Οι διεργασίες της διαπραγμάτευσης για τη δεύτερη «αξιολόγηση» με το κουαρτέτο διαπλέκονται με τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή
Επόμενος σταθμός είναι η αυριανή συνεδρίαση του συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης (Γιούρογκρουπ) στις Βρυξέλλες, στην ατζέντα του οποίου περιλαμβάνεται και η συζήτηση «για την πορεία των εργασιών σχετικά με το ενδεχόμενο για επανένωση της Κύπρου», με έμφαση στα οικονομικά και χρηματοπιστωτικά θέματα που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τη ζώνη του ευρώ, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του Γιούρογκρουπ.
Την ίδια ώρα κι ενώ η κεντρική τράπεζα της Αιγύπτου ανακοίνωσε την περασμένη βδομάδα την ελεύθερη διακύμανση της αιγυπτιακής λίρας, το ΔΝΤ έσπευσε να χαιρετίσει την «άρση των περιορισμών» στην αγορά συναλλάγματος, επισημαίνοντας ότι το «ευέλικτο καθεστώς θα βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της Αιγύπτου, θα ενισχύσει τις εξαγωγές και τον τουρισμό και θα προσελκύσει ξένες επενδύσεις». Ταυτόχρονα, ανοίγει ο δρόμος για τη χρηματοπιστωτική στήριξη του αιγυπτιακού κράτους από την πλευρά του ΔΝΤ, ενώ γίνεται λόγος για δάνειο ύψους 12 δισ. ευρώ.
Τα παραπάνω φαίνεται να συνδέονται και με το ζήτημα της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην περιοχή και βέβαια με τους οξυμένους μονοπωλιακούς ανταγωνισμούς, γύρω από τους οποίους η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, για λογαριασμό του εγχώριου κεφαλαίου, διεκδικεί την «αναβάθμιση της χώρας», στο πλαίσιο των γεωπολιτικών ανταγωνισμών.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με ανακοίνωση του ΔΝΤ που δημοσιοποιήθηκε προχτές Παρασκευή, «η τουρκική οικονομία έχει αντέξει σε πολλά σοκ, ωστόσο η εντεινόμενη πολιτική αβεβαιότητα, η κατακόρυφη πτώση των εσόδων από τον τουρισμό και το υψηλό επίπεδο χρέους των εταιρειών έχουν επιπτώσεις», με αποτέλεσμα η μεγέθυνση του ΑΕΠ να υποχωρήσει φέτος στο 2,9%, σύμφωνα με την εκτίμηση του ΔΝΤ, έναντι ρυθμού της τάξης του 4% το 2015.
Αυτές οι οικονομικές εξελίξεις σε κράτη της περιοχής μας έχουν επίδραση στην προσπάθεια της κυβέρνησης να δημιουργήσει τις αναγκαίες και ικανές συνθήκες ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας σε όφελος του κεφαλαίου, με δεδομένο ότι αφενός αναπτύσσονται οικονομικές σχέσεις μεταξύ τους (π.χ. με την Αίγυπτο), αφετέρου υπάρχουν οξύτατοι ανταγωνισμοί (π.χ. με Τουρκία), ενώ την ίδια ώρα αυτές οι σχέσεις της Ελλάδας διαπλέκονται με τις σχέσεις Αιγύπτου - Τουρκίας.
«Φιλόδοξος, αλλά εφικτός» χαρακτηρίζεται από υψηλόβαθμο παράγοντα της Ευρωζώνης ο κοινός στόχος της συγκυβέρνησης και του κουαρτέτου για το κλείσιμο της δεύτερης «αξιολόγησης» του μνημονίου μέχρι τα τέλη Νοέμβρη, προκειμένου να επικυρωθεί η συμφωνία στο μεθεπόμενο Γιούρογκρουπ στις 5 Δεκέμβρη. Την ίδια ώρα, οι συνεννοήσεις και τα αντιλαϊκά παζάρια φαίνεται να βρίσκονται σε προχωρημένο επίπεδο, καθώς όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο ίδιος παράγοντας της Ευρωζώνης, «είναι εφικτό, αλλά δεν θα είναι και το τέλος του κόσμου αν δεν συμβεί ακριβώς τότε».
