ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 7 Σεπτέμβρη 2003
Σελ. /32
ΠΑΚΕΤΟ «ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ»
Η μοιρασιά της κυβέρνησης ευνοεί... το κεφάλαιο

Αποκαλυπτικά στοιχεία για την ...αξία που έχουν οι ανακοινώσεις Σημίτη και το 1,7 δισ. ευρώ. Μόνο φέτος η κυβέρνηση πρόσφερε στους τραπεζίτες τόκους 9,4 δισ. ευρώ, ενώ τα φανερά επιχειρηματικά κέρδη έφτασαν το 2001 τα 6,8 δισεκατομμύρια

Το σκηνικό εξαπάτησης και αποπροσανατολισμού που επιδιώκει να στήσει η κυβέρνηση είναι πασιφανές. Θέλει να δημιουργήσει την εντύπωση πως πράγματι αρχίζουν οι... πληρωμές του «κοινωνικού μερίσματος», μια ορολογία που εισήγαγε πρόσφατα ο υπουργός Οικονομικών, μπερδεύοντας την καθημερινή προσπάθεια των πολλών να τα βγάλουν πέρα, με τις χρηματιστηριακές δοσοληψίες των λίγων. Επιχειρεί να «γλυκάνει» την οργή και την αγανάχτηση των λαϊκών στρωμάτων για όσα βιώνουν εξαιτίας της κυβερνητικής πολιτικής. Και πιστεύει πως μπορεί να το κάνει, πιστεύει, δηλαδή, πως μπορεί να κοροϊδέψει και πάλι όσους χρυσοπληρώνουν τις συνέπειες της πολιτικής της, προσφέροντας ένα ευρώ τη μέρα σε κάποιες ομάδες συνταξιούχων που ζουν -με βάση τους επίσημους δείκτες- κάτω από τα όρια της φτώχειας, ή τάζοντας φτηνό πετρέλαιο, σε όσους αγρότες εξακολουθούν να παραμένουν στα χωράφια και τις καλλιέργειές τους. Δύσκολο το εγχείρημα που αναλήφθηκε, αλλά η κυβέρνηση δεν είναι μόνη της. Πέρα από τις ορδές των κομματαρχών της, έχει μαζί της σχεδόν το σύνολο των εφημερίδων και την παμψηφία των καναλιών που ζητωκραυγάζουν για «πακέτα μαμούθ», απολαμβάνει της στήριξης του επίσημου οργάνου των βιομηχάνων, στο πλευρό της είναι οι αυτοκινητοβιομηχανίες και οι μεγαλέμποροι των τροχοφόρων, ενώ με τον τρόπο τους δίπλα της είναι και πολλά στελέχη της ΝΔ που δήθεν ανακάλυψαν πως άνοιξαν οι κρουνοί των δημόσιων ταμείων και... κινδυνεύουν να γίνουν πλούσιοι οι απόκληρη της κοινωνίας.

Οι στόχοι

Ανεξάρτητα από το θόρυβο που προκαλούν όσοι μεγαλοσχήμονες αποφάνθηκαν ότι πρέπει και πάλι να στηριχτεί το ΠΑΣΟΚ, είναι απόλυτο βέβαιο ότι τα μέτρα που ανακοινώθηκαν:

Πρώτον: Υπηρετούν ευτελείς, προεκλογικές σκοπιμότητες του κυβερνώντος κόμματος, τα στελέχη του οποίου υπό τον κίνδυνο να απολεσθεί η εξουσία, επιστρατεύουν την αλχημεία και την απάτη, για να δημιουργήσουν τις συμφέρουσες για την κυβέρνηση εντυπώσεις. Δεύτερον: Το «πακέτο», που όπως ομολόγησε προχτές το βράδυ στη ΔΕΘ και ο Κ. Σημίτης είναι της τάξης του 1,7 δισεκατομμυρίων ευρώ, αποτελεί σταγόνα στον ωκεανό της κλοπής που έχουν υποστεί τα λαϊκά στρώματα όλα τα τελευταία χρόνια. Τρίτο: Εντάσσονται, με τον πλέον προκλητικό τρόπο, στο γενικότερο πλαίσιο της πολιτικής των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων, (πχ προσλήψεις γυναικών με μερική απασχόληση και ενίσχυση των εργοδοτών γι' αυτές), και συμβάλουν στην επιτάχυνση των πολιτικών αυτών για το επόμενο διάστημα. Ταυτόχρονα κάνουν βήματα προς τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη της πλήρους ταύτισης αυτού που παλαιότερα ανοούσαμε κοινωνική πολιτική, με την επιδοματική ενίσχυση των ιδιαίτερα ασθενών οικονομικά ομάδων του πληθυσμού, που λόγω της πολιτικής παρουσιάζουν συμπτώματα περιθωριοποίησης.

