ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 6 Αυγούστου 2017
Σελ. /28
ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΔΟΜΑΔΑΣ
Οι πραγματικοί «δύο κόσμοι»: Του κεφαλαίου και των εργαζομένων

«

Αβυσσος», «τους χωρίζει χάος», «μέρα με τη νύχτα», «σύγκρουση δύο κόσμων». Οσο περισσότερο ταυτίζονται κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα στα στρατηγικά ζητούμενα του κεφαλαίου για την «επόμενη μέρα» του, τόσο πιο «παχιοί» γίνονται οι τίτλοι, πιο φασαριόζικες και κενές οι ατάκες, πιο «γκροτέσκος» ο υπερτονισμός των επιμέρους διαφοροποιήσεων και «αποχρώσεων» στην εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής.

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η βδομάδα που πέρασε, με τα απανωτά νομοσχέδια, τα «ρεκόρ» των άσχετων τροπολογιών και το εν γένει νομοθετικό «κρεσέντο» της κυβέρνησης, που προσπαθούσε να κλείσει τη μια πίσω από την άλλη τις εκκρεμότητες που αφορούν προσαρμογές του αστικού κράτους στις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων, ώστε να διατηρήσει το «μομέντουμ» της αντιλαϊκής επίθεσης μετά τη συμφωνία στο Γιούρογκρουπ και ενόψει των «προαπαιτούμενων» του Σεπτέμβρη και της 3ης «αξιολόγησης», στάθηκε «πρόσφορο» πεδίο για να δοκιμαστούν ένθεν κακείθεν από τις αστικές πολιτικές δυνάμεις τα «ανανεωμένα» αφηγήματα εγκλωβισμού του λαού.

Αντιπαράθεση απέναντι από τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες

Ακριβώς επειδή και οι δύο, όπως και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, υπηρετούν τη στρατηγική του κεφαλαίου, και μάλιστα όπως αυτή εξειδικεύεται σε όλες τις επιμέρους πλευρές της, ακριβώς επειδή όλοι μαζί παρουσιάζουν στο λαό τα συμφέροντα του κεφαλαίου σαν δικά του, παλεύοντας να τον κάνουν να στρατευτεί στους στόχους του κεφαλαίου και παρουσιάζοντας την ανάκαμψη των κερδών του ως μονόδρομο για να ανακάμψουν τάχα τα δικαιώματά του, στο τέλος δεν μένει παρά να παρουσιάσουν ως «δύο κόσμους» το ποιος θα διαχειριστεί την εξαθλίωσή του, ποιος θα κρατήσει το «τιμόνι» της αντιλαϊκής επίθεσης για τα επόμενα χρόνια.

Γιατί - για να πάρουμε μόνο τα παραδείγματα αυτής της βδομάδας - αν «δεδομένα» είναι η επιχειρηματική και «ανταποδοτική» λειτουργία της Ανώτατης Εκπαίδευσης, η ακόμα στενότερη σύνδεση ιδρυμάτων και Ερευνας με τις ανάγκες και τους «στρατηγικούς στόχους» των επιχειρηματικών ομίλων, η «αιχμαλωσία» της επιστήμης για τη θωράκιση της καπιταλιστικής κερδοφορίας και εξουσίας, τότε είναι λογικό το ψευτοδίλημμα που καλούν το λαό και τη νεολαία να επιλέξουν ποιο είναι το κατάλληλο και πιο «δημοκρατικό» σχήμα διοίκησης που θα υπηρετήσει τους στόχους αυτούς, αν θα υπάρχουν ή όχι «εκπτώσεις» και διευκολύνσεις πληρωμής στα «αυτονόητα» δίδακτρα, αν η «αξιολόγηση» των ιδρυμάτων, που θα γίνεται με κριτήριο το πόσο υπηρετούν τις ανάγκες της αγοράς, θα γίνεται με λιγότερο ή περισσότερο «αυστηρούς» δείκτες.

