ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Νοέμβρη 2012
Σελ. /32
Οι αγωγοί, οι αντιθέσεις και οι συμμαχίες

Με μια παρτίδα σκακιού για πολύ γερούς παίκτες μοιάζει η ενεργειακή πολιτική στην Ευρώπη όπου καθημερινά έχουμε ανακατατάξεις, επανασχεδιασμούς, διάλυση και συγκρότηση συμμαχιών. Βασικοί «παίκτες» παραμένουν, η Ρωσία που επιχειρεί τη μεγιστοποίηση των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου προς τις χώρες της δυτικής Ευρώπης και οι Ηνωμένες Πολιτείες που επιχειρούν τη μείωση της εξάρτησης των συμμάχων τους από τη ρωσική ενέργεια και την κάλυψη των αναγκών τους με πετρέλαιο και αέριο από χώρες και περιοχές που ελέγχονται από τους Αμερικανούς. Στη «μέση» οι χώρες της Ευρώπης που θέλουν το φθηνότερο ρωσικό πετρέλαιο και αέριο, οφείλουν όμως να παίρνουν σοβαρά υπόψη τους τις αμερικανικές παρεμβάσεις.

ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ αυτών των ανακατατάξεων εντάσσεται και η λειτουργία του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream (Βόρειο ρεύμα), που συνδέει τη Ρωσία και τη Γερμανία, μέσω της Βαλτικής.

Στις αρχές Οκτωβρίου τέθηκε σε λειτουργία η δεύτερη διακλάδωση του αγωγού φυσικού αερίου «Nord Stream», που αποτέλεσε το κυριότερο ενεργειακό έργο του Κρεμλίνου τα τελευταία 12 χρόνια.

Ωστόσο, το αντίστοιχο σχέδιο στη Νότια Ευρώπη, το «South Stream», το οποίο μάλιστα αφορά άμεσα -και- την Ελλάδα, δεν έχει προχωρήσει.

Το ακριβές κόστος του αγωγού «Nord Stream», μήκους 1.224 km, με το μεγαλύτερο τμήμα του να βρίσκεται στο βυθό της Βαλτικής Θάλασσας, δεν είναι γνωστό. Επίσημα, οι δαπάνες για την κατασκευή του αγγίζουν τα 15 δισ. ευρώ (6 δισεκατομμύρια ευρώ για το χερσαίο τμήμα και περίπου άλλα 8,8 δισ. ευρώ για το υποθαλάσσιο τμήμα του αγωγού). Ο διαχειριστής λειτουργίας του αγωγού, η εταιρεία «Nord Stream AG», ανήκει κατά 51% στο ρώσικο κολοσσό «Gazprom». Στο μετοχικό κεφάλαιο συμμετέχουν οι γερμανικές εταιρείες «E.ON Ruhrgas AG» και «Wintershall», με ποσοστό 15,5% η καθεμία, ενώ από 9%, έχουν μερίδιο, η ολλανδική «Gasunie» και η γαλλική «GDF Suez».

Η ΙΔΕΑ της διαφοροποίησης των διαδρομών εξαγωγής ρωσικού φυσικού αερίου από τη Δυτική Σιβηρία προς την Ευρώπη, άρχισε να συζητείται στη «Gazprom» από την αρχή της δεκαετίας του 1990, λίγο μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης με στόχο την παράκαμψη της Λευκορωσίας και της Ουκρανίας που έλεγχαν τους εξαγωγικούς αγωγούς φυσικού αερίου.

Η ιδέα προκάλεσε την έντονη αντίδραση των ΗΠΑ που εκδηλώθηκε με διάφορους τρόπους. Ομως η κατασκευή αυτού του αγωγού ήταν στρατηγική επιλογή των γερμανικών μονοπωλίων που από οικονομική άποψη είχαν κάθε συμφέρον από το φθηνότερο και καλύτερο ρωσικό φυσικό αέριο, ενώ εξυπηρετούσε την πάγια στρατηγική θέση του γερμανικού κεφαλαίου για τη στενότερη σύνδεση με τη Ρωσία στο πλαίσιο των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο.

ΒΕΒΑΙΩΣ το Βερολίνο έδωσε ως αντάλλαγμα την υποστήριξή του στην κατασκευή του αμερικανικών συμφερόντων αγωγού «Nabucco» που θα εφοδιάζει την Ευρώπη με αζέρικο αέριο. Αυτό το «μοίρασμα» της υποστήριξης του γερμανικού κεφαλαίου για τους δύο αγωγούς εκφράσθηκε και στο ανώτερο πολιτικό επίπεδο. Ετσι, επικεφαλής της κοινοπραξίας για την κατασκευή του «Nord Stream» τοποθετήθηκε ο πρώην καγκελάριος Σρέντερ, ενώ επικεφαλής της κοινοπραξίας για το «Nabucco» τοποθετήθηκε ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Φίσερ.

