ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 4 Φλεβάρη 2006
Σελ. /32
Μνημόνιο ανιστορικής και ψευδοϊστορικής αλαζονείας

Το λεξιλόγιο ενός τεκμηρίου αποτελεί μια μαρτυρία έλεγε ο Μ. Bloch και σήμερα το λεξικολογικό τεκμήριο για «την ανάγκη διεθνούς καταδίκης των εγκλημάτων των ολοκληρωτικών κομμουνιστικών καθεστώτων και τη δημόσια, πενιχρή συνείδηση για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν» αναδεικνύει την παραχάραξη των ιστορικών γεγονότων και συμφραζομένων. Φαίνεται απαράδεκτο, αλλά αναγκαίο να διευκρινίζουμε τους όρους, την ιστορία και τη χρήση τους ακόμη και στους φορείς της Πολιτικής Επιτροπής της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπως τους διδάσκουμε σε πρωτοετείς φοιτητές:

- Κομμούνα (η)

κοινότητα

- Κομμουνισμός

κοινωνικοοικονομική θεωρία και σύστημα που πρεσβεύει την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και των κοινωνικών τάξεων ως τελικό στάδιο του μετασχηματισμού της κοινωνίας σε μια κοινωνία ισότητας

- Κομμουνιστής

αυτός που ασπάζεται τις κομμουνιστικές ιδέες ή που είναι οπαδός του κομμουνιστικού κόμματος

Στην ιστορία των λαών ο αντικομμουνισμός δεν αποτελούσε μόνο ένα σύνθημα στην πολιτική γλώσσα των ιμπεριαλιστών/νικητών, αλλά έγινε κυρίαρχη ιδεολογία, που εδραιώθηκε στους θεσμούς των κρατών τη μεταπολεμική περίοδο και καθόρισε το νομικό καθεστώς των ελευθεριών. Ο αντικομμουνισμός διαχώρισε τους πολίτες σε εθνικόφρονες, πιστούς στις παραδοσιακές αξίες ενάντια στη σλαβοκομμουνιστική απειλή και στους μη εθνικόφρονες που ήταν αντίθετοι στο «κρατούν πολιτικόν και κοινωνικόν καθεστώς». Ο φόβος για τον κομμουνισμό επανέρχεται στον 21ο αιώνα στην «ομιλία για την Ιστορία», όπως φαίνεται να την αναλαμβάνει η καπιταλιστική οικονομία προβάλλοντας εμφανώς την ιστορικοφρονηματιστική διάσταση της Ιστορίας. Η ιδεολογική και καθεστωτική προπαγάνδα, όπως εντοπίζεται στη συγκεκριμένη πρόταση, την οποία το Συμβούλιο της Ευρώπης δέχτηκε να συζητήσει, δεν αποτελεί καινοφανή τάση, αλλά επανάληψη των τρόπων και των τεχνικών της χυδαίας αντικομμουνιστικής προπαγάνδας στην ιστορία. Είναι εμφανές ότι οι προτάσεις αυτές αποτελούν «μνημόνιο μίσους» προτείνοντας μοντέλα παραχάραξης της Ιστορίας, αλλά κυρίως πολιτικού αποπροσανατολισμού για τις νεότερες γενιές. Η ιδεολογική χειραγώγηση, η οποία καταγράφεται σ' αυτή τη «δημοκρατική ρητορεία» σε πλήρη συνάρτηση με την εποχή μας, όπου «οι ελεύθερες δημοκρατίες αναιρούν/καταργούν τις εργασιακές ελευθερίες των πολιτών τους», δεν αποτελεί μοναδικό ευρωπαϊκό φαινόμενο, γιατί στην ευρύτερη δυτική κοινωνία τα σημεία ιστορίας και αντιιστορίας δεν είναι απαλλαγμένα από τα στερεότυπα του ιμπεριαλισμού και των ιδεολογικών κατασκευών για την αξιοποίηση μύθων και την ισχυροποίηση μιας ενιαίας, απολιτικής ταυτότητας. Η διάκριση μεταξύ θρύλου, πλαστογραφίας, μυθοπλασίας παραμένει θεμελιώδης για την ιστορική έρευνα, αλλά και για τη διδασκαλία της Ιστορίας. Τα συμβολικά συστήματα «οργανώνουν εκ νέου τον κόσμο σύμφωνα με τα έργα, και τα ίδια τα έργα σύμφωνα με τον κόσμο», υποστήριζε ο Ν. Goodman και στο πεδίο αυτό ανήκουμε ως ερευνητές και ερμηνευτές στη σφαίρα της ιστορικότητας, ως αφηγητές ιστοριών, αλλά είμαστε επίσης εντός της ιστορίας πριν αφηγηθούμε ή γράψουμε ιστορία.

