τη συμμετοχή τους στην αρπαγή της λείας.

Λυκοφιλίες

Η ομοφωνία, λοιπόν, που παρουσιάστηκε στις μεγάλες δυνάμεις, επί της ουσίας δεν εκφράζει τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο παρά την τάση ενότητας των ισχυρών καπιταλιστικών χωρών μπροστά στην ένταση της εκμετάλλευσης των λαών και της κατανομής των σφαιρών επιρροής.

Οι ΗΠΑ, παράλληλα, εξασφάλισαν μια πλατιά αποδοχή στις κινήσεις τους και των μικρών χωρών. Το εκβιαστικό και κυνικό δίλημμα «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι με την τρομοκρατία» εξασφάλισε τη στάση των μικρών χωρών είτε μέσα στα πλαίσια του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, είτε έξω από αυτούς τους σχηματισμούς.

Από τις μεγάλες δυνάμεις πρώτη η Μ. Βρετανία τάχτηκε ανοιχτά υπέρ του πολέμου και πέτυχε ταυτόχρονα και τη συμμετοχή της στις πολεμικές επιχειρήσεις.

Πρέπει, όμως, να τονίσουμε ότι η συμμετοχή αυτή μπορεί να παραπέμπει σε μια παραδοσιακή και σταθερή συμμαχία με τις ΗΠΑ, αλλά ταυτόχρονα η Μ. Βρετανία αποσκοπεί να επανακάμψει ως μεγάλη παγκόσμια δύναμη και διατυπώνει τις επιφυλάξεις της και τους δικούς της στόχους σε σχέση με το σχεδιασμό των ΗΠΑ για την επέκταση του πολέμου, ειδικά σε χώρες που η Μ. Βρετανία αποβλέπει να αυξήσει την επιρροή της, όπως είναι οι χώρες της Μ. Ανατολής.

Από την άλλη μεριά, βέβαια, η άμεση συμμετοχή της Μ. Βρετανίας στον πόλεμο δημιουργεί πρόβλημα στην ΕΕ και στη συνοχή της μια και οι άλλες δυνάμεις, Γερμανία και Γαλλία κατά κύριο λόγο, βλέπουν την πρόθεση της Μ. Βρετανίας να παίξει το ρόλο μιας ηγεμονεύουσας δύναμης. Ρόλος που επιδιώκεται να εξασφαλιστεί σε βάρος της Γαλλίας και της Γερμανίας.

Η Γαλλία και η Γερμανία έσπευσαν πολύ γρήγορα να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους στις ΗΠΑ για την κήρυξη του πολέμου, ενώ συνέβαλαν στις αποφάσεις της ΕΕ για ενιαία στάση συνολικά της Ενωσης σε ό,τι αφορά τα ζητήματα τρομοκρατίας στο εσωτερικό της.

Και ανταγωνισμοί

Με μια δεύτερη ματιά, όμως, θα διαπιστώσουμε ότι ούτε η Γαλλία, ούτε πολύ περισσότερο η Γερμανία «μέτρησαν» στις αποφάσεις των ΗΠΑ. Η Γαλλία είχε πιο σοβαρούς λόγους πέρα από την έκφραση της αλληλεγγύης της να κρατήσει επιφυλακτική στάση σε σχέση με την εξέλιξη των πολεμικών επιχειρήσεων, την επέκτασή τους σε άλλες χώρες, όπως π.χ. το Ιράκ, τη Συρία κ.ά.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Γαλλία έχει ζωτικά συμφέροντα στο Ιράκ και ήδη έχει έρθει σε συνεννόηση με τον Σαντάμ Χουσεΐν για την εκμετάλλευση πετρελαϊκών κοιτασμάτων. Ενδιαφερόμενη εταιρία η Elf - Total. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι οι βομβαρδισμοί που επιχειρούν κάθε τόσο και λιγάκι οι Αμερικανοί στο Ιράκ, αφορούν και περιοχές μέγιστου ενδιαφέροντος για τη Γαλλία.

Διακαής πρόθεση της Γερμανίας είναι η ανάδειξή της σε δύναμη με παγκόσμιο ρόλο. Οι τελευταίες δηλώσεις του Γκ. Σρέντερ αναδεικνύουν αυτή την κατεύθυνση ως τον κύριο άξονα της γερμανικής πολιτικής.

Παρ' όλα αυτά, όμως, ουσιαστικά η Γερμανία αισθάνθηκε ιδιαίτερα απομονωμένη από τις τελευταίες εξελίξεις. Δεν ήταν μόνο οι εσωτερικές τριβές που παρατηρήθηκαν και που γρήγορα ξεπεράστηκαν σε σχέση με την αποστολή γερμανικών στρατευμάτων στο χώρο των πολεμικών επιχειρήσεων.

Οι ΗΠΑ δε θα είχαν κανένα όφελος από την πιο ενεργή ανάμειξη της Γερμανίας, παρά την επιθυμία και την ετοιμότητα της ίδιας. Τώρα, μπορούμε να εξηγήσουμε το γεγονός της εσπευσμένης συνάντησης του Γκ. Σρέντερ με τον Βλ. Πούτιν στο Βερολίνο, όπου συζητήθηκαν θέματα συνεργασίας, όχι μόνο στα πλαίσια των δύο χωρών, αλλά και σε σχέση με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ.

Τόσο η Γερμανία όσο και η Γαλλία θα ήθελαν να αναμειχθούν πολύ περισσότερο στον πόλεμο με το Αφγανιστάν και να μην περιοριστούν στο ρόλο της παροχής διευκολύνσεων στις ΗΠΑ. Αυτό είναι προφανές, γιατί η συμμετοχή τους στην περιοχή της Ευρασίας θα τους έδινε τη δυνατότητα για μεγαλύτερη αντίστοιχα συμμετοχή στην εκμετάλλευση των φυσικών πόρων αυτής της ζώνης.

