ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Μάη 2008
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Μεγέθυνση με τη στήριξη του κράτους

Σωρεία ρυθμίσεων για την «ομαλή» και «απρόσκοπτη» εκμετάλλευση των καταχρεωμένων στις τράπεζες λαϊκών νοικοκυριών

Κράτος και τραπεζικό κεφάλαιο δεν τους «κόφτει» η ανημπόρια των καταχρεωμένων στις τράπεζες λαϊκών νοικοκυριών. Αντίθετα, τους ενδιαφέρει η «ορθή» και με «διαφάνεια» πληροφόρηση, κατ' αρχή σε «γενικό» όφελος των μεγαλομετόχων και επίδοξων μελλοντικών «επενδυτών» τους

ICON

Κράτος και τραπεζικό κεφάλαιο δεν τους «κόφτει» η ανημπόρια των καταχρεωμένων στις τράπεζες λαϊκών νοικοκυριών. Αντίθετα, τους ενδιαφέρει η «ορθή» και με «διαφάνεια» πληροφόρηση, κατ' αρχή σε «γενικό» όφελος των μεγαλομετόχων και επίδοξων μελλοντικών «επενδυτών» τους
Με φόντο τις συνεχιζόμενες αναταράξεις γύρω από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και τις χρηματαγορές, τα τμήματα του τραπεζικού κεφαλαίου, για μια ακόμη φορά, ακονίζουν μαχαίρια στην κατεύθυνση διεκδίκησης και απόσπασης νέων μεριδίων αγοράς με «έπαθλο» την καταλήστευση του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου.

Ολα δείχνουν ότι οι εξελίξεις, αργά ή γρήγορα, θα ακουμπήσουν και το ντόπιο τραπεζικό κεφάλαιο. Στο τελευταίο διάστημα, κάθε άλλο παρά τυχαία, βγαίνουν στη δημοσιότητα σενάρια περί αναχώρησης από τη χώρα της αμερικανικής Citibank: Στο πλαίσιο της αναδιάταξης του χαρτοφυλακίου της - πάντα στο φόντο των αναταράξεων που και η ίδια αντιμετωπίζει - φαίνεται να διαπραγματεύεται την πώληση του χαρτοφυλακίου των δανείων της στην Ελλάδα, είτε σε κάποια ντόπια ή ξένη τράπεζα είτε σε άλλο θεσμικό μεγαλορεντιέρη.

Για την ώρα το μέγεθος του συνολικού «προβλήματος», του ύψους δηλαδή των «επισφαλών δανείων», παραμένει κρυμμένο στις διαδρομές κεφαλαίων, από τις πρακτικές της διάχυσης κινδύνων από τράπεζα σε τράπεζα και από χώρα σε χώρα. Ο κάθε τραπεζίτης γνωρίζει, πρώτο χέρι, το τι ακριβώς συμβαίνει στη δική του επιχείρηση. Από κει και πέρα μόνο εκτιμήσεις είναι σε θέση να κάνει για τη θέση - και το βαθμό έκθεσης σε κίνδυνο - των άλλων «συναγωνιστών» του, αλλά και γενικότερα. Οι «αβεβαιότητες» και οι αναταράξεις εντείνονται και είναι αποτέλεσμα αυτής της συγκεκριμένης κατάστασης. Σ' αυτό το πλαίσιο η επιχείρηση απορρόφησης των κραδασμών, πάντα με γνώμονα την «ομαλή» και απρόσκοπτη λειτουργία του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού και του γενικότερου εκμεταλλευτικού συστήματος, αναγκαστικά και αναπότρεπτα, περνάει μέσα από νέες ρυθμίσεις, κρατικομονοπωλιακού χαρακτήρα.

