Είναι προφανές ότι η αστική τάξη προκρίνει πλέον την αντικατάσταση τμημάτων ΤΕΙ που δεν αναμορφώνονται συγχωνευόμενα με κάποιο πανεπιστήμιο, από διετή προγράμματα σπουδών (ακόμα και εντός του ίδιου Ιδρύματος) τα οποία θα προσφέρουν πιο «ευέλικτο» και πιο φθηνό εργατικό δυναμικό, στην υπηρεσία της ποθητής ανάπτυξής τους. Από την άλλη μεριά, η ίδρυση διετών προγραμμάτων σπουδών υπό την σκέπη των πανεπιστημίων «κλείνει το μάτι» σε όσους επιδιώκουν την επέκταση των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων στα Πανεπιστήμια.
Η κυβέρνηση αποδεικνύεται αποφασισμένη να προχωρήσει με εμφατικό τρόπο τις συγκεκριμένες αναδιαρθρώσεις στο χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης στη χώρα. Επιχειρεί να αδρανοποιήσει την όποια αντίσταση θα μπορούσε να προκύψει από τις επικείμενες ραγδαίες αλλαγές, επικαλούμενη ότι αυτές είναι αποφάσεις που προέκυψαν ως αποτέλεσμα πρωτοβουλιών και ζύμωσης μεταξύ των Ιδρυμάτων και όχι «από τα πάνω». Ετσι, φαίνεται αρκετά πιο «διαβασμένη» σε σχέση με τον «χοντροκομμένο» τρόπο του σχεδίου «Αθηνά» της προηγούμενης κυβέρνησης.
Στη συγχώνευση του ΤΕΙ Χαλκίδας με το ΕΚΠΑ (Συγκρότημα Ευρίπου) έχουμε τη δημιουργία νέων αντικειμένων σε Πανεπιστημιακά τμήματα 4ετούς φοίτησης: α) Τμήμα Ναυτιλιακών Σπουδών και Διαχείριση Λιμένων, β) Τμήμα Αεροδιαστημικής Επιστήμης και Τεχνολογίας, γ) Τμήμα Ψηφιακών Τεχνών και Κινηματογράφου και δ) Σχολή Αγροτικής Ανάπτυξης, Διατροφής και Αειφορίας, καθώς και νέα τμήματα 2ετούς φοίτησης Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης: α) Ψηφιακό Μάρκετινγκ και Εμπόριο, β) Τεχνικών Τεχνολογιών Τροφίμων και Ποτών, γ) Τεχνικών Φαρμακευτικών Προϊόντων, δ) Βοηθών Λογιστών, ε) Μηχανογραφημένης Λογιστικής και στ) Στελεχών Διεθνούς Μάρκετινγκ. Οπως αναλύεται στην εισήγηση της πρότασης προς τη Σύγκλητο του ΕΚΠΑ, με τίτλο «Στόχοι, οφέλη και στρατηγικός σχεδιασμός για το συγκρότημα Ευρίπου», τα αντικείμενα αυτά εμπίπτουν αφενός μεν στους «9 άξονες ανάπτυξης της χώρας», όπως τους έχει θέσει στο «αναπτυξιακό πλαίσιο» του ΕΣΠΑ 2014 - 2020, αφετέρου στη «Στρατηγική Εξυπνης Ειδίκευσης για την Καινοτομία» της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας.
Την ίδια ώρα, η υποχρηματοδότηση της Τριτoβάθμιας Εκπαίδευσης συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς, τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά γενικεύονται, το περιεχόμενο σπουδών αδυνατίζει, η σίτιση και η στέγαση γίνονται ολοένα και πιο δύσκολες για τα παιδιά των εργαζομένων και των λαϊκών οικογενειών, και το διδακτικό προσωπικό δεν φτάνει να καλύψει τα στοιχειώδη από τα προγράμματα σπουδών. Ταυτόχρονα, οι εξαγγελίες της κυβέρνησης για κάλυψη των διδακτικών κενών περιορίζονται στη γενίκευση των θέσεων των πανεπιστημιακών υποτρόφων, οι οποίοι υποχρεώνονται, σε καθεστώς εργασιακής γαλέρας, να εργάζονται χωρίς προοπτική.
Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση, υπάρχουν δυνάμεις μεταξύ των μελών ΔΕΠ που δεν μένουν απαθείς. Μπροστά στη στρατηγική της κυβέρνησης και της άρχουσας τάξης, η καλύτερη απάντηση είναι η οργάνωση της πάλης από την πλευρά των εργαζομένων, των λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας και η προώθηση της δικής τους στρατηγικής. Αντιστεκόμαστε στην ταξική πολιτική κυβέρνησης, ΕΕ και μονοπωλίων και ταυτόχρονα ξεδιπλώνουμε την πρότασή μας για ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση, δημόσια και δωρεάν, στην υπηρεσία του λαού και των αναγκών του.
Γόνιμη συζήτηση και μεταφορά πλούσιας πείρας χαρακτήρισαν την Πανελλαδική Σύσκεψη της «Δημοκρατικής Πανεπιστημονικής Κίνησης» (ΔΗΠΑΚ), που έγινε το περασμένο Σάββατο στην Αθήνα και φιλοξενήθηκε σε αίθουσα του ΤΕΦΑΑ.
