ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Αυγούστου 2002
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ
Για τη σχέση «φιλελευθερισμού» - «νεοφιλελευθερισμού»

1ο Μέρος

Στα τρία προηγούμενα άρθρα παρουσιάσαμε σε συντομία τις θεωρητικές πηγές του «φιλελευθερισμού». Στα επόμενα θα αναπτύξουμε τη σχέση του «φιλελευθερισμού» με το «νεοφιλελευθερισμό».

Ο «νεοφιλελευθερισμός» είναι ένα ιδεολογικό και πολιτικό ρεύμα, που κάνει αισθητή την παρουσία του, κυρίως, κατά τη δεκαετία του 1970. Αυτό δε σημαίνει ότι ο νεοφιλελευθερισμός, πριν, δεν υπήρχε καθόλου, σαν ένα από τα πολλά ιδεολογικά ρεύματα που εκδηλώνονταν στους κόλπους της αστικής τάξης. Με την είσοδο της δεκαετίας του '80, όμως, καταλαμβάνει την πρωτεύουσα και κυρίαρχη θέση στη σκέψη της αστικής τάξης, αλλά και, πράγμα όχι λιγότερο σοβαρό, στη διαχειριστική πολιτική του μονοπωλιακού κεφαλαίου.

Ενα από τα πρώτα και πιο «επείγοντα» χαρακτηριστικά του νεοφιλελευθερισμού ξεκινά από την ίδια την ονομασία του.

Η ίδια η ονομασία του νεοφιλελευθερισμού αποδέχεται (και, στην πραγματικότητα, διεκδικεί) τον τίτλο της επανάληψης, της επαναφοράς ενός παλαιοτέρου παραδείγματος ή προτύπου (...) Πρόκειται για τον περιβόητο «φιλελευθερισμό», ένα από τα πιο ιστορικά ρεύματα της αστικής φιλοσοφίας και πολιτικής, που άφησε βαθιά ιστορικά ίχνη και, όχι, ασφαλώς, τυχαία, εξαιρετικά επίμονους και εξαιρετικά ποικίλους ιστορικούς κληρονόμους.

Γέννημα της περιόδου της ανόδου της αστικής τάξης (ιδιαίτερα της ευρωπαϊκής) στο ιστορικό προσκήνιο, ο φιλελευθερισμός συνδέθηκε με αυτή από όλες τις απόψεις.

Ο φιλελευθερισμός υπήρξε, στην εποχή της ακμής του, ένα ισχυρό όπλο πάλης ενάντια στους αντιδραστικούς αντιπάλους της αστικής τάξης. Υπήρξε ο ιδεολογικός και πολιτικός εκφραστής της αμφισβήτησης, στην αρχή, και της ολοκληρωμένης αντιπαράθεσής της, σε συνέχεια, στις δυνάμεις του παλιού κόσμου που αρνούνταν να εγκαταλείψει την ιστορική σκηνή. Ο φιλελευθερισμός έδειξε την ιστορικά ανέκκλητα καταδικασμένη φύση της αριστοκρατικής - απολυταρχικής κοινωνίας και προσέφερε πολλά στη μελέτη της μελλοντικής, τότε, της καπιταλιστικής κοινωνίας, καθώς και στην πρόοδο των εγκυκλίων επιστημών.

Αυτή η πλευρά του φιλελευθερισμού υπήρξε ιστορική κληρονομιά της νέας δύναμης που ανέρχεται, της εργατικής τάξης. Δεν είναι, ασφαλώς, τυχαίο το ότι από παρόμοια «σχολεία» είχαν περάσει οι θεμελιωτές του επιστημονικού κομμουνισμού. Πολύ χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Κ. Μαρξ, ο οποίος ούτε καν προσπαθεί να κρύψει ότι στο έργο του αξιοποίησε σαν αφετηρία τους ενδόξους προκατόχους του.

Από την άλλη πλευρά, ο φιλελευθερισμός, ακόμη και στην εποχή της ακμής του, χαρακτηρίζεται από τους φραγμούς και τους περιορισμούς της εποχής αυτής. Χωρίς να μπαίνουμε σε εξαντλητικές λεπτομέρειες, μπορούμε να χωρίσουμε τους παράγοντες αυτούς σε δύο ομάδες. Εννοείται ότι ο χωρισμός είναι καθαρά συμβατικός και γίνεται μόνο για λόγους καλύτερης κατανόησης, γιατί οι δύο αυτές ομάδες συνδέονται στενά μεταξύ τους και η μια οφείλει την ύπαρξή της στην άλλη.

