ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 5 Φλεβάρη 2022 - Κυριακή 6 Φλεβάρη 2022
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΙ ΝΟΜΟΙ
Τα αποκαλυπτήρια του ρόλου του αστικού κράτους

Τη βδομάδα που μας πέρασε, η κυβέρνηση της ΝΔ ψήφισε έναν νέο αναπτυξιακό νόμο, με τον ΣΥΡΙΖΑ να κατηγορεί μεταξύ άλλων την ΝΔ για «λογοκλοπή» - ότι ο νέος αναπτυξιακός είναι αντίγραφο του προηγούμενου - και ότι ο νέος αναπτυξιακός νόμος δίνει μεγάλο βάρος στον υπουργό Ανάπτυξης. Φυσικά, η κύρια κριτική του ΣΥΡΙΖΑ αφορούσε στον «άδικο» χαρακτήρα που έχει ο συγκεκριμένος νόμος της ΝΔ και στη δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να φέρει έναν καλύτερο, δικαιότερο, ακόμα ίσως και πιο «αναπτυξιακό» νόμο. Το ΚΙΝΑΛ απ' τη μεριά του επέκρινε το νέο νομοθέτημα γιατί δεν είναι αρκετά «αναπτυξιακό», «δεν θα καταφέρει να διευρύνει όσο πρέπει την οικονομική ανάπτυξη της χώρας».

Η συγκυρία είναι μια ευκαιρία ανάδειξης του ότι ο χαρακτήρας του ενός ή του άλλου νόμου τελικά καθορίζεται απ' τον βαθύτερο σκοπό του κράτους που νομοθετεί. Οι διάφοροι αναπτυξιακοί νόμοι στον καπιταλισμό από κυβέρνηση σε κυβέρνηση αλλάζουν. Αλλάζουν όμως όχι γιατί αλλάζει ο χαρακτήρας και ο σκοπός τους. Αλλάζουν γιατί αλλάζουν οι απαιτήσεις που έχει η καπιταλιστική ανάπτυξη της εκάστοτε περιόδου.

Ποιον υπηρετούν οι αναπτυξιακοί νόμοι και η κρατική φορολογία

Η αποστολή του αστικού κράτους είναι πολύ συγκεκριμένη. Κάθε κράτος είναι όργανο κυριαρχίας της εκάστοτε κυρίαρχης τάξης. Το αστικό κράτος είναι όργανο κυριαρχίας της αστικής τάξης. Αποστολή του είναι να διασφαλίζει την κυριαρχία του κεφαλαίου, την κερδοφορία των επιχειρήσεων.

Για να υπηρετήσει αυτήν την αποστολή, το σύγχρονο αστικό κράτος έχει πολλαπλές οικονομικές λειτουργίες. Μέσα σ' αυτές, όμως, ξεχωρίζουν η φορολογία - από ποιον εισπράττει - και οι κρατικές δαπάνες - για ποιον ξοδεύει.

Ο αναπτυξιακός νόμος εντάσσεται μέσα σ' αυτό το βασικό «δίπολο» οικονομικών λειτουργιών του αστικού κράτους. Στην ουσία, ο κάθε αναπτυξιακός νόμος περιλαμβάνει ρυθμίσεις κρατικών επιδοτήσεων προς το κεφάλαιο και ρυθμίσεις φοροαπαλλαγών προς το κεφάλαιο, ενώ περιλαμβάνει επίσης και άλλες ρυθμίσεις που διευκολύνουν τις επιχειρήσεις να επενδύουν τα δικά τους κεφάλαια.

Το δίπολο φορολογίας - «αναπτυξιακής νομοθεσίας» των οικονομικών λειτουργιών έχει σημασία γιατί όσο δίνεις, άλλα τόσα πρέπει και να πάρεις. Με απλά λόγια, οι επιδοτήσεις και οι φοροαπαλλαγές προς το κεφάλαιο πρέπει να πληρωθούν. Και εδώ έρχεται και το ζήτημα της κρατικής φορολογίας. Η «πονηρή λύση» του δανεισμού ή ακόμα της κρατικής εκτύπωσης νέου χρήματος δεν αλλάζει καθόλου την ουσία της «εξίσωσης». Οταν δανείζεσαι πρέπει να τα πληρώσεις λίγο πιο μετά, ενώ όταν τυπώνεις νέο χρήμα, όπως αφελώς (;) προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ, υποτιμάς την αξία του και εμμέσως φορολογείς τον λαό που βλέπει την αξία των χρημάτων του να μειώνεται με την ακρίβεια. Το κράτος λοιπόν με τη φορολογία εισπράττει.

