ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Γενάρη 2004
Σελ. /32
ΓΥΝΑΙΚΑ
Χωρίς κρατικές κοινωνικές παροχές συνθλίβονται οι εργαζόμενες

Σε μια εποχή που η κυβέρνηση προσπαθεί να επιβάλει τη διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας των επιχειρήσεων και συναντά τη σκληρή αντίθεση των εργαζομένων, ένα πρόσφατο συνέδριο που οργάνωσε η ΓΣΕΒΕΕ (Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδας) ήταν πραγματικά αποκαλυπτικό για τα καυτά προβλήματα που αντιμετωπίζουν χιλιάδες επαγγελματίες σήμερα. Οπως ελέχθη στη διάρκεια του συνεδρίου, οι εργαζόμενοι στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν το 70% του εργατικού δυναμικού και τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Παρά το γεγονός αυτό, υφίστανται αβοήθητοι, ιδιαίτερα οι γυναίκες εργαζόμενες, χίλια μύρια προβλήματα μέσα σ' ένα περιβάλλον ασύδοτου ανταγωνισμού: Για να επιζήσουν, αναγκάζονται εκ των πραγμάτων να δουλεύουν χωρίς χρόνους εργασίας, χωρίς κοινωνική και οικογενειακή ζωή. Η σοβαρή και επιταχυνόμενη μείωση του «κράτους πρόνοιας» χτυπά κυρίως τους εργαζόμενους-ες στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Οι οικογένειες δεν έχουν να στηριχτούν παρά σε ελάχιστες υποδομές για τη φροντίδα των παιδιών και των ηλικιωμένων, έτσι τα ζευγάρια εμποδίζονται να αποκτήσουν τον αριθμό των παιδιών που θα επιθυμούσαν. Το μεγαλύτερο ποσοστό των γυναικών στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν είναι βέβαια εργοδότριες, αλλά εργαζόμενες ή συμβοηθούντα μέλη - στο σύνολο των απασχολουμένων γυναικών εργοδοτριών και εργαζομένων, οι εργοδότριες αποτελούν μόνο το 3,9%. Επομένως, οι γυναίκες αναλαμβάνουν εκτός από την επαγγελματική δουλιά και τη φύλαξη των παιδιών, καθώς και τη φροντίδα τους, όταν παρουσιαστούν προβλήματα υγείας. Ο κοινωνικός και ατομικός χρόνος των γυναικών έχει μειωθεί δραματικά και η κατάσταση διαρκώς θα χειροτερεύει: Το ζευγάρι, αλλά και ολόκληρη η οικογένεια δοκιμάζεται και βρίσκεται σε κίνδυνο. Το ανδρόγυνο και τα παιδιά υποφέρουν κάτω από διαρκώς τεταμένες σχέσεις. Πιασμένοι στην παγίδα του χρόνου, της κούρασης και του άγχους, οι εργαζόμενοι σύζυγοι πληρώνουν το τίμημα σε συναισθηματικές σχέσεις και συντροφικότητα. Μπροστά στο φάσμα της ανεργίας, η εξασφάλιση δύο μισθών είναι πια επιβαλλόμενη, όμως οι γυναίκες, παρά τις θυσίες που κάνουν για την οικογένειά τους, κατατρύχονται πάντα από ενοχές γιατί η εγκατάλειψη των παραδοσιακών μοντέλων δεν είναι εύκολη, ούτε για τον άντρα ούτε για τη γυναίκα. Και όταν οι δύο σύντροφοι φτάσουν σε ρήξη, η γυναίκα - εργαζόμενη ή συμβοηθούν μέλος, μένει «επί ξύλου κρεμάμενη».

Και εδώ προβάλλει για μια ακόμα φορά το ερώτημα: Ως πότε το κράτος θα εξακολουθεί να στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στον αλτρουισμό των γυναικών, για να καλύψει τις ανάγκες σε κοινωνική υποδομή; Πώς αναπληρώνει το εισόδημα της εργαζόμενης, όταν αναγκάζεται να εγκαταλείψει την εργασία της ή να δουλέψει με μερική απασχόληση για να αντεπεξέλθει στις πολλαπλές υποχρεώσεις της;

«Συμφιλίωση» = ευελιξία!