α) Γνωσιολογική. Ο φιλελευθερισμός διαμορφώνεται και αναπτύσσεται σε συνθήκες, όπου οι επιστήμες έχουν φθάσει σε ένα ορισμένο επίπεδο ανάπτυξης. Μια σειρά διαδικασίες του αντικειμενικού κόσμου δεν είναι ακόμη φανερές ούτε γνωστές με ακρίβεια. Αυτό από μόνο του ωθεί σε επιστημονικά συμπεράσματα συχνά ατελή και εσπευσμένα, που δε στηρίχτηκαν από τις μετέπειτα επιστημονικές έρευνες. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το ότι ένα μεγάλο μέρος της συμβολής του φιλελευθερισμού στην πρόοδο των επιστημών (συμβολή μεγάλη, για τις συνθήκες της εποχής) είναι το γεγονός αυτό καθ' εαυτό, ότι μελέτησε διάφορα φαινόμενα και όχι τα πορίσματά του από τη μελέτη των φαινομένων αυτών.

β) Ιστορική. Οπως είπαμε παραπάνω, ο φιλελευθερισμός συνδεόταν από κάθε άποψη με την αστική τάξη και, συνεπώς, με τα συμφέροντά της. Οι απόψεις και τα πορίσματα που υποστήριζε ήταν όσο το δυνατόν πιο σύμφωνα με τα συμφέροντα αυτά. Στην πραγματικότητα, στο φιλελευθερισμό βλέπουμε εξαιρετικά έντονο το γνωστό φαινόμενο της «ταξικής μεροληψίας». Οι εκπρόσωποι του φιλελευθερισμού δέχονταν μεν την καπιταλιστική κοινωνία σαν τη μόνη ιστορικά ανοιχτή οδό ιστορικής προόδου στις συνθήκες της εποχής (και, σε αυτό, έβλεπαν σωστά), αλλά μόνο εφ' όσον αυτή η ίδια κοινωνία θα θεωρούνταν αιώνια και αμετακίνητη, δηλαδή, το τελευταίο στάδιο της εξέλιξης του ανθρώπου. Ο φιλελευθερισμός (δηλαδή, οι εκπρόσωποί του) όχι μόνο ωραιοποιούσαν την καπιταλιστική κοινωνία, αλλά (οι πιο συνεπείς από αυτούς) τη δέχονταν ακόμη και χωρίς εξωραϊσμό, θεωρώντας τα χαρακτηριστικά της, ακόμη και στην πιο ωμή τους μορφή, σαν αιώνια και σύμφυτα με τη φύση του ανθρώπου. Από την άλλη, ο φιλελευθερισμός έβλεπε εντελώς εσφαλμένα και απόλυτα το ρόλο του ατομικού ανθρώπου στην κοινωνία, συνήθως αγνοώντας εντελώς την τελευταία, συχνά με τρόπο που θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει κωμικό, αν τα πράγματα με τα οποία ασχολούνταν δεν ήταν τόσο σοβαρά.

Ο νεοφιλελευθερισμός έχει γίνει ο πραγματικός ιστορικός κληρονόμος της ιστορικά «στενής» πλευράς του φιλελευθερισμού, αλλά σε συνθήκες πολύ διαφορετικές.

H καθοριστική διαφορά

Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία στο νεοφιλελευθερισμό δεν είναι κυρίως τα όσα λέει, αλλά οι συνθήκες μέσα στις οποίες τα λέει.

Ο νεοφιλελευθερισμός εμφανίζεται σε συνθήκες μεγάλων ιστορικών αλλαγών και, μάλιστα, σε συνθήκες όπου αυτές οι αλλαγές έχουν ήδη πολύ προχωρήσει. Συγκεκριμένα, σε συνθήκες όπου η ίδια η συσσώρευση του κεφαλαίου έχει οδηγήσει στην εμφάνιση, την ανάπτυξη και την επικράτηση του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Το φαινόμενο αυτό είναι ένα φαινόμενο, που το ίδιο είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και, όχι σπάνια, περιέχει και εκρηκτικές αντιφάσεις. Ωστόσο, τα κυριότερα χαρακτηριστικά του στοιχεία είναι τα εξής:

α. Στον οικονομικό τομέα: Η τάση υποταγής όλης της οικονομικής ζωής σε παγκόσμια κλίμακα σε μια χούφτα μεγάλων καπιταλιστών παγκόσμιας εμβέλειας. Η τάση αυτή παίρνει μεγάλες διαστάσεις, καθώς το μονοπωλιακό κεφάλαιο εξελίσσεται και το ίδιο. Αυτό φαίνεται από τις γιγαντιαίες ή και τερατώδεις διαστάσεις της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου. Σήμερα, στα τελευταία χρόνια του 20ού αιώνα, η εξέλιξη αυτή είναι ήδη πασιφανής. Πρόσφατες μετρήσεις απέδειξαν ότι το εισόδημα 500 επωνύμων ατόμων είναι μεγαλύτερο από το εισόδημα του 40% όλης της ανθρωπότητας, δηλαδή 2.500.000.000 ανθρώπων.

