ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 7 Σεπτέμβρη 2019 - Κυριακή 8 Σεπτέμβρη 2019
Σελ. /40
Σαν να ήταν χτες...

Το κτίριο - ομαδικός τάφος της «Ρικομέξ»
Το κτίριο - ομαδικός τάφος της «Ρικομέξ»
Ο ισχυρός σεισμός μεγέθους 5,9 Ρίχτερ, που έγινε λίγο πριν από τις 15.00 στις 7 Σεπτέμβρη 1999 και έπληξε την Αθήνα, είχε τραγικές συνέπειες: 143 νεκροί, 700 τραυματίες, 100.000 άστεγοι, πάνω από 30 καταρρεύσεις κτιρίων. Κατά τους ελέγχους που έγιναν, 2.689 κατοικίες και 1.993 επαγγελματικοί χώροι, σύνολο 4.682 κτίρια, κρίθηκαν κατεδαφιστέα και 34.471 κατοικίες και 3.694 επαγγελματικοί χώροι, σύνολο 38.165 κτίρια, κρίθηκαν επισκευάσιμα.

Αν και ο σεισμός αυτός δεν ήταν από τους μεγαλύτερους που έχουν σημειωθεί στην Ελλάδα, είχε αυτές τις τραγικές συνέπειες, αποδεικνύοντας ότι δεν είναι τόσο πολύ το μέγεθος του σεισμού, όσο η εγγύτητα της εστίας του σε κατοικημένη περιοχή που καθορίζει την καταστρεπτικότητά του. Αν ο ίδιος σεισμός ήταν μερικά χιλιόμετρα μακριά από κατοικημένη περιοχή, π.χ. στη θάλασσα, δεν θα είχε τις συνέπειες αυτές.

Ομως το πού και πότε θα γίνει ένας σεισμός δεν είναι κάτι που το ελέγχει ο άνθρωπος, ενώ, αντίθετα, από τον άνθρωπο εξαρτώνται τόσο η ποιότητα των κατασκευών, η λήψη μέτρων πρόληψης, ετοιμότητας του λαού, για την ελαχιστοποίηση του σεισμικού κινδύνου, όσο η πλήρης και γρήγορη αποζημίωση των πληγέντων και η αποκατάσταση των ζημιών. Οι συνέπειές του, αλλά και οι συνέπειες και άλλων σεισμών, όπως στη Λέσβο και την Κω, αλλά και οι πλημμύρες στη Μάνδρα και η πυρκαγιά στο Μάτι, με τις εκατόμβες των θυμάτων, ανέδειξαν με τον πλέον δραματικό τρόπο τις συνέπειες από τον δρόμο ανάπτυξης και παραγωγής που ακολουθείται στη χώρα, στην ΕΕ, αλλά και σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, που θυσιάζει στο βωμό του κέρδους ακόμα και την ανθρώπινη ζωή. Η «ανάπτυξη» αυτή θεωρεί ότι «το κόστος για τις αποζημιώσεις είναι κατά πολύ μικρότερο από το κόστος για την κατασκευή π.χ. αντιπλημμυρικών έργων» και κυνικά ομολογεί ότι «η δικαιοσύνη δεν είναι μέρος της ανάλυσης κόστους - οφέλους» (βλέπε «Οδηγός ανάλυσης Κόστους - Οφέλους» που χρηματοδοτείται από τη Γενική Διεύθυνση Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Πολιτικής Προστασίας της ΕΕ).

Η έλλειψη μέτρων αντισεισμικής προστασίας, ειδικά στους επαγγελματικούς χώρους, όπου συγκεντρώνονται πολλοί εργαζόμενοι, φάνηκε καθαρά στο σεισμό της Αθήνας, αφού από τους 143 νεκρούς οι 47, δηλαδή το 1/3, ήταν στα εργοστάσια της «Ρικομέξ» (39) και της «Φαράν» (8), όπως επίσης στα κτίρια που κρίθηκαν κατεδαφιστέα η σχέση επαγγελματικών χώρων προς κατοικίες ήταν 1:1,3, ενώ η φυσική τους σχέση είναι 1:10.

