ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Μάρτη 2009
Σελ. /32
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΛΑΔΟΥ ΦΑΡΜΑΚΟΥ
Αυτές δεν τις πλήττει η κρίση

ICON

«Το φάρμακο στον καπιταλισμό αποτελεί ένα ακριβοπληρωμένο εμπόρευμα, όπου τα μέσα παραγωγής του, η διακίνησή του, όπως και η έρευνα, βρίσκονται στα χέρια, στην ιδιοκτησία ορισμένων κεφαλαιοκρατών για να εξασφαλίζουν κέρδη και υπερκέρδη».

Θέσεις του ΚΚΕ για την Υγεία

Μάης 2008

Η παραπάνω διατύπωση αποτελεί την καλύτερη και πλέον ουσιαστική κωδικοποίηση όλων όσα συμβαίνουν στο χώρο του φαρμάκου και τα οποία αποτυπώνονται με έναν ιδιαίτερα αποκαλυπτικό τρόπο στο σύνολο των οικονομικών στοιχείων που συνθέτουν τον κλάδο του φαρμάκου. Είτε στην παραγωγή, είτε στην εμπορία- διακίνηση.

Εξετάζοντας τον κλάδο του φαρμάκου, πολύ εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι μιλάμε για ένα χώρο όπου βρίσκει απόλυτη ενσάρκωση η περιβόητη «επιχειρηματική δραστηριότητα», από όλες τις απόψεις. Από τη σκοπιά της απόδοσης των κεφαλαίων, των ορίων της κερδοφορίας, της προοπτικής των αυξήσεων στις πωλήσεις, του βαθμού εξασφάλισης της κυριαρχίας στην αγορά χάρη στις κρατικές παραγγελίες, του βαθμού εξαχρείωσης και παρασιτισμού του κεφαλαίου, κ.ο.κ.

Ας ξεκινήσουμε από το τελευταίο. Οταν στις αρχές της προηγούμενης βδομάδας ο Οργανισμός Προώθησης Εξαγωγών δημοσιοποίησε τα επίσημα στοιχεία για τις εξαγωγές του 2008, κάποιοι πέσαμε από τα σύννεφα. Οι εξαγωγές φαρμάκου βρίσκονταν πέρσι στη δεύτερη θέση των εξαγωγών που κάνουν ελληνικές επιχειρήσεις προς διάφορες χώρες του κόσμου. Το ίδιο συνέβαινε και πρόπερσι και το 2006 και αρκετά από τα προηγούμενα χρόνια. Το φάρμακο βρίσκεται σταθερά στη δεύτερη θέση του συνόλου των εξαγώγιμων προϊόντων-εμπορευμάτων.


Ακόμα μεγαλύτερη θα είναι η έκπληξη για όσους προσπαθήσουν να δουν την αντιστοιχία των εξαγωγών φαρμάκου με την εγχώρια παραγωγή. Το 2006, χρονιά για την οποία υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία, η παραγωγή φαρμάκου στη χώρα ανήλθε στα 666 εκατ. ευρώ (ΙΟΒΕ, η αγορά φαρμάκου στην Ελλάδα, Ετήσια Εκθεση 2008, σελίδα 3). Οι εξαγωγές φαρμάκων εκείνη τη χρονιά διαμορφώθηκαν στα 850,5 εκατ. ευρώ. Δηλαδή, ο όγκος των εξαγωγών ήταν κατά 184,5 εκατομμύρια ευρώ υψηλότερος (ποσοστό 27,7%) από τον όγκο της εγχώριας παραγωγής. Τι συμβαίνει εδώ; Μα, αυτό που λέγεται και στα λόγια. Οι μεγαλοεπιχειρηματίες του κλάδου, βιομήχανοι και έμποροι, εισάγουν μεγάλες ποσότητες φαρμάκου όχι για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες του πληθυσμού σε φάρμακα, αλλά μόνο και μόνο για να τα επανεξάγουν, αφού με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζουν μεγαλύτερα κέρδη, από αγορές όπου τα φάρμακα πωλούνται ακριβότερα από ό,τι στη χώρα μας.

Εγγυημένα υπερκέρδη

Βέβαια, τα υπερκέρδη που τσεπώνουν οι επιχειρήσεις του κλάδου δεν προέρχονται μόνο από την κομπίνα των ψεύτικων εξαγωγών. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η λεγόμενη φαρμακευτική δαπάνη στη χώρα μας αυξάνει με αλματώδεις ρυθμούς, πρώτα και κύρια λόγω των συνεχών ανατιμήσεων στα φάρμακα αλλά και της κατευθυνόμενης, από τις ίδιες τις φαρμακοβιομηχανίες- φαρμακαποθήκες, συνταγογράφησης.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης, κατά τη δεκαετία 1998-2007, η λεγόμενη φαρμακευτική δαπάνη διαμορφώθηκε ως εξής:

  • 1998: 1,8 δισ. ευρώ
  • 1999: 2,1 δισ. ευρώ
  • 2000: 2,6 δισ. ευρώ
  • 2001: 3,1 δισ. ευρώ
  • 2002: 3,8 δισ. ευρώ
  • 2003: 4,3 δισ. ευρώ
  • 2004: 5,3 δισ. ευρώ
  • 2005: 5,5 δισ. ευρώ
  • 2006: 6,1 δισ. ευρώ
  • 2007: 7,7 δισ. ευρώ

Δηλαδή, μέσα σε μια δεκαετία η δαπάνη για φάρμακα υπερτετραπλασιάστηκε! Από 1,8 δισ. ευρώ, διαμορφώθηκε στα 7,7 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση της τάξης 327%!