Στην πραγματικότητα, η μερική απασχόληση των γυναικών ήταν η μεγάλη πρωταγωνίστρια στη διάρκεια του συνεδρίου που είχε θέμα τη «Συνεργασία στην εργασία και στην οικογένεια». Η περίφημη «εναρμόνιση των οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων γυναικών και ανδρών» είναι, όπως αποδείχτηκε στη διάρκεια του συνεδρίου, στροφή στην «ευελιξία». Το είπε καθαρά στην παρέμβασή της και η Μαρία Στρατηγάκη, που είχε εργαστεί οκτώ χρόνια στην Ευρωπαϊκή Ενωση και τρία χρόνια σαν στέλεχος του Κέντρου Ερευνας για Θέματα Ισότητας: Κάνοντας σήμερα μια κριτική αποτίμηση όλων των πολιτικών ισότητας της ΕΕ, έθεσε το ερώτημα: «Είκοσι χρόνια πολιτικές ισότητας, γιατί δεν έχουν προχωρήσει;». Στην ουσία, αυτό που ζητά η ΕΕ από τις γυναίκες είναι: «Αυτό που κάνατε τόσα χρόνια, να το κάνετε καλύτερα!». Ετσι, ενώ το 1974 στο Α΄ Κοινοτικό Πρόγραμμα της ΕΕ για τη «συμφιλίωση επαγγελματικών και οικογενειακών υποχρεώσεων» το ζήτημα που πρυτάνευε ήταν το «μοίρασμα» των υποχρεώσεων ανάμεσα σε γυναίκες και άντρες, φτάσαμε σήμερα στην «εναρμόνιση» των υποχρεώσεων και μιλάμε γι' αυτές έχοντας στο νου μας μόνο τις γυναίκες! Στην πραγματικότητα, είπε η Μαρία Στρατηγάκη, έχει καταλήξει η «εναρμόνιση» να σημαίνει «ευελιξία» στην αγορά εργασίας. «Στόχος της ΕΕ είναι στην πραγματικότητα να αποδεχτούν οι γυναίκες τις ευέλικτες μορφές εργασίας με τις αντίστοιχες επιπτώσεις στην αμοιβή, τις προαγωγές, τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα». Βεβαίως και το μοίρασμα των υποχρεώσεων του Α΄ Κοινοτικού Προγράμματος είναι η άλλη όψη του νομίσματος της έλλειψης κοινωνικής πολιτικής και πάντως στον καπιταλισμό αυτό δεν αντιμετωπίζεται. Γιατί όντως το πρόβλημα δεν είναι διαπροσωπικό, αλλά βαθιά κοινωνικό.

Νέες μορφές ανισότητας

Στη συζήτηση που ακολούθησε τονίστηκαν ανάμεσα σε άλλα τα ακόλουθα:

- Πολλές γυναίκες προσλαμβάνονται να εργαστούν με καθεστώς μερικής απασχόλησης, αλλά στην πραγματικότητα δουλεύουν με πλήρη απασχόληση!

- Οι μητέρες με μικρά παιδιά αντιμετωπίζονται σαν «μαύρα πρόβατα», σαν ασύμφορες εργαζόμενες.

- Εχουν καταργηθεί ευνοϊκές για τις γυναίκες ρυθμίσεις, όπως το να συνταξιοδοτούνται πέντε χρόνια νωρίτερα από τους άντρες, χωρίς να υπάρξουν υποδομές και βελτιώσεις που θα απαλλάξουν τις γυναίκες από τις παραδοσιακές ευθύνες. Ετσι περνάμε σε νέες μορφές ανισότητας.

- Οι κοινοτικές πολιτικές δε βοηθούν ώστε να απελευθερωθεί χρόνος για τις εργαζόμενες.

- Σήμερα για να πάει ένα παιδί σε παιδικό σταθμό, χρειάζεται να πληρώσουν οι γονείς 70.000 (δραχμές) το μήνα σε τροφεία. Απολύσεις; Γίνονται αθρόες. Τι γίνονται όμως οι γυναίκες που απολύονται;

- Δημιουργούνται νέες ανισότητες μεταξύ γυναικών. Οι αλλοδαπές μετανάστριες καλύπτουν σε πολλές περιπτώσεις την έλλειψη κοινωνικών δομών για τη φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων, εργαζόμενες σαν οικιακές βοηθοί.

- Δεν υπάρχουν στην ουσία ελεγκτικοί μηχανισμοί και κυρώσεις για τους εργοδότες.

- Δε χρειάζονται αποσπασματικά μέτρα για τις «ισότητες ευκαιριών», αλλά εργασιακή πολιτική που θα λαμβάνει υπόψη της την οικογένεια...