Η εκάστοτε αναπτυξιακή νομοθεσία είναι ακρογωνιαίος λίθος τού πώς το κράτος «δαπανά» τους φόρους που εισέπραξε. Η κρατική επιδότηση είναι σημαντικό στοιχείο της αναπαραγωγής του κεφαλαίου, της συσσώρευσης. Ο εκάστοτε αναπτυξιακός νόμος είναι, τρόπον τινά, η ναυαρχίδα της πολυσύνθετης αναπτυξιακής νομοθεσίας, βασικότεροι στόχοι της οποίας είναι η επιτάχυνση της συσσώρευσης του κεφαλαίου - η μεγέθυνση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων - μέσα από επιδοτήσεις και απ' τη διευκόλυνση επιλεγμένων κλάδων και η επιτάχυνση της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου (εξαγορές, συγχωνεύσεις κ.ά.).

Οι μεγάλες επενδύσεις επιδοτούνται τελικά περισσότερο. Ο αναπτυξιακός νόμος προβλέπει ενίσχυση μεγαλύτερων κεφαλαίων, λειτουργώντας έτσι ενισχυτικά στη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, θέτοντας πλαφόν και απαιτήσεις που αφήνουν εκτός τους «μικρούς» αλλά και μέσα απ' την επιδότηση κλάδων όπου δραστηριοποιούνται μεγάλα κεφάλαια.

Μια σύντομη ανασκόπηση της τελευταίας δεκαετίας

Μια ανασκόπηση σημαντικών σταθμών της τελευταίας δεκαετίας, για το πώς κινήθηκαν τόσο οι «εισπράξεις» όσο και οι «δαπάνες» του κράτους, βοηθάει στο να βγουν συμπεράσματα.

Απ' το 2010 μετράμε:

-- τον νόμο για τις Στρατηγικές Επενδύσεις (επί ΠΑΣΟΚ) με ειδικές και υψηλότερες επιδοτήσεις δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ για μεγάλες επενδύσεις και τον αναπτυξιακό νόμο 3908/2011 με φοροαπαλλαγές για τις επιχειρήσεις, άμεσες επιχορηγήσεις και επιδότηση τραπεζικών δανείων επιχειρήσεων. Το ΚΙΝΑΛ σήμερα τάχα διαμαρτύρεται γιατί ο νόμος της ΝΔ δεν καλύπτει μικρές επιχειρήσεις. Ομως, ο σχετικός νόμος του ΠΑΣΟΚ έβαζε ως «ελάχιστο όριο» τα 200.000 ευρώ, ενώ ο νόμος για τις «στρατηγικές επενδύσεις» ξεχώριζε την ανάγκη ειδικών επιδοτήσεων για τις επενδύσεις των μονοπωλίων.

-- τις αλλαγές που έφερε η ΝΔ, με τις οποίες άλλαξε τα πλαφόν στον νόμο στρατηγικών επενδύσεων του ΠΑΣΟΚ, έφερε νέες ρυθμίσεις για τα κριτήρια ένταξης στη σχετική νομοθεσία την περίοδο υλοποίησης του πρώτου και του δεύτερου μνημονίου και ευθυγράμμισε την ελληνική νομοθεσία με το πλαίσιο ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων της περιόδου (ΕΣΠΑ).

-- τον αναπτυξιακό νόμο του 2016, της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, που προέβλεπε φοροαπαλλαγές και επιδοτήσεις δανείων, με ειδικές προβλέψεις για επιδοτήσεις στον τουρισμό υψηλών κατηγοριών, στις ΑΠΕ που δραστηριοποιούνται μεγάλα μονοπώλια Ενέργειας, στις μεταφορές/logistics, ενώ απέκλειε τη συντριπτική πλειοψηφία των αυτοαπασχολούμενων, εξαιρώντας απ' το πλαίσιο επιδοτήσεων την εστίαση, το εμπόριο, τις κατασκευές, τις επιστημονικές τεχνικές υπηρεσίες κ.λπ. Παράλληλα, η απαίτηση για ίδια κεφάλαια και κερδοφορία σε προηγούμενες χρήσεις, σε μια περίοδο που μεγάλη μερίδα των αυτοαπασχολούμενων αντιμετώπιζαν τεράστια χρέη, ουσιαστικά συντελούσε ως εργαλείο έμμεσου αποκλεισμού τους.

-- τη νομοθεσία της κυβέρνησης της ΝΔ, που έρχεται να «χτίσει» πάνω στην υφιστάμενη νομοθεσία και να προωθήσει περαιτέρω τη συγκέντρωση κεφαλαίου, επιταχύνοντας την έγκριση των ενισχύσεων και τα ποσοστά επιδότησης, ενώ κινείται στην ίδια κατεύθυνση κλαδικών ενισχύσεων με τον αναπτυξιακό νόμο του ΣΥΡΙΖΑ.