Αλχημείες

Αντιλαμβανόμενοι ότι τα στοιχεία αυτά καθιστούν μία άνευ προηγουμένου πρόκληση σε βάρος των λαϊκών νοικοκυριών, των εργαζομένων, των ασφαλιστικών ταμείων, των δημόσιων νοσοκομείων, της κοινωνίας συνολικά, και κατανοώντας ότι αργά ή γρήγορα ο κόσμος θα εξεγερθεί σε βάρος όσων σπεκουλάρουν και θησαυρίζουν μετατρέποντας ένα αγαθό, όπως είναι το φάρμακο, σε «σκληρό» εμπόρευμα που διακινείται με αποκλειστικό σκοπό το κέρδος, οι εκπρόσωποι του κλάδου επιχειρούν να αμφισβητήσουν τα παραπάνω στοιχεία.

Για να το πετύχουν ισχυρίζονται ότι είναι άλλο πράγμα οι «πωλήσεις φαρμάκων» και διαφορετικό η «φαρμακευτική δαπάνη». Για να θεμελιώσουν την άποψή τους, υποστηρίζουν ότι στην εμφανιζόμενη επίσημα «φαρμακευτική δαπάνη», πέρα από την εργοστασιακή τιμή, περιλαμβάνονται το κέρδος των φαρμακοποιών, οι διάφοροι φόροι και η αξία των φαρμάκων που εξάγονται. Είναι ολοφάνερο ότι ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων που επικαλείται αυτού του είδους τα στοιχεία θέλει να θολώσει τα νερά. Γιατί, αν μη τι άλλο, οι επιβαρύνσεις στις οποίες αναφέρεται, υπολογίζονται ποσοστιαία επί της εργοστασιακής τιμής, ενώ οι εξαγωγές είναι ένα μέγεθος που ακόμα και αν αφαιρεθεί, σε ετήσια βάση, δεν αλλοιώνει την εικόνα της συνεχώς αυξανόμενης φαρμακευτικής δαπάνης. Μια αύξηση, η οποία το μόνο που εξυπηρετεί είναι η βελτίωση των οικονομικών δεδομένων και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων του κλάδου.

Εντυπωσιακή εικόνα

Η εικόνα που παρουσιάζουν οι επιχειρήσεις του κλάδου είναι εντυπωσιακή. Συμπυκνώνει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο τα αποτελέσματα της πολιτικής που στοχεύει στη στήριξη των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου, σε βάρος των εργατικών νοικοκυριών και των λαϊκών στρωμάτων συνολικά.

Ο κλάδος της παραγωγής φαρμάκου, το 2003, αριθμούσε 65 επιχειρήσεις, οι οποίες μετά από συγχωνεύσεις και εξαγορές το 2005 κατέληξαν να είναι 60. Το 2006, με βάση την αξία της παραγωγής, αποτελούσε το 29,3% της χημικής βιομηχανίας και το 2,1% της μεταποίησης συνολικά.

Στο χώρο του χονδρεμπορίου λειτουργούν 115 φαρμακαποθήκες και 27 συνεταιρισμοί φαρμακοποιών. Παράλληλα, ο αριθμός των φαρμακείων, σύμφωνα με στοιχεία του Πανελληνίου Φαρμακευτικού Συλλόγου, το 2005 ανήλθε στα 9.396.

Συνολικά για τις επιχειρήσεις του κλάδου ένα πρώτο σχόλιο: Οι 5-8 μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι του κλάδου φιγουράρουν σε κάθε θετική- θεαματική επιχειρηματική κατάταξη (κέρδη, απόδοση, πωλήσεις), ενώ απουσιάζουν εντελώς από τις αρνητικές ταξινομήσεις (ζημιές, υπερδανεισμός, χρέη). Λίγο πιο συγκεκριμένα, το 2006:

  • Στην κατάταξη του συνόλου των βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων που λειτουργούσαν στη χώρα, μεταξύ των 150 μεγαλύτερων, με κριτήριο τις πωλήσεις, συγκαταλέγονται 18 επιχειρήσεις του κλάδου.
  • Μεταξύ των 20 πιο κερδοφόρων μεταποιητικών επιχειρήσεων, οι 4 ήταν φαρμακευτικές (ΒΙΑΝΕΞ, ΠΦΑΪΖΕΡ, GLAXO, JANSSEN).
  • Από τις 300 επιχειρήσεις του κλάδου των χημικών, ανάμεσα στις 20 πρώτες με βάση το ενεργητικό τους οι 14 ήταν φαρμακοβιομηχανίες.
  • Στην κατάταξη των εκατοντάδων εταιρειών χονδρικού εμπορίου με βάση το ενεργητικό, μέσα στις 10 πρώτες οι 4 είναι φαρμακευτικές εταιρείες.

Ο κατάλογος των ...επιδόσεων δεν έχει τέλος. Οπως δεν τελειώνει και η πρόκληση να προσφέρονται δυνατότητες πλουτισμού από την παραγωγή και εμπορία ενός αγαθού, όπως είναι το φάρμακο. Αλλωστε, τα σχετικά στοιχεία του σχετικού πίνακα για την εξέλιξη των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων του κλάδου βοούν από μόνα τους.

Για το τέλος αφήσαμε μια διατύπωση που περιέχεται στην ετήσια έκθεση του ΙΟΒΕ για την αγορά του φαρμάκου στην Ελλάδα το 2008, όπου αφού σημειώνονται τα «επιτεύγματα» του κλάδου καταλήγει (σελ. 20): «Η παραγωγικότητα (προστιθέμενη αξία παραγωγής προς αριθμό απασχολουμένων) στο φαρμακευτικό κλάδο το 2005 διαμορφώθηκε στα 50.817 ευρώ ανά εργαζόμενο».


K.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