ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 7 Φλεβάρη 2015
Σελ. /24
ΓΑΛΛΙΑ - ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Συμβιβασμοί και αντιθέσεις συνεχίζουν να τις ενώνουν

Οι δυο πλευρές διατηρούν «απευθείας επαφή» αλλά και τις ιδιαίτερες επιδιώξεις για τα μονοπώλια που καθεμία εκπροσωπεί

Μέρκελ και Ολάντ το 2013, όταν η «Γαλλο-γερμανική Συνεργασία» συμπλήρωνε 50 χρόνια
Μέρκελ και Ολάντ το 2013, όταν η «Γαλλο-γερμανική Συνεργασία» συμπλήρωνε 50 χρόνια
Τη βδομάδα που πέρασε, οι συναντήσεις που είχαν τα στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις έδωσαν νέες αφορμές για αναλύσεις, που προσπαθούν να πείσουν τους εργάτες να αγωνιούν για το πώς εξελίσσονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές συμμαχίες.

Ορισμένα αστικά ΜΜΕ εστίασαν στη «συμμαχία του ευρωπαϊκού Νότου», που είδαν να προχωρά μέσα από τις επαφές με τους ηγέτες Γαλλίας και Ιταλίας. Πολλοί επικεντρώθηκαν στη «θετική αποδοχή» που, κατά τη γνώμη τους, βρήκε το «διαπραγματευτικό» πλαίσιο της Αθήνας. Αλλοι έσπευσαν να κάνουν εκτιμήσεις για «ρωγμές» στο λεγόμενο «γαλλογερμανικό άξονα», τη σημασία δηλαδή που τα γερμανικά και γαλλικά μονοπώλια δίνουν στη μεταξύ τους συνεργασία. Ειδικά το τελευταίο, αξιοποιήθηκε ιδιαίτερα στην προσπάθεια να μεγαλώσουν αυταπάτες περί «καλών» και «κακών» που συνυπάρχουν μέσα στην ΕΕ, για να δυναμώσει η εντύπωση ότι η όποια διαφοροποίηση μιας χώρας από τη «γραμμή Βερολίνου» συνιστά αυτομάτως φιλολαϊκή «στροφή».

Στην ίδια λογική είναι και η παραπλάνηση που προωθεί και η ελληνική κυβέρνηση, ότι η συζήτηση για την αλλαγή μείγματος διαχείρισης με λιγότερο περιοριστικά μέτρα για να ρεύσει χρήμα στους επιχειρηματίες θα ωφελήσει το λαό. Και η γαλλική αστική τάξη, στον ανταγωνισμό της με την πιο ισχυρή γερμανική, προβάλει τη λογική της «ποσοτικής χαλάρωσης», της «λιγότερο αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας», της «λιγότερης λιτότητας και περισσότερης ανάπτυξης». Ομως επιμένει αυτά να γίνουν σε συμφωνία με τη Γερμανία και, ταυτόχρονα, αυτό δεν αναιρεί τα αντιλαϊκά μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται το γαλλικό κεφάλαιο για να ενισχύσει την ανταγωνιστική του θέση.

«Επαφή στενότερη από ποτέ»

Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Γάλλου υπουργού Οικονομικών, Μισέλ Σαπέν, μετά από τη συνάντηση που είχε με τον Ελληνα ομόλογό του, Γ. Βαρουφάκη, την περασμένη Τρίτη. Είπε: «Δεν έχει νόημα να παίζει κανείς βάζοντας μια χώρα της Ευρωζώνης εναντίον της άλλης και ειδικά τη Γαλλία εναντίον της Γερμανίας, καθώς μια λύση που θα βοηθήσει την Ελλάδα θα γίνει μέσω μιας συμφωνίας μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας». Μάλιστα ο Σαπέν, μιλώντας στο «Ρόιτερς», εκτός από τα παραπάνω επισήμανε και ότι με το Γερμανό ομόλογό του, Βολφγκανγκ Σόιμπλε, δεν είχε ποτέ τόσο στενή επαφή όσο έχει σήμερα, «ώστε να αποφευχθούν παρεξηγήσεις ή εντάσεις». Και συμπλήρωσε: «Αυτά είναι πράγματα που πρέπει να εξηγήσουμε με φιλικό τρόπο και οι ελληνικές αρχές μπορούν να καταλάβουν».

Την περασμένη Τετάρτη, ανέλαβε ο ίδιος ο Γάλλος Πρόεδρος, Φρανσουά Ολάντ, να εξηγήσει ότι οι γαλλογερμανικές σχέσεις παραμένουν ισχυρές. Σε συνέντευξη εφ' όλης της ύλης που έδωσε, ανέφερε: «Δεν μπορεί να υπάρξει μια δυνατή Ευρώπη, χωρίς ένα σταθερό και ισχυρό δεσμό ανάμεσα στη Γαλλία και τη Γερμανία».

