Eurokinissi |
Είναι σίγουρο ότι οι εξελίξεις τόσο στη σοσιαλδημοκρατία όσο και στη ΝΔ, που εξελίσσονται με βάση το εκλογικό αποτέλεσμα, αντανακλούν ευρύτερες διεργασίες και προβληματισμούς σε κόλπους της αστικής τάξης. Προβληματισμούς και ανησυχίες για τη δυνατότητα διαχείρισης της εργατικής - λαϊκής δυσαρέσκειας, που εκφράστηκε και στις ευρωεκλογές, αλλά και συνεχίζει να συναντιέται σε διάφορα αγωνιστικά μέτωπα που βρίσκονται σε εξέλιξη αυτήν την περίοδο, με τους κομμουνιστές να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή.
Η καταγραφή μιας ενισχυμένης, ευρύτερης πολιτικής επιρροής του ΚΚΕ δεν είναι αδιάφορη στα αστικά επιτελεία, το αντίθετο. Γι' αυτό άλλωστε παρατηρούμε μετεκλογικά το απόλυτο θάψιμο κάθε παρέμβασης ή δραστηριότητας του Κόμματος από τα αστικά ΜΜΕ.
Επίσης, εξακολουθούν να συγκεντρώνονται μαύρα σύννεφα για την πορεία της οικονομίας στην ΕΕ και την επίδραση που αυτή θα έχει σε εγχώριο επίπεδο, αλλά και για τις προοπτικές των δύο ιμπεριαλιστικών πολέμων που βρίσκονται σε εξέλιξη, με την Ελλάδα να βρίσκεται χωμένη μέχρι τον λαιμό στα σχέδια του ευρωΝΑΤΟικού στρατοπέδου.
Eurokinissi |
Η εξίσωση βεβαίως είναι δύσκολη, ωστόσο είναι σαφές πως το επόμενο διάστημα θα δούμε πολλές και πυκνές διεργασίες.
Στην Ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ για το εκλογικό αποτέλεσμα της 9ης Ιούνη σημειώνεται: «Η συζήτηση περί "ήττας της αριστεράς" ή της "κεντροαριστεράς" σε Ελλάδα και Ευρώπη ουσιαστικά κρύβει το πιο ουσιαστικό ζήτημα, ότι στην πραγματικότητα αυτό που έχει δεχθεί πλήγμα είναι η δυνατότητα αυτών των δυνάμεων να ενσωματώνουν εργατικές - λαϊκές δυνάμεις με "αριστερά" συνθήματα στη γραμμή της ΕΕ, της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, του ΝΑΤΟ και των ιμπεριαλιστικών πολέμων».
Αυτή είναι η ουσία που βρίσκεται στον πυρήνα των εξελίξεων στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, στις διεργασίες που συντελούνται τόσο στο ΠΑΣΟΚ όσο και στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από πρόσωπα, ατομικές φιλοδοξίες και επιδιώξεις. Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς, με ποιους και με ποια πολιτική ατζέντα μπορούν να διαμορφωθούν οι όροι ώστε η σοσιαλδημοκρατία να ανακτήσει τον χαμένο ρόλο της στο αστικό πολιτικό σύστημα, δηλαδή αυτόν της δύναμης ενσωμάτωσης που μπορεί, ίσως ακόμα καλύτερα και από τις «φιλελεύθερες» αστικές δυνάμεις, να προωθεί με συνέπεια και χωρίς λαϊκές αντιδράσεις τη στρατηγική του κεφαλαίου, της ΕΕ και των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών της χώρας.
Οσον αφορά αυτές καθαυτές τις εξελίξεις, αναφέρουμε επιγραμματικά:
Στο επίκεντρο της συζήτησης και στα δύο κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας βρίσκονται η αναγκαιότητα και οι όροι ενοποίησης ή κοινής δράσης του χώρου.
Ενδεικτικά, ο Ν. Ανδρουλάκης, αν και σε δηλώσεις του τάχθηκε ενάντια στα «σχέδια για ρευστοποίηση του ΠΑΣΟΚ και ενοποίησή του με τον ΣΥΡΙΖΑ», διευκρίνισε ότι πιστεύει «στον ειλικρινή διάλογο και την προγραμματική σύγκλιση των προοδευτικών δυνάμεων». Για ένα ΠΑΣΟΚ που «θα ενώσει όλες τις προοδευτικές δυνάμεις και θα νικήσει τη ΝΔ, όπως το κάναμε στην Αθήνα» μίλησε ο Χ. Δούκας, ενώ ο Π. Γερουλάνος τάχθηκε υπέρ μιας «μεγάλης παράταξης που θα ενώσει τις προοδευτικές δυνάμεις σε όλο το πολιτικό φάσμα». Επιπλέον, η Ν. Γιαννακοπούλου υποστήριξε πως θέλει να εκφράσει «τον χώρο του κέντρου και της μεταρρυθμιστικής κεντροαριστεράς» και η Μ. Αποστολάκη δήλωσε ότι στόχος της είναι να μετατρέψει το ΠΑΣΟΚ στον «προοδευτικό πλειοψηφικό φορέα της χώρας», ενώ με επικλήσεις στον Ανδρέα Παπανδρέου ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του ο Γ. Κανελλάκης.
