ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 9 Σεπτέμβρη 2012
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΑΝΤΙΛΑΪΚΑ ΜΕΤΡΑ
Υπηρετούν τις στρατηγικές ανάγκες του κεφαλαίου

Σε πλήρη εξέλιξη αναπτύσσεται η επίθεση κυβέρνησης τρόικας και κεφαλαίου στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Μια επίθεση που έρχεται να «σαρώσει» στην κυριολεξία ό,τι έχει απομείνει από κατακτήσεις περασμένων δεκαετιών, ό,τι το κεφάλαιο δεν μπόρεσε να επιβάλλει σε πρωθύστερο χρόνο, κυρίως γιατί δεν είχε εξασφαλίσει τον απαραίτητο συσχετισμό δύναμης. Διότι η λαίλαπα που εξαπολύθηκε τα τρία τελευταία χρόνια, δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Το κεφάλαιο και οι πολιτικοί του εκπρόσωποι στη χώρα μας, σε κοινή πορεία με την Ευρωπαϊκή Ενωση, από την εποχή ακόμα του Μάαστριχτ σηματοδότησαν και την κατεύθυνση και τους στόχους.

Η επίθεση που τα μονοπώλια εξαπολύουν ενάντια στις λαϊκές ανάγκες και κατακτήσεις είναι μία σύγκρουση που από τη μεριά τους θα οξυνθεί, γιατί αυτό απαιτεί και η διαχείριση της κρίσης με στόχο τη διάσωση του κεφαλαίου αλλά και γιατί αυτό θα φέρει η ανάκαμψη που προσδοκούν συγκυβέρνηση - τρόκα - κόμματα του ευρωμονόδρομου. Η εργατική τάξη καλείται να συνειδητοποιήσει τον ταξικό χαρακτήρα της επίθεσης και να δώσει η ίδια σ' αυτή την αναπόφευκτη σύγκρουση το περιεχόμενο που απαιτεί η υπεράσπιση των εργατικών - λαϊκών οικογενειών: να οργανώσει και να κλιμακώσει την πάλη ενάντια στην εξαθλίωση μέσα από τα συνδικάτα, να απορρίψει τα αντιλαϊκά μέτρα και την πολιτική που τα γεννά. Να γίνει παλλαϊκό σύνθημα πάλης η φιλολαϊκή διέξοδος από την κρίση, που σημαίνει πάλη για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις του δρόμου ανάπτυξης χωρίς μονοπώλια, ταξική εκμετάλλευση, με κοινωνικοποίηση, κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό - λαϊκό έλεγχο, με αποδέσμευση από την ΕΕ και μονομερή διαγραφή του χρέους.

Επίθεση με προϊστορία και σχέδιο

Οσοι σήμερα αποδίδουν τα μέτρα αποκλειστικά στην καπιταλιστική κρίση, είτε έχουν αδύνατη μνήμη, είτε δε θέλουν να αναγνωρίσουν το αυτονόητο: Οτι, τα αντιλαϊκά και αντεργατικά μέτρα ήταν και είναι μονόδρομος για το κεφάλαιο. Είναι εγγεγραμμένα στην ίδια τη φύση του, στο ταξικό και αρπακτικό DNA του. Η επίθεση στις συντάξεις και στους μισθούς έχει την προϊστορία της. Οι μεσήλικες σήμερα εργαζόμενοι, θα θυμούνται το περίφημο «0 συν 0 = 14» της κυβέρνησης Μητσοτάκη, στις αρχές της δεκαετίας του '90, δεν ξεχνούν ούτε το νόμο Σιούφα, με τον οποίο δόθηκε το εναρκτήριο λάκτισμα κατά της Κοινωνικής Ασφάλισης.

Επιβλήθηκαν και επιβάλλονται μαζί με την ίδια την εξέλιξη της ΕΕ που χρόνο με το χρόνο, συνθήκη τη συνθήκη γίνεται ακόμα πιο αντιλαϊκή, ακόμα πιο αντιδραστική και εχθρική απέναντι στα συμφέροντα της εργατικής τάξης, όλων των ευρωπαϊκών λαών. Δεν υπήρξε, ούτε μπορεί να υπάρξει, ούτε «ευρωπαϊκό κεκτημένο», ούτε «κοινωνικό μοντέλο» που δήθεν σήμερα εγκαταλείπεται εξαιτίας της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού. Το μόνο που υπήρξε και μπορεί να υπάρχει, σε όλες τις φάσεις ανάπτυξης του ευρωενωσιακού καπιταλισμού, με όλες τις πιθανές μορφές διαχείρισης, ήταν και είναι η ενίσχυση και κυριαρχία των μονοπωλίων, η σκληρή καπιταλιστική εκμετάλλευση, ο διαρκής ταξικός πόλεμος σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων.