Το κυβερνητικό κόλπο αποκαλύπτεται εύκολα. Τόσα χρόνια σκληρής λιτότητας, τόσα χρόνια ψίχουλα στο λαό και δισεκατομμύρια στο κεφάλαιο, τόσα χρόνια με το ποσοστό της φτώχειας να έχει γαντζωθεί σε ποσοστά πάνω από το 20%, τόσα χρόνια ανεργία, υποαπασχόληση, ανασφάλεια και κουτσουρεμένες συντάξεις, δε σβήνονται με μια μονοκονδυλιά. Πολύ περισσότερο που τίποτα το ουσιαστικό δεν αλλάζει με το 1 ευρώ που δίνεται στους χαμηλοσυνταξιούχους και τα διάφορα άλλα επιδόματα που αποφασίστηκαν. αφού είναι απόλυτα βέβαιο και γνωστό ότι η κυβέρνηση χρωστάει στους εργαζόμενους πολλαπλάσια κονδύλια από αυτά που υποτίθεται πως προσφέρει ως «κοινωνικό πακέτο».

Τα κυβερνητικά... επιτεύγματα

Του λόγου το αληθές αποδεικνύεται με πολλούς τρόπους. Ας μιλήσουμε με τους όρους της κυβέρνησης, που στην πρώτη θέση των επιχειρημάτων της βάζει τα περί ανάπτυξης, από την οποία δήθεν ωφελούνται οι πολίτες και άλλα παρόμοια. Ιδού, λοιπόν, μερικές πλευρές.

Α. Ο παραγόμενος πλούτος στη χώρα, δηλαδή το ΑΕΠ, φέτος αναμένεται να φτάσει τα 150 δισεκατομμύρια ευρώ. Αρα το κυβερνητικό «πακέτο», του 1,7 δισεκατομμυρίων δραχμών, αποτελεί μόλις το 1,1% του ΑΕΠ. Την ίδια στιγμή μέσα στο 2003 το δημόσιο θα καταβάλει προς τους τραπεζίτες τζάμπα χρήμα, για τόκους, 9,4 δισ. ποσό που ξεπερνά το 6,2% του ΑΕΠ!

Β. Οι κυβερνώντες προβάλλοντας την πολιτική ανάπτυξης που υποτίθεται πως ακολουθούν, προσπαθούν να μας πείσουν ότι από αυτή την ανάπτυξη οι κυρίως ωφελημένοι είναι οι εργαζόμενοι. Τι λένε όμως τα στοιχεία; Μόνο μέσα στο 2003 εκτιμάται ότι η αύξηση του ΑΕΠ θα είναι κατά 10 δισ. ευρώ. Το ποσό είναι περίπου εξαπλάσιο από το «πακέτο Σημίτη». Ποιος ιδιοποιείται (κοινώς ποιος τσεπώνει;) τα υπόλοιπα 8,3 δισεκατομμύρια; Μα, οι διάφοροι μεγαλοκατασκευαστές και άλλοι επιχειρηματίες για τους οποίους θεσπίζονται όλο και περισσότερα κίνητρα στο όνομα αυτής ακριβώς της ανάπτυξης.

Γ. Το περιβόητο «πακέτο» με το 1,7 δισ. ευρώ, που υποτίθεται πως δίνεται για να ανασάνουν 2,5 εκατομμύρια πολίτες, είναι κυριολεκτικά στάχτη στα μάτια και από μια άλλη σκοπιά. Μόνο το 2001, με βάση τα τελευταία στοιχεία της ICAP, τα καθαρά κέρδη:

  • των μεγαλοβιομηχάνων έφτασαν τα 2 δισ. ευρώ
  • των μεγαλεμπόρων το 1,5 δισ. ευρώ
  • τα κέρδη στους τομείς των υπηρεσιών τα 3.4 δισ. ευρώ.

Αλλά είπαμε. Στις κοινωνίες του ανταγωνισμού και της στήριξης του κεφαλαίου που διαμορφώνονται από την πολιτική κυβέρνησης - ΕΕ θεωρείται «κοινωνική πολιτική μαμούθ», να αποφασίζονται «παροχές» 1,7 δισ. για τα εκατομμύρια των φτωχών, όταν τα επίσημα κέρδη του κεφαλαίου είναι μόλις 6,8 δισεκατομμύρια ευρώ.