Αν «δεδομένα» είναι και η επιχειρηματική λειτουργία στο χώρο της Υγείας, το άνοιγμα νέων πεδίων επέλασης του κεφαλαίου στο «χρυσωρυχείο» της Υγείας και της Ασφάλισης, το στρίμωγμα των τεράστιων κοινωνικών αναγκών αλλά και των πολύ μεγάλων δυνατοτήτων στη «στρούγκα» της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων του χώρου και των «δημοσιονομικών περιορισμών» για να βρίσκεται «ζεστό» χρήμα για το κεφάλαιο, είναι αυτονόητο ότι το δίλημμα που θα βάζουν ξανά και ξανά στο λαό είναι το ποιος θα διασφαλίζει το «κόψιμο» των παροχών που δικαιούται για να εξασφαλίζεται η «δημοσιονομική ισορροπία», αν ο «κόφτης» θα είναι ο γιατρός - μάνατζερ και οι κανονισμοί που προτείνει η κυβέρνηση ή κάποιος άλλος μηχανισμός που προτείνουν τα άλλα αστικά κόμματα κ.ο.κ.

Ξανά και ξανά δηλαδή επιβεβαιώνεται ότι αν η εργατική τάξη και ο λαός αποδεχτούν ως «δεδομένο» το στρίμωγμα των δικών τους σύγχρονων αναγκών, που υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για να ικανοποιηθούν, στους σιδερένιους νόμους και τις «αντοχές» του συστήματος της εκμετάλλευσης, είναι «λογικό» το επόμενο ερώτημα να είναι πόσα και τι επιπλέον θα χάσουν, ποιος και πώς θα ενισχύσει στις πλάτες τους το αντεργατικό οπλοστάσιο, των άνω των 600 μνημονιακών νόμων, των προνομοθετημένων μέτρων έως το 2020, των ματωμένων πλεονασμάτων έως το 2060 κ.ο.κ. για να στηριχτεί η επιχείρηση ανάκαμψης των κερδών του κεφαλαίου.

Η «κοινωνική ευαισθησία» που πουλάει η κυβέρνηση συντρίβεται από την πραγματικότητα

Ακριβώς μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο ξετυλίγεται η προσπάθεια της κυβέρνησης να διαφοροποιηθεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, περιφέροντας το αφήγημα της «κοινωνικά ευαίσθητης», που «πέρα απ' το δημοσιονομικό που είναι νούμερα τα οποία πρέπει να βγουν», όπως είπε την περασμένη Πέμπτη ο πρωθυπουργός, ταυτόχρονα δίνει «μάχη» στους «κοινωνικούς τομείς», για την καθημερινότητα του λαού. Μάλιστα, με αυτό το κριτήριο, προβάλλεται προς το λαό το κυβερνητικό αφήγημα ότι το δίλημμα πλέον είναι «ποιος θα διαχειριστεί την επόμενη μέρα», αυτή της ανάκαμψης της εγχώριας καπιταλιστικής οικονομίας: Αν θα είναι η «κοινωνικά ευαίσθητη» κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που θα δίνει ασπιρίνες για να απαλύνει τις πληγές που θα ανοίγει η αντιλαϊκή πολιτική της ή η σκληρή και νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση ΝΔ, που θα υλοποιήσει την ίδια πολιτική αλλά με «νεοφιλελεύθερες εμμονές».

Το αφήγημα καταρρέει βέβαια από την ίδια την πραγματικότητα που βιώνουν τα εργατικά - λαϊκά στρώματα, τα οποία βρίσκονται αντιμέτωπα με τη σκληρή ταξική πολιτική της σημερινής κυβέρνησης, σε συνέχεια όλων των προηγούμενων.

Το ζήτημα των «εγκλωβισμένων» - κατά την προκλητική κυβερνητική ορολογία - εργαζομένων, που δουλεύουν επί μήνες απλήρωτοι αλλά και χωρίς η εργοδοσία να τους απολύει για να μην πληρώνει αποζημιώσεις, αποτελεί ένα ακόμα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πραγματικότητας που βιώνουν χιλιάδες εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους, ένα από τα πολλά κεφάλια της «Λερναίας Υδρας» της καπιταλιστικής κερδοφορίας, που η κυβέρνηση «ταΐζει» με την πολιτική της.