Και δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι η περίφημη «ευελιξία», που σήμερα έχει γίνει το ιερό «Ευαγγέλιο», μπήκε στα προγραμματικά ντοκουμέντα όχι μόνο των εθνικών κυβερνήσεων, αλλά συνολικά της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η ίδια η πορεία προς την ΟΝΕ και μετά προς το ευρώ, διανύθηκε πάνω στα ερείπια των εργασιακών σχέσεων που σκορπούσε γύρω της η εξάπλωση της ευελιξίας στις αγορές εργασίας. Γι' αυτό και στη χώρα μας ακόμα από το 1990 με το νόμο 1892/1990 νομοθετήθηκε η διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου σε 6μηνη βάση, καθιερώθηκε η τέταρτη βάρδια το Σαββατοκύριακο με 12ωρη ημερήσια εργασία, διαμορφώθηκε το θεσμικό πλαίσιο για τη μερική απασχόληση.

Ακολούθησε ο νόμος 2639 το 1998 από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με τα περιβόητα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης -που λυσσαλέα είχαν στηριχτεί από την τότε πλειοψηφία της ΓΣΕΕ- με τα οποία υπονομεύονταν οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ενισχύθηκε η εκ περιτροπής εργασίας και η διευθέτηση του χρόνου εργασίας και εισήχθη η μερική απασχόληση στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ενώ καθιερώθηκαν και τα σύγχρονα δουλεμπορικά υπό τον εύηχο τίτλο «ιδιωτικά γραφεία εύρεσης εργασίας». Δυο χρόνια αργότερα, με τον νόμο 2874, μεταξύ άλλων αυξήθηκε το όριο των ομαδικών απολύσεων, δόθηκαν «κίνητρα» για την εξάπλωση της μερικής απασχόλησης, ενώ το 2001 με το νόμο 2956 καθιερώθηκαν και τα γραφεία «ενοικίασης εργαζομένων». Και καθώς η «ευελιξία» γιγαντώνεται μαζί με την εισαγωγή του ευρώ, υπό τα ωσανά της παραληρηματικής προπαγάνδας του «εκσυγχρονισμού», επιχειρείται με το «πακέτο Γιαννίτση» ριζική ανατροπή στο ασφαλιστικό. Μπροστά στις μεγαλειώδεις εργατικές κινητοποιήσεις που έχουν την αποφασιστική συμβολή και τη σφραγίδα του ΠΑΜΕ, η κυβέρνηση Σημίτη αναδιπλώνεται. Ομως, δεν παραιτείται από την προσπάθεια και με το νόμο 3029 (Ρέππα) του 2002 δίνει νέο χτύπημα στην κοινωνική ασφάλιση, ο οποίος συμπληρώνει και επαυξάνει το αντιασφαλιστικό οπλοστάσιο του νόμου Σιούφα.

Σήμερα, δε λείπουν ορισμένοι αμετανόητοι που ανακαλύπτουν στο «πακέτο Γιαννίτση» δήθεν τη «λύση του ασφαλιστικού». Λένε ψέματα. Οι προτάσεις αυτές δεν έκαναν τίποτα περισσότερο παρά να εισάγουν τα 40 χρόνια εργασίας για το δικαίωμα στη συνταξιοδότηση και να μειώσουν τις συντάξεις σχεδόν στο μισό, 8 χρόνια νωρίτερα απ' ό,τι το έκανε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με το νόμο 3863/2010 (Λοβέρδος - Κουτρουμάνης).

Να γιατί λέμε ότι τα μέτρα που σήμερα παίρνονται είναι προαποφασιμένα από το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του, ήταν διαρκώς στην ατζέντα τους, πηγάζουν από την αντικειμενική αναγκαιότητα των μονοπωλίων να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους και να ρίξουν την τιμή της εργατικής δύναμης στα τάρταρα, είτε πρόκειται για τους μισθούς είτε για τις συντάξεις, την Υγεία και την Πρόνοια. Αλλωστε, όλοι αυτοί οι αντεργατικοί και αντιασφαλιστικοί νόμοι που ψηφίστηκαν στο διάστημα σχεδόν μιας ολόκληρης εικοσαετίας, πριν την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης οπότε είχαμε θεαματική και σταθερή αύξηση του ΑΕΠ και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Από το 1991, με εξαίρεση μόνο μια χρονιά, μέχρι και το 2008, το ΑΕΠ της χώρας αυξάνεται συνεχώς. Ο πλούτος που παράγουν οι εργαζόμενοι πολαπλασιάζεται και όμως είναι τα ίδια χρόνια που οι εργασιακές σχέσεις ξηλώνονται, η ευελιξία και η μαύρη εργασία γιγαντώνονται, ενώ οι μισθοί σε σχέση με αυτό τον πλούτο συρρικνώνονται.