β. Στον ιστορικό τομέα: Η επικράτηση και η εδραίωση του ελέγχου των μονοπωλίων σε παγκόσμια κλίμακα δημιουργεί, για πρώτη φορά στην Ιστορία, τη δυνατότητα επιβολής του συνειδητού ελέγχου των ανθρώπων στις οικονομικές και, συνεπώς, στις ιστορικές διαδικασίες και εξελίξεις. Με αυτήν την έννοια και από αυτήν την άποψη, το νέο στάδιο του καπιταλιστικού συστήματος - ο μονοπωλιακός καπιταλισμός, ο ιμπεριαλισμός - αποτελεί βήμα ιστορικής προόδου.

Ωστόσο, αυτή η ίδια η επικράτηση γίνεται όλο και πιο ασύμβατη με το σύνολο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και ιδιοποίησης. Το καπιταλιστικό σύστημα δεν μπορεί πια να επιζήσει, παρά μόνο εξάγοντας τις εκρηκτικές αντιθέσεις που δημιουργεί στη ζώνη της περιφέρειάς του. Η ύπαρξη δύο καπιταλιστικών κόσμων, ενός πλουσίου και ισχυρού και ενός φτωχού και υποταγμένου, όχι μόνο ενισχύεται αλλά και θεσμοποιείται. Παρά την αλματώδη αύξηση του κοινωνικού πλούτου (και, μάλιστα, ακριβώς εξ αιτίας της), η φτώχεια όχι μόνο διατηρείται αλλά και εξαπλώνεται και μεγαλώνει και παίρνει και διεθνείς διαστάσεις. Ολόκληρες περιοχές του κόσμου μετατρέπονται σε οικονομικές ερήμους που αργοσβήνουν. Οι καπιταλιστικές μορφές ιδιοποίησης δημιουργούν, στις νέες συνθήκες, σοβαρότατα φαινόμενα υπονόμευσης του φυσικού περιβάλλοντος, θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια την υπόσταση του ανθρώπου.

Οπως σαφώς δείχνουν τα παραπάνω, το νέο στάδιο εξέλιξης του καπιταλιστικού συστήματος αντιστοιχεί στη φάση της ιστορικής του παρακμής. Ο μονοπωλιακός καπιταλισμός είναι ο «καπιταλισμός που σαπίζει». Ωστόσο, μια κοινωνία δεν μπορεί να μπει σε φάση παρακμής, χωρίς να ισχύει αυτό και για τις κυρίαρχες κοινωνικές της δυνάμεις. Αυτό βρίσκεται στη βάση ενός φαινομένου τεράστιας ιστορικής σημασίας: Της μετατροπής της αστικής τάξης σε αντιδραστική δύναμη, στη βασική αντιδραστική και αντεπαναστατική δύναμη της εποχής μας.

H νέα της αυτή θέση επηρεάζει αποφασιστικά την κατάσταση της αστικής τάξης. Από την εποχή του, δηλαδή από την εποχή όπου η αστική τάξη ήταν ακόμη στο μεταίχμιο της εξάντλησης του προοδευτικού της ρόλου, ο Κ. Μαρξ είχε παρατηρήσει ότι, από ένα σημείο και ύστερα, «η ανυστερόβουλη επιστήμη αντικαθίσταται από την πληρωμένη πυγμαχία», η επιστήμη καλείται να αποδείξει «όχι εάν ένα θεώρημα είναι ή δεν είναι σωστό, αλλά εάν ταιριάζει ή όχι με τα συμφέροντα του κεφαλαίου». Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για την αστική τάξη της παρακμής, δύναμη που έχει πια να υπερασπίσει τα συμφέροντά της σε συνθήκες άμεσης ιστορικής παρακμής, που δε συγκρατιέται με τίποτε. Στις συνθήκες αυτές, δεν είναι παράξενο ότι επιστρατεύονται όλων των ειδών τα απίθανα «θεωρήματα», με ένα ανάμεσά τους (και, αυτή τη στιγμή, αυτό που προβάλλεται περισσότερο) το νεοφιλελευθερισμό.

Αυτή είναι η πρώτη κρίση που μπορεί και πρέπει να κάνει κανείς για το νεοφιλελευθερισμό: Ενα ιδεολογικό και πολιτικό ρεύμα βαθιά αντιδραστικό και οπισθοδρομικό, που έχει στόχο να υπερασπίσει και να καθαγιάσει τα συμφέροντα της αστικής τάξης και της αστικής κοινωνίας της παρακμής. (Αναδημοσιεύεται από την ΚΟΜΕΠ, τεύχος 4, 1997).

Συνεχίζεται


Του
Θανάση ΠΑΠΑΡΗΓΑ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