Επίσης, το μέγεθος της καταστροφής ήταν πολύ μεγαλύτερο στους σχετικά φτωχότερους δήμους όπως Μενίδι, Ανω Λιόσια, Νέα Φιλαδέλφεια, Πετρούπολη, Περιστέρι, Μεταμόρφωση, Ελευσίνα κ.λπ., με κατασκευές είτε άναρχες, είτε όχι ιδιαίτερα γερές, ενώ στους πλουσιότερους δήμους, όπως Κηφισιά και Εκάλη, οι ζημιές ήταν πολύ λιγότερες έως ανύπαρκτες.

Ετσι αναδεικνύεται για άλλη μια φορά ότι οι επιπτώσεις από το σεισμό έχουν ταξικό πρόσημο, όπως και οι άλλες φυσικές καταστροφές, και πλήττουν τις οικονομικά, κοινωνικά και οικιστικά υποβαθμισμένες περιοχές.

Δεν είναι επιλέξιμες...

Σε ένα κοινωνικοοικονομικό σύστημα όπου τα πάντα περνούν μέσα από τον παραμορφωτικό φακό και την προκρούστεια κλίνη του κέρδους, δαπάνες για την αντισεισμική, αλλά και για την αντιπλημμυρική και αντιπυρική θωράκιση δεν είναι επιλέξιμες γιατί δεν φέρνουν γρήγορα και μεγάλα κέρδη. Αυτό γίνεται ακόμα πιο έντονο σε περιόδους κρίσης.

Ας θυμηθούμε ότι το 1999, που η Ελλάδα ζούσε τις μέρες της «φούσκας» του Χρηματιστηρίου, με επικεφαλής τις κατασκευαστικές εταιρείες και την προσδοκία «για καλές δουλειές για να ξαναχτίσουν όσα γκρεμίστηκαν», το ράλι της Σοφοκλέους συνεχίστηκε.

Αν και το 2001 αποφασίστηκε να γίνει ένας ταχύς οπτικός έλεγχος στα περίπου 90.000 δημόσια κτίρια, μέχρι σήμερα το 85% από αυτά παραμένει ανέλεγκτο. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι σε αυτά που έγινε αυτός ο έλεγχος, βρέθηκε ότι κοντά στο 30% έχριζε ανάγκης άμεσων παρεμβάσεων, που μόνο σε ελάχιστα απ' αυτά έχουν γίνει.

Παρόλο που το πρωτογενές κόστος ξεπέρασε τα 600 εκατ. ευρώ, υπάρχουν ακόμα τα κοντέινερ, οι περισσότερες επισκευές έγιναν με αδιαφάνεια και στο «άρπα - κόλλα», και ως εκ τούτου με πάρα πολύ μικρή αποδοτικότητα, ακριβώς επειδή έλειψαν ο κεντρικός σχεδιασμός και ο συντονισμός. Ολα αυτά στο όνομα του «μικρού κράτους», της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, της ανταγωνιστικότητας και του ευρωμονόδρομου.

Αυτό όμως είναι το πρωτογενές κόστος. Δεν υπολογίζουμε τον κόσμο που χάθηκε ή υπέστη σοβαρούς σωματικούς και ψυχολογικούς τραυματισμούς, που για πολλά χρόνια ή και ισόβια δεν μπορεί να ξεπεράσει, τον κόσμο που έμεινε άνεργος επειδή έχασε την επαγγελματική του στέγη και τα μέσα παραγωγής της δουλειάς του, είτε διότι έκλεισε η επιχείρηση ή μεταφέρθηκε ή βρήκε ευκαιρία ο εργοδότης μέσα από διάφορα παραθυράκια του νόμου να πετάξει στο δρόμο τους εργαζόμενους χωρίς αποζημίωση. Το πραγματικό κόστος εκτιμάται ότι είναι περί τα 5 - 6 δισ. ευρώ.