Το ζήτημα ωστόσο είναι βαθύτερο και το έθεσε στην παρέμβαση της η Αλέκα Γιαννούση, μιλώντας σαν εκπρόσωπος του ΚΚΕ:

Η οικογένεια χτυπιέται

«Στη βάση της πολιτικής συρρίκνωσης των δημόσιων κοινωνικών παροχών και της ιδιωτικοποίησής τους, κινείται και η κατεύθυνση της ΕΕ περί "συγκερασμού των οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων"» επισήμανε. «Δεν είναι τίποτα άλλο, παρά το πώς η γυναίκα θα επιφορτιστεί τον κύριο όγκο της ευθύνης που αναλαμβάνει η οικογένεια για τη συντήρηση και την αναπαραγωγή των μελών. Δεν είναι τυχαίο που η μερική απασχόληση προτείνεται ως εργασιακό μοντέλο που "συμφέρει" τις γυναίκες γιατί έτσι μπορούν να συνδυάζουν εργασία και οικογένεια. Δηλαδή και λίγη δουλιά και λίγη ζωή.

Οσο στο επίκεντρο της πολιτικής θα βρίσκονται τα καπιταλιστικά κέρδη, η οικογένεια θα είναι μόνιμα στο επίκεντρο ενός κυκλώνα που θα τη χτυπά από παντού. Τα ωράρια συνθλίβουν πρώτα και κύρια τις γυναίκες επαγγελματίες, βιοτέχνες, εμπόρους, που επωμίζονται μεγαλύτερα οικονομικά βάρη για την ανατροφή και συντήρηση των μελών της οικογένειας, εξαιτίας της ιδιωτικοποίησης των κοινωνικών υπηρεσιών».

Ιδιωτικοποίηση των πάντων

«Σήμερα, το κεφάλαιο κάτω από την πίεση της κρίσης, αλλά και της σημερινής φάσης ανάπτυξής του, αναζητά νέους τομείς κερδοφορίας. Ενας από αυτούς είναι ο τομέας των κοινωνικών παροχών. Η συζήτηση στην ΕΕ για το σύγχρονο ρόλο του κράτους και τα κοινωνικά δικαιώματα γίνεται στη βάση της συρρίκνωσης του δημοσίου συστήματος και της ενίσχυσης της ιδιωτικής επιχειρησιακής δράσης, δηλαδή της ιδιωτικοποίησής του. Της αφαίρεσης του συλλογικού δικαιώματος χρήσης στα κοινωνικά αγαθά της υγείας, της παιδείας, της πρόνοιας και το πέρασμά της στην εξατομικευμένη πολιτική που οριοθετείται σε δικαίωμα επιδομάτων σε εξαθλιωμένους και σε τμήματα του πληθυσμού που πλήττονται πιο έντονα από την αντιλαϊκή πολιτική. Εκεί εξάλλου στοχεύει και το σύνθημα της ΕΕ "Κράτος μικρότερο στην οικονομία και αποτελεσματικότερο στις υπηρεσίες που έχουν ανάγκη οι πολίτες". Τα όποια λοιπόν "κοινωνικά πακέτα" ή διάφορα προγράμματα ίδρυσης παιδικών σταθμών σε δήμους (τους οποίους φυσικά θα πληρώνουν οι γονείς μέσω των τροφείων, αφού ως γνωστόν δεν υφίστανται πια οι κρατικοί παιδικοί σταθμοί) ή τα προγράμματα «Βοήθεια στο σπίτι» κλπ. δεν είναι τίποτα άλλο παρά μέτρα που ενισχύουν την ιδιωτικοποίηση της Κοινωνικής Πολιτικής και της διαχείρισης των πιο οξυμένων κοινωνικών προβλημάτων, μέσω διαφόρων προγραμμάτων για τα οποία θα πληρώνει η οικογένεια.

Οσο η γραμμή διεκδίκησης αιτημάτων κινείται στη λογική του πτωχοκομείου της ΕΕ, όσο τα αιτήματα δε στοχεύουν στη γενική πολιτική, η κατάσταση θα χειροτερεύει. Αν δεν υπάρξει γενικότερη αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων σε βάρος του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, οι αγώνες πολύ λίγα θα αποδώσουν». Και κατέληξε η εκπρόσωπος του ΚΚΕ: «Γι' αυτό χρειάζεται ρήξη με τα μεγάλα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα. Για να έχουμε αποκλειστικά δημόσια δωρεάν παιδεία, υγεία, πρόνοια. Για να υπάρξει άνοδος του βιοτικού επιπέδου, λαϊκή ευημερία, πρέπει ο λαός να οργανώσει τη δική του συμμαχία. Να επιβάλλει την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής και των στηριγμάτων της».


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