ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 8 Ιούνη 2019 - Κυριακή 9 Ιούνη 2019
Σελ. /40
ΕΚΛΟΓΕΣ 2019
ΣΥΡΙΖΑ
Επιστράτευση «αυτοκριτικής», κάλπικων διλημμάτων και εκβιασμών

INTIME NEWS

Εξωραϊσμός της κυβερνητικής θητείας με δόσεις «αυτοκριτικής», εκφοβισμός του λαού με τον «μπαμπούλα» πότε της «δεξιάς» και πότε του ΔΝΤ, αναπαραγωγή των κάλπικων διλημμάτων και τονωτικές ενέσεις με ισχυρισμούς ότι «το ματς γυρίζει»...

Τα παραπάνω περιλαμβάνονται στο μενού της κυβερνητικής προπαγάνδας, με στόχο να κλείσει όσο γίνεται η «ψαλίδα» της διαφοράς με τη ΝΔ στις εθνικές εκλογές της 7ης Ιούλη, κρατώντας εγκλωβισμένες λαϊκές δυνάμεις στη λογική του υποτιθέμενου «μικρότερου κακού».

Και όλα αυτά, «πακέτο» με τις απαραίτητες διαβεβαιώσεις στο κεφάλαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνει διαθέσιμος ως ο «άλλος πόλος» της κυβερνητικής εναλλαγής, όποτε κριθεί σκόπιμο για να συνεχίσει τη βρώμικη δουλειά από εκεί που θα την αφήσει η ΝΔ, ή ακόμα και μαζί με τη ΝΔ, αν αυτό απαιτήσουν κάποιες «εξαιρετικά κρίσιμες συνθήκες».

Ας δούμε όμως πιο συγκεκριμένα βασικές τοποθετήσεις της κυβέρνησης των τελευταίων ημερών.

«Αυτοκριτική» δικαίωσης της βάρβαρης πολιτικής

Απ' το βράδυ ακόμα των ευρωεκλογών, όταν διαφάνηκε το εύρος της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ, τα στελέχη του συμπεριφέρονταν σαν να τους «χρωστούσε» ο λαός, λέγοντας π.χ. ότι «δεν έγινε αντιληπτή η προσφορά της κυβέρνησης».

Με την υποτιθέμενη «αυτοκριτική» και τα λόγια ότι τάχα «πήρε το μήνυμα», πασπαλισμένη από ατάκες όπως ότι «δεν προλάβαμε να εξηγήσουμε στο λαό το έργο μας», η κυβέρνηση στην πραγματικότητα υπερασπίζεται όλη την αντιλαϊκή πολιτική της τα προηγούμενα χρόνια, πολιτική η οποία έδωσε «συγχωροχάρτι» και «αέρα στα πανιά» των ΝΔ - ΠΑΣΟΚ.

Αλλωστε, αυτήν τη λογική του «μονόδρομου» και του «ρεαλισμού» της υποταγής, που φούσκωσε παραπέρα το κύμα της συντηρητικοποίησης, υπερασπίζονται τα κυβερνητικά στελέχη και όταν λένε, όπως ο Αλ. Τσίπρας, ότι τα τρία πρώτα χρόνια «κυβερνάγαμε με τα χέρια δεμένα πίσω από την πλάτη».

Ενα επιχείρημα» που απογείωσε η αναπ. υπουργός Κοινωνικής Πολιτικής, Θ. Φωτίου, λέγοντας ότι «εμείς στην πραγματικότητα κυβερνάμε εννέα μήνες», αλλά και όταν λένε ότι «ο λαός δεν πρόλαβε να γευτεί τα οφέλη» της πολιτικής τους, επιμένοντας δηλαδή στο ψέμα ότι η πολιτική προς όφελος του κεφαλαίου μπορεί τάχα να έχει και «οφέλη» για το λαό.