Η παρακολούθηση της φορολογικής νομοθεσίας και των αλλαγών της είναι δυσκολότερη, αφού είναι διασπαρμένη σε δεκάδες διαφορετικές διατάξεις. Την τελευταία δεκαετία, η κρατική πολιτική στη φορολογία περιελάμβανε: Μείωση του αφορολόγητου για τα φυσικά πρόσωπα, κατάργησή του για τους αυτοαπασχολούμενους, μείωση εκπτώσεων για παιδιά κ.ά., ΕΝΦΙΑ που χαρατσώνει τη λαϊκή κατοικία, δραστική εκτόξευση του ΦΠΑ και της έμμεσης φορολογίας. ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ είναι απολύτως συνυπεύθυνοι για αυτή την εξέλιξη της φορολογίας. Αλλωστε, πρόκειται για ένα ενιαίο πλαίσιο φορολογίας, το οποίο κάθε κυβέρνηση ερχόταν να υλοποιήσει και να εξειδικεύσει περαιτέρω.

Μια επισκόπηση της φοροεπίθεσης στον λαό καταγράφεται στα στατιστικά δεδομένα. Οι έμμεσοι φόροι (ΦΠΑ κ.λπ.) που αφορούν τα λαϊκά στρώματα αυξήθηκαν από 7,4% του ΑΕΠ το 2011 σε 8,4% του ΑΕΠ το 2019, με την αύξηση (περίπου 2 δισ. ευρώ ετησίως) να γίνεται επί ΣΥΡΙΖΑ. Η φορολογία εισοδήματος των φυσικών προσώπων αυξήθηκε από 4,8% του ΑΕΠ το 2011 σε 5,9% το 2014, σε 6,3% του ΑΕΠ το 2017, για να μείνει στα ίδια επίπεδα την περίοδο που εξετάζουμε. Η φορολογία των νομικών προσώπων βρίσκεται όλη την περίοδο που εξετάζουμε περίπου στο 2% του ΑΕΠ, ενώ ένα μεγάλο κομμάτι της αφορά πολύ μικρές και ατομικές επιχειρήσεις και όχι το μεγάλο κεφάλαιο. Συνολικά, την περίοδο 2010-2020, η κατάσταση αποτυπώνεται στον πίνακα.

Με μια υπόθεση εργασίας για το πώς κατανέμεται η φορολογία των νομικών προσώπων σε μεγάλες επιχειρήσεις και σε ατομικές, μπορούμε να τεκμηριώσουμε ότι οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα, τη δεκαετία 2010-2020 κατέβαλαν περίπου 260 δισ. ευρώ φόρους, ενώ το μεγάλο κεφάλαιο περίπου 15 δισ. ευρώ, και αυτό χωρίς να υπολογίσουμε το χαράτσι του ΕΝΦΙΑ. Τα λαϊκά στρώματα κατέβαλαν περίπου 17 φορές περισσότερους φόρους απ' τις μεγάλες επιχειρήσεις. Η ελάχιστη φορολογία των μεγάλων επιχειρήσεων σχετίζεται με διάφορους τρόπους νόμιμης φοροαποφυγής που διαθέτουν: Απ' τις τριγωνικές πωλήσεις και τη μεταφορά κερδών στο εξωτερικό μέχρι τις «αναπτυξιακές» φοροελαφρύνσεις που προβλέπουν οι κάθε φορά αναπτυξιακοί νόμοι. Ξεχωρίζει το αφορολόγητο του εφοπλιστικού κεφαλαίου, που με το γράμμα του νόμου δεν καταβάλλει καθόλου φόρους.

Οικονομική πολιτική απόλυτα ευθυγραμμισμένη με την αποστολή του αστικού κράτους

Ολη την προηγούμενη δεκαετία, ΚΑΘΕ κυβέρνηση φορολογεί ανελέητα τον λαό, τους μισθωτούς, τους αυτοαπασχολούμενους και τα εργατικά - λαϊκά στρώματα και επιδοτεί το μεγάλο κεφάλαιο και τις επενδύσεις μεγάλης κλίμακας.

