ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 6 Αυγούστου 1999
Σελ. /24
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΠΟΙΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ; ΦΑΤΕ "ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ" ΚΑΙ ... ΠΛΗΡΩΣΤΕ

Και ο πλέον εύπιστος, καλόπιστος και αφελής Ελληνας καταναλωτής αντιλαμβάνεται πως ουσιαστικός έλεγχος της ποιότητας των τροφίμων, που διακινούνται και καταναλώνονται στη χώρα μας, δεν μπορεί να γίνει στη βάση των κανόνων της "ενιαίας αγοράς" της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Πολύ περισσότερο, όταν η ελληνική αγορά έχει κατακλυστεί από εισαγόμενα προϊόντα, ο έλεγχος ποιότητας των οποίων δεν μπορεί να γίνει στην παραγωγή τους, αλλά μόνο στη διακίνηση, όπου, εκ των πραγμάτων και, πολλές φορές, ανεξαρτήτως προθέσεων, είναι πλημμελής και προβληματικός. Και οπωσδήποτε δε νοείται ουσιαστικός κι αποτελεσματικός έλεγχος, όταν πρωταρχικό κριτήριο, που καθορίζει τη διακίνηση των προϊόντων, είναι η υποβοήθηση του ανταγωνισμού των πολυεθνικών για την αύξηση της κερδοφορίας τους, στα πλαίσια της "ελεύθερης αγοράς" κι έπεται, αν δε λείπει παντελώς, το ενδιαφέρον για την υγεία των καταναλωτών.

Ως εκ τούτου, το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τη σύσταση "Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων" - η λογική του οποίου κινείται ακριβώς στη βάση των κριτηρίων της εμπορικής αγοράς, που προαναφέραμε - όχι μόνο δεν εξασφαλίζει τον αποτελεσματικό έλεγχο της ποιότητας των τροφίμων, αλλά, ουσιαστικά, επιχειρεί τη νομιμοποίηση της ασυδοσίας των πολυεθνικών, σε βάρος της υγείας των καταναλωτών.

Αλλωστε, η σπουδή και η προχειρότητα της κυβέρνησης να καταρτίσει και να καταθέσει στη Βουλή το νομοσχέδιο, χωρίς ουσιαστικό διάλογο με τους αρμόδιους κοινωνικούς φορείς και τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, αναδεικνύουν τις προθέσεις της, που δεν είναι άλλες παρά να "θολώσει τα νερά" και να διασκεδάσει τις λαϊκές αντιδράσεις - ιδιαίτερα μετά το σκάνδαλο με τις διοξίνες στα τρόφιμα, που ξέσπασε στις χώρες της ΕΕ - και να εμφανιστεί πως δήθεν ενδιαφέρεται για την καταλληλότητα των τροφίμων και την υγεία των καταναλωτών. Επιπλέον, δεν πείθει για τις "αγαθές" προθέσεις της η κυβέρνηση, καθώς στο νομοσχέδιο δεν προβλέπεται η κάλυψη των ελλείψεων σε επιστημονικό αστυκτηνιατρικό προσωπικό σ' όλη τη χώρα, δεν αξιοποιείται η πείρα των εξειδικευμένων φορέων σε θέματα υγιεινής των τροφίμων που υπάρχουν και δεν εξασφαλίζεται ο εκσυγχρονισμός των ελέγχων, ανάλογα με την εξέλιξη της τεχνολογίας στην παραγωγή, στη μεταποίηση και τη συσκευασία των προϊόντων.

***

Το τι τρώει ο καθένας μας δεν μπορεί ν' αφήνεται στις "προτιμήσεις" των πολυεθνικών και στο νόμο του ανταγωνισμού της αγοράς. Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο χώρο των τροφίμων δεν ενδιαφέρονται για την υγεία των καταναλωτών, αλλά για την αύξηση των κερδών τους. Κι ας μην ισχυριστεί κανείς ότι ο ανταγωνισμός επιβάλλει την ποιότητα των προϊόντων και πως η ευθύνη της επιλογής βαρύνει, τελικά, τον ίδιο τον καταναλωτή, που πρέπει να ψάχνει και να διαλέγει, διότι η πραγματικότητα κάθε άλλο παρά αυτό δείχνει. Και τούτο εξηγείται, καθώς η εξασφάλιση της ποιότητας που απαιτεί μεγαλύτερο οικονομικό κόστος δε συμφέρει τις πολυεθνικές, οι οποίες έχουν, ταυτόχρονα, τη δυνατότητα και την ευχέρεια να διαμορφώνουν οι ίδιες - μέσω της διαφήμισης κυρίως, αλλά και με την αρωγή κρατικών φορέων και άλλων παραγόντων - τα"καταναλωτικά πρότυπα". Δεν είναι τυχαίο ότι τα λεγόμενα "πλαστικά φαγητά" στα "Φαστ - Φουντ" καλύπτουν μεγάλο μέρος της κατανάλωσης - και ιδιαίτερα στις μικρές και ευάλωτες ηλικίες - παρά το γεγονός ότι είναι πασιφανές πως καμία ποιότητα δε διαθέτουν και, εν πολλοίς, ενέχουν κινδύνους για την υγεία.