Ο Στ. Κασσελάκης από την πλευρά του απορρίπτει τη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ μόνο έως ότου συμφωνηθεί η αναγνώριση του ΣΥΡΙΖΑ ως ηγέτιδας δύναμης των όποιων συνεννοήσεων, και ότι ο επικεφαλής του θα ηγηθεί οποιουδήποτε σχήματος, εφόσον προκύψει.
Οι τοποθετήσεις Σαμαρά και Καραμανλή στη βιβλιοπαρουσίαση με θέμα τη διακυβέρνηση Καραμανλή 2004 - 2009 (σε μια εκδήλωση μάλιστα όπου προσήλθαν στελέχη από όλο το αστικό πολιτικό φάσμα, από τον ΣΥΡΙΖΑ μέχρι στελέχη της Ελληνικής Λύσης και της «Νίκης», εκφράζοντας διαφορετικές προσεγγίσεις εντός της ντόπιας αστικής τάξης) δεν εξέφρασαν απλώς κάποιες επιμέρους διαφωνίες, αλλά ήρθαν σε αντιπαράθεση με βασικές επιλογές της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Παρά τις διαφορές μεταξύ των δύο ομιλιών, πρόκειται για μια - όπως αναδείχθηκε - διαφορετική ατζέντα σε μια σειρά κρίσιμα ζητήματα, όπως:
Μία μέρα μετά, ο Κυρ. Μητσοτάκης σε ομιλία του στο συνέδριο του «Economist», σχολιάζοντας το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, είπε ότι «οι πολίτες μάς έστειλαν ένα μήνυμα σχετικό με το κόστος ζωής» αλλά την ίδια ώρα «δεν άλλαξαν τον βασικό συσχετισμό δυνάμεων». Και, βέβαια, ερμήνευσε τη λαϊκή ψήφο ως μήνυμα να κάνει ταχύτερα η κυβέρνηση όσα αντιλαϊκά έχει εξαγγείλει.
Ο λαός δικαίως αηδιάζει παρακολουθώντας όλες αυτές τις αντιπαραθέσεις, τις καρεκλομαχίες και τα ξεκατινιάσματα, αφού πρόκειται για διεργασίες ξένες προς τα συμφέροντά του, από τις οποίες δεν πρόκειται τίποτα το θετικό να προκύψει για τα δικαιώματα και τις ανάγκες του. Είναι διεργασίες από χέρι ενταγμένες στην παραπέρα αντιδραστικοποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος, με «ένα το κρατούμενο» τη διαφύλαξη ανοιχτού του δρόμου για την επίθεση του κεφαλαίου στους εργαζόμενους.
Στον αντίποδα, όμως, υπάρχουν και οι θετικές και ελπιδοφόρες για τον λαό διεργασίες. Αυτές που γίνονται μέσα στην κοινωνία, μέσα στους αγώνες, που αποτυπώνονται και στη βελτίωση των συσχετισμών σε μια σειρά αρχαιρεσίες σε φορείς του κινήματος, με την ισχυροποίηση του ΚΚΕ.
Η ελπίδα δεν βρίσκεται ούτε στην «εξισορρόπηση» του πολιτικού συστήματος, ούτε στο στήσιμο «εναλλακτικού πόλου».
Βρίσκεται στη σταθεροποίηση και ενίσχυση του ρεύματος αμφισβήτησης της κυρίαρχης πολιτικής της ΕΕ, της κυβέρνησης της ΝΔ και της αντιπολίτευσης των κομμάτων της σοσιαλδημοκρατίας.
Βρίσκεται στην ενίσχυση της δύναμης του λαού, με την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος και την προώθηση της κοινωνικής συμμαχίας με τους βιοπαλαιστές αγρότες και τους αυτοαπασχολούμενους, που θα αμφισβητήσει συνολικά τα συμφέροντα και την εξουσία του κεφαλαίου. Με την ενίσχυση του ΚΚΕ σε κάθε κλάδο, κάθε χώρο δουλειάς, κάθε γειτονιά.