Δ. Το όφελος από τα μέτρα της κυβέρνησης για εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους, στους οποίους θα δοθεί αύξηση 30 ευρώ το μήνα, είναι 1 ευρώ τη μέρα. Κι αυτό σε μια περίοδο που χάρη στην κυβερνητική πολιτική και τα ποικιλόμορφα μέτρα ενίσχυσης του κεφαλαίου, τα καθαρά επιχειρηματικά κέρδη, το 2001 ήταν 8.442 ευρώ ανά εργαζόμενο. Η ετήσια δηλαδή εργασία του κάθε εργαζόμενου απέφερε, κατά μέσο όρο, στους εργοδότες κέρδη που αντιστοιχούν σε 2.876.189 δραχμές.

Ολα τα παραπάνω είναι απόλυτα χαρακτηριστικά και αποκαλύπτουν τα πραγματικά... επιτεύγματα της κυβερνητικής πολιτικής. Αποκαλύπτουν ότι η φλυαρία των προπαγανδιστών του ΠΑΣΟΚ για τη δήθεν «κοινωνική πολιτική» δεν είναι τίποτα παραπάνω από προπέτασμα καπνού μέσα στο οποίο επιχειρείται να καμουφλαριστεί η ουσία της εφαρμοζόμενης πολιτικής. Και εδώ, καλό είναι να μη διαφεύγει της προσοχής, ότι στις σύγχρονες συνθήκες, στις συνθήκες της ΟΝΕ και του ευρώ, η «κοινωνική πολιτική» δεν υφίσταται ούτε καν ως ορολογία.


«Πολιτική» και «προστασία»

Από συλλαλητήριο που διοργάνωσε το ΠΑΜΕ ενάντια στις απολύσεις και την ανεργία
Από συλλαλητήριο που διοργάνωσε το ΠΑΜΕ ενάντια στις απολύσεις και την ανεργία
Οι αυστηροί κανόνες επανακαθορισμού των ασκούμενων πολιτικών που αποφασίστηκαν στα πλαίσια των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, προβλέπουν το πλήρες ξερίζωμα κάθε πλευράς της «κοινωνικής πολιτικής», όπως την είχαμε γνωρίσει τις προηγούμενες δεκαετίες και την ταχεία ανάπτυξη των πολιτικών «κοινωνικής προστασίας». Η «πολιτική» με τη γενική έννοια που αφορά όλους παύει να υπάρχει και τη θέση της παίρνει η «προστασία» που απευθύνεται σε εκείνους που είναι τόσο αδύνατοι που χρήζουν προστασίας. Για τα άλλα τμήματα των λαϊκών στρωμάτων η «κοινωνική πολιτική» λειτουργεί, με βάση την ανταποδοτικότητα και τους κανόνες της αγοράς. Οι πολιτικές «κοινωνικής προστασίας» απορρίπτουν την ιδέα της δημόσιας και δωρεάν χορήγησης και χρηματοδότησης υπηρεσιών. Οποιαδήποτε δημόσια δαπάνη μπαίνει πλέον στον εξεταστικό φακό του οφέλους και της... αποδοτικότητας, για τα δημόσια οικονομικά. Και στο βαθμό που δεν υπάρχει όφελος, η υπηρεσία καταργείται, ή παύει να χορηγείται με τους όρους και τις προϋποθέσεις που γινόταν μέχρι τώρα.

Τα παραδείγματα είναι πολλά. Στα νοσοκομεία, για παράδειγμα, που μέχρι πριν από λίγα χρόνια ο κάθε πολίτης μπορούσε δωρεάν να πάει να λύσει κάποιο πρόβλημα υγείας του, κάτι τέτοιο αποτελεί παρελθόν. Τα δημόσια νοσοκομεία λειτουργούν με όρους αγοράς. Πρέπει να αναζητούν και να έχουν, πέραν του δημοσίου, δικά τους έσοδα ώστε να εξασφαλίζεται η δυνατότητα της λειτουργίας τους. Και τα έσοδα αυτά εισπράττονται τώρα πια από τους επισκέπτες αρρώστους των νοσοκομείων. Το ίδιο συμβαίνει και με την Παιδεία, όπου ένα από τα χαρακτηριστικά των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων, είναι η ενίσχυση του ρόλου των φροντιστηρίων και άρα η αύξηση των κονδυλίων που ξοδεύουν τα νοικοκυριά. Παρόμοια εικόνα υπάρχει και με τους Παιδικούς Σταθμούς και με τη χρηματοδότηση των ασφαλιστικών ταμείων, και με τα ταμεία ανεργίας κ.ο.κ.