Επιπλέον, πριν λίγες μέρες, την Παρασκευή 30 Γενάρη, ο Ολάντ βρέθηκε με τη Γερμανίδα καγκελάριο, Αγκελα Μέρκελ, σε ένα εστιατόριο κοντά στο κτίριο του Ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο, για να συζητήσουν κατ' ιδίαν, σε μια «άτυπη» συνάντηση, όπως μετέδωσαν τα ΜΜΕ, ζητήματα για το μέλλον και την οικονομία της Ευρώπης. Η συνάντηση είχε προγραμματιστεί να γίνει αρχές Γενάρη αλλά, μετά το μακελειό στο Παρίσι, αναβλήθηκε και έγινε την προπερασμένη Παρασκευή, με την παρουσία του σοσιαλδημοκράτη Γερμανού προέδρου της Ευρωβουλής, Μάρτιν Σουλτς.

Τα φειδωλά ρεπορτάζ που ασχολήθηκαν με τη συνάντηση επικαλέστηκαν εκπρόσωπο του Σουλτς που μίλησε για «ατμόσφαιρα πολύ φιλική και εποικοδομητική», εξηγώντας ότι οι δυο ηγέτες συζήτησαν για την «εμβάθυνση της γαλλο-γερμανικής φιλίας και της συνεργασίας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση».

Οι εχθροί των λαών έχουν μεγάλη «ευελιξία»

Από τα παραπάνω, φαίνεται ότι Παρίσι και Βερολίνο εξακολουθούν να συνεργάζονται στενά. Και αυτό «πατά» πάνω στις ίδιες τις ανάγκες που γεννά το γεγονός ότι οι δυο πλευρές συνυπάρχουν σε μια ενιαία συμμαχία την ΕΕ, την οποία και οι δύο ιεραρχούν (τουλάχιστον προς το παρόν) ως βασικό «εργαλείο» προώθησης των σχεδίων τους στις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες αγορές, καταστολής και ενσωμάτωσης του εργατικού - λαϊκού κινήματος, τσακίσματος των εργατικών - λαϊκών αναγκών και κατακτήσεων, διαφύλαξης της εξουσίας των μονοπωλίων, ενίσχυσης της αρπακτικής ικανότητας των ευρωενωσιακών κεφαλαίων.

Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι Γαλλία και Γερμανία αποτελούν τις δύο ισχυρότερες οικονομίες της Ευρώπης.

Ο υψηλός βαθμός αλληλεξάρτησης που συνδέει τα γαλλικά και τα γερμανικά μονοπώλια δεν καταργείται ούτε από «προθέσεις» ηγετών (όπως απλουστευτικά πολλοί προσπαθούν να παρουσιάσουν την οικονομική πολιτική μιας αστικής κυβέρνησης), ούτε και από «μεμονωμένες» εξελίξεις.

Αυτό δε σημαίνει, βέβαια, ότι δεν υπάρχουν ιδιαίτερα μονοπωλιακά συμφέροντα και σχέδια, που μπορεί ακόμα και να συγκρούονται ορισμένες φορές. Ομως, στο σημερινό ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, οι συμβιβασμοί και οι αντιθέσεις χαρακτηρίζουν πάντα τις σχέσεις ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, όσο στενοί «εταίροι» και αν δηλώνουν ή όσο «άσπονδοι εχθροί» και αν εμφανίζονται.

Οταν μιλάμε για τις σχέσεις μεταξύ ιμπεριαλιστικών κέντρων, απλουστευτικές διαπιστώσεις του τύπου ... «τα βρήκαν» ή «τα σπάσανε» μπορούν να λειτουργήσουν πολύ παραπλανητικά για τους λαούς. «Θολώνουν» το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσονται οι σχέσεις των αντιπάλων τους, την «ευελιξία» που οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις έχουν να αναμορφώνουν τα αντιλαϊκά τους σχέδια και να προσαρμόζουν τις συμμαχίες τους, ανάλογα με τις συνθήκες που κάθε φορά επικρατούν σε οικονομικό αλλά και πολιτικό πεδίο.

Σήμερα, η ίδια η κρίση και οι δυσκολίες αντιμετώπισής της, οι διεργασίες στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό κάθε χώρας έχουν δημιουργήσει νέα δεδομένα. Ομως, για τους εργάτες, αυτά δεν ισοδυναμούν με κάτι ελπιδοφόρο. Ισα - ίσα. Δείχνουν τα περιθώρια που έχει το ιμπεριαλιστικό σύστημα να θωρακίζεται και να ανατροφοδοτεί την αγριότητα με την οποία ορμά στους λαούς.


Κοινός ο αντιλαϊκός βηματισμός

Ενδεικτικό των γαλλογερμανικών σχέσεων είναι και το μόνιμο Φόρουμ «Γαλλο-γερμανικής συνεργασίας» που φέτος μπήκε στο 51ο έτος.