Να βάλουμε τέλος στη βαρβαρότητα

Να γιατί από την πρώτη στιγμή εκδήλωσης της κρίσης, το ΚΚΕ υπογράμμισε ότι η επίθεση δεν έχει μόνο «ελληνικό χρώμα» όπως ισχυρίζονται οι όψιμοι «ελληνοκεντριστές». Δεν αποτελεί ούτε εθνική ιδιαιτερότητα, ούτε εθνικό κόλαφο, όπως αρέσκονται να την παρουσιάζουν, τα παπαγαλάκια της πλουτοκρατίας, αποκρύβοντας ότι είναι καρπός του δικού της «δρόμου ανάπτυξης», το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης που προηγήθηκε, της παραγωγής μόνο για το κέρδος. Και γι' αυτό ακριβώς η επίθεση που εξελίσσεται δε θα ανακοπεί επειδή θα υιοθετηθεί κάποιο άλλο μείγμα διαχείρισης που στη θέση της κρίσης, ωσάν με μαγικό ραβδάκι, θα μπει και πάλι μια άλλη δήθεν «ανάπτυξη».

Τέλος στη βαρβαρότητα μπορούν να βάλουν μόνο οι εργαζόμενοι με τους αγώνες τους. Αγώνες με καθαρή ταξική κατεύθυνση που και τις αιτίες θα αναδεικνύουν και τον ένοχο θα αντιπαλεύουν. Αγώνες που αν δεν οργανωθούν, η ζωή της εργατικής τάξης και του λαού μας, είναι σίγουρο θα γίνει ακόμα πιο δύσκολη, ακόμα πιο ανυπόφορη. Οσο κάτω από το φόβο του μικρότερου κακού, του χειρότερου που ίσως να αποφευχθεί, οι εργαζόμενοι κυλήσουν στην αναμονή και στη μοιρολατρία, ένα είναι βέβαιο: Τα χειρότερα θα έλθουν και θα είναι ακόμα πιο επώδυνα, ακόμα πιο βάναυσα. Σε συνθήκες βαθιάς κρίσης δεν υπάρχει «μέση οδός» διεξόδου. 'Η τα μονοπώλια με τα πολιτικά τους τσιράκια θα χαντακώσουν για δεκαετίες το λαό και τη χώρα, ή οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα θα σηκώσουν το μπόι τους. Θα βρούνε το κουράγιο, και με την πάλη τους, θα βάλουν φρένο στη βαρβαρότητα, θα περάσουν στην αντεπίθεση, θα επιβάλλουν τη δική τους εξουσία, θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για μια οικονομία που αυτοί θα κάνουν κουμάντο, αυτοί θα απολαμβάνουν και τον πλούτο που παράγουν.


Γιάννης ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ

Μείγμα θανατηφόρο για τους εργάτες

Το κεφάλαιο έτρεξε να αξιοποιήσει την καπιταλιστική κρίση για να εφαρμόσει με ακόμα πιο ταχείς ρυθμούς τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Αναδιαρθρώσεις και ανατροπές που άλλωστε δεν κρύβονταν, βρίσκονταν φόρα - παρτίδα χρόνια τώρα, σε όλα τα ντοκουμέντα των κομμάτων της πλουτοκρατίας, στα υπομνήματα του ΣΕΒ, στον καθημερινό λόγο των μέσων μαζικής παραπλάνησης που έχει στα χέρια της.

Ακριβώς αυτή τη λαίλαπα βιώνουν σήμερα οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα. Αυτές τις επιδιώξεις υπηρετούν, η μείωση των κατώτερων μισθών κατά 22% και κατά 32% για τους νέους, η κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων, το κόψιμο της 13ης και 14ης σύνταξης, η απαλλαγή μόλις προχτές των εργοδοτών από τις εισφορές στην Εργατική Κατοικία και Εργατική Εστία που μεταφράζεται σε ετήσιο κέρδος 250 εκατομμύρια ευρώ για τις επιχειρήσεις.

Τον ίδιο στόχο, της καπιταλιστικής ανάκαμψης και της ενίσχυσης των επιχειρήσεων υπηρετεί η μείωση κατά ακόμα 4 μονάδες του μη μισθολογικού κόστους, η οποία θα προσφέρει ακόμα 1 δισ. ευρώ ετησίως στα σεντούκια τους. Αυτό σημαίνει «ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας». Αυτό σημαίνει και η αύξηση από τα 4.500 ένσημα στα 6.000 της προϋπόθεσης για να εξασφαλίσει κάποιος εργαζόμενος το δικαίωμα σε μια μίζερη σύνταξη. Αυτό επιδιώκεται με την κατάργηση της 5ήμερης εβδομάδας και την αυξομείωση του χρόνου εργασίας σε εβδομαδιαία ακόμα και σε ημερήσια βάση που σχεδιάζει η συγκυβέρνηση. Ετσι εξηγείται ο στόχος του ευρωενωσιακού κεφαλαίου για επιβολή ακόμα και 78 ωρών εργασίας την εβδομάδα, για σπάσιμο του εργάσιμου χρόνου «σε ενεργό και ανενεργό» που θα του εξασφαλίσει τεράστιο πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών του και μια αειφόρα πηγή απλήρωτης εργασίας και νέων υπερκερδών.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