Η συμφωνία που προέκυψε από τις μαραθώνιες διαπραγματεύσεις του Σέρβου πρωθυπουργού Ιβιτσα Ντάσιτς και του πρωθυπουργού των Κοσσοβάρων Αλβανών Χασίμ Θάτσι αναφέρει - σύμφωνα με δηλώσεις κυρίως της σερβικής πλευράς - τα παρακάτω βασικά σημεία:
Σε ό,τι αφορά, το ζήτημα της διάθεσης των πόρων από τη λειτουργία των διαβάσεων αυτών, ο Σέρβος πρωθυπουργός εξήγησε ότι θα αποφασιστεί σε επόμενο γύρο διαπραγματεύσεων. (Ας σημειωθεί πάντως ότι οι Σέρβοι του προτεκτοράτου έχουν ζητήσει να διατίθενται οι πόροι αυτοί στους σερβικούς δήμους του βορρά...). Στη συνάντηση συζητήθηκε ακόμη πως η προστασία της σερβικής πολιτιστικής και θρησκευτικής κληρονομιάς στο Κοσσυφοπέδιο θα μπορούσε να γίνει από μεικτές αστυνομικές δυνάμεις Σέρβων και Κοσσοβάρων Αλβανών, ενώ αποφασίστηκε ότι η επόμενη συνάντηση των ομάδων εργασίας αμφοτέρων πλευρών θα γίνει στις 10 Γενάρη για να ακολουθήσει ως το τέλος του ίδιου μήνα η νέα συνάντηση Ντάσιτς - Θάτσι.
Η συμφωνία Ντάσιτς - Θάτσι που έγινε στην τρίτη (μέσα σε έξι βδομάδες) συνάντηση των δύο ανδρών στις Βρυξέλλες, φάνηκε -σε πρώτη φάση- να ικανοποιεί τα περισσότερα από τα αιτήματα των Σέρβων του βορείου Κοσσυφοπεδίου που τις τελευταίες μέρες ξανάρχισαν τα μπλόκα και τις διαμαρτυρίες κοντά στο πέρασμα Γιάρινιε.
Σε έκτακτη συνάντηση δημάρχων της περιοχής με την ανώτατη σερβική ηγεσία το απόγευμα της Πέμπτης καταγράφηκε η συμφωνία των δύο πλευρών για τα θετικά αποτελέσματα της συνάντησης Ντάσιτς - Θάτσι στις Βρυξέλλες. Δήμαρχοι δήμων του βορείου Κοσσυφοπεδίου είχαν βέβαια νωρίτερα ζητήσει «γραπτές εγγυήσεις» από την κυβέρνηση Ντάσιτς για τα συμφωνηθέντα, ενώ ο Σέρβος πρωθυπουργός τους διαβεβαίωσε αρκετές φορές πως εάν κάτι πάει στραβά ή δεν τηρηθεί έστω και ένας όρος από τη συμφωνία τότε αυτή αυτόματα θα ανασταλεί.
Αρθρο του βρετανικού «Εconomist» αναφερόμενο στη συνάντηση της 4ης Δεκέμβρη στις Βρυξέλλες εκτίμησε το κλίμα στις διαπραγματεύσεις Ντάσιτς - Θάτσι σχεδόν απρόσμενα «θετικό» και προέβλεψε πως οι δύο ηγέτες θα μπορούσαν να κάνουν περαιτέρω βήματα για μία πλήρη εξομάλυνση των μεταξύ τους σχέσεων.
Βέβαια η στάση των δύο ηγετών δεν προκαλεί εντύπωση, αφού η αστική τάξη σε Βελιγράδι και Πρίστινα παραμένει σταθερά προσανατολισμένη σε μία προοπτική ένταξης στην ΕΕ (ενδεχομένως και στο ΝΑΤΟ που αιματοκύλισε την περιοχή με την επέμβαση του 1999). Μάλιστα, ο αρθρογράφος του «Economist» εκτιμά ότι οι ηγέτες των δύο πλευρών καθορίζουν τη στάση τους από το «μέλλον» που επιδιώκουν να έχουν στην ΕΕ. Οπως σημειώνει χαρακτηριστικά, το Βελιγράδι προσδοκά να πάρει το επόμενο διάστημα μία ημερομηνία έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ και η Πρίστινα να απαλλαχθεί από τη χορήγηση βίζας στις χώρες της ζώνης Σένγκεν.