Σε χειρότερη θέση βρίσκεται η Ιταλία, που είναι μέλος του κλαμπ G7 και θεωρείται... οικονομική δύναμη του πλανήτη.

Η τέτοια στάση των ΗΠΑ απέναντι στη Γαλλία, Γερμανία κατά βάση και δευτερευόντως στην Ιταλία, εκφράστηκε και ως στάση των ΗΠΑ απέναντι στην ΕΕ. Ηταν φυσικό, αφού οι τρεις αυτές χώρες αποτελούν τις μεγάλες δυνάμεις της ΕΕ μαζί με τη Μ. Βρετανία.

Οταν, λοιπόν, οι πολιτικοί παρατηρητές δηλώνουν ότι πάλι η ΕΕ δεν κατόρθωσε να παίξει ουσιαστικό ρόλο και να έχει ενεργότερη συμμετοχή στα ζητήματα του πολέμου, στην πραγματικότητα μιλάνε για τη στάση των ΗΠΑ απέναντι στην ΕΕ.

Αυτή η στάση των ΗΠΑ σε σχέση με την ΕΕ ασφαλώς τροφοδοτεί τον ανταγωνισμό και οξύνει τις αντιθέσεις μεταξύ τους. Αλλά οι αντιθέσεις δε σταματάνε σ' αυτό το σημείο. Οξύνονται, ταυτόχρονα, και οι αντιθέσεις μεταξύ των χωρών - μελών της ίδιας της ΕΕ. Ο λόγος είναι απλός. Αλληλοσυγκρούονται οι ιδιαίτερες επιδιώξεις της κάθε χώρας χωριστά.

Ηδη έχει εκφραστεί η ανησυχία, από πολλές πλευρές, για τη συμμετοχή της ΕΕ, ιδιαίτερα αν ο δήθεν πόλεμος κατά της τρομοκρατίας επεκταθεί με τον ίδιο τρόπο και σε άλλες χώρες.

Στη χώρα μας ο πιο αδιάψευστος και αυθεντικός μάρτυρας αυτών των ανησυχιών είναι ο ΣΥΝ, που έσπευσε ταχύτατα να επισημάνει και να υπερτονίσει τον κίνδυνο που ελλοχεύει για το μέλλον της ΕΕ.

Το τοπίο διαταράσσεται

Η περιγραφή των αντιθέσεων που αναπτύσσονται ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις θα ήταν ελλιπής, αν δεν περιλάμβανε και τις συνέπειες που θα έχουν αυτές στις μικρές χώρες, κατά κύριο λόγο, της περιοχής που διεξάγεται ο πόλεμος, αλλά και τη Ρωσία.

Το τοπίο που ξέραμε μέχρι τώρα φαίνεται ότι διαταράσσεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και των ΗΠΑ, της Σ. Αραβίας και των ΗΠΑ, όπως και οι σχέσεις που αναπτύσσονται, προς το παρόν υπό την επίβλεψη της Ρωσίας, μεταξύ των ΗΠΑ και των νοτιότερων πρώην Σοβιετικών Δημοκρατιών Καζαχστάν, Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν κλπ.

Το Ισραήλ αντιλήφθηκε αμέσως την πίεση από το ξέσπασμα του πολέμου και τους γεωστρατηγικούς στόχους που υπηρετεί και η θέση που πήρε ήταν η έκφραση μιας οξύτατης αντίθεσης στην απώλεια της προνομιακής σχέσης του με τις ΗΠΑ.

Παρά τις καθησυχαστικές κινήσεις των ΗΠΑ φαίνεται ότι το Ισραήλ δεν πείθεται. Διαταραγμένες είναι και οι σχέσεις των ΗΠΑ με τη Σ. Αραβία, που φοβάται τη γενίκευση του πολέμου και εναντίον αραβικών κρατών, γεγονός που θα έχει σοβαρές συνέπειες στο εσωτερικό της.

Σε ό,τι αφορά τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες εκείνο που μπορούμε να σχολιάσουμε αυτή τη στιγμή είναι ότι η Ρωσία πρέπει να λαμβάνει πολύ σοβαρά τους κινδύνους που υπάρχουν γι' αυτήν από την εμφάνιση των ΗΠΑ στην περιοχή, γι' αυτό άλλωστε έσπευσε να έχει σημαντική συμμετοχή με άμεσες επαφές και στρατεύματα.

Σε ό,τι αφορά ιδιαίτερα τη Ρωσία φαίνεται ότι προσπαθεί να αναδειχτεί σε έναν από τους σημαντικούς παίχτες στο παιχνίδι των ζωνών επιρροής. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι συνολικά η περιοχή αυτή βρίσκεται σε άμεση γειτνίαση με αυτήν και ότι την αφορά τόσο στρατηγικά όσο και για τους φυσικούς πόρους που διαθέτει. Η αντίθεση με την επεκτατική πολιτική των ΗΠΑ είναι προφανής ανεξάρτητα των δυνατοτήτων που έχει.

Είναι φανερό, πως πέρα από την προσπάθεια που καταβάλλεται για τη δημιουργία ενός ενιαίου συνασπισμού κατά της τρομοκρατίας, αυτό που κυριαρχεί είναι οι αντιθέσεις που υπάρχουν μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, για την κατανομή των ζωνών επιρροής και την εκμετάλλευση των τεράστιων πρώτων υλών που διαθέτει. Εκείνο που μπορούμε να προβλέψουμε είναι η παραπέρα όξυνση αυτών των αντιθέσεων και το άδηλο μέλλον τους.

Του
Παναγιώτη ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ


Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