Σήμερα ζούμε σ' ένα σημασιακό σύστημα, όπου οι όροι παγκόσμιος/εθνικός και τα παράγωγά τους προτιμώνται από τους όρους διεθνής/ οικουμενικός και τα παράγωγά τους (global, national, ethnic/universal, international, mundial). Οι όροι «διεθνής» (χρησιμοποιείται από το 1853 ως απόδοση του international) και διεθνισμός (από το 1893) σημαίνουν το αντίθετο του εθνικισμού (1859), αλλά και το «σεσημασμένο» σημαινόμενο του κομμουνισμού. Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι η παγκοσμιοποίηση δεν ταυτίζεται με την οικουμενικότητα και το διεθνισμό και δε συμβάλλει de facto στην ισότητα και στην ελευθερία των εργαζομένων. Σήμερα η εισροή νέων κοινωνών στην Ευρώπη με ειδικά χαρακτηριστικά ενδυναμώνει την «ανορθολογική φαντασιακή κοινωνική συνείδηση των γηγενών κοινωνών, καθώς ο πολιτισμικός ξένος μετουσιώνεται σ' ένα πλασματικό ταξικό "άλλο"», σημειώνουν οι κοινωνιολόγοι. Η ετερότητα ως διπολικό ή/και πολυπολικό σχήμα σχηματοποιείται ως εξουσιαστική δομή, αλλά παρατηρούμε ότι η ταξική ετερότητα παραμένει βασική ορίζουσα στη διαμόρφωση της ταυτότητας, όσο και εάν συγκαλύπτεται από την εθνική, πολιτισμική, παγκοσμιοποιητική ομοιογένεια. Οι σύγχρονες πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Ευρώπη με κεντρικό άξονα τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης φέρνουν στο προσκήνιο τα άλυτα προβλήματα της «παγκόσμιας αταξίας, που η φύση της είναι ασαφής», όσο κι αν προσπαθεί ο φιλόσοφος του κατεστημένου και του φιλελεύθερου καπιταλισμού Φράνσις Φουκουγιάμα να επιστημονικοποιήσει το τέλος της ιστορίας ως τέλος της ισότητας. Φαίνεται ότι μοναδικός στόχος των συντηρητικών/ανιστόρητων μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι να ακολουθήσουν το αμερικανικό μοντέλο της ελεύθερης αγοράς και της ανισότητας, να επιχαίρουν πάνω από το «πτώμα του σοβιετικού κομμουνισμού» και να αρνούνται να εξετάσουν τα εγγενή μειονεκτήματα του καπιταλισμού. Το διπολικό σχήμα της αλαζονικής ταύτισης του ναζισμού με το σταλινισμό αποτελεί ιστορική και λογική αντίφαση καθώς η φυλετική διαφορά δεν είναι εγγενής του κοινωνικού πεδίου όπως ο ταξικός ανταγωνισμός. Η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε συγκεκριμένα ιστορικά συμφραζόμενα την περίοδο του σταλινισμού, αλλά και της σύγχρονης παγκόσμιας τρομοκρατίας, δεν αναιρεί τη θέση του Λένιν: Μόνο η αλήθεια είναι επαναστατική και η παγκόσμια επανάσταση προάγεται με τη διαρκή αποκάθαρση της κριτικής σκέψης και πράξης. Το θέμα της αντιπαράθεσης καπιταλισμού/σοσιαλισμού εμφανίζεται τον 21ο αιώνα σ' όλη την περιπλοκότητά του σε πολυπολικά σχήματα αντίθεσης με βάση το κεφάλαιο, την εργασία και την περιθωριοποίηση ομάδων και λαών, ώστε η δράση των κομμουνιστικών κομμάτων σήμερα κρίνεται ηθικά και ιστορικά αναγκαία.