Ο "εμπορικός πόλεμος" ανάμεσα στις πολυεθνικές, που είναι αδυσώπητος και χωρίς "κανόνες", δεν οδηγεί στην ποιότητα των προϊόντων, αλλά στην επικράτηση των πλέον ισχυρών, όπως δείχνουν τα παραδείγματα της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΕ για την μπανάνα και τα μεταλλαγμένα προϊόντα, ή ακόμα και το "εμπάργκο" που επιβλήθηκε, ουσιαστικά, στα ελληνικά μύδια, που κατηγορούνται - στα πλαίσια του "εμπορικού πολέμου" μέσα στην ΕΕ - ότι περιέχουν βιοτοξίνες. Οι πολυεθνικές, αλλά και οι μεγάλες ελληνικές βιομηχανίες τροφίμων εξαπολύουν "οικονομικό πόλεμο" σε βάρος μικρών ελληνικών επιχειρήσεων - ιδιαίτερα των συνεταιριστικών - που"ποντάρουν" στην ποιότητα των προϊόντων τους για να εξασφαλίσουν μερίδιο στην αγορά, με στόχο να τις "βγάλουν από τη μέση". Παράδειγμα, ο "πόλεμος" της "ΔΕΛΤΑ" και της "ΦΑΓΕ" εναντίον των συνεταιριστικών εργοστασίων γάλακτος.

****

Αλλά αυτό που φανερώνει καθαρότερα τις κυβερνητικές προθέσεις, σχετικά με το μέγα θέμα της διατροφής των Ελλήνων, είναι η εφαρμοζόμενη πολιτική σε βάρος των ελληνικών κτηνοτροφικών και γεωργικών προϊόντων. Η αντικτηνοτροφική - αντιγεωργική πολιτική της κυβέρνησης, που συνταυτίζεται απολύτως με τις κατευθύνσεις και τις επιλογές της ΕΕ, οδηγεί στη συρρίκνωση της ελληνικής κτηνοτροφικής και γεωργικής παραγωγής και στην τεράστια αύξηση των εισαγωγών. Αυτή η πολιτική, εκτός των προβλημάτων που δημιουργεί στους κτηνοτρόφους και τους γεωργούς - χιλιάδες εξαναγκάζονται να φύγουν από την παραγωγική διαδικασία και πολλοί πετιούνται στον "κοινωνικό Καιάδα", που ανοίγει στη χώρα μας η περιβόητη ΟΝΕ - στερεί από τον Ελληνα καταναλωτή τα ελληνικά προϊόντα, που είναι και ποιοτικά, άλλωστε, γι' αυτά υπάρχει η δυνατότητα να ελεγχθούν σε όλα τα στάδια της διατροφικής διαδικασίας, από την παραγωγή, τη μεταποίηση, τη συσκευασία και τη διακίνηση, μέχρι την κατανάλωση.

Είναι, πράγματι, "κοινωνικό και πολιτικό έγκλημα" - το οποίο βαρύνει τις ελληνικές κυβερνήσεις - η Ελλάδα, μια χώρα με τις πλέον κατάλληλες και προσοδοφόρες εδαφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες για την παραγωγή ποιοτικών κτηνοτροφικών και γεωργικών προϊόντων, να "τρέφεται" από το εξωτερικό, με εισαγωγές τροφίμων, που απαιτούν πολύ συνάλλαγμα και, ταυτόχρονα, δεν ελέγχονται για την ποιότητά τους και απειλούν την υγεία του λαού μας.

Είναι, λοιπόν, φανερό ότι κανείς "Φορέας Ελέγχου Τροφίμων" δε λύνει το πρόβλημα της διατροφής του λαού μας, αν ο "έλεγχος" κινείται στη βάση του ανταγωνισμού προς κερδοφορία των πολυεθνικών και η πολιτική που εφαρμόζεται δεν εξασφαλίζει την ανάπτυξη της ντόπιας παραγωγής και τον περιορισμό των εισαγωγών. Κι αυτό το γνωρίζουν και οι κυβερνώντες, αλλά άλλοι, εκτός Ελλάδας, αποφασίζουν πώς και με τι θα τρέφεται ο ελληνικός λαός κι αυτοί "αγρόν αγοράζουν"....

