ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 8 Αυγούστου 2020 - Κυριακή 9 Αυγούστου 2020
Σελ. /32
ΔΙΑΦΩΝΙΕΣ ΓΑΛΛΙΑΣ - ΤΟΥΡΚΙΑΣ
Παζάρι που περιπλέκει επικίνδυνα τους κινδύνους και στη γειτονιά μας

Οι διαφωνίες των αστών δεν τους καθιστούν ποτέ συμμάχους των λαών (φωτ. από παλιότερη συνάντηση Μακρόν - Ερντογάν)
Οι διαφωνίες των αστών δεν τους καθιστούν ποτέ συμμάχους των λαών (φωτ. από παλιότερη συνάντηση Μακρόν - Ερντογάν)
Οσο εντείνονται οι διεργασίες για νέους πιθανούς συμβιβασμούς σε Αιγαίο - Ελληνοτουρκικά - Κυπριακό, τα αστικά επιτελεία δυναμώνουν τις προσπάθειές τους να κρύψουν από το λαό ενδοϊμπεριαλιστικές συμμαχίες που αναμορφώνονται, περιπλέκοντας τους ανταγωνισμούς και άρα τους κινδύνους για τα δικά του συμφέροντα. Σε αυτό το πλαίσιο, η Γαλλία προβάλλεται ως σημαντικός «εταίρος» που μπορεί να χρησιμεύσει στη χώρα μας, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών, Ν. Δένδιας, πρόσφατα χαρακτήρισε τον Πρόεδρό της, Εμανουέλ Μακρόν, σοβαρό και σταθερό σύμμαχο της πατρίδας μας.

Το τελευταίο διάστημα, οι τριβές μεταξύ Τουρκίας και Γαλλίας εντείνονται, ωστόσο αυτό σε καμία περίπτωση δεν καθιστά το γαλλικό κεφάλαιο υπερασπιστή των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας, συνολικά του λαού μας. Παρατηρώντας με μεγαλύτερη προσοχή τη συγκεκριμένη αντιπαράθεση, μπορούν να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα για το σύνθετο χαρακτήρα των αντιλαϊκών παζαριών και για τις πολλαπλές παγίδες που οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου διαμορφώνουν στους λαούς.

Το «λοκάρισμα» της γαλλικής φρεγάτας «Courbet», στα μέσα Ιούνη, από τουρκικό πολεμικό πλοίο ήταν ενδεικτικό των δυσκολιών που χαρακτηρίζουν τη γαλλο-τουρκική σχέση. Πρόκειται όμως για ένα γεγονός που εκδηλώθηκε ενώ Τουρκία και Γαλλία διατηρούν σοβαρές διαφορές, σε μέτωπα με μεγάλη αξία για ευρύτερα γεωπολιτικά σχέδια και σε περιοχές που αφορούν ευρύτερες κόντρες. Η Τουρκία ενοχλείται έντονα από την απλόχερη στήριξη που προσφέρει στους Κούρδους το Παρίσι, που δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι υποδέχεται αντιπροσωπείες κουρδικών οργανώσεων πιο συχνά από κάθε άλλη ευρωπαϊκή πόλη. Παρά τα μέτρα περιορισμού μετακινήσεων (λόγω της πανδημίας), η κυβέρνηση Μακρόν έστειλε τον περασμένο Μάη αντιπροσωπεία του ΥΠΕΞ να συναντήσει την Εθνική Συμμαχία Κούρδων (ΗNKS) αλλά και το ίδιο το PYD, τον βασικότερο πολιτικό σχηματισμό των Κούρδων στη βόρεια Συρία, με στόχο να προχωρήσουν οι προσπάθειες δημιουργίας ενιαίας κουρδικής πλατφόρμας. Με στόχο, δηλαδή, η Γαλλία να διατηρήσει βασικό ρόλο στην «επόμενη μέρα» στη Συρία, επενδύοντας και στην αναβάθμιση των Κούρδων, που όλα δείχνουν ότι είναι «προδιαγεγραμμένη», αλλά για την Αγκυρα αποτελεί πηγή «αστάθειας», δεδομένων και των αποσχιστικών οργανώσεων που συνεχίζουν να δρουν στα σύνορα αλλά και στην ίδια της την επικράτεια (ΡΚΚ).