Στο ναζισμό δεν εντοπίζουμε «διαφωνούντες κομμουνιστές, που εναντιώθηκαν στη γραφειοκρατική παραμόρφωση» του σταλινισμού και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί σήμερα να πείσει μια νοσταλγική ταινία με θέμα «Goodbye Hitler», όπως σημειώνει ο Σλαβόι Ζίζεκ. Οι ιστορικοί μπορούν να αμφισβητήσουν το ιδανικό του κομματισμού, που υποβιβάζει την ιστορική επιστήμη σε «μείζον ιδεολογικό όπλο», αλλά σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζουν το φασισμό και τις γενοκτονίες με το σταλινισμό και τον κομμουνισμό, ούτε τον αντισημιτισμό και τον ολοκληρωτικό εθνικισμό με τις «σταλινικές δίκες», όπου οι κατηγορούμενοι απολογούνται στο όνομα του επαναστατικού, πολιτικού κινήματος της εργατικής τάξης με στόχο «έναν κομμουνισμό με ανθρώπινο πρόσωπο», ο οποίος σε καμία ιστορική φάση δεν αντιστοιχεί σ' «ένα ναζισμό με ανθρώπινο πρόσωπο». Τα ιστορικά φαινόμενα εγγράφονται στο πλαίσιο αναφοράς τους και δεν ανακατασκευάζονται αυθαίρετα για τις ανάγκες του παρόντος, για τη θεμιτοποίηση της βίας, τη νομιμοποίηση της επιβολής του ισχυρότερου και για το «μαζικό εθισμό στο κακό».

Από την άλλη πλευρά θυμόμαστε και γνωρίζουμε ιστορικά ότι η πρόσκαιρη και παράξενη συμμαχία του φιλελεύθερου καπιταλισμού με τον κομμουνισμό απέναντι στο φασισμό του Χίτλερ τις δεκαετίες του 1930-'40 διαμόρφωσε τον αρμό της ιστορίας του 20ού αιώνα. Η νίκη της Σοβιετικής Ενωσης επί του Χίτλερ έγινε από ένα καθεστώς, που δημιουργήθηκε από την Οχτωβριανή Επανάσταση, και χωρίς τη νίκη αυτή ο δυτικός κόσμος θα αποτελούνταν μάλλον από μια σειρά παραλλαγών αυταρχικών και φασιστικών καθεστώτων, όπως καταγράφει ο Ε. Hobsbawm. Ο Μ. Ferro από το 1981 ενέταξε στην έρευνά του για την «Ιστορία που αφηγούνται παντού τα παιδιά» τη μελέτη των σχολικών εγχειριδίων από την Αμερική, την Αφρική, την Αρμενία, την Πολωνία, την Κίνα, την Ιαπωνία, την Αυστραλία και τον αραβομουσουλμανικό κόσμο. Η παρέμβαση της ιμπεριαλιστικής πολιτικής στο περιεχόμενο των αναλυτικών προγραμμάτων και των σχολικών εγχειριδίων είναι εμφανής στόχος στο «μνημόνιο» και συμφωνεί με πολλαπλές δράσεις: α) Ο Ιταλός υπουργός Παιδείας προσπάθησε να εφαρμόσει την «οδηγία» του Μπερλουσκόνι ώστε «τα παιδιά να μη μελετούν άλλο ιστορικά βιβλία με μαρξιστικές παρεκκλίσεις» και να απαλειφθεί από τα περιεχόμενα διδασκαλίας κάθε αναφορά στον κομμουνισμό και στα ιδεώδη του, β) η τελευταία δυτικότροπη παρέμβαση στη Ρωσία, όπου από το 2005 δε γιορτάζεται η «Επανάσταση των Μπολσεβίκων», αλλά αντί αυτής γιορτάζεται η «Μέρα της Ενότητας του Λαού» σε μια προσπάθεια αποσιώπησης του κομμουνιστικού παρελθόντος και «προσβλέποντας στη βοήθεια της συλλογικής λήθης», γ) στην ευρωπαϊκή Γαλλία ψηφίστηκε ένας αμφιλεγόμενος νόμος από τη γαλλική Εθνοσυνέλευση για αλλαγή στα σχολικά βιβλία Ιστορίας όσον αφορά στις γαλλικές αποικίες. Η Ενωση Καθηγητών Ιστορίας και Γεωγραφίας της Γαλλίας ζήτησε από τους πολιτικούς την κατάργηση του νόμου, που απαιτεί «τα σχολικά προγράμματα να αναγνωρίζουν ως ιδιαίτερα θετικό το χαρακτήρα της γαλλικής παρουσίας, κυρίως στη Βόρεια Αφρική», στο ανιστόρητο πεδίο ανάγνωσης της «αποικιοκρατίας ως φιλανθρωπικής εκστρατείας διαφωτισμού και εκπολιτισμού των αγρίων».