Αυτό που αλλάζει είναι ο τρόπος φορολόγησης, το είδος των επιδοτήσεων, οι κλάδοι που αποκτούν προτεραιότητα. Πρόκειται για αλλαγές που αντανακλούν τις ανάγκες που έχει η καπιταλιστική ανάπτυξη σε κάθε περίοδο. Ανάγκες που αλλάζουν ανάλογα με το αν η οικονομία βρίσκεται σε κρίση ή σε ανάπτυξη, πόσο πρέπει να πιεστούν οι αυτοαπασχολούμενοι, αν ο αστικός σχεδιασμός προκρίνει τον έναν ή τον άλλο κλάδο της οικονομίας. Την περίοδο κοντά στο 2000, οι κατασκευές ήταν στα πάνω τους, μαζί με τους συνοδούς κλάδους τους. Σήμερα, η «πράσινη - ψηφιακή» μετάβαση, ο τουρισμός, οι μεταφορές και ορισμένοι άλλοι εξωστρεφείς κλάδοι. Ομως η ουσία της αστικής πολιτικής είναι η ίδια. Φοροαφαίμαξη του λαού για να τροφοδοτηθεί η καπιταλιστική συσσώρευση.

Η πολιτική αυτή δεν είναι τυχαία. Σε τελευταία ανάλυση δεν εκφράζει κάτι διαφορετικό απ' την αναγκαία αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης για να διασφαλίζεται η κερδοφορία του κεφαλαίου. Εδώ, η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, η μείωση του πραγματικού μισθού γίνεται έμμεσα, μέσα απ' το κράτος, με την αύξηση της φορολογίας. Η δε συσσώρευση στο κεφάλαιο γίνεται μέσα απ' τους αναπτυξιακούς νόμους, είτε επιδοτούν άμεσα το κεφάλαιο, είτε το απαλλάσσουν από φορολογία.

Και το αστικό κράτος έρχεται να υπηρετήσει, απαρέγκλιτα, αυτή την πολιτική. Υπάρχει ακριβώς γι' αυτήν τη δουλειά. Φτιάχτηκε για να διευθύνει τις υποθέσεις της αστικής τάξης, και μέσα σ' αυτές η ολοένα και μεγαλύτερη αφαίμαξη της εργατικής τάξης ως αναγκαία προϋπόθεση για τη συσσώρευση κερδών στην αστική τάξη είναι πρωτεύουσας σημασίας.

Γι' αυτό και δεν εκπλήσσει καθόλου η σχεδόν απόλυτη ομοιότητα των επενδυτικών νόμων ΣΥΡΙΖΑ - ΝΔ και η αμηχανία του πρώτου να ορθώσει αντιπολιτευτικό λόγο. Τα αστικά κόμματα λειτουργούν μέσα στο αστικό κράτος, υπηρετούν την αστική τάξη. Γι' αυτό και η πολιτική που υλοποιούν είναι αντιλαϊκή, αντιστρατεύεται τις ανάγκες και τα δικαιώματα της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων.

Το αστικό κράτος και η πολιτική που υλοποιεί, ανεξάρτητα από κυβέρνηση, δεν αλλάζει, δεν μεταβάλλεται, δεν μεταρρυθμίζεται, σε κατεύθυνση που να ωφελεί τον λαό. Ο ρόλος και η ουσία του είναι συγκεκριμένα, να διασφαλίζει τα συμφέροντα του κεφαλαίου, που είναι παντελώς ασυμβίβαστα με τα συμφέροντα της αστικής τάξης. Για αυτόν το λόγο, το πρόγραμμα της σημερινής κυβέρνησης και της επόμενης, όποιας, αστικής κυβέρνησης είναι, σε ό,τι είναι ουσιαστικό, ίδιο για τα εργατικά - λαϊκά στρώματα, αντιστρατεύεται απόλυτα τα συμφέροντα και τις ανάγκες τους. Η στρατηγική σύμπλευση των οικονομικών προγραμμάτων ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, «Ελλάδα+» και «Ελλάδα 2.0» αντανακλά ακριβώς αυτή την αλήθεια. Οι όποιες διαφορές τους περιορίζονται στον τρόπο κλοπής του λαού, αν θα γίνει με διατήρηση των μισθών πείνας ή με νέες αυξήσεις της φορολογίας.

Αποδεικνύεται για μια ακόμα φορά ότι λύση για τον λαό δεν είναι μια εναλλαγή κυβερνητικού διαχειριστή του αστικού κράτους. Ο,τι προβιά και αν φοράει, ο ρόλος του θα είναι ρόλος υπηρέτη της αστικής εξουσίας και των γενικών συμφερόντων της αστικής τάξης. Μονόδρομος για τον λαό είναι η οργάνωση της πάλης, η προετοιμασία και η οργάνωση της αντεπίθεσης, ο δρόμος της ανατροπής της αστικής εξουσίας, του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.


Του
Γρηγόρη ΛΙΟΝΗ*
Ο Γρ. Λιονής είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