Από την άλλη πλευρά, η στοχευμένη διείσδυση που το τουρκικό κεφάλαιο επιχειρεί τα τελευταία χρόνια στην Αφρική προβληματίζει έντονα τη Γαλλία, που ως πρώην αποικιοκρατική δύναμη διατηρούσε συγκριτικά πλεονεκτήματα σε πάρα πολλές από τις χώρες της. Η προσπάθεια του γαλλικού κεφαλαίου να διατηρήσει ισχυρή στρατιωτική και επενδυτική παρουσία σε πρώην αποικίες του αντιμετωπίζει με ανησυχία τα φιλόδοξα σχέδια τουρκικών μονοπωλίων (κατασκευαστικών και άλλων), αλλά και τις επίμονες «κρούσεις» των Τούρκων να διασφαλίσουν χώρους για στρατιωτικές βάσεις στην περιοχή.

Τυχαία δεν είναι και η διαφωνία τους για τη Λιβύη, όπου γαλλικοί κολοσσοί, όπως η «Total», έχουν εδώ και πολλά χρόνια τεράστιες επενδύσεις. Από 31.000 βαρέλια τη μέρα που ο όμιλος παρήγε στη χώρα το 2017, αυτά ανέβηκαν στις 63.000 το 2018. Μέχρι σήμερα η Γαλλία στηρίζει το «στρατόπεδο» Χάφταρ, που τους τελευταίους μήνες, μετά και την αποφασιστική (και στρατιωτική) στήριξη της Τουρκίας στον (αντίπαλό του) Φαγέζ αλ Σάρατζ, δέχεται μεγαλύτερη πίεση.

Ανησυχία για τις «φιλοδοξίες του Ερντογάν»

«Σε διεθνές επίπεδο, η Τουρκία του Ερντογάν είναι εξαιρετικά φιλόδοξη. Εύχεται να μετατραπεί σε έναν παίκτη που θα μπορεί να συνομιλεί ως ίσος προς ίσο με τις δύο μεγάλες "παλιές" υπερδυνάμεις του Ψυχρού Πολέμου: Τις ΗΠΑ και τη Ρωσία», σημείωναν στις 14 Ιούλη δύο αναλυτές σε συνέντευξή τους στο γαλλικό περιοδικό «Atlantico», περιγράφοντας γιατί προκαλεί «ανασφάλεια» στο Παρίσι η δυναμική απόπειρα της Αγκυρας να αποκτήσει ισχυρό ρόλο σε Μέση Ανατολή, Βόρεια Αφρική, Μεσόγειο, σε μια ζώνη στην οποία «παραδοσιακά» το γαλλικό κεφάλαιο επένδυε πολλαπλά για το δυνάμωμα της γεωπολιτικής του ισχύος. «Η Αγκυρα φιλοδοξεί μέσα από μια εξωτερική πολιτική ιδιαίτερα δραστήρια (...) να γίνει παράγοντας που δεν μπορεί να αγνοηθεί, μέσα σε έναν πολυπολικό κόσμο που χαρακτηρίζεται από "απο-δυτικοποίηση"... Η Τουρκία συνιστά μια μόνιμη απειλή για τη Μεσόγειο», συνέχιζαν.