Παράλληλα, ανοίγει ο δρόμος και για τη συμμετοχή του ΔΝΤ και πιθανά μέσω νέας δανειακής σύμβασης για τη χρηματοπιστωτική στήριξη προς το ελληνικό κράτος, σε μια εξέλιξη που, αν έτσι συμβεί, συνδέεται με την υπογραφή συμπληρωματικού μνημονίου και με την πλευρά του ΔΝΤ.
Σύμφωνα με τις πηγές της Ευρωζώνης, «υπάρχουν ζητήματα που απαιτούν σημαντικές πολιτικές συζητήσεις, όπως για παράδειγμα η αγορά εργασίας και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το 2017 - 2018», ενώ όπως όλα δείχνουν, δρομολογείται «λύση - πακέτο» για όλα τα ζητήματα της δεύτερης «αξιολόγησης», του μεσοπρόθεσμου, αλλά και της συμμετοχής του ΔΝΤ. «Ολα θα πρέπει να μπουν στη θέση τους ταυτόχρονα», επισημαίνεται χαρακτηριστικά, σε ό,τι αφορά τα νέα αντιλαϊκά μέτρα, την «κατ' αρχήν» συμφωνία για τη συμμετοχή του ΔΝΤ, καθώς και για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που αφορούν στην «ελάφρυνση» των τοκοχρεολυτικών δόσεων για την εξυπηρέτηση του κρατικού χρέους στα αμέσως προσεχή χρόνια. Σε αυτό το πλαίσιο, η ολοκλήρωση της «αξιολόγησης» αποτελεί προϋπόθεση για την «επίτευξη συνολικής συμφωνίας», στη βάση της οποίας θα προκύψουν όλες οι αναγκαίες παράμετροι για τις αναλύσεις σχετικά με τη «βιωσιμότητα» του κρατικού χρέους.
Σε κάθε περίπτωση, τα μακροπρόθεσμα μέτρα για τη διαχείριση του ελληνικού κρατικού χρέους θα συζητηθούν σε επόμενη φάση, προκειμένου, υπό όρους και προϋποθέσεις, να εφαρμοστούν μετά την αναμενόμενη τυπική λήξη του τρέχοντος μνημονίου με την Ευρωζώνη το 2018. Την ίδια ώρα, «άγνωστος Χ» παραμένει η χρονική διάρκεια του συμπληρωματικού μνημονίου, που φαίνεται να δρομολογείται με το ΔΝΤ.
«Μέτρα στο πεδίο της Κοινωνικής Ασφάλισης και της μεταρρύθμισης της αγοράς εργασίας αναμένεται να βρεθούν στο επίκεντρο της δεύτερης αξιολόγησης», αναφέρει χαρακτηριστικά το έγγραφο του επικεφαλής του συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, Γ. Ντάισελμπλουμ, και προσθέτει ότι θα πρέπει, επίσης, να ληφθούν μέτρα και στο πεδίο των ιδιωτικοποιήσεων, στο χρηματοπιστωτικό τομέα, στην αγορά Ενέργειας, στη Δημόσια Διοίκηση, στη νομοθεσία για τη στρατηγική του προϋπολογισμού μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, στο επιχειρηματικό κλίμα, στις αγορές προϊόντων και στην Παιδεία.
Σύμφωνα με το έγγραφο του Γ. Ντάισελμπλουμ που διαβιβάστηκε στην ολλανδική Βουλή, η επόμενη αποστολή του κουαρτέτου «έχει προς το παρόν προγραμματιστεί για το διάστημα 14 - 21 Νοεμβρίου», θα διαρκέσει δηλαδή μία βδομάδα, γεγονός που επιβεβαιώνει την επιτάχυνση των αντιλαϊκών διεργασιών.
Μάλιστα, η επάνοδος των υψηλόβαθμων κλιμακίων του κουαρτέτου στην Αθήνα θα συμπέσει με την επίσημη επίσκεψη του Προέδρου των ΗΠΑ, Μπ. Ομπάμα. Σε αυτό το πλαίσιο, ο υφυπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Ν. Σιτς, σε πρόσφατες δηλώσεις του τόνισε: «Υπάρχει ακόμη δουλειά να γίνει και είναι σημαντικό για το λόγο αυτό η Ελλάδα να συνεχίσει να συνεργάζεται στενά με τους Ευρωπαίους εταίρους της και το ΔΝΤ, για να εφαρμόσει τις εναπομείνασες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, το Ασφαλιστικό κ.α».