Η ανεργία στη Γερμανία

Η επιβράδυνση της διεθνούς οικονομίας, σε συνδυασμό με την ύφεση στην Ευρωζώνη, οδηγεί σε μείωση της ζήτησης και έχει άμεσες επιπτώσεις στις χώρες που κάνουν εξαγωγές. Ετσι, μεγάλη άνοδο παρουσίασε η ανεργία στη Γερμανία τον Οκτώβρη, καθώς οι εταιρείες περιορίζουν τις επενδύσεις τους.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν την Τετάρτη στη δημοσιότητα, ο αριθμός των ανέργων στη Γερμανία αυξήθηκε κατά 20.000 από το Σεπτέμβρη στα 2,94 εκατομμύρια, έναντι αύξησης της τάξεως των 10.000 που ανέμεναν οι οικονομολόγοι.

Το προσαρμοσμένο ποσοστό της ανεργίας αυξήθηκε για πρώτη φορά σε διάστημα μεγαλύτερο των τριών ετών, από το χαμηλό διετίας του 6,8% που ήταν τον Αύγουστο σε 6,9% το Σεπτέμβρη και τον Οκτώβρη.

Ωστόσο, η Γερμανία όπως και άλλες χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης «κρύβουν» ένα σημαντικό μέρος της ανεργίας τους πίσω από τη «χαμηλά αμειβόμενη εργασία». Οι χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας είναι θέσεις μερικής απασχόλησης, στις οποίες ο εργαζόμενος βγάζει έως και 400 ευρώ το μήνα. Για την πλειονότητα των εργαζομένων αυτών (περί τα 5 εκατομμύρια, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία), τα 400 ευρώ είναι το μοναδικό τους έσοδο, ενώ για τα υπόλοιπα δύο και πλέον εκατομμύρια είναι συμπληρωματικό εισόδημα.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του γερμανικού υπουργείου Εργασίας, ο αριθμός των χαμηλά αμειβομένων εργαζόμενων ξεπερνά το Σεπτέμβρη του 2010 τα 7 εκατομμύρια!

Ακόμη, ο αριθμός των προσωρινά απασχολούμενων Γερμανών έχει αυξηθεί από το 2004 κατά 140% και έφθασε τους 900.000 στις αρχές του 2011. Οι προσωρινά απασχολούμενοι προσλαμβάνονται και απολύονται ευκολότερα και έχουν βέβαια και χαμηλότερους μισθούς.

ΤΡΑΠΕΖΕΣ - ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ Τα σχέδιά της για την περικοπή 10.000 θέσεων εργασίας παρουσίασε την περασμένη Τρίτη η ελβετική τράπεζα UBS, σε μία από τις μαζικότερες απολύσεις στο χρηματοοικονομικό κλάδο από την κατάρρευση της «Lehman Brothers» το 2008. Σε ανακοίνωσή της η UBS αναφέρει πως στόχος της είναι να εξοικονομήσει περί τα 3,4 δισ. ελβετικά φράγκα (3,6 δισ. δολ.) ετησίως μέχρι τα τέλη του 2015, καθώς μειώνει το προσωπικό της σε περίπου 54.000 άτομα.

ΣΙΤΗΡΑ - ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ Στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων πέντε ετών αναμένεται να υποχωρήσουν την τρέχουσα περίοδο τα διεθνή αποθέματα σιτηρών, μετά το πλήγμα που έχει υποστεί η παραγωγή από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες στην ανατολική Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τις νέες εκτιμήσεις, τα παγκόσμια αποθέματα σιτηρών στα τέλη της περιόδου 2012/13 θα διαμορφωθούν στα 328 εκατ. τόνους -4% χαμηλότερα σε σχέση με τους αρχικούς υπολογισμούς. Πρόκειται για πτώση κατά 44 εκατομμύρια τόνους ή 12% μειωμένα σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο.

ΗΠΑ - ΑΝΑΠΤΥΞΗ Με ρυθμό 2% «έτρεξε» η αμερικανική οικονομία το τρίτο τρίμηνο, χάρη στις υψηλότερες καταναλωτικές και κρατικές δαπάνες και την αυξημένη κατασκευαστική δραστηριότητα, σύμφωνα με την προκαταρκτική εκτίμηση της κυβέρνησης. Οι οικονομολόγοι προέβλεπαν αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,7%, έναντι αύξησης 1,3% που είχε σημειώσει στο δεύτερο τρίμηνο του 2012. Σημειώνεται ότι οι καταναλωτικές δαπάνες, οι οποίες έχουν το μεγαλύτερο αντίκτυπο στο ΑΕΠ, ενισχύθηκαν κατά 2%.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