Στη σχετική απόφαση της ΕΕ που χρονολογείται από το 1997 σημειώνεται ότι «για τη διαφύλαξη της κοινωνικής προστασίας, είναι αναγκαία η μεταρρύθμιση των συστημάτων και η προσαρμογή τους στη σημερινή κοινωνία». Και, βέβαια, στην εποχή της έντασης του ανταγωνισμού μεταρρύθμιση και προσαρμογή σημαίνει ότι οι προσφερόμενες από το δημόσιο υπηρεσίες που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν δωρεάν δεν είναι δυνατόν να εξακολουθήσουν να χορηγούνται με τον ίδιο τρόπο. Δωρεάν υπηρεσίες δικαιούνται πλέον μόνο οι οικονομικά ανήμποροι. Αυτοί που με χαρτί της εφορίας ή της ενορίας μπορούν να πιστοποιήσουν την απορία τους ή εκείνοι που αποδεδειγμένα έχουν σπρωχτεί στο περιθώριο της κοινωνίας. Δηλαδή οι εντελώς εξαθλιωμένοι.

Επιτάχυνση
αντιδραστικών πολιτικών

Μαζί με τα παραπάνω, ορισμένα ακόμα από τα μέτρα, που δημιουργούν την εντύπωση ότι στοχεύουν να στηρίξουν τους εργαζόμενους, αποβλέπουν στην επιτάχυνση των αντιδραστικών αλλαγών.

Αποτελεί μέγιστη πρόκληση μαζί με τη δέσμη των μέτρων που τα ονόμασαν «κοινωνικό πακέτο», να ανακοινώνουν και τη μαζική εισβολή των ελαστικών μορφών απασχόλησης και στο δημόσιο τομέα. Αντί η κυβέρνηση να απολογηθεί για τις 300.000 νέες θέσεις εργασίας που υποσχόταν αλλά ποτέ δεν ήρθαν, προκαλεί τώρα «προσφέροντας» 25.000 θέσεις μερικής απασχόλησης, υλοποιώντας τα απώτερα κυβερνητικά σχέδια στον τομέα της απασχόλησης για το μοίρασμα των υπαρχουσών θέσεων εργασίας σε όλο και περισσότερους εργαζόμενους. Οταν όμως μια θέση εργασίας μοιραστεί σε 2 και 3 εργαζόμενους, διά του δύο ή του τρία θα μοιραστεί και ο μισθός και τα ασφαλιστικά δικαιώματα και οι δυνατότητες επιβίωσης μέσα στο άγριο κοινωνικό πλαίσιο που διαμορφώνει η ασκούμενη πολιτική. Σε ό,τι αφορά την απόφαση για την πλήρη κατάργηση της φορολογίας της μεταβιβαζόμενης αγροτικής γης, κάποιο πολύ «σκληρό ροκ» φαίνεται πως παίζουν οι κυβερνώντες. Με δεδομένο ότι τους φόρους μεταβίβασης τους πληρώνουν οι αγοραστές και ό,τι ύψος αυτών των φοροαπαλλαγών προβλέπει αφορολόγητες μεταβιβάσεις αγροτικής γης αξίας μέχρι 70.000.000 δραχμές, ενώ αν πρόκειται για νέους αγρότες η φοροαπαλλαγή φτάνει τα 180 εκατομμύρια δραχμές, το μέτρο θα ευνοήσει τους επιχειρηματίες - πλουσιοαγρότες που αξιώνουν να αυξήσουν ραγδαία τα μερίδιά τους στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις και στην αγροτική παραγωγή.

Οποιος προσεγγίσει τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης από τη σκοπιά των εργαζομένων και όλων όσοι θίγονται από την κυβερνητική πολιτική, το συμπέρασμα είναι ολοφάνερο: Τα μέτρα, με βάση τις απώλειες που έχουν υποστεί μέχρι σήμερα η εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα, αποτελούν απροκάλυπτη κοροϊδία. Οχι μόνο δε δίνουν λύσεις προοπτικής, αλλά είναι τόσο μηδαμινά που δεν προσφέρονται καν για μια στοιχειώδη, έστω πρόσκαιρη, οικονομική ανακούφιση, από τη συνεχή υπονόμευση του βιοτικού τους επιπέδου. Τέτοιου είδους μέτρα, που αναλύονται σε άλλες σελίδες του σημερινού «Ρ», αντιπαλεύει ήδη το κίνημα των εργαζομένων με τα αιτήματά του και τα προβάλλει σε σύνδεση με τον αγώνα για την πλήρη ανατροπή της πολιτικής στήριξης του κεφαλαίου που αναπαράγει τις σχέσεις εκμετάλλευσης και κάνοντας τους πλούσιους ακόμα πλουσιότερους, οδηγεί τους φτωχούς σε ακόμα μεγαλύτερη φτώχεια.


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