Αυτό εννοούν - όπως και την αποφασιστικότητά τους να συνεχίσουν στην ίδια πορεία όποτε το επιτάξουν τα συμφέροντα του κεφαλαίου - όταν λένε ότι ανάμεσα σε αυτά που δεν «εξήγησαν στο λαό» είναι ότι «καταφέραμε να βγάλουμε πλεονάσματα», δηλαδή να κάνουν «κανονικότητα» το μάτωμα του λαού, και ότι «πετύχαμε την αναβάθμιση του ρόλου και του κύρους της χώρας στο διεθνές και ευρωπαϊκό στερέωμα», εννοώντας τη βαθιά εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς που κάνουν την Ελλάδα «μεντεσέ» στα επικίνδυνα γεωπολιτικά παιχνίδια των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ.

Χαρακτηριστικά, εξάλλου, της κάλπικης «αυτοκριτικής» είναι και τα όσα είπε την Πέμπτη ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομικών, Γ. Δραγασάκης, ότι μπορεί να μην «μπορέσαμε πάντα να υπερασπιστούμε τη διαφορετικότητά μας» και «κάναμε κι εμείς πράγματα για τα οποία ένας κόσμος έλεγε "μα κι εσείς τα ίδια κάνετε"», διευκρινίζοντας όμως αμέσως μετά πως «το έργο το οποίο κάναμε μπορώ να το υπερασπιστώ σε ό,τι αφορά τη γενική του κατεύθυνση».

Μπορεί λοιπόν - όπως λένε - να έκανε επιμέρους «λάθη» η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στα χρόνια που εφάρμοσε και ενίσχυσε την αντιλαϊκή πολιτική των προηγούμενων, λόγω «αδυναμιών και απειρίας», αλλά η γενική κατεύθυνση στήριξης του κεφαλαίου ήταν σωστή.

Μπαμπούλας «δεξιάς» και ΔΝΤ

Τα παραπάνω φυσικά πλαισιώνονται και από τα απαραίτητα ψεύτικα και εκβιαστικά διλήμματα, όπως το αν η χώρα «θα συνεχίσει μια θετική πορεία προς τα μπρος με ένα ισορροπημένο μείγμα ελαφρύνσεων, αλλά και κοινωνικής στήριξης, ή αν θα βρεθεί μπροστά σε πολύ επικίνδυνες ατραπούς σε ό,τι αφορά την κοινωνική σταθερότητα, σε ό,τι αφορά και τη δημοσιονομική πορεία της», όπως είπε ο πρωθυπουργός, ανασύροντας ξανά τα σκιάχτρα της «δεξιάς» και του ΔΝΤ.

Ειδικά η επίκληση του πρωθυπουργού στην «κοινωνική σταθερότητα», που ο ίδιος έδειξε ότι μπορεί να εξασφαλίσει, κάτι που το επισήμανε στη συνέντευξή του, είναι υπενθύμιση στο κεφάλαιο ότι έκανε τη βρώμικη δουλειά του, τσακίζοντας και ταυτόχρονα χειραγωγώντας το λαό, τις δίκαιες αντιδράσεις, κάτι που δυσκολεύονται να κάνουν η ΝΔ ή το ΠΑΣΟΚ με τον ίδιο τρόπο.

Αυτή την ικανότητά του ο ΣΥΡΙΖΑ «πουλάει» στην αστική τάξη σαν το μεγάλο του ατού σε σχέση με τη ΝΔ, έστω κι αν φθάρηκε τα προηγούμενα χρόνια υπό το βάρος της αντιλαϊκής πολιτικής που εφάρμοσε.