Η θετική (για τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις) έκβαση των διαπραγματεύσεων στις Βρυξέλλες θα είναι καταπέλτης για τους λαούς της περιοχής, και όλα τα Βαλκάνια που ταλανίζονται από πολιτικές λιτότητας, υψηλή ανεργία και αβεβαιότητα για το μέλλον. Από την άλλη, το σημερινό «καλό» κλίμα θα μπορούσε να ανατραπεί ανά πάσα στιγμή και να τιναχθούν όλα στον αέρα εφόσον αλλάξει ο ισχύον συσχετισμός δυνάμεων μεταξύ των ιμπεριαλιστικών συνασπισμών που εδώ και πολλά χρόνια διαγκωνίζονται να ελέγξουν μία στρατηγικά πολύτιμη (για τον έλεγχο των ενεργειακών οδών και όχι μόνο) περιοχή.
Το Πεντάγωνο έχει ανακοινώσει από τις αρχές του χρόνου τη δημιουργία της Αμυντικής Μυστικής Υπηρεσίας (Defense Clandestine Service ή DCS) ένα σχέδιο του οποίου ηγείται ο Μάικλ Τζ. Βίκερς, ο ανώτατος αξιωματούχος του Πενταγώνου όσον αφορά τις επιχειρήσεις και βετεράνος της CIA. Το σχέδιο στοχεύει στην αναβάθμιση και διεύρυνση της μονάδας κατασκοπείας εντός της Υπηρεσίας Πληροφοριών Αμυνας (DIA), της Υπηρεσίας Αμυνας HUMINT (HUMINT σημαίνει «πληροφορίες ανθρώπων»), η οποία δημιουργήθηκε το 1992 για τη βελτίωση του συντονισμού και της λογοδοσίας της στρατιωτικής κατασκοπείας, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης τάσης για τη σύγκλιση των πολιτικών και στρατιωτικών μυστικών υπηρεσιών καθώς οι DCS θα συνεργάζονται και θα συντονίζονται με τους πράκτορες της CIA.
«Η αναβάθμιση της DIA, σε συνδυασμό με την επέκταση της CIA μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2011, θα δημιουργήσει ένα κατασκοπευτικό δίκτυο πρωτοφανούς μεγέθους» αναφέρει η «Washington Post» για να συμπληρώσει ότι πράκτορες της DIA θα εκπαιδεύονται από τη CIA και θα επιχειρούν μόνοι τους, μαζί με τη CIA καθώς και σε συνεργασία με ομάδες ελίτ που βρίσκονται υπό τη διοίκηση του Στρατηγείου Ειδικών Επιχειρήσεων του αμερικανικού στρατού. Σε αντίθεση όμως με τη CIA, η οποία αναλαμβάνει σήμερα χτυπήματα με μη επανδρωμένα αεροσκάφη στο Αφγανιστάν και άλλες χώρες, η DIA δεν έχει την εξουσιοδότηση να διεξάγει επιχειρήσεις που προχωρούν πέρα από τη συλλογή πληροφοριών, ωστόσο μεταξύ των προτεραιοτήτων των DCS είναι «οι ισλαμιστικές ομάδες στην Αφρική, οι μεταφορές όπλων από τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν καθώς και ο εκσυγχρονισμός των ενόπλων δυνάμεων της Κίνας». Δεν πρόκειται για τμηματική ανάληψη καθηκόντων αλλά και για κύρια προσαρμογή στις προτεραιότητες της εθνικής ασφάλειας» τόνισε ο επικεφαλής των μονάδων κατασκοπείας αντιστράτηγος Μάικλ Τ. Φλιν σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου, δίχως ωστόσο να προβεί σε περαιτέρω λεπτομέρειες.