Κράτος και τραπεζικό κεφάλαιο ποτέ δεν έπαψαν να παίρνουν τέτοιου είδους ρυθμίσεις. Και βέβαια αυτό που τους «κόφτει» δεν είναι η ανημπόρια των καταχρεωμένων στις τράπεζες λαϊκών νοικοκυριών. Αντίθετα, είναι η «ορθή» και με «διαφάνεια» πληροφόρηση, κατ' αρχή σε «γενικό» όφελος των μεγαλομετόχων και επίδοξων μελλοντικών «επενδυτών» τους.

Σταχυολογώντας ορισμένες από αυτές τις ρυθμίσεις που υλοποιήθηκαν από την Τράπεζα της Ελλάδας (αρμόδια εποπτική αρχή για τις εμπορικές τράπεζες) ας σταθούμε στα παρακάτω:

  • Εφαρμογή των «αρχών διαφάνειας» για τους ισολογισμούς, όπως αυτές καθορίζονται από τα νέα διεθνή συστήματα «εποπτείας» και τα λεγόμενα «διεθνή λογιστικά πρότυπα».
  • Σταδιακή και σημαντική αύξηση των λογιστικών «προβλέψεων» ακόμη και για τη μελλοντική πιθανότητα ύπαρξης επισφαλών δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών. Με απλά λόγια κάθε δάνειο (προ)τιμολογείται - τουλάχιστον αυτό «οφείλουν» να κάνουν οι τράπεζες στους ισολογισμούς τους - με ένα ορισμένο βαθμό «κινδύνου», προς γνώση των μεγαλομετόχων, της εμφάνισης του ύψους των κερδών, της διαμόρφωσης των τιμών στα χρηματιστήρια κ.α. Σε αυτό το πλαίσιο, με μεγαλύτερο κίνδυνο αποτυπώνονται τα χωρίς υποθήκη δάνεια (όπως συνήθως τα καταναλωτικά) και με ψηλότερο βαθμό κινδύνου τα ενυπόθηκα (όπως τα στεγαστικά), για τα οποία οι τράπεζες έχουν «δεμένο το γάιδαρό τους».
  • Η ηγεσία της κεντρικής τράπεζας, κατά καιρούς - και μετά από συζήτηση με τους τραπεζίτες - έχει δώσει οδηγίες ακόμη και για τη λογιστική διαγραφή ορισμένων από τα επισφαλή δάνεια που κρίνονται ότι δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν. Ας το επαναλάβουμε: Δεν πρόκειται για χάρισμα στους καταχρεωμένους και καταφανώς οικονομικά αδύναμους. Οι τράπεζες θα συνεχίσουν το κυνήγι με τους ίδιους τρόπους ή ακόμη και με εντατικότερες μορφές. Είναι άλλο ζήτημα το εάν και κατά πόσο, τελικά, θα καταφέρουν να βάλουν στο χέρι τις χρηματικές αξιώσεις τους.
  • Οι κεντρικές τράπεζες - όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τη ζώνη του ευρώ - παρεμβαίνουν «ρυθμιστικά» διοχετεύοντας ή αποσύροντας ρευστότητα από το τραπεζικό σύστημα.

Από τη σκοπιά της εξυπηρέτησης των λαϊκών συμφερόντων και αναγκών ο όποιος λεκτικός προσδιορισμός αυτών ή και άλλων «παρεμβατικών πρακτικών» («κεϋνσιανισμός», «νεοφιλευθερισμός» κ.ο.κ.) είναι απόλυτα αποπροσανατολιστικός. Η ουσία βρίσκεται στη λειτουργία του ίδιου του εκμεταλλευτικού συστήματος. Οχι στις όποιες, κάθε φορά, προκρινόμενες πρακτικές για την «καλύτερη» διαχείριση και «εύρυθμη» λειτουργία του - έτσι κι αλλιώς εχθρική για τις λαϊκές ανάγκες και συμφέροντα.