Σε ερώτηση για το «ποια μπορεί να είναι η αντίδραση Ευρώπης και Γαλλίας» στις τουρκικές επιδιώξεις, η απάντηση ήταν ότι χωρίς δισταγμό η Γαλλία πρέπει να επενδύσει και στην άσκηση πίεσης κατά της Τουρκίας σε Ελληνοτουρκικά, Κυπριακό κ.τ.λ. «Νέες ή συνεχιζόμενες γεωστρατηγικές συμμαχίες επανασχεδιάζονται στις μέρες μας απέναντι στην εθνικιστική - ισλαμιστική - νεο-οθωμανική απειλή της Τουρκίας του Ερντογάν...», ανέφεραν οι δύο αναλυτές (περιλαμβάνοντας σε αυτές τις συμμαχίες τα τριμερή και τετραμερή σχήματα με την Ελλάδα και την Κύπρο) οι οποίοι χαρακτηρίζοντας τον Ερντογάν «αναμφισβήτητο μετρ της στρατηγικής τού "δοκιμάζω αντιδράσεις"», τόνισαν ότι η υπεράσπιση της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας μπορεί να αξιοποιηθεί ως πρώτης τάξης πεδίο αποδυνάμωσης του τουρκικού κεφαλαίου, που θεωρείται απειλή για το γαλλικό. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, σημείωναν ότι «αν σήμερα ο Ερντογάν δεν είναι ακόμα αποφασισμένος να επιτεθεί στην Ελλάδα για να της κλέψει τα νησιά του Αιγαίου και να αρπάξει τις ΑΟΖ για να διοχετεύσει υπεράκτια, τελικά θα το κάνει, αν διαπιστώσει ότι καμία μεγάλη δύναμη ή ομάδα δυνάμεων (Ρωσία, ΕΕ, ΝΑΤΟ, ΟΗΕ, Αραβική Ενωση) δεν δείχνει έτοιμη να της φράξει το δρόμο, με όλα τα μέσα, και στρατιωτικά...».

Και για να μη μείνει κανένα περιθώριο παρεξήγησης των προθέσεων με τις οποίες η Γαλλία κοντράρεται με την Τουρκία, οι δύο αστοί αναλυτές παρέπεμψαν στην «ευρωπαϊκή» στήριξη των Ελλήνων στην πάλη τους ενάντια στον οθωμανικό ζυγό τον 18ο αιώνα προσπαθώντας να φορέσουν στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς - όπως συνηθίζεται - «εθνικο-απελευθερωτικό» μανδύα, δοκιμασμένο από μια εποχή που έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Ομως και τότε η Γαλλία όταν στήριζε την επαναστατική Ελλάδα το έκανε για τα δικά της συμφέροντα κόντρα σε αυτά της Ρωσίας και της Αγγλίας και όχι των λαών.


Με φόντο το «διάλογο» Αγκυρας - Βερολίνου

Πληθαίνουν οι γερμανικές συστάσεις στην Ελλάδα «να κάνει υποχωρήσεις», επειδή όσο υπάρχουν «μαξιμαλιστικές θέσεις, είναι αδύνατος ένας εποικοδομητικός διάλογος»

Ενώ οι επαφές της Τουρκίας με τη Γαλλία χειροτερεύουν, δυναμώνει μια διαπραγμάτευση ανάμεσα στην Τουρκία και τη Γερμανία, που αυτήν την περίοδο προεδρεύει και στην ΕΕ. Η Αγκυρα φυσικά δεν αγνοεί τις γαλλογερμανικές αντιθέσεις, αντίθετα μελετά πώς θα μπορούσε να τις αξιοποιήσει.

Το Βερολίνο έχει διακηρύξει ότι η σχέση ΕΕ - Τουρκίας αποτελεί «μία από τις σοβαρότερες προκλήσεις για τη γερμανική προεδρία» και σε διάφορες στιγμές αποδεικνύει ότι προσπαθεί να είναι προσεκτικό στους τόνους που χρησιμοποιεί απέναντι στην Αγκυρα. Για παράδειγμα, ήταν ενδεικτική η «διακριτικότητα» με την οποία αντέδρασε (όχι μόνο εκείνο...) στο «περιστατικό» με το λοκάρισμα της γαλλικής φρεγάτας από το τουρκικό Πολεμικό Ναυτικό.