Την ίδια ώρα, τα νέα αντιλαϊκά μέτρα πέρα και πάνω από αυτά που ήδη έχουν ψηφιστεί και ενσωματωθεί στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού, βρίσκονται σταθερά στην ατζέντα των συνεννοήσεων και των παζαριών της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με το κουαρτέτο, με γνώμονα την κάλυψη των στόχων για τα αιματοβαμμένα πρωτογενή πλεονάσματα.
Το τελικό σχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το 2017 αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή στις 21 Νοέμβρη, ενώ ταυτόχρονα οι συζητήσεις εστιάζουν και στα μεγέθη του υπό διαμόρφωση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2017-2020, με άξονα την επιβολή μέτρων «μόνιμου χαρακτήρα και επαναλαμβανόμενης απόδοσης».
Τα «ρίσκα» που εντοπίζονται στα μεγέθη του κρατικού προϋπολογισμού για το 2017 και βρίσκονται στα παζάρια με το κουαρτέτο αφορούν στα παρακάτω:
Σε κάθε περίπτωση, τα συναρμόδια υπουργεία αναζητούν το μείγμα των αντιλαϊκών παρεμβάσεων, προκειμένου να επιτευχθούν πρόσθετες «εξοικονομήσεις», που φτάνουν στο 0,5% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση και αντιστοιχούν σε αντιλαϊκά μέτρα ύψους πάνω από 900 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Σύμφωνα με κυβερνητικούς παράγοντες, «δεν θα υπάρξουν νέα φορολογικά μέτρα για το 2017», καθώς υπάρχει ως «μαξιλάρι ασφαλείας» η υπεραπόδοση των μέτρων για το 2016. Ουσιαστικά, δηλαδή, αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο της επιβολής νέων φορολογικών μέτρων από το 2018, με επίκεντρο και τα πρωτογενή πλεονάσματα που θα ενσωματωθούν στο υπό διαμόρφωση Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2017 - 2020. Αλλά η μείωση του αφορολόγητου, αν δεν είναι νέο αντιλαϊκό φορολογικό μέτρο, τότε τι είναι; Ταυτόχρονα, δρομολογείται η κατάργηση και των τελευταίων «φοροελαφρύνσεων» για τις δαπάνες των μισθωτών - συνταξιούχων.
Ακόμη:
Με βασικό και διακηρυγμένο στόχο την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη προώθηση της αντιλαϊκής πολιτικής και την υλοποίηση μέχρι κεραίας των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων και των δεσμεύσεων του 3ου μνημονίου, πραγματοποιήθηκε τελικά το βράδυ της Παρασκευής ο αναμενόμενος ανασχηματισμός της κυβέρνησης. Ταυτόχρονα, με δηλώσεις και παρεμβάσεις τους στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έσπευσαν να «φρεσκάρουν» το δηλητηριώδες για το λαό παραμύθι ότι η κυβερνητική εναλλαγή και η καπιταλιστική ανάκαμψη μπορούν να φέρουν διέξοδο και ανακούφιση στα οξυμένα λαϊκά προβλήματα, ενώ φανερή είναι και η προσπάθεια οι ευθύνες της αντιλαϊκής πολιτικής να ριχτούν σε συγκεκριμένα πρόσωπα που την υλοποίησαν έως τώρα, προκαλώντας δίκαια τη γενικευμένη λαϊκή αγανάκτηση και οργή. Ταυτόχρονα, ο κυβερνητικός ανασχηματισμός, ένα χρόνο μετά τις εκλογές, σε συνδυασμό με τη συνολικότερη λαϊκή δυσαρέσκεια και απογοήτευση για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, δείχνει ότι η δυνατότητα μιας κυβέρνησης να παραπλανά και να εγκλωβίζει, σε συνθήκες κρίσης και μνημονίων, επί μακρόν, εργατικές - λαϊκές δυνάμεις, έχει περιοριστεί.
Το ζήτημα, όπως σημείωσε και σε ανακοίνωσή του το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ είναι ο λαός «να εμπιστευτεί τη δική του δύναμη και να οργανώσει την αντεπίθεσή του, χωρίς καθυστέρηση, για να βάλει εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική, στοχεύοντας τον πραγματικό αντίπαλο, το κεφάλαιο και την εξουσία του. Ελπίδα και αποκούμπι σ' αυτόν τον αγώνα μπορεί να είναι ένα πολύ πιο ισχυρό ΚΚΕ».