Στο πλαίσιο αυτό, Βερολίνο και Παρίσι συμφώνησαν στις αρχές του 2014 να προχωρήσει και ο κοινός «κοινωνικός διάλογος», ώστε να εμπλουτιστούν μια σειρά αντεργατικές μεταρρυθμίσεις, μαζί με τις μεθόδους υποταγής και ενσωμάτωσης της εργατικής τάξης.

Τον περασμένο Νοέμβρη, παρουσιάστηκε έκθεση που ετοίμασαν οικονομολόγοι μετά από κοινό αίτημα των δύο χωρών, με ζητούμενο την «ανάκαμψη» των οικονομιών και τη μεταξύ τους «σύγκλιση». Ανάμεσα στις προτάσεις της έκθεσης, συμπεριλαμβανόταν το να συναρτάται «η πραγματική αύξηση του βασικού μισθού» με «την παγκόσμια εξέλιξη της παραγωγικότητας στην οικονομία», η μείωση των δημοσίων δαπανών, η επέκταση της ισχύος των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η «απλοποίηση» των πολιτικών συνταξιοδότησης.

Αυτό στο οποίο «διαφωνούν» οι δύο χώρες αναφορικά με τις αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις, είναι η ταχύτητα με την οποία πρέπει να προχωρήσουν τα νέα αντεργατικά μέτρα, με την έννοια ότι κάθε πλευρά βιάζεται να ... προλάβει την άλλη.

Γι' αυτό και πριν από μερικές βδομάδες, ο υπουργός Οικονομίας Μανουέλ Μακρόν διαβεβαίωνε τους Γάλλους βιομήχανους ότι η κυβέρνηση θα φροντίσει σύντομα, «το μέσο ωριαίο κόστος εργασίας στη γαλλική βιομηχανία θα πέσει κάτω από το γερμανικό επίπεδο».

Πριν από μερικές μέρες, ο Μακρόν ζήτησε στενότερη συνεργασία μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας για την προώθηση της ανάπτυξης στην Ευρώπη, προειδοποιώντας - σύμφωνα με τα πρακτορεία - για το διπλό κίνδυνο από το γερμανικό δημοσιονομικό «φετιχισμό» και τη γαλλική αδράνεια. «Η Ευρώπη δε θα ανακάμψει αν δεν υπάρξει μεγαλύτερη γαλλο-γερμανική σύγκλιση. Αυτή η σύγκλιση περνάει από μεταρρυθμίσεις στη Γαλλία και από την επανεξέταση στη Γερμανία της δημοσιονομικής και επενδυτικής πολιτικής της», υπογράμμισε μιλώντας σε δημοσιογράφους. Σύμφωνα με τον Μακρόν, στη Γερμανία, ο κίνδυνος είναι «μια νέα μορφή συντηρητισμού, την οποία αποτελεί ο φετιχισμός του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, η γοητεία που ασκεί η μείωση του χρέους, που αποτελεί επίσης σύμπτωμα μιας γηράσκουσας χώρας».

Τέλος, ενδεικτικό είναι ότι το Φλεβάρη του 2014, αποφασίστηκε να σταλεί τμήμα της κοινής γαλλογερμανικής ταξιαρχίας στην Αφρική, για να συμμετάσχει στην «ειρηνευτική» αποστολή της ΕΕ στο Μάλι. Διεθνή ΜΜΕ σχολίαζαν τότε ότι είναι «η πρώτη φορά από την έναρξη του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου που μία γαλλογερμανική ταξιαρχία θα αναπτυχθεί στην Αφρική». Καθόλου τυχαία, είχε προηγηθεί η συνεδρίαση του «γαλλογερμανικού συμβουλίου άμυνας και ασφαλείας» που σε ανακοίνωσή του σημείωνε: «Αυτή η συνάντηση επέτρεψε να τονιστεί η θέλησή μας να ετοιμάσουμε από κοινού τις επόμενες μεγάλες στρατηγικές προθεσμίες. Η γαλλογερμανική συνεργασία στην άμυνα και την ασφάλεια είναι βασική, για να προχωρήσει η οικοδόμηση μιας ισχυρής Ευρώπης, ικανής να αναλάβει τις ευθύνες της στη σταθεροποίηση στρατηγικών για την ασφάλεια των συμφερόντων της περιοχής».

Επίσης, στοιχείο της κοινής δράσης του γερμανικού και του γαλλικού κεφαλαίου, τουλάχιστον των κυρίαρχων τμημάτων τους, είναι και η στάση που κρατάνε και οι δύο κυβερνήσεις σε σχέση με τη Ρωσία και την εξελισσόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία. Οχι τυχαία προχτές και χτες βρέθηκαν στη Μόσχα από κοινού οι Αγκελα Μέρκελ και ο Φρανσουά Ολάντ, κομίζοντας υποτίθεται ειρηνευτικό σχέδιο, στην πραγματικότητα ένα σχέδιο συμβιβασμού, ώστε να μειωθεί η ζημιά των μονοπωλιακών τους ομίλων που έχουν άμεση διασύνδεση με τα αντίστοιχα ρωσικά.


Α. Μ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