Παύλος ΡΙΖΑΡΓΙΩΤΗΣ

Οπωσδήποτε δε νοείται ουσιαστικός και αποτελεσματικός έλεγχος, όταν πρωταρχικό κριτήριο, που καθορίζει τη διακίνηση των προϊόντων, είναι η υποβοήθηση του ανταγωνισμού των πολυεθνικών για την αύξηση της κερδοφορίας τους, στα πλαίσια της "ελεύθερης αγοράς" και έπεται, αν δε λείπει παντελώς, το ενδιαφέρον για την υγεία των καταναλωτών


ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΒΡΥΣΣΑΛΗ, ΜΕΛΟΥΣ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝΚΑΙ ΤΗΣ ΕΣΑΚ ΣΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ
Μεθοδευμένη η υποβάθμιση

- Ενάμιση μήνα μετά τις κινητοποιήσεις, που είχατε στο νοσοκομείο του Ηρακλείου, λύθηκαν τα προβλήματα;

- Δυστυχώς, η αναστολή των κινητοποιήσεων που αποφάσισε η πλειοψηφία της διοίκησης του σωματείου, δηλαδή η ΠΑΣΚΕ, όχι μόνο δεν έλυσε τα προβλήματα, αλλά τα όξυνε ακόμη περισσότερο. Τότε, η διοίκηση του νοσοκομείου είχε δεσμευτεί για δήθεν επίλυση και δρομολόγηση εξελίξεων στα αιτήματα της πρόσληψης προσωπικού, καταβολής των δεδουλευμένων, τήρησης εργατικών δικαιωμάτων κλπ. Ολα έμειναν στα χαρτιά, όπως άλλωστε εμείς ως ΕΣΑΚ περιμέναμε και είχαμε επισημάνει.

- Δεν πάρθηκε δηλαδή κανένα μέτρο;

- Τα μέτρα που πάρθηκαν όχι μόνο δεν έλυσαν κανένα πρόβλημα αλλά δημιούργησαν περισσότερα. Πολλά τμήματα λειτουργούν κάτω από προσωπικό ασφαλείας και οι μετακινήσεις προσωπικού τείνουν να γίνουν μόνιμο καθεστώς. Η κατάσταση αυτή, βέβαια, θέτει σε κίνδυνο και εκθέτει ασθενείς και νοσηλευτές. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται σπουδαστές των ΤΕΛ για την κάλυψη τμημάτων, παραβιάζοντας έτσι τα εργασιακά και εκπαιδευτικά δικαιώματα.

- Τι σημαίνει για το νοσοκομείο αυτή η στάση της διοίκησης του νοσοκομείου;

- Συνολικά το νοσοκομείο είναι σε πορεία γενικής υποβάθμισης. Υστερα από δέκα χρόνια λειτουργίας ουσιαστικά βρισκόμαστε σε οριακό σημείο όσον αφορά το δημόσιο σύστημα υγείας και το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου. Η παραβίαση των κεκτημένων δικαιωμάτων μας είναι μόνιμη και σταθερή και η υποβάθμιση και η απαξίωση του δημόσιου τομέα περνάει μέσα από τα προβλήματα που κυβερνητικές αποφάσεις γεννούν.

- Ποιες κυβερνητικές αποφάσεις προκαλούν ή επιδεινώνουν αυτή την κατάσταση;

- Ακριβώς η μείωση του δημόσιου τομέα, ο περιορισμός των κοινωνικών δαπανών, η άρση της μονιμότητας μέσα από την επέκταση του θεσμού των εποχιακών, των συμβασιούχων. Σήμερα, όλα τα δημόσια νοσοκομεία της χώρας έχουν σημαντικές ελλείψεις σε νοσηλευτικό και βοηθητικό προσωπικό με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη σωστή λειτουργία των νοσοκομείων και την καλή εξυπηρέτηση όλων όσοι νοσηλεύονται σε αυτά. Επιπλέον, το χτύπημα των εργατικών δικαιωμάτων, η συστηματική καθυστέρηση εξόφλησης των δεδουλευμένων υπερωριών, στο όνομα του ελέγχου των οικονομικών για την επίτευξη του "εθνικού" στόχου της ΟΝΕ. Η συγχώνευση τμημάτων, στο όνομα της εξοικονόμησης προσωπικού. Μαζί με την αποδυνάμωση της λειτουργίας των δημόσιων νοσοκομείων, παράλληλα συχνά παρατηρούνται φαινόμενα συκοφάντησής τους την ίδια στιγμή που δίπλα μας αναπτύσσεται ο ιδιωτικός κλάδος παροχής υπηρεσιών υγείας. Με αυτό τον τρόπο το ίδιο το κράτος στρέφει τους πολίτες στις ιδιωτικές κλινικές.

- Απέναντι σε αυτή την κατάσταση ποια θα πρέπει να είναι η στάση των εργαζομένων;

- Οπως αποδείχτηκε στην πράξη, η πλειοψηφία της διοίκησης του σωματείου, δηλαδή η ΠΑΣΚΕ, είναι συνυπεύθυνη μαζί με την κυβέρνηση για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί σήμερα στο Περιφερειακό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ηρακλείου. Επομένως, αν δε δημιουργήσουμε ένα ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα ικανό να παρεμβαίνει και να αποτρέπει μεθοδεύσεις σε βάρος των εργαζομένων, είναι βέβαιο πως η κατάσταση θα παραμένει η ίδια. Γι' αυτό θα πρέπει να συγκροτήσουμε παντού επιτροπές αγώνα και να παλέψουμε όλοι μαζί, εργαζόμενοι και κάτοικοι της περιοχής, σε αυτή την κατεύθυνση.

Ρ. Μπ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