Πτυχές του «φαινομένου»

Επίσημη θέση των ντόπιων τραπεζών αλλά και της ηγεσίας της Τράπεζας της Ελλάδας είναι ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα στη χώρα δε διατρέχει κινδύνους, ο βαθμός έκθεσης σε αυτούς είναι μάλλον αμελητέος κ.ο.κ. Από όσα έχουν γίνει επίσημα γνωστά, η προηγούμενη διοίκηση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου είχε προχωρήσει σε αγορές προϊόντων μεγάλου ρίσκου που συνδέονταν με «τιτλοποιήσεις» δανείων ξένων τραπεζών. Αλλά βέβαια κανείς δεν μπορεί να βάλει το «χέρι στη φωτιά» για την ορθότητα των ισχυρισμών τους.

Με βάση επίσημα στοιχεία η κατάσταση του ντόπιου χρηματοπιστωτικού συστήματος εμφανίζει και τα παρακάτω:

  • Τα καθαρά κέρδη (μετά από φόρους) για τις τράπεζες εκτινάχτηκαν σε αστρονομικά ύψη. Στην 4ετία 2004-2007 μάζεψαν 13,2 δισ. ευρώ (2007: 5,74 δισ., 2006: 3,39 δισ., 2005: 2,87 δισ., 2004: 1,19 δισ. ευρώ). Στο «μπουμ» που κατέγραψε η κερδοφορία τους μέσα στα τελευταία χρόνια, στηρίχτηκαν οι λογιστικές διαγραφές δανείων στην πελατεία τους.
  • Οι τιτλοποιήσεις στα κάθε είδους δάνεια των νοικοκυριών (στεγαστικά και καταναλωτικά) έχουν απογειωθεί σε 10,4 δισ. ευρώ, ποσό που ισοδυναμεί με το 10,2% της μάζας του δανεισμού των νοικοκυριών. «Τιτλοποιημένα» είναι τα δάνεια που κάθε τράπεζα πουλάει σε τρίτους (τράπεζα ή άλλο ρεντιέρη), οι οποίοι και προκαταβάλλουν την αξία τους σε σημερινές, κοινά αποδεκτές τιμές. Η ραγδαία αύξηση των τιτλοποιήσεων έχει να κάνει με τα κρισιακά φαινόμενα, τις αναταράξεις στις χρηματαγορές και την άνοδο στο κόστος δανεισμού από «παραδοσιακές πηγές». Σε κάθε περίπτωση, η αστείρευτη πηγή του πλουτισμού τους είναι ο κοινωνικά παραγόμενος πλούτος.
  • Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας στο τέλος Δεκέμβρη 2007 τα χρέη των νοικοκυριών στις τράπεζες εκτινάχτηκαν στα 104 δισ. ευρώ συνεχίζοντας να αυγαταίνουν με ρυθμό της τάξης των 1,5 δισ. ευρώ το μήνα. Η μάζα του τραπεζικού δανεισμού των νοικοκυριών φτάνει στο 45% του αναθεωρημένου και διαμορφώνεται πάνω από το 50% του προ αναθεώρησης ΑΕΠ.
  • Τα επισφαλή δάνεια των νοικοκυριών (σε καθυστέρηση από τρεις μήνες και πάνω), που οι τραπεζίτες βγάζουν στο «κόκκινο», έχουν την τάση να αυξάνουν ακολουθώντας τον όγκο του δανεισμού. Μετά και τις λογιστικές διαγραφές διαμορφώνονται σε περίπου 5% του δανεισμού, δηλαδή εκτιμώνται σήμερα σε περισσότερα από 5 δισ. ευρώ.
  • Παρά τα συνεχή μέτρα ελέγχου και κατευνασμού που εφαρμόζουν οι τράπεζες, η αξία των ακάλυπτων επιταγών και απλήρωτων συναλλαγματικών (στοιχεία από την «Τειρεσίας ΑΕ») συνεχίζει στα ύψη. Στο 12μηνο του 2007 διαμορφώθηκε σε 1,1 δισ. ευρώ, από 1,4 δισ. ευρώ το 2006.

Ανδρέας ΣΑΚΑΡΕΛΟΣ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