Με δεδομένο ότι ακριβής πρόγνωση σεισμού σήμερα δεν είναι δυνατή, ότι οι όποιες στατιστικές εκτιμήσεις εμπεριέχουν το στοιχείο της αβεβαιότητας, και τόσο ο σεισμός των Γρεβενών - Κοζάνης όσο και ο σεισμός της Αθήνας με δραματικό τρόπο κατέδειξαν ότι δεν υπάρχει περιοχή του ελληνικού χώρου που να μπορεί να θεωρηθεί ασεισμική, καμιά περιοχή του ελληνικού χώρου δεν μπορεί να εξαιρεθεί από τη λήψη μέτρων ελαχιστοποίησης του σεισμικού κινδύνου.

Λήψη μέτρων αντισεισμικής θωράκισης

Στόχος μιας φιλολαϊκής αντισεισμικής πολιτικής θα πρέπει να είναι η λήψη όλων των μέτρων αντισεισμικής θωράκισης που η επιστήμη και η τεχνική παρέχουν στη δεδομένη ιστορική στιγμή σε κάθε κατοικημένο σημείο του ελληνικού χώρου, με την παραδοχή ότι ο επόμενος καταστρεπτικός σεισμός θα γίνει στο σημείο αυτό την επόμενη στιγμή. Μέτρα ετοιμότητας του λαού, προσεισμικοί έλεγχοι μεγάλων δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων (σχολεία, νοσοκομεία, εργοστάσια, χώροι διασκέδασης κ.λπ.) και αποκατάστασή τους, όπου αυτό χρειάζεται, ή αντικατάστασή τους από άλλα κτίρια με τις απαιτούμενες αντισεισμικές προδιαγραφές, όπου η αποκατάστασή τους δεν επαρκεί.

Οι επιστημονικά τεκμηριωμένες εκτιμήσεις για την εξέλιξη της σεισμικής δράσης θα πρέπει πάντα να παίρνονται υπόψη, μαζί με κοινωνικά κριτήρια, στην ιεράρχηση των προτεραιοτήτων και όχι στον αποκλεισμό περιοχών. Σε κάθε περίπτωση, η προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στις οικονομικά, οικιστικά και κοινωνικά υποβαθμισμένες περιοχές.

Η βασική αρχή της αποκατάστασης θα πρέπει να είναι σε ένα ποσοστό 10% - 20% ενίσχυση και όχι η επαναφορά του κτίσματος στην προ του σεισμού κατάσταση. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι στόχος των στοιχειωδώς απαιτούμενων επεμβάσεων πρέπει να είναι η προστασία των δομημάτων έναντι κατάρρευσης.

Η αποκατάσταση να γίνεται με κρατική μέριμνα και στην περίπτωση που απαιτείται νέα κατασκευή, αυτή να γίνεται με βάση κάποια πρότυπα προσαρμοσμένα με τέτοιο τρόπο στις εδαφολογικές και οικιστικές συνθήκες της περιοχής, ώστε να παρέχουν τη μέγιστη δυνατή αντισεισμική ασφάλεια και καλαισθησία και να αναβαθμίζουν την ποιότητα ζωής των κατοίκων.

Η αντισεισμική, αλλά και γενικότερα η θωράκιση από φυσικές καταστροφές, σημαίνει πλέγμα άμεσων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων, ενταγμένων σε έναν ολοκληρωμένο κεντρικό σχεδιασμό. Απαιτεί την ενεργό συμμετοχή του λαού και μια πολιτική εξουσία και οικονομία που λειτουργούν με αποκλειστικό κριτήριο την κάλυψη των λαϊκών αναγκών. Μια πολιτική εξουσία που θα αντιμετωπίζει τη γη και την κατοικία ως κοινωνικά αγαθά και όχι ως εμπορεύματα και θα προβλέπει ένα πρόγραμμα λαϊκής στέγης από έναν εθνικό δημόσιο φορέα κατασκευών που θα παρέχει καλαίσθητους και σεισμικά ασφαλείς χώρους κατοικίας, εργασίας, άθλησης, πολιτισμού και διασκέδασης στο λαό και τους εργαζόμενους.


Σταύρος ΤΑΣΣΟΣ
Σεισμολόγος,Περιφερειακός σύμβουλος με τη «Λαϊκή Συσπείρωση» στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