Αναλυτής της «δεξαμενής σκέψης» SETA (στενού συνεργάτη του τουρκικού ΥΠΕΞ) περιέγραφε πρόσφατα την εκτίμηση που γεννά στην Αγκυρα η προθυμία του Βερολίνου να συμβάλει στην αναθέρμανση των παζαριών μαζί της: «Η Μέρκελ, που σε αντίθεση με τον Γάλλο Πρόεδρο ηγείται της Ευρώπης με υπεύθυνο τρόπο, ελπίζει να αναθερμάνει τη σχέση ανάμεσα στην Τουρκία και την ΕΕ. Ενώ ο Εμανουέλ Μακρόν δεσμεύεται να εμποδίσει την Ενωση να αναθέσει την ασφάλεια της Ανατολικής Μεσογείου στην Τουρκία και άλλους παίκτες, η Γερμανίδα καγκελάριος τονίζει τη σημασία των σχέσεων Τουρκίας - ΕΕ για το μέλλον της Ευρώπης. Κι άλλα μέλη της ΕΕ, επίσης, αντιτίθενται στην πίεση του Μακρόν για κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Δεν έχουν κανένα όφελος να αφήσουν τη Γαλλία να τους χρησιμοποιήσει στην αντιπαράθεσή της με την Τουρκία για τη Λιβύη και την Ανατολική Μεσόγειο...». Σε αυτές τις συνθήκες εντόπιζε την «ανάδυση της Μέρκελ ως μεσίτη μεταξύ Αγκυρας και Αθήνας...» και συνέχιζε: «Η Αγκυρα ήδη ξεκαθάρισε ότι δεν θα δεχόταν να εγκλωβιστεί στον Κόλπο της Αττάλειας, ακυρώνοντας τις δύο συμφωνίες που υπέγραψε με τη Λιβύη το Νοέμβρη του 2019. Υπ' αυτήν την έννοια, η Ελλάδα και η Γαλλία δεν θα κατάφερναν τίποτα - εκτός από την αποδυνάμωση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ - προσπαθώντας να χρησιμοποιήσουν οργανώσεις για τη στοχοποίηση της Τουρκίας...».

Την ίδια στιγμή, πυκνώνουν και οι γερμανικές επισημάνσεις για την ανάγκη «ρεαλισμού» στις διαπραγματεύσεις που ετοιμάζονται. Τελευταίο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι δημοσίευμα στην «Ντόιτσε Βέλε», που παρατηρούσε για την πρόσφατη αναπροσαρμογή των ερευνών του «Ορούτς Ρέις» ότι «μετά από διαμεσολάβηση της καγκελαρίου Μέρκελ η Τουρκία υποχώρησε προσωρινά». Παρέθετε δε νέες συστάσεις Γερμανού ακαδημαϊκού που υποστήριζε ότι «οι ελληνικές θέσεις έχουν αμφισβητούμενη νομική βάση, διότι σύμφωνα με αυτές η ελληνική ΑΟΖ φθάνει μέχρι τα παράλια της ηπειρωτικής Τουρκίας (...)Το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων δεν μπορεί να είναι ότι η Τουρκία χάνει τα πάντα. Η Ελλάδα, αν θέλει να είναι δίκαιη, οφείλει να κάνει υποχωρήσεις, π.χ στα νησιά... Οσο οι δύο πλευρές επιμένουν σε μαξιμαλιστικές θέσεις, είναι αδύνατος ένας εποικοδομητικός διάλογος». Δεν παρέβλεπε μάλιστα να θυμίσει ότι «εναλλακτικά στις διαπραγματεύσεις σε πολιτικό επίπεδο υπάρχει η προσφυγή στο Διεθνές Ναυτικό Δικαστήριο του Αμβούργου ή το Διεθνές Δικαστήριο στη Χάγη...».


Α. Μ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