Ο ΣΥΡΙΖΑ για άλλη μια φορά προσπαθεί να κάνει το μαύρο άσπρο. Σηκώνει το επιχείρημα ότι ο λαός κινδυνεύει να «γυρίσει πίσω στα μνημόνια», όταν αυτά δεν έφυγαν ποτέ από εδώ και, όπως φαίνεται και στην έκθεση της Κομισιόν με το νέο αντιλαϊκό μενού, συνεχίζονται μαζί με την εποπτεία, και στη λεγόμενη «μεταμνημονιακή εποχή». Ανοίγει ψευτο-κόντρα με τους «ακραίους συντηρητικούς κύκλους της ΕΕ», την ίδια ώρα που δεσμεύεται στη συνέχιση και υλοποίηση των αντιλαϊκών στόχων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η τροπολογία που έφερε για την κατάργηση της μείωσης του αφορολόγητου. Μαζί με αυτήν κατάργησε και μια σειρά από μέτρα που έδιναν ανάσα στο λαό (π.χ. μείωση του ΦΠΑ, μείωση του ΕΝΦΙΑ) πολύ απλά γιατί δεν χωράνε όλα στον δημοσιονομικό κορσέ. Μιλάει για βήματα στην αποκατάσταση αδικιών, όταν στην πραγματικότητα καλεί τον λαό να διαλέξει τι θα χάσει. Λέει ότι κινδυνεύουν οι εργασιακές σχέσεις που οι ίδιοι έχουν χαντακώσει. Η πραγματικότητα λοιπόν είναι αμείλικτη. Αυτό που θα παραλάβει η ΝΔ από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η αντιλαϊκή σκυτάλη, η συνέχιση του ίδιου αντιλαϊκού δρόμου.

Το έργο το έχουμε βεβαίως ξαναδεί, τα ίδια έκανε και το ΠΑΣΟΚ τις δεκαετίες του 1990 και του 2000. Και μάλιστα, όπως κάνει και ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, κατηγορούσε το ΚΚΕ ότι με τη στάση του παίζει το παιχνίδι της δεξιάς. Παλιό και φθαρμένο επιχείρημα, για να κρύψουν ότι είναι δύο πόλοι του ίδιου αντιλαϊκού σχεδίου και γι' αυτό άλλωστε οι συγκλίσεις μεταξύ τους, που έχουν ήδη πετύχει σε ψηφοφορίες στη Βουλή, αφήνουν ανοιχτή την πιθανότητα ακόμα και μελλοντικής κυβέρνησης συνεργασίας. Οπως άλλωστε συνέβη και με το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ.

Οι «δύο πόλοι» του ίδιου σχεδίου

Αυτόν τον δρόμο ο Αλ. Τσίπρας διαμηνύει ότι θα συνεχίσει να υπηρετεί, απ' όποια θέση, παραμένοντας διαθέσιμος από όποιο πόστο αναλάβει μετά τις εκλογές.

Αυτό εννοούν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όταν λένε ότι στοιχείο της «κανονικότητας» που αποτύπωσαν οι πρόσφατες ευρωεκλογές, είναι η «εμπέδωση» του διπολισμού, με τον ίδιο «κυρίαρχο» στο ρόλο του ενός από τους δυο πόλους.

Με τον πρωθυπουργό στην πρόσφατη συνέντευξή του στην ΕΡΤ να λέει ότι «σε συνθήκες ομαλές και κανονικότητας, οι δυο βασικοί πόλοι αριστεράς και δεξιάς δεν είναι μαζί», αλλιώς - προσθέτουμε εμείς - πώς θα κρατούν εγκλωβισμένο τον λαό σε δήθεν «αντίθετα σχέδια»;

Και αμέσως μετά να διευκρινίζει πως «προφανώς, οι δύο πόλοι του πολιτικού συστήματος και στην απλή αναλογική δεν μπορούν να είναι σε πλαίσιο συνεργασίας, παρά μονάχα κάτω από πολύ ακραίες συνθήκες, που αυτό ορίζει η ανάγκη της χώρας, αν υπάρχει κάποιο μεγάλο εθνικό θέμα». Αποκαλύπτοντας δηλαδή ότι τελικά ακόμα και ένα σενάριο «μεγάλου συνασπισμού» σαν αυτό που συζητούσαν το 2015, δεν είναι δα και τόσο απίθανο, αν αυτό απαιτήσουν οι ανάγκες του κεφαλαίου.

Τα αστικά κόμματα έτσι κι αλλιώς σκουντουφλάνε το ένα στο άλλο, όπως φάνηκε περίτρανα και το τελευταίο εξάμηνο με τις μετεγγραφές ανάμεσα σε όλες τις κοινοβουλευτικές ομάδες, έχοντας κοινό παρονομαστή την αντιλαϊκή στρατηγική της ΕΕ και τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί με γνώμονα τι συμφέρει το εγχώριο κεφάλαιο και πώς θα διασφαλιστεί η ανάκαμψη της κερδοφορίας του...