Και εδώ μάλιστα επιβεβαιώνεται η απάτη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, αφού, όπως και σε όλα τα υπόλοιπα, όχι μόνο δεν καταργεί το προηγούμενο αντεργατικό νομοθετικό πλαίσιο που έχουν στα χέρια τους οι καπιταλιστές, αλλά πατώντας πάνω σε αυτό και παρουσιάζοντας προκλητικά ότι «δίνει λύσεις» προς όφελος των εργαζομένων, του βάζει τη «βούλα» και το επεκτείνει περαιτέρω. Στην περίπτωση των απλήρωτων εργαζομένων φτάνει μάλιστα να παρουσιάζει ως «κοινωνική ευαισθησία» τα διάφορα προγράμματα με πόρους του ΕΣΠΑ, την ουσιαστική απαλλαγή δηλαδή των επιχειρηματιών από την υποχρέωση να καταβάλλουν τα δεδουλευμένα και τις υπόλοιπες υποχρεώσεις τους!

Στο ίδιο πνεύμα όμως ήταν και η αντιμετώπιση της κυβέρνησης μέσα στη βδομάδα και σε ό,τι αφορά την τροπολογία που κατέθεσε για το θέμα το ΚΚΕ στη Βουλή και το πρώτο μέρος της υπερψηφίστηκε την Παρασκευή. Συνοπτικά, η τροπολογία προβλέπει στο πρώτο μέρος της ότι, ανεξαρτήτως της αιτίας που επικαλείται ο εργοδότης, η καθυστέρηση καταβολής δεδουλευμένων αποτελεί μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας, ενώ στο δεύτερο μέρος προέβλεπε τη διεύρυνση της επιβολής των κυρώσεων και στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, όπως και στον κύριο μέτοχο των εταιρειών.

Η κυβέρνηση, αν και έκανε «την ανάγκη φιλοτιμία» κάνοντας δεκτό το σημαντικό πρώτο μέρος της τροπολογίας, απέρριψε το δεύτερο με την αιτιολογία ότι ήδη προβλέπονται οι ποινές στην εργοδοσία, «προσπερνώντας» το γεγονός ότι η διεύρυνση των κυρώσεων είναι ουσιαστικό ζήτημα, αφού με τον τρόπο αυτό μπορεί να εξασφαλιστεί αποτελεσματικότερα η πίεση στη μεγάλη εργοδοσία που έχει συνήθως μορφή ΑΕ, ενώ και η εμπειρία από δικαστικές αποφάσεις έχει δείξει ότι οι καπιταλιστές, με το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο, έχουν χίλιους δυο τρόπους να αποδίδουν την ευθύνη σε έναν επιτετραμμένο υπάλληλο, και οι ίδιοι να μένουν στο απυρόβλητο.

Εναλλακτικό φιλολαϊκό σχέδιο η σύγκρουση με την εξουσία και την οικονομία του κεφαλαίου

Για ακόμα μια φορά επιβεβαιώνεται ότι το ζήτημα του «ξηλώματος» του αντεργατικού οπλοστασίου που δίνει αβάντα στο κεφάλαιο να ξεσαλώνει στους χώρους δουλειάς για την ανάκαμψη των κερδών του, η ανάκτηση συνολικά των απωλειών των εργαζομένων, πολύ περισσότερο η ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών της εργατικής τάξης, αποτελούν πρώτα απ' όλα ζήτημα πάλης και διεκδίκησης, απαιτούν να δυναμώσουν η οργάνωση στους χώρους δουλειάς, η αντιπαράθεση με τον κυβερνητικό και εργοδοτικό συνδικαλισμό, η αλληλεγγύη και η συμμαχία με τα άλλα λαϊκά στρώματα.

Εξάλλου, αν κάτι δείχνει η συζήτηση των ημερών, με τις κοκορομαχίες των αστικών κομμάτων, αλλά και τις «μεγάλες αποκαλύψεις» της «Βαρουφακειάδας» για τα άθλια παιχνίδια και τα «εναλλακτικά» σχέδια του κεφαλαίου που παίχτηκαν στην πλάτη του λαού τα προηγούμενα χρόνια, και το πώς ο τότε ψευδεπίγραφος ριζοσπαστισμός του ΣΥΡΙΖΑ αξιοποιήθηκε από το κεφάλαιο, για να συνεχιστεί η πολιτική των μνημονίων και των αντιλαϊκών μέτρων που δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, είναι ότι εναλλακτικά σχέδια προς όφελος του λαού δεν υπάρχουν εντός των τειχών του καπιταλισμού. Μόνο σε σύγκρουση με το κεφάλαιο και την εξουσία του μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