Την εισήγηση έκανε ο Κώστας Σιέτος, εκλεγμένος με τη ΔΗΠΑΚ στη Διοικούσα Επιτροπή της ΠΟΣΔΕΠ και μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ, που αναφέρθηκε αναλυτικά στο πλαίσιο των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων στην Ανώτατη Εκπαίδευση, παρουσίασε αναλυτικά στοιχεία για τον αριθμό του εκπαιδευτικού προσωπικού στα ιδρύματα της χώρας, τη μισθολογική του κατάσταση και τον συσχετισμό δυνάμεων στις Ομοσπονδίες του προσωπικού ΠΟΣΔΕΠ και ΟΣΕΠ ΤΕΙ, στάθηκε στη δράση της ΔΗΠΑΚ και των άλλων δυνάμεων.
Περιγράφοντας την κατάσταση του κινήματος στο χώρο, επισήμανε: «Απέναντι στο εμπορευματοποιημένο Πανεπιστήμιο υπάρχει μια σημαντική μερίδα συναδέλφων που σέβονται και υπερασπίζουν το ρόλο τους ως δάσκαλοι και ερευνητές, που έδωσαν τη μάχη ενάντια στην εφαρμογή των αντιδραστικών αλλαγών. Ωστόσο, το κίνημα του ΔΕΠ στα ΑΕΙ τόσο ως προς τη στρατηγική του όσο και ως προς τη μαζικότητά του βρίσκεται σε μεγάλη αναντιστοιχία με την επίθεση που δέχονται η δημόσια Εκπαίδευση και οι λειτουργοί της, πράγμα που έδωσε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση και τους υποστηρικτές της να προχωρήσει τα σχέδιά της χωρίς ιδιαίτερα εμπόδια. Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση αυτής της στάσης απογοήτευσης και παραίτησης έπαιξε το σύνολο των παρατάξεων - πλην ΔΗΠΑΚ - που καλλιέργησαν ένα κλίμα αποστράτευσης από καθετί αγωνιστικό και διεκδικητικό, διευκολύνοντας με αυτόν τον τρόπο την υλοποίηση της πιο βάρβαρης αντιλαϊκής πολιτικής από την πλευρά της κυβέρνησης».
Τόνισε ακόμα ότι η πιο αποτελεσματική στάση απέναντι στις αντιδραστικές εξελίξεις στην Ανώτατη Εκπαίδευση είναι «η επιμονή στο πλαίσιο πάλης για δημόσια δωρεάν Ανώτατη Εκπαίδευση, που θα εξασφαλίζει την πρόοδο και την ευημερία του λαού και όχι τα μονοπωλιακά κέρδη, ο αγώνας ενάντια στην πρόσδεση των ΑΕΙ στις επιχειρήσεις και την υποταγή τους στις ανάγκες του κεφαλαίου. Είναι ο αγώνας που οδηγεί σε ριζοσπαστικοποίηση της συνείδησης του κόσμου και κατοχυρώνεται με αλλαγές του συσχετισμού σε βάρος όλων εκείνων των δυνάμεων που υπηρετούν τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας και της ΕΕ».
Πρόσθεσε πως είναι βέβαια γνωστό ότι ανάμεσα στο ΔΕΠ υπάρχουν και οι «πρόθυμοι», που βάζουν πλάτες για να περάσουν τα σχέδια της επιχειρηματοποίησης των ιδρυμάτων και όλες οι αναδιαρθρώσεις, ωστόσο τόνισε πως υπάρχουν και αυτοί που «αρνούνται να γίνουν επιχειρηματίες ή υπεργολάβοι των μονοπωλίων και υπερασπίζονται την αξιοπρέπεια του δασκάλου και του ερευνητή. Σ' αυτούς θα πρέπει να απευθυνόμαστε και τους καλούμε να αγωνιστούν για τη διαμόρφωση Ανώτατης Εκπαίδευσης ενιαίας, αποκλειστικά δημόσιας και δωρεάν, σύγχρονης, υψηλού επιπέδου, με δημοκρατική λειτουργία, που θα υπηρετεί το δρόμο ανάπτυξης προς όφελος του ελληνικού λαού, θα ετοιμάζει επιστημονικό δυναμικό ικανό να αναπτύξει στο έπακρο τις παραγωγικές και πνευματικές δυνατότητες της χώρας μας, θα εξασφαλίζει την πρόοδο και την ευημερία του λαού», υπογράμμισε.
Κατά τη συζήτηση μεταφέρθηκε πλούσια πείρα, που είχε να κάνει με διάφορες πλευρές όπως η ένταση της επιχειρηματικότητας στα ΑΕΙ, ο προσανατολισμός των ερευνητικών προγραμμάτων που «τρέχουν» στα ιδρύματα, οι ελλείψεις σε υλικοτεχνική υποδομή και γενικότερα η κατάσταση των υποδομών των ΑΕΙ, πείρα από το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής που προχωράει το στήσιμό του κ.ά.