Β.


ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ
Κόντρες και διεργασίες με κοινή συνισταμένη την αντιλαϊκή «σταθερότητα»

Σε αναβρασμό βρίσκεται το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, μετά την κόντρα ανάμεσα στην πρόεδρό του, Φώφη Γεννηματά, και τον Ευάγγελο Βενιζέλο, με αφορμή την ανακοίνωση από την πρώτη ότι επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας θα είναι ο Γιώργος Καμίνης.

Η εξέλιξη αυτή πυροδότησε σοβαρές εσωκομματικές εξελίξεις και διεργασίες, που «πατούν» στο έδαφος της αναζήτησης ενός πολιτικού μετεκλογικού ...προορισμού για το ΚΙΝΑΛ, στην κατεύθυνση του να παίξει το ρόλο του καταλύτη για τη «σταθερότητα» στο αστικό πολιτικό σύστημα και το ρόλο του εγγυητή στην απρόσκοπτη υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής, όπως άλλωστε κάνει επί δεκαετίες.

Η αντιπαράθεση αφορά το εάν θα γίνει συνεργασία με τη ΝΔ μετά τις εκλογές σε περίπτωση που δεν υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση, ή εάν με τη μια ή την άλλη μορφή θα «συγκολληθεί» στον - κατά προτίμηση αποδυναμωμένο - ΣΥΡΙΖΑ, στο πλαίσιο της δημιουργίας ενός σοσιαλδημοκρατικού πόλου - εγγυητή στην αντιλαϊκή εναλλαγή στη διακυβέρνηση.

Ανεξάρτητα από «προτιμήσεις» των στελεχών του ΚΙΝΑΛ και το έντονο σχετικό παρασκήνιο, το βασικό ζητούμενο με τη μια ή την άλλη μορφή είναι λοιπόν το πώς θα εξασφαλιστούν οι «συναινέσεις» για την επόμενη μέρα.

Αυτό είναι το στίγμα και η κατεύθυνση του ρόλου που διεκδικεί να παίξει το ΠΑΣΟΚ στο αστικό πολιτικό σύστημα, βλέποντας μάλιστα ως «ευκαιρία» την εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και τη διαφαινόμενη ανάδειξη της ΝΔ ξανά σε κυβέρνηση.

Ο λαός όμως έχει πείρα και δεν πρέπει να ξεγελαστεί. Το ΠΑΣΟΚ το δοκίμασε και ως «σοσιαλιστικό», και ως «εκσυγχρονιστικό», και ως αυτοδύναμη κυβέρνηση, και ως συνιστώσα σε κυβερνήσεις συνεργασίας, και ως «Ελιά», και ως ΔΗΣΥ, και ως ΚΙΝΑΛ.

Δεν πρέπει να διαφεύγει πως βασικός κορμός του προγράμματος του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, όπως άλλωστε και του ΣΥΡΙΖΑ, είναι το «νέο κοινωνικό συμβόλαιο», που στον πυρήνα του έχει μέτρα για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου, σε συνδυασμό με μέτρα αποτελεσματικότερης και πιο στοχευμένης διαχείρισης της φτώχειας, που μεγαλώνει για το λαό.

Οι εργαζόμενοι, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι μισθωτοί επιστήμονες, οι αγρότες, οι νεολαίοι που απεγκλωβίζονται από τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν πρέπει να γυρίσουν πίσω, δεν πρέπει να κάνουν βήμα προς τα πίσω. Να κάνουν βήμα προς τα μπρος, να απεγκλωβιστούν απ' τα σοσιαλδημοκρατικά αδιέξοδα, από τις επιλογές ανάμεσα σε δυνάμεις χρήσιμες για το σύστημα, τους επιχειρηματικούς ομίλους. Να έρθουν σε επαφή με τις θέσεις του ΚΚΕ, την πρότασή του. Να κάνουν μία επιλογή που θα μετρήσει την επόμενη μέρα για τον λαό.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