Η ατομιστική, φιλόδοξη και ιδιωτική ουτοπία, που προωθείται από την κοινωνία του κέρδους, αναδεικνύει στους ανέργους και στους κομμουνιστές εργαζόμενους την ανάγκη για αντίσταση στον καπιταλισμό του 21ουαιώνα, ο οποίος αρνείται να αντιληφθεί τα συλλογικά συμφέροντα και τις δομικές ανισότητες, αλλά ανησυχεί για τη «δημόσια, πενιχρή συνείδηση». Οι αγώνες ενάντια στον ιμπεριαλισμό, ο οποίος αδυνατεί να αναγνωρίσει τις ανισότητες και τις ετερότητες της τάξης, αναδεικνύονται πλέον ως αναγκαιότητα για τα αδιέξοδα των ανέργων και των κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων. Με πρακτικούς όρους η λογική του κομμουνισμού μας ωθεί πέρα από τις διχοτομικές αντιλήψεις της νεοσυντηρητικής φιλελεύθερης σκέψης και αποκαλύπτει ότι οι όροι των αναγκών της καπιταλιστικής οικονομίας δε συμβάλλουν στους αγώνες για τον/την εργαζόμενο/η. Χρειάζεται μια διευρυμένη αντίληψη της μαρξιστικής έννοιας της κοινωνικής αναπαραγωγής ώστε να αντιληφθούμε την πολιτική και την ιστορική σημασία του κομμουνισμού, τους τρόπους με τους οποίους σχετίζεται με τις παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις, αλλά και με τα διεθνή κινήματα αντίστασης.

Οι εκπαιδευτικοί σε κάθε βαθμίδα χρειάζεται να αντισταθούμε στην ανιστορική αφαίρεση και να διδάξουμε εκ νέου τα ιστορικά φαινόμενα με βάση τις οικονομικές σχέσεις και τους ταξικούς αγώνες των λαών. Η ιστορικότητα αποτελεί εγγενές στοιχείο των οικονομικοκοινωνικών φαινομένων και η επιστήμη της Ιστορίας διατηρεί/διεκδικεί το ρόλο της ως εξορθολογισμένου μηχανισμού κατοχύρωσης και διασφάλισης της συλλογικής μνήμης. Οι αυθαίρετες διανοητικές κατασκευές δεν αφορούν στην Ιστορία ως αυτοτελές γνωστικό πεδίο, το οποίο υπακούει στη λογική της διασταυρωμένης τεκμηρίωσης, της αποδεικτικής επιχειρηματολογίας και της ορθολογικής αναίρεσης. Η ιστορική επιστήμη λειτουργεί ως κριτική συνείδηση και ως μηχανισμός συλλογικής χειραφέτησης στο πλαίσιο αξιών για την ανοχή, τη δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Οι ρητορικές διαστάσεις της ιστορίας προαπαιτούν τα επιχειρήματα και τις αποδείξεις ώστε να διασφαλίζονται τα κριτήρια εγκυρότητας, όπως σημειώνει ο Κ. Γκίνζμπουργκ, ώστε να αποφευχθούν οι αναγνώσεις του φασισμού, του ολοκαυτώματος και πρόσφατα του σταλινισμού και κομμουνισμού στο όνομα του πολιτικού σχετικισμού.


Ιφιγένεια ΒΑΜΒΑΚΙΔΟΥ
Λέκτορας Ιστορίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